Τσε Γκεβάρα: Η φλόγα της επανάστασης θα καίει για πάντα

Che Guevara revolutionary 85Με αφορμή τα 85 χρόνια από τη γέννηση του Επαναστάτη.

Ήταν 14 Ιούνη 1928 στην κωμόπολη Ροσάριο της Αργεντινής. Ένα ταξί κινούμενο με ιλλιγγιώδη ταχύτητα μεταφέρει τον Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς και την ετοιμόγεννη σύζυγο του, Σέλια ντε λα Σέρνα σε σπίτι συγγενών τους. Εκεί θα δει για πρώτη φορά το φως της ημέρας ο μικρός Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα. Οι βασικοί σταθμοί της σύντομης, αλλά έντονης, ζωής του είναι λίγο έως πολύ γνωστοί – θα ήταν τετριμμένο και βαρετό να παραθέσουμε ξερά βιογραφικά στοιχεία για να τιμήσουμε τον σπουδαίο επαναστάτη. Αυτό που αξίζει να θυμηθούμε είναι οι αξίες με τις οποίες πορεύτηκε ο Γκεβάρα, για τις οποίες έδωσε και την ίδια του τη ζωή. Διότι είναι ακριβώς αυτές οι αξίες που σήμερα, ογδοντα πέντε χρόνια μετά τη γέννηση του, είναι εξαιρετικά επίκαιρες. Είναι αυτές οι αξίες, του επαναστατικού μαρξισμού-λενινισμού, που διατηρούν άσβηστη τη φλόγα της εικόνας του Τσε Γκεβάρα και όχι η ανάδειξη της μορφής του σε fashion icon του καπιταλιστικού μάρκετινγκ.

Ο Τσε ήταν και είναι η προσωποποίηση του συνεπούς κομμουνιστή επαναστάτη, του ανθρώπου που αντιλήφθηκε τον Σοσιαλισμό όχι ως ακαδημαϊκό εγχειρίδιο πολιτικής και οικονομίας αλλά ως βίωμα – «για μας δεν υπάρχει κανένας άλλος ορισμός του Σοσιαλισμού πλην της κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο» όπως σημείωνε ο ίδιος. Αυτή του την πεποίθηση ο Τσε την έκανε στάση ζωής. Και γι’ αυτό σήμερα, 85 χρόνια μετά, τον θυμόμαστε:

  • Ως παιδί μιας μεσοαστικής αργεντίνικης οικογένειας που πλησίασε τις ιδέες του μαρξισμού μέσα από τις εικόνες και τα βιώματα που είδε και έζησε στη λατινική ήπειρο. Εικόνες και βιώματα της δυστυχίας που το ανώτατο στάδιο της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, ο Ιμπεριαλισμός, προκαλεί στους λαούς, στην εργατική τάξη. «Εκεί, στις τελευταίες ώρες για τους ανθρώπους των οποίων ο ορίζοντας δεν εκτείνεται πέρα από το αύριο, εκεί επικεντρώνεται η τραγωδία της ζωής του προλεταριάτου όλου του κόσμου […] Ως πότε θα συνεχιστεί αυτή η τάξη πραγμάτων που βασίζεται σε μια παράλογη διαίρεση, στις κοινωνικές τάξεις;» θα γράψει στο προσωπικό του ημερολόγιο το 1952.

  • Ως γιατρό που προσέφερε τις υπηρεσίες του σε όλους όσους είχαν ανάγκη. Από τους λεπρούς ασθενείς του νοσοκομείου Σαν Πάμπλο μέχρι τους συντρόφους του στο αντάρτικο αλλά και στους τραυματισμένους στρατιώτες της αντίπαλης πλευράς. Σε ομιλία του προς φοιτητές της Ιατρικής Σχολής, τον Αύγουστο του 1960, έλεγε: «Έτσι όπως ταξίδευα, πρώτα ως φοιτητής και ύστερα ως γιατρός, άρχισα να έρχομαι σε στενή επαφή με τη φτώχεια, την πείνα, τις αρρώστιες, την αδυναμία να θεραπευτεί ένα παιδί από έλλειψη μέσων, με το μούδιασμα που προκαλούν η πείνα και οι τιμωρίες, ώσπου φτάνουμε σ’ ένα σημείο που φαντάζει ασήμαντο γεγονός να χάνει ένας γονιός το παιδί του, όπως συχνά συμβαίνει στις σκληρά δοκιμαζόμενες κοινωνικές τάξεις στην πατρίδα μας, τη Λατινική Αμερική. Κι άρχισα να βλέπω ότι υπήρχε κάτι που μου φαινόταν τότε σχεδόν εξίσου σημαντικό με την καριέρα μου ή με τη συμβολή μου στην ιατρική επιστήμη, και αυτό ήταν να βοηθήσω εκείνους τους ανθρώπους».

  • Ως άξιο Κομαντάντε της Κουβανικής Επανάστασης που μια νύχτα του Νοέμβρη του 1956, αφήνοντας πίσω του οριστικά κάθε πιθανότητα για μια ειρηνική και ήσυχη ζωή, επιβιβάστηκε μαζί με άλλους 82 αντάρτες στο πλοιάριο Γκράνμα και το Γενάρη του 1959 έμπαινε θριαμβευτής στην Αβάνα. Μια ακανθώδης πορεία, με αφάνταστες δυσκολίες, εμπόδια που έδειχναν απροσπέλαστα, ενάντια σε μια ισχυρή στρατιωτική μηχανή. Σε αυτήν την πορεία ο Τσε ανδρώθηκε πολιτικά και στρατιωτικά. Σε αυτόν το δρόμο η Επανάσταση έγινε κτήμα του λαού και ο Τσε, όπως και οι λοιποί σύντροφοι του στη μάχη, έμαθαν «την άξια της οργάνωσης» διδάσκοντας «την άξια της επανάστασης κι απ’ αυτό τον συνδυασμό γεννήθηκε η οργανωμένη ανταρσία σ’ όλη τη γη της Κούβας».

  • Ως αλτρουϊστή ιδεολόγο που έβλεπε το αντάρτικο όχι ως αυτοσκοπό αλλά ως μέσο για την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Ο ένοπλος αγώνας ήταν, για το Γκεβάρα, η μόνη λύση όταν είχε πλέον εξαντληθεί κάθε πολιτικό μέσο για την σοσιαλιστική επανάσταση και την εργατική-λαϊκή εξουσία. Η πηγή της ιδεολογικοπολιτικής σκέψης του Τσε υπήρξε ο μαρξισμός-λενινισμός, όχι ως ξερή θεωρία, αλλά ως στάση ζωής, ως “όχημα” για την αλλαγή του κόσμου, για τη νικηφόρα πορεία του προλεταριάτου προς την κατάκτηση της εξουσίας, τον εξανθρωπισμό των συνειδήσεων και το  «νέο άνθρωπο» της σοσιαλιστικής-κομμουνιστής κοινωνίας.

  • Ως συνεπή επαναστάτη του προλεταριακού διεθνισμού. Τον νεαρό αργεντίνο που πολέμησε για το λαό της Κούβας, αυτόν που παραμέρισε τον υπουργικό θώκο και την πολιτική σταδιοδρομία για να οργανώσει αντάρτικο αγώνα στην καρδιά της Αφρικής και αργότερα στη Βολιβία. «Νιώθω τόσο πατριώτης Λατινοαμερικάνος, από οποιαδήποτε χώρα της Λατινικής Αμερικής, όσο κανένας άλλος, και την ώρα που θα είναι αναγκαίο είμαι διατεθειμένος να δώσω τη ζωή μου για την απελευθέρωση οποιασδήποτε από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, χωρίς να ζητήσω τίποτα από κανέναν, χωρίς να απαιτήσω τίποτα, χωρίς να εκμεταλλευτώ κανέναν» έλεγε το Δεκέμβρη του 1964 από το βήμα της Γεν.Συνέλευσης του ΟΗΕ.

  • Ως άνθρωπο με ισχυρό αίσθημα δικαίου που έτρεμε απο αγάνακτηση απέναντι σε κάθε αδικία που συντελούνταν στον κόσμο. Τον Στρατηγό του αντάρτικου στρατού που, αρνούμενος να απολαύσει λίγο παραπάνω φαϊ το μοιράζονταν με τους συντρόφους του – τον Στρατηγό που πολεμούσε με όλες του τις δυνάμεις το δικτατορικό καθεστώς αλλά που έδινε εντολή να μην πειραχθεί ούτε τρίχα από τους αιχμάλωτους φαντάρους του κουβανικού στρατού τους οποίους θεωρούσε παιδιά του λαού.

Όσοι αγωνίζονται για ένα καλύτερο μέλλον, για την εξάλειψη της αδικίας και της εκμετάλλευσης, έχουν πολλούς λόγους να θυμούνται τον Τσε και να εμπνέονται απ’ αυτόν. Όχι ως ήρωα μιάς αφημερημένης επαναστατικότητας του παρελθόντος, ούτε ως ποπ ίνδαλμα για αφίσες. Αλλά ως πρότυπο καθημερινής πάλης ενάντια στην αδικία του καπιταλισμού, ως πρότυπο κομμουνιστικής ηθικής, ταξικής αλληλεγγύης και συνείδησης. Ογδοντα-πέντε χρόνια μετά τη γέννηση του και σχεδόν 46 χρόνια απ’ τη δολοφονία του, το μήνυμα του Τσε παραμένει επίκαιρο, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης. Είναι το άσβεστο μήνυμα που καλεί σε ταξικούς αγώνες, για τον σοσιαλισμό και την πραγμάτωση της λαϊκής εξουσίας. Είναι το αναλοίωτο μήνυμα για το ξερίζωμα της παντοκρατορίας των μονοπωλίων (των «καπιταλιστικών χταποδιών» όπως ο ίδιος ο Τσε τα χαρακτήριζε) και την πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό.

Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα δεν αποτελεί αντικείμενο για ιστορική αναπόληση και “πολιτικά μνημόσυνα”. Είναι παράδειγμα που φωτίζει – και θα φωτίζει – τους λαϊκούς αγώνες, μέχρι τη νίκη, για πάντα.

Ν.Μόττας.

Ελληνικό Αρχείο Τσε Γκεβάρα, 14 Ιούνη 2013.  

Το μαρξιστικό-λενινιστικό Κόμμα: Οικοδομώντας το Κόμμα της Εργατικής Τάξης (Μέρος ‘Β)

che guevara guevaristas 876Εισαγωγή στο βιβλίο “Το Μαρξιστικό-Λενινιστικό Κόμμα” που εκδόθηκε το 1963 από την Εθνική Διοίκηση του Ενιαίου Κόμματος της Σοσιαλιστικής Επανάστασης. Συνέχεια από το Πρώτο Μέρος

Μέσα στη μεγάλη επαναστατική πάλη για την εξουσία αυτός ήταν ένας μικρότερος αγώνας για τον εσωτερικό έλεγχο. Τα πρόσφατα γεγονότα της Αλγερίας εξηγούνται καθαρά μέσα από αναλογίες με την κουβανική επανάσταση. Η επαναστατική πτέρυγα δεν αφήνεται να απομακρυνθεί από την εξουσία και αγωνίζεται μέχρι να έρθει ολόκληρη η εξουσία στα χέρια της. Ο Απελευθερωτικός Στρατός είναι ο αυθεντικός εκπρόσωπος της νικηφόρας επανάστασης.

Οι συγκρούσεις ξεσπούν περιοδικά και η ενιαία διοίκηση γίνεται πραγματικότητα (αν και παρ’ όλα αυτά όχι αποδεκτή ακόμη απ’ όλους) μόνο όταν ο Φιντέλ διορίζεται πρωθυπουργός, λίγους μήνες μετά την κατάκτηση της νίκης της επανάστασης. Τι είχαμε κάνει μέχρι εκείνη την στιγμή; Είχαμε αποκτήσει, όπως είπε κάποτε ο Φιντέλ, το δικαίωμα να ξεκινήσουμε. Είχαμε μόνο ολοκληρώσει ένα στάδιο που βασίζονταν στον μέχρι θανάτου αγώνα ενάντια στο σύστημα που ίσχυε στην Κούβα και εκπροσωπούσε ο δικτάτορας Μπατίστα. Όμως, το γεγονός ότι ακολουθούσαμε με συνέπεια μια επαναστατική γραμμή που έτεινε να βελτιώσει την κατάσταση της κοινωνίας μας και να την απελευθερώσει όσο το δυνατό από τις οικονομικές δεσμεύσεις, μας οδηγούσε αναγκαστικά σε μια μετωπική πάλη με τον ιμπεριαλισμό. 

