Φιντέλ Κάστρο (Fidel Castro)

Φιντέλ ο επαναστάτης, ο κομαντάντε, ο ασυμβίβαστος. Ο Ηγέτης. Η ζωή του Φιδέλ Αλεχάνδρο Κάστρο Ρουζ, όπως είναι το πλήρες όνομα του, συνοψίζει τους αγώνες ενός ολόκληρου λαού γιά ελευθερία, ανεξαρτησία και εθνική αξιοπρέπεια. Γεννημένος στο Μπιράν, μιά κωμόπολη στη νοτιοανατολική Κούβα, στις 13 Αυγούστου 1926 ο Φιντέλ ήταν το τρίτο παιδί του Ανχέλ Κάστρο και της Λίνα Ρουζ Γκονζάλες.

Χαρισματικός αλλά μη επιμελής μαθητής, ο Φιντέλ τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στο Κολλέγιο του Μπελέν, ένα σχολείο Ιησουϊτών στην Αβάνα. Στα τέλη του 1945 εισάγεται στη Νομική Σχολή του πανεπιστημίου της κουβανικής πρωτεύουσας και σύντομα αναμειγνύεται με τα τοπικά φοιτητικά ζητήματα της εποχής. Η πρώτη του επαφή με την πολιτική γίνεται στα χρόνια του πανεπιστημίου, όταν και εναντιώνεται στις οργανωμένες συμμορίες φοιτητών που δρούσαν ανεξέλεγκτα έχοντας τη στήριξη ανώτερων αξιωματούχων της τότε κυβέρνησης. Ο ίδιος ο Φιντέλ αποπειράται, χωρίς επιτυχία, να δολοφονήσει τον Ρολάντο Μασφερέρ, ηγέτη ενός εκ των τρομοκρατικών ομάδων που προστάτευαν το καθεστώς του δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα. Το 1947 είναι γιά το Φιντέλ χρονιά “βαπτίσματος” στο επαναστατικό κίνημα: ταξιδεύει στη Δομινικανή Δημοκρατία προκειμένου να συμμετάσχει σε μια εκστρατεία με στόχο την ανατροπή του δικτάτορα Ραφαέλ Τρουχίγιο. Το πραξικόπημα απέτυχε πριν καν ξεκινήσει, αλλά ο Κάστρο δεν απογοήτευτηκε – αντιθέτως, η δίψα του για ανατροπή του ιμπεριαλισμού και των ανισοτήτων στη Λατινική Αμερική μεγάλωσε. Ένα χρόνο αργότερο, το 1948, παίρνει μέρος στο “Μπογκοτάσο” (Bogotazo), την περιώνυμη λαϊκή εξέγερση που έλαβε χώρα στην Κολομβία έπειτα από τη δολοφονία του φιλελεύθερου ηγέτη Χόρχε Γκαϊτάν. Tην ίδια χρονιά παντρεύεται τη Μίρτα Ντίαζ Μπαλάρντ, κόρη εύπορης οικογένειας από την πρωτεύουσα, με την οποία αποκτά ένα γιό, το Φιντελίτο.

Αργότερα αναμειγνύεται στο επαναστατικό κίνημα κατά της κουβανικής δικτατορίας και παίρνει ενεργά μέρος στην ένοπλη επίθεση κατά του στρατοπέδου της Μονκάδα στις 26 Ιουλίου 1953. Η μέρα αυτή στέκεται αφορμή γιά να ιδρύσει το «Κίνημα της 26ης Ιουλίου» (Μ-26-J) το οποίο, απο ‘δω και πέρα, θα ηγηθεί της προσπάθειας γιά απελευθέρωση της χώρας. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται γιά δύο χρόνια. Κατά τη διάρκεια της δίκης του  εκφωνεί την περίφημη φράση “Καταδικάστε με! Δεν έχει σημασία. Η ιστορία θα με δικαιώσει”. Το 1955 αποφυλακίζετα και μεταβαίνει στο Μεξικό, όπου σχεδιάζει την προετοιμασία ένοπλου αντάρτικου κινήματος με σκοπό την πτώση της δικτατορίας Μπατίστα. Ταυτόχρονα λήγει η σχέση του με τη Ντίαζ-Μπαλάρντ από την οποία παίρνει διαζύγιο.