Ο ιμπεριαλισμός υπήρξε ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη και το βάθεμα της ιδεολογίας μας. Κάθε χτύπημα που μας έδινε απαιτούσε μια απάντηση. Κάθε φορά που αντιδρούσαν οι βορειοαμερικάνοι, με τη συνηθισμένη τους αλαζονεία, παίρνοντας κάποια μέτρα ενάντια στην Κούβα, εμείς έπρεπε να πάρουμε τα αναγκαία αντίμετρα και έτσι βάθαινε η επανάσταση.

Το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα συμμετείχε σε αυτό το μέτωπο και οι σύντροφοι που είχαν μια πολύχρονη επαναστατική στράτευση, μα και εκείνοι που έφταναν στην εξουσία μέσα από τον αγώνα στο βουνό ξεκινούσαν το καθήκον συγχώνευσης. Ήδη εκείνη την εποχή, ο Φιντέλ προειδοποιούσε για κάποιους κινδύνους σεχταρισμού και έκανε κριτική σε εκείνους που κοπανούσαν στους άλλους στα δεκαπέντε ή είκοσι χρόνια της στράτευσης τους, καθώς και στο σεχταρισμό των “μουσάτων” (μπαρμπούδος) του βουνού και των αγωνιστών της πόλης που είχαν συνηθίσει στο πιστολίδι.

Την εποχή της ένοπλης πάλης υπήρχε μια ομάδα συντρόφων που προσπαθούσε να υπερασπίσει το κίνημα από τον δήθεν καουντιγισμό του συντρόφου Φιντέλ και διέπραξαν το σφάλμα, που θα επαναλαμβανόταν αργότερα, την εποχή του σεχταρισμού, να συγχέουν τα μεγάλα προσόντα του καθοδηγητή, του ηγέτη της επανάστασης και τις αναμφισβήτητες διοικητικές του αρετές, με ένα άτομο του οποίου μοναδική φροντίδα ήταν η δίχως όρους στήριξη των δικών του και η εγκαθίδρυση ενός συστήματος καουντιγισμού. Ήταν ένας αγώνας πλαστών αρχών μιας ομάδας συντρόφων, αγώνας που ούτε καν τελείωσε την 1η του Γενάρη, ή την στιγμή που ο Φιντέλ ανέλαβε τη θέση του πρωθυπουργού, αλλά πολύ αργότερα, όταν συνετρίβη η δεξιά πτέρυγα του Κινήματος 26ης Ιούλη. Έτσι έπεσαν, γιατί αντικαταστάθηκαν στη λαϊκή θέληση, οι Ουρούτια, Μίρο Καρδόνα, Ράι, Ουμπέρτο Μάτος, Νταβίδ Σαλβαδόρ και τόσοι άλλοι προδότες.

Μετά την τελική νίκη ενάντια στη δεξιά πτέρυγα, ξεπηδά η ανάγκη να οικοδομηθεί ένα κόμμα: το Ενιαίο Κόμμα της Επανάστασης, εκφραστής του μαρξισμού-λενινισμού στις νέες συνθήκες της Κούβας. ¨Επρεπε να είναι ένας οργανισμός δεμένος με τις μάζες, με στελέχη αυστηρά επιλεγμένα και με συγκετρωτική και ταυτόχρονα ευλύγιστη οργάνωση. Και για όλα αυτά είχαμε τυφλή εμπιστοσύνη στο κύρος που είχε κερδίσει το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα στη διάρκεια πολλών χρόνων πάλης, εγκαταλείποντας σχεδόν ολότελα τα δικά μας οργανωτικά κριτήρια. Έτσι άρχισαν να δημιουργούνται μια σειρά συνθήκες για να ωριμάσει ο καρπός που λέγεται σεχταρισμός.

Στη διαδικασία της οικοδόμησης του κόμματος, ο σύντροφος Ανίμπαλ Εσκαλάντε είχε αναλάβει την οργάνωση και άρχισε ένα ζοφερό, αν και ευτυχώς πολύ σύντομο, στάδιο της ανάπτυξης μας. Γίνονταν λάθη στις μεθόδους καθοδήγησης. Το Κόμμα έχανε τις ουσιαστικές του ιδιότητες, δηλαδή την σύνδεση με τις μάζες, την εφαρμογή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και το πνεύμα θυσίας. Μερικές φορές, καταφεύγοντας σε πραγματικές ταχυδαχτυλουργίες, άνθρωποι δίχως πείρα και αρετές τοποθετούνταν σε καθοδηγητικές θέσεις, απλά και μόνο γιατί προσαρμόστηκαν στην επικρατούσα κατάσταση.

Οι ΕΕΟ χάνουν το ρόλο τους σαν ιδεολογικοί κινητήριοι μηχανισμοί – και όργανα ελέγχου όλου του παραγωγικού μηχανισμού, μέσα από αυτόν τον ρόλο – και καταλήγουν σε διοικητικό μηχανισμό. Σε αυτές τις συνθήκες, το σήμα κινδύνου που έπρεπε να δοθεί από την επαρχία, εξηγώντας μια σειρά προβλήματα που υπήρχαν εκεί, χάνονταν, γιατί αυτοί που έπρεπε να αναλύσουν τη δουλειά των διοικητικών στελεχών ήταν εκείνοι ακριβώς οι καθοδηγητές του πυρήνα που είχαν μια διπλή λειτουργία: στο Κόμμα και στη δημόσια διοίκηση. Το στάδιο των λαθεμένων αντιλήψεων, των μεγάλων λαθών και των μηχανιστικών μεταφορών, έχει, ευτυχώς, τελειώσει. Οι παλιές βάσεις πάνω στις οποίες θεμελιώθηκε το σεχταριστικό έκτρωμα έχουν διαλυθεί.

Μπροστά στα προβλήματα, η απόφαση της Εθνικής Διοίκησης με επικεφαλής τον Φιντέλ ήταν η επιστροφή στις μάζες, η προσφυγή στις μάζες. Έτσι καθιερώθηκε το σύστημα συζητήσεων σε όλους τους τόπους δουλειάς, ώστε οι ίδιες οι εργατικές μάζες να επιλέγουν τους παραδειγματικούς εργάτες και να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγονται για να ενταχθούν στις Κομματικές Οργανώσεις Βάσης ενός κόμματος στενά δεμένου με τις μάζες.

Στα πλαίσια των αλλαγών του Κόμματος αναμορφώθηκε το σύστημα επιμόρφωσης, επιβραβεύοντας. Όχι όπως στο παρελθόν τους φίλους, τα “φωτεινά μυαλά”, τους “αριστοτέχνες του μαρξισμού”, αλλά τους καλύτερους εργαζόμενους, τους ανθρώπους που έχουν αποδείξει με την στάση τους απέναντι στην επανάσταση, με την καθημερινή τους δουλειά, τον ενθουσιασμό και το πνεύμα αυτοθυσίας τους, τις ύψιστες αρετές του μέλους του ηγετικού κόμματος. Σύμφωνα με τα παραπάνω έχουν αλλάξει όλα τα κριτήρια μας και αρχίζει μια νέα εποχή ισχυροποίησης του Κόμματος των μεθόδων του. Ξανανοίγεται μπροστά μας ο πλατύς και φωτεινός δρόμος της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπου το Κόμμα έχει το καθήκον της καθοδήγησης. Αυτή η καθοδήγηση δεν θα έχει μηχανιστικό και γραφειοκρατικό χαρακτήρα, δεν θα ασκεί στενό, σεχταριστικό έλεγχο, δεν θα δίνει διαταγές και συμβουλές που θα πρέπει να ακολουθηθούν, επειδή κάποια τις λένε, και όχι επειδή αποτελούν ζωντανό παράδειγμα, προνόμιο των ιδεών και της ιστορίας του παρελθόντος.

Το κόμμα του μέλλοντος θα είναι στενά δεμένο με τις μάζες και θα εμπνέεται από αυτές τις μεγάλες ιδέες που αργότερα θα αποτελέσουν συγκεκριμένες οδηγίες. Ένα κόμμα που θα εφαρμόζει αυστηρά την πειθαρχία του, σύμφωνα με τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, και όπου διαρκώς θα υπάρχουν και θα γίνονται ανοικτά η συζήτηση και η κριτική και η αυτοκριτική για να βελτιώνεται συνεχώς η δουλειά. Σε αυτό το στάδιο θα είναι ένα κόμμα στελεχών, των καλύτερων. Και αυτά τα στελέχη θα πρέπει να εκπληρώνουν το δυναμικό τους καθήκον να βρίσκονται σε επαφή με το λαό, να μεταφέρουν τις εμπειρίες του στα ανώτερα κλιμάκια, να μεταφέρουν στις μάζες τις συγκεκριμένες οδηγίες και να μπαίνουν επικεφαλής τους. Πρώτοι στις σπουδές, πρώτοι στη δουλειά, πρώτοι στον επαναστατικό ενθουσιασμό, πρώτη στη θυσία. Κάθε στιγμή καλύτερα, αγνότεροι, πιο ανθρώπινοι απ’ όλους τους άλλους, πρέπει να είναι τα στελέχη του κόμματος μας.

Γιατί πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι ο μαρξιστής δεν είναι μια αυτόματη και φανατική μηχανή, που σκοπεύει σε κάποιον συγκεκριμένο στόχο σαν κατευθυνόμενος πύραυλος. Με σαφήνεια ασχολείται ο Φιντέλ μ’αυτό το πρόβλημα σε έναν από τους λόγους του:

Ποιός είπε ότι ο μαρξισμός είναι η απάρνηση των ανθρωπίνων αισθημάτων, της συντροφικότητας, της αγάπης, του σεβασμού και της εκτίμησης προς το σύντροφο; Ποιός είπε ότι ο μαρξισμός σημαίνει να μην έχεις ψυχή, μήτε αισθήματα; Μα ήταν ακριβώς η αγάπη προς τον άνθρωπο που γέννησε το μαρξισμό. Ήταν η αγάπη προς τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα, ο πόθος να καταπολεμηθεί η δυστυχία του προλεταριάτου, ο πόθος να καταπολεμηθεί η μιζέρια, η αδικία, τα βάσανα και όλη η εκμετάλλευση που υφίσταται το προλεταριάτο, που οδήγησε το νου του Καρλ Μαρξ να δώσει ζωή στο μαρξισμό, την στιγμή ακριβώς που μπορούσε να γεννηθεί ο μαρξισμός. Την στιγμή ακριβώς που μπορούσε να αναδυθεί μια πραγματική δυνατότητα και κάτι παραπάνω απο μια πραγματική δυνατότητα, η ιστορική αναγκαιότητα της κοινωνικής επανάστασης, της οποίας ερμηνευτής ήταν ο Καρλ Μαρξ. Τι τον οδήγησε, όμως, να γίνει ερμηνευτής της κοινωνικής επανάστασης, αν όχι η ορμητικότητα των συναισθημάτων ανθρώπων σαν αυτόν, σαν τον Ένγκελς, το Λένιν;”.

Αυτή η εκτίμηση του Φιντέλ είναι θεμελιώδης για το μέλος του νέου κόμματος. Να τη θυμάστε πάντα, σύντροφοι, αποτυπόστε τη στη μνήμη σας σαν το αποτελεσματικότερο όπλο ενάντια σε κάθε περέκκλιση. Ο μαρξιστής πρέπει να είναι ο καλύτερος, ο πιο ακέραιος, ο πιο ολοκληρωμένος από τα ανθρώπινα όντα, όμως πάντα, πάνω απο όλα, πρέπει να είναι ανθρώπινο ον. Πρέπει να είναι μέλος ενός κόμματος που ζει και πάλλεται σ’επαφή με τις μάζες – ένας καθοδηγητής που μετατρέπει τις επιθυμίες των μαζών, ακόμη και τις πιο κρυφές, σε συγκεκριμένες οδηγίες – ένας ακούραστος δουλευτής που προσφέρει τα πάντα στο λαό του, ένας εργαζόμενος που θυσιάζεται προσφέροντας τις ώρες ανάπαυσης του, την προσωπική του ηρεμία, την οικογένεια ή τη ζωή του στην επανάσταση, δίχως όμως ποτέ να αποξενώνεται από τη ζεστασιά της ανθρώπινης επαφής.

Στο διεθνές πεδίο, το κόμμα μας θα έχει σοβαρές υποχρεώσεις. Είμαστε η πρώτη σοσιαλιστική χώρα της Αμερικής, ένα παράδειγμα προς μίμηση για άλλες χώρες, μια ζωντανή εμπειρία που θα αξιοποιήσουν τα άλλα αδελφά κόμματα. Μια εμπειρία ζωντανή, επαναλαμβανόμενη και μεταλλασσόμενη που φέρνει στο φως της δημοσιότητας όλες τις επιτυχίες και τα λάθη της. Με αυτόν τον τρόπο το παράδειγμα της είναι πιο διδακτικό και δεν φιλοδοξεί να υποστηριχθεί απλά απο εκείνους που έχουν ομολογήσει την πίστη τους στο μαρξισμό-λενινισμό, αλλά από τις λαϊκές μάζες της Αμερικής.

Η δεύτερη Διακήρυξη της Αβάνας είναι οδηγός για το προλεταριάτο, την αγροτιά και τους επαναστάτες διανοούμενος της Λατινικής Αμερικής. Η στάση μας θα είναι μόνιμος οδηγός. Πρέπει να είμαστε άξιοι αυτής της θέσης που κατέχουμε, να δουλεύουμε καθημερινά σκεπτόμενη την Αμερική μας. Να δυναμώνουμε όλο και περισσότερο τις βάσεις του κράτους μας, την οικονομική του οργάνωση και την πολιτική του ανάπτυξη, για να μπορούμε ταυτόχρονα να βελτιωνόμαστε εσωτερικά. Να πείθουμε όλο και περισσότερο τους λαούς της Αμερικής για την πραγματική δυνατότητα να ξεκινήσει η πορεία της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, στο σημερινό στάδιο του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων.

Και όλα αυτά δίχως να ξεχνάμε πως η ικανότητα μας να συγκινούμαστε μπροστά στη βία των επιθετιθέμενων και στα βάσανα των λαών, δεν πρέπει να περιορίζεται στα πλαίσια της Λατινικής Αμερικής, ούτε καν στα πλαίσια της Λατινικής Αμερικής και των σοσιαλιστικών χωρών μαζί. Πρέπει να κάνουμε πράξη τον πραγματικό προλεταριακό διεθνισμό, να αντιμετωπίζουμε σαν προσβολή απέναντι μας οποιαδήποτε επίθεση, οποιαδήποτε προσβολή, κάθε πράξη που έρχεται σε αντίθεση με την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, την ευτυχία του σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου.

Εμείς, μέλη ενός νέου κόμματος, σε μια νέα απελευθερωμένη περιοχή του κόσμου και σε νέες συνθήκες, πρέπει να κρατάμε πάντα ψηλά την ίδια την σημαία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που ύψωσε ο δικός μας Χοσέ Μαρτί, που υπήρξε καθοδηγητής πολλών γενιών, και που είναι σήμερα παρών, με την ίδια φρεσκάδα όπως πάντα, στην πραγματικότητα της Κούβας: “Κάθε αληθινός άνθρωπος πρέπει να νιώθει στο δικό του μάγουλο, το χτύπημα που δίνεται στο μάγουλο οποιουδήποτε ανθρώπου”.  

Το μαρξιστικό-λενινιστικό Κόμμα: Οικοδομώντας το Κόμμα της Εργατικής Τάξης (Μέρος ‘Α)

che_face46Εισαγωγή στο βιβλίο «Το Μαρξιστικό-Λενινιστικό Κόμμα» που εκδόθηκε το 1963 από την Εθνική Διοίκηση του Ενιαίου Κόμματος της Σοσιαλιστικής Επανάστασης.

Δύο πράγματα είναι στενά δεμένα μεταξύ τους: η γενική θεωρία σαν έκφραση της πείρας του ΚΚΣΕ και των μαρξιστικών-λενινιστικών κομμάτων όλης της ανθρωπότητας και η πρακτική εφαρμογή αυτών των γενικών ιδεών στα δικά μας ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Από τις ιδιαιτερότητες που προσδιορίζουν το πλαίσιο της ανάπτυξης των κοινωνικών γεγονότων σ’αυτήν την περιοχή του κόσμου, δεν πρέπει να συμπεράνουμε ότι υπάρχουν ιστορικές εξαιρέσεις. Απλά, μέσα στα γενικά πλαίσια της θεωρίας, που είναι καρπός της πείρας, εμπίπτει και η ιδιαίτερη περίπτωση της Κούβας που προσθέτει νέες εμπειρίες στο παγκόσμιο εργατικό κίνημα.

Το εγχειρίδιο “Το μαρξιστικό-λενινιστικό Κόμμα” μας δείχνει με λαμπρή σαφήνεια τι είναι ένα μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα: “Άτομα συσπειρωμένα γύρω από ένα σύνολο κοινών ιδεών που ενώνονται για να δόσουν ζωή στις μαρξιστικές αντιλήψεις, δηλαδή, για να εκπληρώσουν την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης”. Εξηγεί επιπλέον, πως ενα κόμμα δε μπορεί να ζει απομονωμένο από τις μάζες, πως πρέπει να είναι σε διαρκή επικοινωνία μαζί τους, πως πρέπει να ασκεί την κριτική και την αυτοκριτι8κή και να είναι πολύ αυστηρό με τα λάθη του – πως δεν πρέπει να στηρίζεται μόνο στης αρνητικές αντιλήψεις της πάλης ενάντια σε κάτι, αλλά και στις θετικές αντιλήψεις της πάλης για κάτι. Εξηγεί πως τα μαρξιστικά κόμματα δεν πρέπει να σταυρώνουν τα χέρια και να περιμένουν να εκπληρωθούν οι αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες, που δημιουργούνται μέσα από τον πολύπλοκο μηχανισμό της ταξικής πάλης, όλες οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να πέσει η εξουσία στα χέρια του λαού σαν ώριμο φρούτο. Δείχνει τον καθοδηγητικό και καταλυτικό ρόλο αυτού του κόμματος, της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, καθοδηγητή της τάξης του, που ξέρει να της δείχνει το δρόμο για τη νίκη και να επιταχύνει τα βήματα προς νέες κοινωνικές καταστάσεις. Τονίζει ότι ακόμη και στις στιγμές κοινωνικής άμβλυνσης, είναι αναγκαίο να ξέρει να υποχωρεί και να διατηρεί σταθερά τα στελέχη, για να μπορεί να στηριχτεί πάνω τους στο επόμενο κύμα και έτσι να προχωρήσει ακόμη μακρύτερα, προς τον θεμελιώδη στόχο του κόμματος την πρώτη επαναστατική περίοδο, που είναι η κατάληψη της εξουσίας.

Και είναι λογικό αυτό το κόμμα να είναι ταξικό. Ένα μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα δύσκολα θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο. Αποστολή του είναι η αναζήτηση του πιο σύντομου δρόμου για την επίτευξη της δικτατορίας του προλεταριάτου. Τα πιο πολύτιμα μέλη του, τα καθοδηγητικά του στελέχη και η τακτική του πηγάζουν από την εργατική τάξη.

Δε νοείται να ξεκινήσει η οικοδόμηση του σοσιαλισμού με ένα κόμμα της αστικής τάξης, ένα κόμμα που ανάμεσα στα μέλη του θα είχε έναν σημαντικό αριθμό εκμεταλλευτών, που θα είχαν μάλιστα την ευθύνη να καθορίσουν την πολιτική του γραμμή. Είναι φανερό πως μια τέτοια ομάδα μπορεί να καθοδηγήσει τον αγώνα σε ΄να εθνικοαπελευθερωτικό στάδιο, μέχρι κάποιο επίπεδο και κάτω από συγκεκριμένες περιστάσεις. Την αμέσως επόμενη στιγμή, η επαναστατική τάξη θα γινόταν αντιδραστική και θα δημιουργούνταν νέες συνθήκες που θα έκαναν αναγκαία την εμφάνιση του μαρξιστικού-λενινιστικού κόμματος σαν καθοδηγητή της επαναστατικής πάλης. Και ήδη, στη Λατινική Αμερική τουλάχιστον, είναι πρακτικά αδύνατο να μιλάμε για απελευθερωτικά κινήματα που να καθοδηγούνται από την αστική τάξη. Η κουβανική επανάσταση έχει πολώσει τις δυνάμεις. Μπροστά στο δίλημμα λαός ή ιμπεριαλισμός, οι αδύναμες εθνικές αστικές τάξεις επιλέγουν τον ιμπεριαλισμό και προδίδουν οριστικά τη χώρα τους. Χάνεται σχεδόν ολότελα η δυνατότητα να προκληθεί μια ειρηνική μετάβαση στο σοσιαλισμό, σε αυτή την περιοχή του κόσμου.

Αν το μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα είναι ικανό να προβλέψει τα επερχόμενα ιστορικά στάδια και είναι ικανό να γίνει σημαία και πρωτοπορία ενός λαού, προτού ακόμη ξεπεράσει το εθνικοαπελευθερωτικό στάδιο – μιλώντας για τις χώρες μας που ζουν κάτω απο καθεστώς αποικιοκρατίας – τότε αυτό το κόμμα θα έχει εκπληρώσει μια διπλή ιστορική αποστολή και θα μπορέσει να αντιμετωπίσει το καθήκον της οικοδόμησης του σοσιαλισμού με περισσότερη δύναμη, με μεγαλύτερο κύρος ανάμεσα στις μάζες.

Έπειτα έρχεται η κουβανική εμπειρία. Μια εμπειρία πλούσια για όλα όσα καινούργια, όσα ισχυρά προσφέρει αυτή την εποχή της ανάπτυξης της λατινοαμερικάνικης επανάστασης. Μια εμπειρία πλούσια σε διδαχές από τα ίδια της τα λάθη, που δημόσια αναλύθηκαν και διορθώθηκαν, σε σύνδεση με τις μάζες και μπροστά στην κρίση της κοινής γνώμης. Ιδαίτερα σημαντικές είναι οι ομιλίες του συντρόφου Φιντέλ αναφορικά με το Ενιαίο Κόμμα της Σοσιαλιστικής Επανάστασης και τις μεθόδους δουλειάς που χρησιμοποιήθηκλαν στις ΕΕΟ και που σηματοδοτούν δύο βασικά στάδια της ανάπτυξης μας. Στον πρώτο λόγο ο Φιντέλ δηλώνει με την ειλικρίνεια του ακέραιου επαναστάτη, που έφτασε στον κολοφώνα της ανοδικής εξελικτικής του σκέψης, και διακηρύσσει μπροστά στον κόσμο, δίχως καμιά αμφιβολία, την ιδιότητα του μαρξιστή-λενινιστή. Το κάνει, όμως, όχι σαν μια απλή διαβεβαιώση στα λόγια, αλλά δείχνοντας τα χαρακτηριστικά, τα πιο ξεχωριστά γεγονότα στην εξέλιξη του ηγέτη, του κινήματος και του Κόμματος στην πορεία σύγκλισης που στόχευε στη δημιουργία του Ενιαίου Κόμματος της Σοσιαλιστικής Επανάστασης.

che guevara en color 3Αναλύοντας τον ίδιο του τον εαυτό, ο σύντροφος Φιντέλ αναγνωρίζει ένα μεγάλο αριθμό οπισθοδρομικών αντιλήψεων που είχε κληρονομήσει από το κοινωνικό του περιβάλλον. Διηγείται πως ενστικτωδώς άρχισε να αγωνίζεται ενάντια σ’αυτές τις αντιλήψεις και να ανδρώνεται μέσα από την πάλη. Εξιστορεί τις αμφιβολίες του και τις αιτίες τους καθώς και το πως αυτές διαλύθηκαν. Σε αυτό το στάδιο, το Κίνημα 26 Ιούλη αποτελούσε κάτι καινούργιο, πολύ δύσκολο να προσδιορισθεί. Ο Φιντέλ Κάστρο, ήρωας του Μονκάδα, φυλακισμένος στο Νησί των Πεύκων, εκπαιδεύει μια εκστρατευτική ομάδα που έχει σαν αποστολή της να φτάσει στις ακτές του Οριέντε, να ανάψει την επαναστατική φωτιά σε αυτή την επαρχία και να την απομονώσει από το υπόλοιπο νησί σε πρώτη φάση, ή να προχωρήσει ασυγκράτητα, σύμφωνα με τις αντικειμενικές συνθήκες, μέχρι την ίδια την Αβάνα, μετά από μια σειρά αλληλοδιαδεχόμενες, περισσότερο ή λιγότερο, αιματηρές νίκες.

Η πραγματικότητα μας χτύπησε σκληρά. Δεν ήταν έτοιμες όλες οι αναγκαίες υποκειμενικές συνθήκες για να αποκρυσταλλωθεί αυτή η απόπειρα, δεν είχαν ακολουθηθεί όλοι οι κανόνες του επαναστατικού πολέμου που αργότερα θα μαθαίναμε με το ίδιο μας το αίμα και το αίμα των αδελφών μας, στη διάρκεια δύο χρόνων σκληρής πάλης. Ηττηθήκαμε και εκεί ακριβώς άρχισε η πιο σημαντική ιστορία του κινήματος μας. Τότε αποδείχθηκε η πραγματική του δύναμη, η πραγματική ιστορική του αξία. Κατανοήσαμε τα λάθη τακτικής που είχαμε διαπράξει και ότι ακόμη έλειπαν κάποιοι σημαντικοί υποκειμενικοί παράγοντες. Ο λαός είχε συνείδηση της αναγκαιότητας μιας αλλαγής, δεν υπήρχε όμως η βεβαιότητα ότι αυτή ήταν δυνατή. Καθήκον μας ήταν να δημιουργήσουμε αυτή τη βεβαιότητα. Και στη Σιέρα Μαέστρα άρχισε η μακρά διαδικασία που χρησιμεύει σαν καταλύτης για όλο το κίνημα στο νησί, κάνοντας να ξεσπάσουν αδιάκοπες καταιγίδες, αδιάκοπες επαναστατικές φωτιές σε ολόκληρο το έδαφος της χώρας.