Τον Δεκέμβριο του 1956 αποβίβαζεται, μαζί με άλλους 80 συντρόφους, στο πλοιάριο “Γκράνμα” που θα τους πήγαινε στις κουβανικές ακτές. Στο πλήρωμα μετέχει και ένας αργεντίνος γιατρός, ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, τον οποίο ο Κάστρο είχε πρωτοσυναντήσει στην Πόλη του Μεξικού, έπειτα από σύσταση του αδελφού του Ραούλ. Έπειτα από αλλεπάληλες συγκρούσεις με τον στρατό του Μπατίστα και έχοντας χάσει 11 συντρόφους, οι κουβανοί επαναστάτες καταφέρνουν να φτάσουν στην οροσειρά Σιέρρα Μαέστρα της επαρχίας Ορίεντε, στη νότια Κούβα. Από εκεί ξεκινάνε έναν ασταμάτητο ανταρτοπόλεμο κατά των δυνάμεων του Μπατίστα, το καθεστώς του οποίου αρχίζει σταδιακά να χάνει δύναμη στην περιφέρεια. Ο Φιντέλ είναι ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του επαναστατικού αγώνα και αποκτά διεθνή φήμη, όταν τον Φεβρουάριο του 1957 δημοσιεύεται στους New York Times η συνέντευξη του στον ανταποκριτή της εφημερίδας Χέρμπερτ Μάθιους.

Την 1η Ιανουαρίου 1959 ο Φιντέλ εισέρχεται θριαμβευτής στην Αβάνα, απελευθερώνοντας από τα δεσμά της αμερικανοκίνητης δικτατορίας έναν ολόκληρο λαό. Η επαναστατική κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του Κάστρο, αναλαμβάνει τα ηνία της Κούβας, ο αδελφός του Φιντέλ, Ραούλ, ορίζεται επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων της χώρας. Το Νοέμβριο του 1960 μεταβαίνει στη Νέα Υόρκη όπου δίνει βαρυσήμαντη ομιλία στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

Λίγους μήνες αργότερα, τον Απρίλιο του 1961, ο Φιντέλ αναχαιτίζει επιτυχώς την επιχείρηση κουβανών μισθοφόρων και του αμερικανικού στρατού να εισβάλλουν στη χώρα από τον λεγόμενο Κόλπο των Χοίρων (Bay of the Pigs). Τον Οκτώβριο του 1962 οι κουβανο-αμερικανικές σχέσεις φτάνουν στο ναδίρ, με αφορμή την πρόθεση της Σοβιετικής Ένωσης να εγκαταστήσει πυρηνικά όπλα στο έδαφος της Κούβας. Ο Κάστρο δεν πτοείται από την επιθετικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών και συνεχίζει να παρέχει υποστήριξη σε επαναστατικά, αντι-ιμπεριαλιστικά, κινήματα άλλων χωρών της Λατινικής Αμερικής. Τον Ιούλιο του 1967 ο Φιντέλ πρωτοστατεί στην ίδρυση του Λατινοαμερικάνικου Οργανισμού Αλληλεγγύης.

Τις δεκαετίες του 1970 και 1980 ο Φιντέλ κυβερνά την Κούβα με σταθερότητα παρά τη μόνιμη εχθρότητα της Ουάσινγκτον, έχοντας εμφυσήσει στη νέα γενιά κουβανών την επαναστατική ιδεολογία. Το 1975 λαμβάνει χώρα η στρατιωτική ανάμειξη της Κούβας στην Ανγκόλα, με σκοπό την στήριξη του αριστερού απελευθερωτικού κινήματος  της χώρας ενάντια στην – υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ – εισβολή των δυνάμεων της Νότιας Αφρικής και του Ζαίρ. Ο Φιντέλ αποφασίζει να στηρίξει το λαό της Ανγκόλας και πάλι το 1988 ενάντια στην απειλή του νοτιοαφρικανικού στρατού του Άπαρτχαιντ και ισχυρές κουβανικές δυνάμεις πρωτοστατούν στη μάχη του Κουίτο Κουαναβάλε που διήρκησε σχεδόν τρείς μήνες.

Το 1996 ο κουβανός ηγέτης επισκέπεται τις Ηνωμένες Πολιτείες και το 1998 υποδέχεται στην Αβάνα τον Πάπα Ιωάννη Παύλο ΙΙ. Αντιμετωπίζοντας αυξανόμενα προβλήματα υγείας, σε ηλικία 80 ετών, παραδίδει τη σκυτάλλη της εξουσίας στον αδελφό του Ραούλ τον Ιούλιο του 2006. Παραμένει ωστόσο τακτικός δημόσιος σχολιαστής των γεγονότων, μέσω της στήλης του στη Γκράνμα γνωστής ως «Reflexiones de Fidel», με καθοριστική επιρροή στην κουβανική πολιτική.

(Επιμέλεια: Νικόλαος Μόττας)

Σχολιασμός