Αρχίζει να αποδεικνείεται από τα ίδια τα γεγονότα ότι ο επαναστατικός στρατός, με την πίστη και τον ενθουσιασμό του λαού δρομολογημένα στη σωστή κατεύθυνση, με ευνοϊκές συνθήκες για τον αγώνα, μπορεί να αυξάνει τη δύναμη του μέσα από την κατάλληλη χρήση των όπλων και να συντρίψει κάποια μέρα τον εχθρικό στρατό. Στην ιστορία μας αυτό αποτελεί ένα μεγάλο δίδαγμα. Πριν από την κατάκτηση της νίκης είχε αρχίσε να αλλάζει ο συσχετισμός δυνάμεων μέχρι που έγινε εξαιρετικά ευνοϊκός για το επαναστατικό κίνημα. Δημιουργήθηκαν οι υποκειμενικές συνθήκες που απαιτούνται για την πραγματοποίηση της αλλαγής και προκλήθηκε η κρίση εξουσίας που είναι απαραίτητη γι’αυτήν την αλλαγή. Γεννιέται μια νέα επαναστατική εμπειρία για τη Λατινική Αμερική. Αποδεικνύεται πώς οι μεγάλες αλήθειες του μαρξισμού-λενινισμού ισχύουν πάντα. Σε αυτήν την περίπτωση αποδείχθηκε ότι η αποστολή των ηγετών και των κομμάτων είναι να δημιουργήσουν όλες τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την κατάληψη της εξουσίας και να μη μετατραπούν σε θεατές του επαναστατικού κόμματος που γεννιέται μέσα στους κόλπους του λαού.

Την ίδια στιγμή, αποδεικνύοντας την ανάγκη για τους ένοπλους πυρήνες που υπερασπίζονται τη λαϊκή κυριαρχία να αντιμετωπίζουν αιφνιδιασμούς, επιθέσεις και καταστροφές, φάνηκε η σημασία του να έχει ο ένοπλος αγώνας για σκηνή δράσης τα πιο ευνοϊκά εδάφη για τον ανταρτοπόλεμο, δηλαδή τα πιο απόκρημνα, τραχιά εδάφη της υπαίθρου. Αυτή είναι άλλη μια συνεισφορά της Κουβανικής Επανάστασης στον αγώνα μας για την χειραφέτηση της Λατινικής Αμερικής. Από την ύπαιθρο πάμε στην πόλη, από τα μικρότερα στα μεγαλύτερα, δημιουργώντας το επαναστατικό κίνημα που κορυφώθηκε στην Αβάνα.

Αλλού, πάλι, ο Φιντέλ εκφράζει με σαφήνεια: ουσιαστική προϋπόθεση του επαναστάτη είναι να βρίσκεται σε θέση να ερμηνεύσει την πραγματικότητα. Αναφερόμενος στην απεργία του Απρίλη (1958), εξηγεί πώς δεν καταφέραμε να την ερμηνεύσουμε εκείνη τη στιγμή και ως εκ τούτου υποστήκαμε καταστροφή. Γιατί προκηρύσεται απεργία τον Απρίλη; Επειδή υπήρχαν στους κόλπους του κινήματος μια σειρά αντιθέσεις που εμείς ονομάζουμε της Sierra (του βουνού) και της πεδιάδας και που έβγαιναν στην επιφάνεια μέσα από την ανάλυση των στοιχείων που θεωρούνταν απαραίτητα για την έκβαση του ένοπλου αγώνα, στοιχεία για τα οποία ήταν διαμετρικά αντίθετη η κάθε μια απο αυτές τις πτέρυγες.

Το βουνό ήταν πρόθυμο να νικήσει τον στρατό, όσες φορές αυτό θα χρειάζονταν, για να το νικά μάχη με τη μάχη, κατακτώντας τον οπλισμό του, μέχρι να φτάσει κάποια μέρα, με βάση τον αντάρτικο στρατό, να καταλάβει την εξουσία. Η πτέρυγα της πεδιάδας ήταν οπαδός του της γενικευμένης ένοπλης πάλης γενικά σε όλη τη χώρα με επίλογο με επαναστατική γενική απεργία για την ανατροπή του Μπατίστα και την εγκαθύδριση της εξουσίας των «πολιτών» στην κυβέρνηση μετατρέποντας σε “απολίτικο” το νέο στρατό.

Η σύγκρουση ανάμεσα σ’αυτές τις δύο θέσεις ήταν συνεχής και δεν ήταν ότι καταλληλότερο για την ενιαία καθοδήγηση που απαιτούσαν εποχές σαν και αυτή. Η απεργία του Απρίλη προετοιμάζεται και προκηρύσσεται από την πτέρυγα της πεδιάδας με τη συναίνεση της ηγεσίας του βουνού, που νιώθει ανίκανη να την εμποδίσει, παρ’ όλο που έχει σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με το αποτέλεσμα της και με τη ρητή επιφύλαξη του Λαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος που προειδοποιεί έγκαιρα για τους κινδύνους. Οι επαναστάτες διοικητές πηγαίνουν στις πεδιάδες να βοηθήσουν και έτσι ο Καμίλο Σιενφουέγος, ο αξέχαστος αυτός Αρχηγός του Στρατού μας, αρχίζει να κάνει τις πρώτες του εξορμήσεις στην περιοχή του Μπαγιάμο.

Οι ρίζες αυτών των αντιθέσεων έχουν βαθύτερες ρίζες απ’ ότι οι διαφορές τακτικής: ο αντάρτικος Στρατός είναι πια απο ιδεολογική πλευρά προλεταριακός και σκέφτεται σαν τάξη που δεν έχει καμιά ιδιοκτησία. Η Τάση της πεδιάδας εξακολουθεί να είναι μικροαστική, με μελλοντικούς προδότες στην ηγεσία της και με μεγάλες επιδράσεις από το περιβάλλον μέσα στο οποίο δουλεύει.

Η συνέντευξη του Τσε Γκεβάρα στην εκπομπή «Issues and Answers» του ABC (1964)

Lisa Howard-Che GuevaraΗ πρώτη συνέντευξη του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα στην αμερικανική τηλεόραση δώθηκε στην εκπομπή «Issues and Answers» του τηλεοπτικού δικτύου ABC. Η ανταποκρίτρια Λίζα Χάουαρντ (Lisa Howard) ταξίδεψε στην Αβάνα την άνοιξη του 1964 όπου συνάντησε τον τότε υπουργό βιομηχανίας της επαναστατικής κυβέρνησης της Κούβας. Παρακάτω παρατίθεται, μεταφρασμένα στα ελληνικά, τα πρακτικά της συνέντευξης, με τις ερωτήσεις και τις απαντήσεις όπως ακριβώς δώθηκαν στη δημοσιότητα απ’ το τηλεοπτικό δίκτυο.

22 Μαρτίου 1964.

Ερώτηση: Πόσο σοβαρά επηρεάζει την κουβανική οικονομία ο αποκλεισμός (εμπάργκο) των ΗΠΑ;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Δε μπορώ να σας δώσω συγκεκριμένη εικόνα των επιπτώσεων που ο οικονομικός αποκλεισμός έχει επιφέρει στην Κούβα και, είτε το πιστεύετε η όχι, το εμπάργκο έχει και καλές και αρνητικές επιπτώσεις. Στις καλές [επιπτώσεις] είναι η ανάπτυξη της εθνικής επίγνωσης και του αγωνιστικού πνεύματος του κουβανικού λαού σε μια προσπάθεια να ξεπεράσει το γεγονός ότι [στο παρελθόν] κάθε μηχάνημα στην Κούβα ήταν κατασκευασμένο στις ΗΠΑ και πως το νησί είχε καταστεί σκουπιδότοπος μεταχειρισμένων αμερικανικών μηχανημάτων, με το αζημίωτο, κάτι που έχει διακοπεί τώρα. Αν το αναλογιστείτε αυτό μπορείτε να καταλάβετε τι έχει επιφέρει το εμπάργκο και την προσπάθεια που απαιτείται για να το αντιμετωπίσουμε. Δε μπορώ να σας δώσω στατιστικά στοιχεία. Δεν τα γνωρίζω. Αλλά ασφαλώς ο αποκλεισμός έχει επιφέρει σοβαρές δυσκολίες. Την ίδια όμως στιγμή, έχει αποτελέσει ένα καλό μάθημα για μας. Μας έμαθε πως να διαχειριστούμε την οικονομία μας στο μέλλον.

Ερώτηση: Η Ρωσία ενισχύει με μεγάλα χρηματικά ποσά στην κουβανική οικονομία κάθε μέρα. Τι θα συνέβαινε στην οικονομία του νησιού εάν αυτή η βοήθεια σταματούσε ξαφνικά;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Αυτές οι δηλώσεις περί “καθημερινής” οικονομικής βοήθειας είναι, πιστεύω, χαρακτηριστικό του αμερικανικού τρόπου σκέψης και του πως αντιλαμβάνεστε την έννοια της επένδυσης. Θα μπορούσε, πράγματι, να αντικατοπτρίζει περίπου του πως αντιλαμβάνονται οι αμερικανοί την “οικονομική βοήθεια”. Η αμερικανική βοήθεια στις χώρες της Νότιας Αμερικής τελικώς στράφηκε ενάντια στα κράτη που λάμβαναν τη βοήθεια αυτήν. Στην δική μας περίπτωση έχει υπάρξει αυτό που θα αποκαλούσαμε “οικονομική βοήθεια”, όπως η διαγραφή συγκεκριμένων εμπορικών χρεών, η χορήγηση μακροπρόθεσμων δανείων, σε μια καθαρά εμπορική βάση. Όσο για τα υπόλοιπα, έχουμε την φυσιολογική, φυσική εμπορική σχέση μεταξύ δύο χωρών. Οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον ο κύριος πελάτης εισαγωγών-εξαγωγών της Κούβας. Είναι η Σοβιετική Ένωση. Τώρα εάν, με την ερώτηση σας, θέλετε να σας πω τι θα συνέβαινε εάν η σοβιετική οικονομική βοήθεια σταματούσε, τότε μπορώ να σας απαντήσω πως η ζωή της χώρας θα παρέλυε επειδή, για παράδειγμα, το πετρέλαιο μας, όλο το πετρέλαιο που έχουμε, σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια τόνοι, εισάγονται απ’ την Σοβιετική Ένωση – αλλά αυτό δεν συνιστά βοήθεια. Αποτελεί εμπορική σχέση ανταλλαγής στη βάση της πλήρους ισότητας και πληρώνουμε γι’ αυτήν με ζάχαρη και άλλα προϊόντα.

Ερώτηση: Θα κάνατε μια εκτίμηση για το πόσο επιτυχημένος έχει αποδειχθεί ο οικονομικός αποκλεισμός εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Νομίζω ότι σχεδόν με καλείτε να διαρρεύσω απόρρητες πληροφορίες. Έχουμε αναγνωρίσει την σημασία του οικονομικού αποκλεισμού, αλλά έχουμε επίσης δηλώσει πως το εμπάργκο δεν πρόκειται να μας εμποδίσει να αναπτυχθούμε. Κυρίως όμως είναι δύσκολο να είμαι σαφής αναφορικά με αυτό και ούτε είναι σωστό. Σε τελική ανάλυση, ασχέτως των καλών σας προθέσεων, είμαστε ακόμη εχθροί. Και ο εχθρός πρέπει να γνωρίζει μόνο γενικά πράγματα αναφορικά με την άλλη πλευρά.

Ερώτηση: Η Κούβα αγόρασε πρόσφατα λεοφωρεία από το Λονδίνο. Διαπραγματεύεστε για πλοία με την Ισπανία. Αντιλαμβάνομαι πως υπάρχει κάποια οικονομικού τύπου αποστολή στην Ελβετία – αποτελεί αυτό για σας βασική αλλαγή της κουβανικής οικονομίας;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Δε νομίζω. Νομίζω υπάρχει αλλαγή στην οικονομική πολιτική ορισμένων χωρών. Έχει υπάρξει μια συγκεκριμένη διάλυση της επονομαζόμενης μονολιθικής ενότητας του ελεύθερου κόσμου. Υπάρχουν περισσότερες εμπορικές σχέσεις με την Κούβα τώρα. Η εμπορική μας αντίληψη βασίζεται πάντα στις ίδιες αρχές. Με άλλα λόγια, το εμπόρευμα είναι εμπόρευμα και πρέπει να είναι ισοβαρές και για τον αγοραστή και τον πωλητή. Και σε αυτή τη βάση έχουμε εμπορικές σχέσεις με όλον τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, ακόμη και μετά την χειροτέρευση των σχέσεων μας.

Οι ΗΠΑ έχουν εξασκήσει μεγάλη πίεση προκειμένου να απαγορεύσουν την πώληση συγκεκριμένων προϊόντων σε μας και γνωρίζετε καλά τις συζητήσεις που έγιναν επειδή η Leyland [1] μας πούλησε λεωφορεία. Αλλά στην πραγματικότητα δεν είμαστε εμείς που έχουμε αλλάξει. Συγκεκριμένα στοιχεία της διεθνούς πολιτικής έχουν αλλάξει. Δε γνωρίζω εάν αυτά σχετίζονται με εμάς. Δεν το νομίζω. Δε νομίζω ότι είμαστε και τόσο σημαντικοί.

Ερώτηση: Αισθάνεσθε ότι αυτές οι αγορές (εκ μέρους της Κούβας) αποτελούν αποτυχία του οικονομικού αποκλεισμού των ΗΠΑ;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Ναι.

Ερώτηση: Σημαντική αποτυχία;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Αυτό εξαρτάται απ’ το πως επηρρεάζει το αμερικανικό “εγώ”, τον εγωϊσμό των ΗΠΑ.

Ερώτηση: Στρατηγέ Γκεβάρα, πιστεύετε ότι οι εμπορικές σας σχέσεις με τη Δύση που υπάρχουν τώρα θα συνεχίσουν – και πιθανόν να επεκταθούν – στο προσεχές μέλλον;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Το ελπίζω. Φυσικά δεν έγκειται μόνο στις δικές μας ευχές αλλά επίσης στη θέληση των λαών με τους οποίους έχουμε σήμερα εμπορικές σχέσεις. Αλλά έχω ελπίδες πως θα συνεχιστεί και θα περάσουμε σε μια νέα εποχή αναφορικά με τις σχέσεις της Κούβας. Το γεγονός δηλαδή ότι οι χώρες της Ευρώπης έχουν αντιληφθεί την σημασία του να έχουν σχέσεις με όλες τις χώρες του κόσμου και πως η Κούβα είναι μια καλή, αξιόπιστη, σταθερή αγορά. Επομένως, όλα μας οδηγούν στο να ελπίζουμε πως αυτές οι σχέσεις θα συνεχιστούν και θα επεκταθούν στο μέλλον. Ενδιαφερόμαστε ιδιαίτερα γι’ αυτό. Έχουμε κλείσει συμφωνίες για την αγορά εργοστασιακών μονάδων με συγκεκριμένες χώρες, τη Γαλλία, τη Βρετανία, την Ιαπωνία. Αισθανόμαστε ότι στο μέλλον θα είμαστε σε θέση να κάνουμε τέτοιες συμφωνίες και με ακόμη μεγαλύτερη ασφάλεια. Διότι κατά το παρελθόν υπήρχε πάντοτε ο φόβος πως οι εμπορικές σχέσεις μπορούσαν να διακοπούν, αλλά ειδικά η Αγγλία και η Γαλλία έχουν διατηρήσει πολύ καλές σχέσεις με εμάς σε αυτόν τον τομέα. Έχουν εγγυηθεί την παροχή επιμέρους τμημάτων του εξοπλισμού που αγοράσαμε κατά την επαναστατική περίοδο.

Αυτό έχει ενισχύσει την αυτοπεποίθηση μας στην πιθανότητα να εισάγουμε νέο μηχανικό εξοπλισμό και τότε, με αυτόν τον πρώτης τάξης εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας, να χτίσουμε μια ολόκληρη σειρά βιομηχανιών τις οποίες αναπτύσουμε σήμερα.

Ερώτηση: Τι θα συνέβαινε στην κουβανική οικονομία εάν αυτό το εμπόριο με τη Δύση διακόπτονταν ξαφνικά;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Τίποτα.

Ερώτηση: Στρατηγέ Γκεβάρα, αποδεικτικά στοιχεία απ’ το εξωτερικό δείχνουν ότι το μαρξιστικό οικονομικό σύστημα απλά δεν λειτουργεί. Δεν προσφέρει πλούσια ζωή για τους ανθρώπους. Μετά από 47 χρόνια εφαρμογής του, η Σοβιετική Ένωση δε μπορεί ακόμη να θρέψει, να στεγάσει και να ντύσει επαρκώς το λαό της. Πιστεύετε ότι είναι πιθανόν το μαρξιστικό σύστημα να μην προσφέρει τα κατάλληλα κίνητρα για την ύπαρξη υψηλού επιπέδου παραγωγικότητας;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Έχετε μια τάση να κάνετε δηλώσεις υπό τη μορφή ερωτήσεων. Και πάλι, οφείλω να διαψεύσω τη δήλωση σας και έπειτα να απαντήσω στην ερώτηση. Λέτε πως έχει αποδειχθεί ότι ο μαρξισμός, ή το μαρξιστικό σύστημα, δεν προσφέρει στους ανθρώπους αυτά που χρειάζονται για να διασφαλιστεί μια καλή ζωή. Νομίζω πως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Εάν συγκρίνουμε το μέσο βιοτικό επίπεδο στις ΗΠΑ με αυτό άλλων χωρών τότε πρέπει πράγματι να παραδεχτούμε πως στις υπόλοιπες χώρες είναι χαμηλότερο. Όταν όμως μιλάτε για τον αμερικανικό τρόπο ζωής, και αυτόν του ελεύθερου κόσμου, πρέπει να λάβετε υπ’ όψη τα 200 εκατομμύρια ανθρώπων στη Λατινική Αμερική που πεθαίνουν της πείνας, που πεθαίνουν απο αρρώστιες, που η ζωή τους δεν περνάει τα 18 χρόνια, που πεθαίνουν σε παιδική ηλικία. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι συμβάλλουν στο οικονομικό μεγαλείο των Ηνωμένων Πολιτειών οι οποίες τους εκμεταλλεύονται με τον ένα η τον άλλο τρόπο. Το ίδιο συμβαίνει στην Αφρική και συνέβη επίσης στην Ασία. Ο μαρξισμός δίνει ένα τέλος σε όλα αυτά. Την στιγμή που πολιορκούμαστε απ’ τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό δε μπορούμε να προσφέρουμε στο λαό μας όλα αυτά που θα επιθυμούσαμε, όλα αυτά που θα μπορούσαμε να παρέχουμε μέχρι τώρα. Και αυτός είναι ο βασικός λόγος που οι λαοί συνεχίζουν να αγωνίζονται για την απελευθέρωση τους.

Ερώτηση: Όμως η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών γνωρίζει καλά τα προβλήματα στη Λατινική Αμερική και μέσω της Alianza [2] προσπαθεί πολύ σκληρά να ανυψώσει το βιοτικό επίπεδο των λαών σε όλο το ημισφαίριο. Εάν οι μεγαλοαστικές τάξεις συμφωνήσουν σε αγροτικές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις και αν αυξηθεί το βιοτικό επίπεδο, το νόημα της κουβανικής επανάστασης δεν χάνει την σημασία του;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Ασφαλώς θα το έχανε αμέσως. Το μήνυμα της κουβανικής επανάστασης έχει νόημα επειδή ο Ιμπεριαλισμός μπορεί μόνο να προσφέρει χλιαρές μεταρρυθμίσεις οι οποίες δεν φτάνουν στη ρίζα των προβλημάτων. Εάν το σύνολο της Λατινικής Αμερικής απελευθερώνονταν απ’ την ιμπεριαλιστική επικυριαρχία, τότε ο ίδιος ο Ιμπεριαλισμός θα έρχονταν αντιμέτωπος με πολύ σοβαρά ζητήματα. Η βάση του Ιμπεριαλισμού είναι η κυριαρχία του στις λατινοαμερικανικές χώρες μέσω της ανισοβαρούς σχέσης, της ανταλλαγής βιομηχανικών προϊόντων για πρώτες ύλες, η υφαρπαγή θέσεων “κλειδιά” στις κυβερνήσεις μέσω εθνικών ολιγαρχιών-πιστών στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. 

Τώρα, εάν όλα αυτά επρόκειτο να αλλάξουν, ο Ιμπεριαλισμός θα έχανε την ισχύ του. Θα αντιμετώπιζε τότε τη γενική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Με άλλα λόγια, κρίση προερχόμενη απ’ την εργατική τάξη της ίδιας της πατρίδας του. Και παρ’ ότι δεν είναι τόσο άμεση απειλή στην χώρα σας τώρα, επειδή η εκμετάλλευση των εργατικών τάξεων έχει μεταφερθεί στη Λατινική Αμερική, στην Αφρική και την Ασία, η ταξική πάλη θα στραφεί σε μια τέτοια περίπτωση στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Φυσικά το μήνυμα της κουβανικής επανάστασης θα έχανε όλη την σημασία του, αλλά δεν θα ήταν ούτε χρήσιμο πλέον, επειδή αυτό είναι ακριβώς [σ.μ: η ταξική πάλη] που επιθυμούμε για όλους της λαούς της Λατινικής Αμερικής – και από την στιγμή που αυτό θα είχε επιτευχθεί δεν θα υπήρχε περαιτέρω ανάγκη να διαδώσουμε το μήνυμα μας. Δεν θα είχε νόημα.

Ερώτηση: Επομένως, συμφωνούμε στην ανάγκη για μεταρρυθμίσεις;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Αληθινές μεταρρυθμίσεις, για την πρόσβαση των λαών στην εξουσία. Τότε συμφωνούμε.

Ερώτηση: Στρατηγέ Γκεβάρα, αισθάνεστε ότι αυτό δεν μπορεί να έρθει μέσα από μια εξελικτική διαδικασία και πρέπει να έρθει μέσω της βίας και των επαναστατικών αναστατώσεων;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Αυτό, φυσικά, έγκειται στις αντιδραστικές τάξεις. Είναι αυτές που αρνούνται να παραδώσουν την εξουσία, να παραδώσουν τα ηνία της ισχύος. Οπουδήποτε οι αντιδραστικές τάξεις επιμένουν τα κρατάνε την εξουσία, πέραν της θέλησης του συνόλου, η σπίθα θα εκραγεί και θα μπορούσε να προκαλέσει πυρκαγιά σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική και οι λαοί θα έρθουν στην εξουσία.

Ερώτηση: Στρατηγέ Γκεβάρα, από την επιτυχία της επανάστασης μέχρι τώρα, η κουβανική οικονομία, σύμφωνα με όλες τις πληφορορίες, έχει επιδεινωθεί σε κάθε τομέα. Η βιομηχανική παραγωγή, η καλλιέργεια λαχανικών, η συγκομιδή ζάχαρης η οποία πέρυσι ήταν μειωμένη στους τρεισίμισι εκατομμύρια τόνους. Πως εκτιμάτε αυτήν την οικονομική οπισθοδρόμηση;

Che Guevara interviewed 3ΓΚΕΒΑΡΑ: Λοιπόν, και πάλι η ερώτηση αυτή συνιστά δήλωση. Επομένως το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει είναι η διάψευση της δήλωσης αυτής και μετά η όποια απάντηση. Λέτε ότι όλοι οι τομείς της κουβανικής οικονομίας έχουν επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια της επαναστατικής περιόδου και σας λέω πως κάνετε λάθος. Η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε απ’ το 1959 και θα μπορούσε να έχει αυξηθεί πολύ περισσότερο εάν δεν είχε επηρρεαστεί απ’ την παραγωγή ζάχαρης η οποία, πράγματι, μειώθηκε. Η βιομηχανική παραγωγή έχει αυξηθεί με ετήσιο ρυθμό 7% και, φυσικά, χωρίς να μετράμε τη ζάχαρη. Και η αύξηση για το 1963, και οι εκτιμήσεις για το 1964, δείχνουν ακόμη υψηλότερο ρυθμό. Για το 1963, έφτασε το 10% και οι προβλέψεις για το 1964 είναι ακόμη υψηλότερες, όπως και παραγωγή ζάχαρης θα αυξηθεί επίσης.

Ερώτηση: Στρατηγέ Γκεβάρα, όταν πολεμούσατε στους λόγους της Σιέρρα Μαέστρα είχατε προβλέψει ότι η επανάσταση θα γινόταν τόσο ριζοσπαστική;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Διαισθητικά το ένιωσα. Φυσικά, η πορεία και η βίαιη ανάπτυξη της επανάστασης δε μπορούσε να προβλεφθεί. Ούτε ο μαρξιστικός-λενινιστικός χαρακτήρας αυτής μπορούσε να προβλεφθεί. Είχαμε μια, λίγο έως πολύ, ασαφή ιδέα για το πως θα λύσουμε τα προβλήματα που ξεκάθαρα ταλαιπωρούσαν τους χωρικούς που πολεμούσαν μαζί μας και τα προβλήματα που εντοπίσαμε στις ζωές των εργατών. Αλλά θα έπαιρνε πάρα πολύ χρόνο να σας αφηγηθώ την όλη διαδικασία μεταμόρφωσης της ιδεολογίας μας.

Ερώτηση: Στις ΗΠΑ υπάρχει η πεποίθηση ότι ο Στρατηγός Γκεβάρα ήταν ένας εκ των πλέον ριζοσπαστών της επανάστασης και μετατόπισε (πολιτικά) τον Δρ. Κάστρο προς τα αριστερά. Αυτό που συνέβη εδώ ήταν εν μέρει ότι είχε προσχεδιάσει. Το δέχεται ή το αρνείται αυτό;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Για μεγάλο διάστημα, στις ΗΠΑ και σε πολλές άλλες χώρες, μου έχουν κάνει την τιμή να θεωρούμαι ο εγκέφαλος της επανάστασης, ο ψυχρός υπολογιστής, ο αριστεριστής, η ισχύς πίσω απ’ την εξουσία. Λοιπόν, σε προσωπικό επίπεδο δεν θα με ενοχλούσε, αλλά η ειλικρίνεια μου ως επαναστάτη, η έμφυτη μετριοφροσύνη και ειλικρίνεια με οδηγούν στο να εξομολογηθώ πως ο κορυφαίος αριστερός στην Κούβα είναι ο Φιντέλ Κάστρο και πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις ΗΠΑ στην Κούβα είναι ο Φιντέλ και όχι εγώ.

Ερώτηση: Στους λόφους της Σιέρρα Μαέστρα, όταν ο Φιντέλ Κάστρο δήλωσε ότι δεν είναι κομμουνιστής, πιστέψατε ότι δεν ήταν κομμουνιστής και δεν επρόκειτο να γίνει;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Γνώριζα ότι δεν ήταν κομμουνιστής, αλλά πιστεύω πως επίσης γνώριζα ότι θα γινόταν κομμουνιστής. Όπως ακριβώς ήξερα, εκείνη την στιγμή, ότι δεν ήμουν και γω κομμουνιστής αλλά θα γινόμουν ένας μέσα σε σύντομο διάστημα – και πως η φυσική συνέχεια της επανάστασης θα μας οδηγούσε όλους στο μαρξισμό-λενινισμό. Δε μπορώ να πω ότι ήταν καθαρή, συνειδητή γνώση, αλλά ήταν διαίσθηση, το αποτέλεσμα προσεκτικής εκτίμησης της συμπεριφοράς των ΗΠΑ και ο τρόπος που η χώρα σας έδρασε εκείνη την εποχή εναντίον μας και υπέρ του Μπατίστα.

Ερώτηση: Εάν συνέβαινε κάτι στον Φιντέλ Κάστρο, ποιά πιστεύετε θα ήταν η μοίρα της κουβανικής επανάστασης και ποιός θα αναλάμβανε τα ηνία της ισχύος εδώ;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Απ’ την ερώτηση της συμπεραίνω ότι αναφέρεστε σε περίπτωση που του συνέβαινε κάτι βίαιο. Δε μπορούμε να αρνηθούμε ότι θα ήταν ένα πολύ σοβαρό χτύπημα στην κουβανική επανάσταση. Ο Φιντέλ είναι ο ηγέτης μας, αδιαμφισβήτητος και αδιαφιλονίκητος. Έχει υπάρξει ο αληθινός οδηγός μας μέσα απο μια σειρά πολύ πολύ δύσκολων περιστάσεων που η Κούβα είχε να αντιμετωπίσει, και σε αυτές τις στιγμές απέδειξε το ηγετικό του ανάστημα ως διεθνούς κύρους ηγέτης. Δε νομίζω ότι κάποιος απο εμάς έχει το ηγετικό του ανάστημα, αλλά έχουμε αποκτήσει επαναστατική εμπειρία πολεμώντας στο πλευρό του. Γίναμε αυτό που γίναμε πηγαίνοντας στο ίδιο “σχολείο” με αυτόν, ένα σχολείο κουράγιου, τόλμης, θυσίας, της αποφασιστικότητας να υπερασπιστούμε τις αρχές μας, της ανάλυσης διαφορετικών προβλημάτων. Και πιστεύω πως όλοι μαζί θα μπορούσαμε, να βαδίσουμε ακόμη και αν συνέβαινε κάτι σ’αυτόν.

Τώρα, αναφορικά με το ποιός θα τον αντικαθιστούσε, αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να συζητηθεί τότε. Κανένας απο μας δεν έχει αυτού του είδους την πολιτική φιλοδοξία αλλά, λογικά, ο αδελφός του Ραούλ (θα τον αντικαθιστούσε), όχι επειδή είναι αδελφός του, αλλά για τα ίδια του τα προσόντα – είναι ο αναπληρωτής πρωθυπουργός και επομένως θα ήταν ο πλέον κατάλληλος μεταξύ υμών ώστε να ακολουθήσει το ίδιο μονοπάτι της κουβανικής επανάστασης.

Ερώτηση: Στρατηγέ Γκεβάρα, ο Δρ.Κάστρο συχνά εκφράζει την επιθυμία του να ομαλοποιηθούν οι σχέσεις μεταξύ Κούβας και ΗΠΑ. Επιθυμείτε εσείς τέτοια ομαλοποίηση των σχέσεων;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Εάν βασίζεται σε αρχές, ναι. Και πιθανόν εγώ [να το επιθυμώ] περισσότερο απο κάθε άλλον επειδή η βιομηχανία είναι αυτή που πλήττεται περισσότερο απ’ τον οικονομικό αποκλεισμό. Η βιομηχανία και οι μεταφορές είναι ίσως οι τομείς της παραγωγής που έχουν πληγεί περισσότερο απ’ το εμπάργκο. Οι μεταφορές έχουν, λίγο έως πολύ, απελευθερωθεί απ’ τον αποκλεισμό αλλά όχι και η βιομηχανία και επομένως, στη βάση αρχών και πλήρους ισότητας, η ομαλοποίηση των σχέσεων θα ήταν ιδανική για μας.

Ερώτηση: Είστε αισιόδοξος για την πιθανότητα ομαλοποίησης των σχέσεων Κούβας και Ηνωμένων Πολιτειών;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Νομίζω πως είναι δύσκολο να απαντήσω. Παρακολουθούμε. Περιμένουμε. Ετοιμαζόμαστε για όποιον δρόμο κι’ αν ακολουθηθεί, οτιδήποτε κι’ αν συμβεί. Είναι κάτι που εξαρτάται από μια σειρά περιστάσεων. Εξαρτάται απ’ το πως η αμερικανική κυβέρνηση είναι σε θέση να υπολογίσει την κατάσταση διεθνώς. Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση σας δεν έχει δώσει σαφή εικόνα ότι γνωρίζει πως να υπολογίσει τον συσχετισμό δυνάμεων παγκοσμίως και επομένως δεν υπάρχει ξεκάθαρη ιδέα για την πλήρη ομαλοποίηση [των σχέσεων].

Ερώτηση: Τι θα επιθυμούσατε να κάνουν οι ΗΠΑ αναφορικά με την Κούβα;

ΓΚΕΒΑΡΑ: Είναι πολύ δύσκολο να σας δώσω σαφή απάντηση. Είναι κάπως μη ρεαλιστική, ως ερώτηση. Ίσως η πιο ειλικρινής και υποκειμενική απάντηση θα ήταν η εξής: Τίποτα. Τίποτα απολύτως. Τίποτα για μας ή εναντίον μας. Απλά να μας αφήσουν ήσυχους.

Λίζα Χάουαρντ: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ Στρατηγέ Γκεβάρα.

Υποσημειώσεις:

[1] Leyland: Βρετανική εταιρεία κατασκευής οχημάτων, λεωφορείων και τρόλλεϋ με την επωνυμία Leyland Motors. Ιδρύθηκε το 1896, εθνικοποιήθηκε το 1975 και εντάχθηκε στην εταιρεία Rover το 1986.

[2] Alianza para el Progresso: «Συμμαχία για την ειρήνη», εμπνεύσεως του αμερικανού προέδρου Τζων Φ. Κέννεντι το 1961. Στόχος της, σύμφωνα με τις ΗΠΑ, ήταν η επέκταση των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Λατινικής Αμερικής.

Πηγή: American Broadcasting Corporation, Μετάφραση & Επιμέλεια: Νικόλαος Μόττας/Guevaristas.

Ερνέστο Τσε Γκεβάρα: Η «γέννηση» ενός μαρξιστή-λενινιστή

ernesto che guevara marxist leninist guevaristas.orgΤο άρθρο γράφτηκε το Οκτώβρη του 2012 με αφορμή την συμπλήρωση 45 χρόνων από την άνανδρη δολοφονία του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία στις 9 Οκτώβρη 1967.

Του Νίκου Μόττα*.

Μάρτης 1952, Χιλή. Ο Ερνέστο βγαίνει απ’ το δωμάτιο της ετοιμοθάνατης, ασθματικής γερόντισας. Στο μυαλό του, σαν πρόκα, είχε καρφωθεί το καρτερικό βλέμμα της άρρωστης γυναίκας που, παρά τα πρόβληματα υγείας της, μέχρι και πριν λίγους μήνες εργάζονταν ως καθαρίστρια για να τα βγάλει πέρα. Θα γράψει αργότερα στο ημερολόγιο του: «εκεί, στις τελευταίες ώρες για τους ανθρώπους των οποίων ο ορίζοντας δεν εκτείνεται πέρα από το αύριο, εκεί επικεντρώνεται η τραγωδία της ζωής του προλεταριάτου όλου του κόσμου […] Ως πότε θα συνεχιστεί αυτή η τάξη πραγμάτων που βασίζεται σε μια παράλογη διαίρεση, στις κοινωνικές τάξεις; Είναι κάτι στο οποίο δεν μπορώ να απαντήσω εγώ, αλλά είναι καιρός οι κυβερνώντες να αφιερώσουν λιγότερο χρόνο στην προπαγάνδα της ποιότητας των καθεστώτων τους και περισσότερα χρήματα, πολύ περισσότερα, για έργα κοινωνικής ωφέλειας» [1]. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που ο, 24χρονος τότε, Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, φοιτητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άϊρες, έρχονταν σε επαφή με την σκληρή πραγματικότητα της εργατικής τάξης της λατινικής Αμερικής. Η απαρχή ίσως μιας πολιτικής συνειδητοποίησης που μετέτρεψε έναν αστό φοιτητή, “ένα παιδί του περιβάλλοντος του” σύμφωνα με τον ίδιο τον Γκεβάρα, σε ατρόμητο μαρξιστή αντάρτη, πρωταγωνιστή της εποποιίας της κουβανικής Επανάστασης.

Εάν δεν είχε ικανοποιήσει την περιέργεια του να γνωρίσει την λατινική ήπειρο, ο Ερνέστο ίσως να μην μετατρέπονταν ποτέ σε “Τσε”. Ο ίδιος θα γράψει αργότερα στην εισαγωγή των απομνημονευμάτων του νεανικού ταξιδιού που πραγματοποίησε με το φίλο του Αλμπέρτο Γκρανάδο, πως τα όσα είδε και έζησε τον άλλαξαν. «Το πρόσωπο που έγραψε αυτές τις σημειώσεις “πέθανε” μόλις ξαναπάτησε το πόδι του στη γη της Αργεντινής και αυτός που τις τακτοποιεί και τις «ξαναχτενΐζει», «εγώ», δεν είμαι εγώ. Δεν είμαι ο ίδιος, εσωτερικά τουλάχιστον. Τούτη η άσκοπη περιπλάνηση στη «Μεγάλη Αμερική Μας» με άλλαξε περισσότερο απ’ ό,τι πίστευα» [2]. Τι βίωσε όμως ο νεαρός Γκεβάρα στη “μεγάλη λατινική ήπειρο” που ενστάλαξε μέσα του την ανάγκη να υπερασπιστεί – δίνοντας και τη ζωή του ακόμη – το δικαίωμα των ανθρώπων για μια καλύτερη και δικαιότερη κοινωνία, χωρίς ταξικές και άλλες διακρίσεις;

Το Μάρτη του 1952 ο Γκεβάρα και ο Γκρανάδο επισκέπτηκαν τα μεταλλεία της Τσουκικαμάτα, στην Χιλή. Εκεί ο Ερνέστο γίνεται κοινωνός της καθημερινότητας του λατινοαμερικάνικου προλεταριάτου, των ταξικών ανισοτήτων και του αγώνα των χιλιανών μεταλλωρύχων για το μεροκάματο. Εκεί θα περάσει ένα βράδυ, μέσα στο κρύο, με ένα ζευγάρι κομμουνιστών που διώκονταν για τα πολιτικά τους φρονήματα. Ο νεαρός αργεντίνος, γόνος εύπορης (για τα δεδομένα της εποχής) μεσοαστικής οικογένειας, αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά έναν κόσμο διαφορετικό από αυτόν που γνώριζε μέχρι τότε. Αυτή του η αντίληψη ενισχύεται στον χώρο των μεταλλείων, εκεί όπου, όπως θα γράψει αργότερα ο ίδιος, «η ψυχρή αποτελεσματικότητα και η ανίσχυρη μνησικακία συμβαδίζουν στο μεγάλο ορυχείο, ενωμένες, παρά το μίσος, από την κοινή ανάγκη επιβίωσης από τη μια μεριά και κερδοσκοπίας απ’ την άλλη» [3]. Η μαρξιστική θεωρία των βιβλίων μετουσιώνεται στα μάτια του Γκεβάρα σε ζωντανή εικόνα, καθώς αρχίζει να του γίνεται βίωμα η ασυμβατότητα των συμφερόντων αυτού που παράγει τον πλούτο (εργάτες) και αυτού που τον καρπώνεται (καπιταλιστές – εν προκειμένω η πολυεθνική Chile Exploration Company). «Προβλέποντας ότι θα βγουν απο δω εκατομμύρια δολάρια, κι ότι για την ώρα εξορύσσονται ενενήντα χιλιάδες τόνοι μεταλλεύματος κάθε μέρα, καταλαβαίνει κανείς ότι η εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο δεν πρόκειται να σταματήσει σύντομα» [4] γράφει σε ένα απόσπασμα των απομνημονευμάτων του ταξιδιού του, στο οποίο μνημονεύει τους εργάτες των μεταλλείων που έχασαν τη ζωή τους στην προσπάθεια να εξασφαλίσουν ένα κομμάτι ψωμί.

che-guevara

Η νεανική αστική συνείδηση του Ερνέστο Γκεβάρα ριζοσπαστικοποιείται, οδηγούμενη στον μαρξισμό, καθώς παγιώνονται μέσα του δύο αντιλήψεις: πρώτον, η εγκληματική φύση του ιμπεριαλισμού ως παράγοντα διεύρυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων στη λατινική Αμερική και δεύτερον, η ανάγκη της πλήρους και οριστικής χειραφέτησης της εργατικής τάξης απ’ το κεφάλαιο ως προαπαιτούμενο για την εξάλειψη των ανισοτήτων αυτών. Το παράδειγμα υπήρχε και είχε λάβει χώρα τέσσερις δεκαετίες πριν, με την Οκτωβριανή Επανάσταση. Οι ηγετικές προσωπικότητες του Βλαντιμίρ Λένιν και του Ιωσήφ Στάλιν ωθούν το Γκεβάρα στην αναζήτηση πολιτικών προτύπων, λαμβάνοντας υπ’ όψη το γεγονός ότι η ΕΣΣΔ αποτελούσε το αντίπαλο δέος στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό της εποχής. Αργότερα, τη δεκαετία του ’60, στα χρόνια της θητείας του ως σημαίνων στέλεχος της επαναστατικής κυβέρνησης της Κούβας, ο Τσε θα ασκήσει δριμεία κριτική, μέσα από τα γραπτά του, στην σοβιετική πολιτική οικονομία και γραφειοκρατία ως αποκλίνουσα από τα λενινιστικά ιδεώδη.

Ο νεαρός όμως Ερνέστο του 1953 εμπνέεται από την φυσιογνωμία του Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Στάλιν, του ανθρώπου που συνέβαλε αποφασιστικά στην συντριβή του ναζισμού κατά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε ένα ταξίδι του στη Γουατεμάλα, το 1954, γράφει στη θεία του Βεατρίκη: «Στο Ελ Πάσο είχα την ευκαιρία να περάσω από τα εκτεταμένες εγκαταστάσεις της United Fruit Company. Για άλλη μια φορά πείστηκα για το πόσο απαίσια είναι αυτά τα καπιταλιστικά χταπόδια. Ορκίστηκα τότε μπροστά σε μια εικόνα του παλαιού και πολυθρηνημένου συντρόφου μας Στάλιν, ότι δεν θα ησυχάσω μέχρι να εξοντωθούν τα χταπόδια αυτά» [5]. Λίγα χρόνια αργότερα, το Δεκέμβρη του 1957, εν μέσω του αντάρτικου αγώνα στην Σιέρρα Μαέστρα, ο Τσε θα επανέλθει στον Στάλιν σε μια επιστολή του προς τον σύντροφο και συναγωνιστή Ρενέ Ράμος Λατούρ: «Πρέπει να μελετήσεις τον Στάλιν στο ιστορικό πλαίσιο που κινήθηκε, όχι να τον δεις (αποκλειστικά) ως ένα είδος αγριανθρώπου, αλλά στα συγκεκριμένα ιστορικά όρια». Τα «χταπόδια» του Ιμπεριαλισμού, λοιπόν, έμελλε να είναι ο εχθρός τον οποίο ο Τσε,  με σταλινικό πείσμα και πυγμή, θα πολεμούσε μέχρι το τέλος της ζωής του.

Η περίοδος της διαμονής του στη Γουατεμάλα υπήρξε καθοριστική. Έχοντας ήδη εντρυφήσει στον μαρξισμό, ο νεαρός αστός ταξιδιώτης των προηγουμένων μηνών μετατρέπονταν σταδιακά σε κομμουνιστή έτοιμο να ριχτεί στη μάχη για την υπεράσπιση των ιδανικών που “χτίζονταν” μέσα του. Σύμφωνα με τον κουβανό Μάριο Νταλμάου, ο οποίος γνώρισε τον Τσε στη Γουατεμάλα, ο Τσε είχε ήδη «πολύ ξεκάθαρη μαρξιστική σκέψη», έχοντας διαβάσει «ολόκληρη μαρξιστική βιβλιοθήκη» [6]. Τη μελέτη του μαρξισμού ο Γκεβάρα την συνέχισε και στο Μεξικό όπου συνέχισε να εμβαθύνει στις μεγάλες αλήθειες που έκρυβε το «Κεφάλαιο» του Καρλ Μαρξ, το «μνημείο της ανθρώπινης εξυπνάδας» όπως το αποκαλούσε ο ίδιος.

Τον Ιούνη του 1954 η Γουατεμάλα δέχεται επίθεση από βομβαρδιστικά των ΗΠΑ – ο Γκεβάρα εξοργίζεται: «Οι γιάνκηδες έβγαλαν επιτέλους τη μάσκα του “καλού” που τους είχε φορέσει ο Ρουσβελτ και τώρα προκαλούν τη μήνη. Υπάρχει πραγματικά κλίμα μάχης» θα γράψει στη μητέρα του στις 20 Ιούνη [7]. Ταυτόχρονα, η στενή επαφή του με την, μαρξιστικών πεποιθήσεων, περουβιανή οικονομολόγο Ίλδα Γκαδέα, την οποία θα παντρευτεί το 1955, ριζοσπαστικοποιεί περαιτέρω την πολιτική του σκέψη. Σε αυτό ασφαλώς συμβάλει και η εντατικοποίηση της ιμπεριαλιστικής παρεμβατικότητας στη χώρα με στόχο την πτώση της κυβέρνησης του δημοκρατικά εκλεγμένου Γιακόμπο Άρμπενς. Αναφερόμενος στην αλληλεγγύη και το δυναμισμό που επιδεικνύουν οι κομμουνιστές της χώρας γράφει τον Ιούλη του ’54 στη μητέρα του: «Οι κομμουνιστές κράτησαν την πίστη και την συντροφικότητα τους ζωντανή και είναι η μόνη οργάνωση που ακόμη αντιστέκεται. Αξίζουν πιστεύω τον σεβασμό και αργά η γρήγορα και ‘γω ο ίδιος θα γίνω μέλος του κόμματος» [8].

Στη Γουατεμάλα ο Τσε είδε να ξεδιπλώνεται μπροστά στη μάτια του η ωμή φύση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Στο μυαλό του ήρθαν οι εικόνες των φτωχών αυτόχθονων περουβιανών, στη Λίμα και το Μάτσου Πίτσου, που δούλευαν σαν είλωτες για ένα κομμάτι ψωμί στην ίδια τους την πατρίδα – την ίδια στιγμή που τα μέσα παραγωγής και ο πλούτος της χώρας ανήκε στους απογόνους εύπορων ευρωπαίων αποικιοκρατών. Η “δική του Αμερική” – αυτή του Σιμόν Μπολίβαρ, του Εμιλιάνο Ζαπάτα, του Χοσέ Μαρτί, του μαρξιστή φιλοσόφου Μαριάτεγκι, του Πάμπλο Νερούδα – δεν ήταν παρά ένα βιλαέτι του, κατά Λένιν, μονοπωλιακού καπιταλισμού που κατέτρωγε τις σάρκες της λατινοαμερικάνικης εργατικής τάξης. Ο Γκεβάρα αντιλήφθηκε ότι δεν αρκεί να νιώθει συμπόνια για τους φτωχούς και κατατρεγμένους, αλλά έπρεπε να κάνει κάτι γι’ αυτό. Η πλήρης αδυναμία και διστακτικότητα της “αριστερής” κυβέρνησης του Άρμπενς να τα βάλει με τον ντόπιο και ξένο καπιταλισμό διαμορφώνει μέσα του μια ισχυρή πεποίθηση: ο μόνος δρόμος για την απελευθέρωση των λαών είναι η αταλάντευτη ταξική πάλη ενάντια στο μεγάλο κεφάλαιο και τους υπηρέτες του, η μηδενική ανοχή απέναντι στα «καπιταλιστικά χταπόδια». Σε αυτήν την πεποίθηση έμεινε πιστός μέχρι και το τέλος της ζωής του. Το 1965, δύο μόλις χρόνια πριν την άνανδρη δολοφονία του στη Βολιβία και έχοντας ιδεολογικά “ανδρωθεί” μέσα απ’ την εμπειρία της κουβανικής επανάστασης, θα γράψει στο τελευταίο γράμμα προς τους γονείς του: «Ο μαρξισμός μου έχει βαθιές ρίζες και έχει εξαγνισθεί. Πιστεύω στην ένοπλη πάλη σαν μοναδική λύση για τους λαούς που αγωνίζονται για την απελευθέρωση τους και είμαι συνεπής με τις πεποιθήσεις μου» [9].

Ο Τσε δεν έτρεφε αυταπάτες. Τα όσα είχε δει και βιώσει στις χώρες της λατινικής Αμερικής που ταξίδεψε, μεταξύ 1951 και 1956, είχαν ριζώσει μέσα του μιαν αλήθεια: καμία “εθνική επανάσταση” της οποίας θα ηγούνταν η ντόπια μπουρζουαζία δεν ήταν πραγματική επανάσταση. Όπως έδειξε και η εμπειρία της Κούβας, η αστική τάξη – όσο ριζοσπαστικοποιημένη κι’ αν εμφανίζονταν και όσες διαφορές και αν είχε με το ξένο ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο – κατέληγε πάντα συμμαχική δύναμη των αντεπαναστατικών δυνάμεων. Όπως ο Μαρξ επέκρινε το 1844 την στάση της τότε γερμανικής μπουρζουαζίας απέναντι στη φεουδαρχική μοναρχία, έτσι και ο Γκεβάρα βάζει στο στόχαστρο του την, υποταγμένη στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, λατινοαμερικάνικη αστική τάξη της εποχής του. «Η μεγαλοαστική τάξη δεν διστάζει να συμμαχήσει με τον ιμπεριαλισμό και τους μεγάλους αγροκτηματίες για να πολεμήσουν το λαό και να φράξουν το δρόμο προς την επανάσταση»γράφει το 1963 [10]. Γι’ αυτό έπρεπε να υπάρχει μια επαναστατική εμπροσθοφυλακή. Για τον Τσε, ο λενινισμός του 1917 παρείχε ένα λαμπρό παράδειγμα στον αγώνα για τη λαϊκή εξουσία. «Εάν υπήρχε μια προλεταριακή πρωτοπορία που να ήταν ικανή να προβάλει τις ουσιώδεις διεκδικήσεις του προλεταριάτου, να δεί καθαρά που πρέπει να στραφεί, και να επιχειρήσει να καταλάβει την εξουσία, για να εγκαταστήσει μια νέα κοινωνία θα ήταν δυνατόν να τραβήξει μπροστά παρακάμπτοντας τα εμπόδια» σημείωνε σε πολιτικό του κείμενο [11].

Κατά τη διάρκεια της κουβανικής επανάστασης ο Γκεβάρα σχηματίζει την άποψη πως, με τις επικρατούσες τότε συνθήκες (στην Κούβα η εργατική τάξη ήταν ακόμη αδύναμη και ανοργάνωτη) και δεδομένης της πολιτικής δειλίας που επιδείκνυε η πλειοψηφία της αριστεράς στη λατινική Αμερική, το αντάρτικο ήταν αναπότρεπτο για την ελευθερία των λαών. Παρά το γεγονός όμως ότι έδωσε βάση στον ανταρτοπόλεμο ως μέσο για το πέρασμα στη λαϊκή εξουσία, ο Τσε ουδέποτε υποτίμησε τους εργατικούς αγώνες. Το αντίθετο μάλιστα. Έβλεπε τον αντάρτικο αγώνα ως προμετωπίδα ενός γενικότερου επαναστατικού ρεύματος στο οποίο ασφαλώς ουσιαστικό ρόλο θα έπαιζε η ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης. «Όσοι θέλουν να κάνουν αντάρτικο ξεχνώντας τον μαζικό αγώνα, σαν να επρόκειτο για αγώνες αντίθετους, είναι επικριτέοι» θα γράψει στο γνωστό του έργο “Ανταρτοπόλεμος, μια Μέθοδος”. Στα κείμενα του Τσε Γκεβάρα γίνεται κατανοητό ότι το να πάρει κάποιος το όπλο δεν είναι αυτοσκοπός. «Ο ειρηνικός αγώνας μπορεί να διεξαχθεί από μαζικά κινήματα» έγραφε, ιδιαίτερα σε περιόδους έντονης κρίσης, με την προϋπόθεση όμως ότι υπάρχει ισχυρό, ριζοσπαστικό και μαζικό λαϊκό εργατικό κίνημα που θα παρέλυε το αστικό κράτος και θα έπαιρνε αυτό την εξουσία.

Η εμπειρία της Γουατεμάλας, παρ’ όλα αυτά, είχε αφήσει έντονα τα σημάδια της στην σκέψη του Τσε. Έγραφε, λοιπόν, αναφορικά με την ειρηνική – και σύμφωνα με τους αστικούς νόμους – κατάκτηση της εξουσίας: «Όταν μας μιλούν για κατάκτηση της εξουσίας με μιαν εκλογική διαδικασία, η ερώτηση μας είναι πάντα η ίδια: αν ένα λαϊκό κίνημα αρπάξει την κυβέρνηση κερδίζοντας τη μεγάλη λαϊκή ψήφο και αποφασίσει να αρχίσει τους μεγάλους κοινωνικούς μετασχηματισμούς που διαμορφώνουν το πρόγραμματα του, δεν θα βρεθεί τάχα αμέσως σε σύγκρουση με τις αντιδραστικές τάξεις της χώρας; Ο στρατός άραγε δεν υπήρξε πάντα όργανο αυτών των τάξεων; […] Με ένα λίγο-πολύ αιματηρό πραξικόπημα, η κυβέρνηση μπορεί να ανατραπεί και το παλιό παιχνίδι να ξαναρχίσει επ’ άπειρον» [12]. Αυτό δεν συνέβη ουσιαστικά στην Χιλή του Αλιέντε τον Σεπτέμβρη του 1973; Επομένως, ο ένοπλος αγώνας ήταν το έσχατο καταφύγιο των καταπιεσμένων (αγροτική και εργατική τάξη) όταν ο πολιτικός, ταξικός αγώνας απέναντι στο αστικό κατεστημένο δεν είναι εφικτός ή δεν θεμελιώνονταν στο ξερίζωμα των μονοπωλίων και της δύναμης της αστικής τάξης. Βιώνοντας την πολιτική κατάσταση στη Γουατεμάλα, τη Βολιβία και, ασφαλώς, στην Κούβα ο Τσε οδηγήθηκε σε αυτό το συμπέρασμα.

Κατά τη διάρκεια της σύντομης συμμετοχής του στην επαναστατική κουβανική κυβέρνηση του Φιντέλ Κάστρο ο Γκεβάρα θα μελετήσει σε βάθος τη μαρξιστική και λενινιστική πολιτική οικονομία και θα πρωταγωνιστήσει σε μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που άλλαξαν την Κούβα: μεγάλης κλίμακας αγροτική μεταρρύθμιση, εκστρατεία κατά του αναλφαβητισμού, κοινωνικοποίηση χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ίδρυση ερευνητικών και αναπτυξιακών κέντρων για την εκβιομηχάνιση, προώθηση διακρατικών εμπορικών συμφωνιών μεταξύ Κούβας, Σοβιετικής Ένωσης και Κίνας. Για τον Τσε, η εντρύφηση στο μαρξισμό ήταν μια διαρκής διαδικασία συνεχούς εκμάθησης, κριτικής προσέγγισης και ανάλυσης της κοινωνικής και ιστορικής πραγματικότητας. Κάτω από τον μπερέ του ατρόμητου αντάρτη, υπήρχε ένας ακούραστος μελετητής των θεωριών των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν και τέτοιος παρέμεινε μέχρι το τέλος. Γι’ αυτο άλλωστε προέτρεπε και τη νέα γενιά, τους νέους κομμουνιστές, να μελετούν, να συζητούν, να οργανώνουν σχολές μαρξισμού.

Cuban Children with Che portrait guevaristas org

Η πολιτική σκέψη του Τσε Γκεβάρα (η οποία, ασφαλώς, είναι αδύνατο να εξαντληθεί στις γραμμές ενός μόνο άρθρου) περέμεινε ανολοκλήρωτη και και η, ούτως η άλλως, σπουδαία συνεισφορά του ημιτελής καθώς οι σφαίρες του ιμπεριαλισμού έκοψαν το νήμα της ζωής του στις 9 Οκτώβρη 1967 στο χωριό Λα Ιγκέρα της Βολιβίας. Καμία σφαίρα όμως, όσο ισχυρή κι’ αν είναι, δεν στάθηκε ικανή να σβήσει την επαναστατική κληρονομιά του κομμουνιστή Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα που δεν του αρκούσε “να ερμηνεύει τον κόσμο” αλλά, όπως θα’ γραφε κι’ ο Μαρξ, “προσπάθησε να τον αλλάξει”. Μια κληρονομιά βαθιά πολιτική, φωτεινός φάρος για όσους δε διστάζουν “να είναι ρεαλιστές” και να ζητάνε “το αδύνατο” σε δύσκολες εποχές…

* Ο Νίκος Μόττας είναι υποψ. διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας & ιδρυτής του Ελληνικού Αρχείου Τσε Γκεβάρα.

Υποσημειώσεις:

[1] Guevara, Ernesto.Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας, Λιβάνης Ν.Σ, Αθήνα: 2004, σελ. 131.

[2] ο.π., σελ. 63.

[3] ο.π., σελ. 151.

[4] Κορμιέ, Ζαν. Τσε Γκεβάρα, Καστανιώτης, Αθήνα: 1995, σελ. 32.

[5] Taibo, Paco Ignacio. Guevara, also known as Che, St.Martin’s Griffin, 1999, p.31.

[6] Συνέντευξη στην εφημ. Granma, 20 Οκτώβρη 1967. Αναφέρεται στο βιβλίο του Μισέλ Λεβί, «Η Φιλοσοφική σκέψη του Τσε Γκεβάρα», Εκδόσεις Καρανάση, 1982.

[7] Guevara, Ernesto. Back On The Road: A Journey To Central America, Harvill Press, 2001.

[8] ο.π.

[9] Ερνέστο Τσε Γκεβάρα: Κείμενα, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα: 2009, σελ. 192.

[10] Πολιτικά Κείμενα. Κούβα: Μοναδική περίπτωση ή πρωτοπόρος στον αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού», Τόμος Α΄, Καρανάση, Αθήνα: 1970, σελ. 102.

[11] ο.π., Τόμος Β’, Καρανάση, Αθήνα: 1971, σελ. 64.

[12] Ernesto Che Guevara, Textes Politiques, Oeuvres III, σελ.69

Προς υπεράσπιση του Τσε Γκεβάρα: Απαντώντας στα ψέματα και τις συκοφαντίες

Ο τίτλος είναι ίσως υπερβολικός. “Έχει ανάγκη υπεράσπισης μια ιστορική προσωπικότητα όπως ο Τσε;”, θα αναρωτηθούν ορισμένοι. Όχι. Τέσσερις και πλέον δεκαετίες όμως μετά τη δολοφονία του στη Βολιβία, η δράση του θρυλικού επαναστάτη συνεχίζει να αποτελεί αντικείμενο διαστρεβλώσεων (σκοπίμων ως επί το πλείστον) και ψευδολογιών με κύριο στόχο την σπίλωση της ιδεολογικής και πολιτικής του κληρονομιάς. Στο “παιχνίδι” αυτό της διάδοσης ψευδών πληροφοριών για τον Τσε έχουν μετάσχει αντικομμουνιστές όλων των ειδών (από την φασιστική ακροδεξιά μέχρι το “φιλελεύθερο” κέντρο), με πρωμετωπίδα ασφαλώς την συντηρητική αμερικανική δεξιά και την αντεπαναστατική κουβανική μαφία της Φλόριντα. Στο άρθρο που ακολουθεί γίνεται μια προσπάθεια αποδόμησης επτά ψευδολογημάτων που έχουν κατά καιρούς εμφανιστεί στο διαδίκτυο (αλλά και στον Τύπο) αναφορικά με τον Γκεβάρα. Σαρανταπέντε χρόνια μετά την άνανδρη δολοφονία του Τσε, η στοιχειοθετημένη και τεκμηριωμένη απάντηση στις ύπουλα δομημένες συκοφαντίες καθίσταται αναγκαία, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου το σοσιαλιστικό όραμα του επαναστάτη αποκτά επίκαιρο νόημα και το παράδειγμα του συνεχίζει να φωτίζει το δρόμο όσων πιστεύουν σ’ έναν καλύτερο κόσμο.

Ψέμα 1ο: “Το ταξίδι του νεαρού Τσε και του φίλου του Αλμπέρτο Γκρανάδο στη Λατινική Αμερική είναι, ως επι το πλείστο, μύθος. Η μηχανή (Λα Ποδερόσα II) καταστράφηκε νωρίς και οι δύο αργεντίνοι έκαναν το ταξίδι τους με άλλα μέσα”.

Πρόκειται περί προφανέστατου ψεύδους. Το ταξίδι των νεαρών Γκεβάρα και Γκρανάδο στη Λατινική Αμερική έχει καταγράψει ο φωτογραφικός φακός. Φωτογραφίες των δύο αργεντίνων στη Χιλή, στο Περού, σε περιοχές των δύσβατων Άνδεων αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα. Επιπλέον, οι αναλυτικές – και συνάμα αφηγηματικού χαρακτήρα – ιδιόχειρες σημειώσεις του Γκεβάρα που αργότερα δημοσιεύθηκαν υπό τον τίτλο “Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας” (Diarios de Motocicleta) δίνουν σαφές στίγμα των εντυπώσεων που αποκόμησε από το μεγάλο αυτό ταξίδι. Τόσο ο Γκεβάρα, όσο και ο Γκρανάδο παλαιότερα σε αφηγήσεις του, έχουν καταγράψει με ιδιαίτερη λεπτομέρεια πτυχές του ταξιδιού τους αναφερόμενοι σε ανθρώπους που γνώρισαν και συνομίλησαν, σε μέρη που επισκέπτηκαν αλλά και στην εθελοντική τους εργασία ως γιατροί στο λεπροκομείο του Σαν Πάμπλο. Το ταξίδι των Γκεβάρα-Γκρανάδο κατέληξε, έπειτα από επτά μήνες περιπλάνησης, στο Καράκας. Αποτέλεσε δε το έναυσμα της ιδεολογικο-πολιτικής συνειδητοποίησης του μεσοαστού αργεντίνου, ο οποίος είδε με τα ίδια του τα μάτια την ιμπεριαλιστική καταπίεση και εκμετάλλευση που κατέτρωγε τις “σάρκες” και “έπινε το αίμα” των λαών της λατινικής αμερικής.

Ψέμα 2ο: “Μετά την πτώση του Μπατίστα, ο Τσε αποφάσισε την εκτέλεση – χωρίς δικαίωμα υπεράσπισης – εκατοντάδων κουβανών αξιωματούχων του καθεστώτος”.

Είναι αλήθεια ότι ο Τσε είχε οριστεί υπεύθυνος για την απόδοση δικαιοσύνης απέναντι σε όσους είχαν αποδεδειγμένη συμμετοχή στο τυρρανικό καθεστώς του Μπατίστα, ή είχαν συνεργαστεί με αυτό συμβάλοντας άμεσα στην πολυετή καταπίεση του κουβανικού λαού. Είναι επίσης αλήθεια ότι πολλοί εξ’ αυτών εκτελέσθηκαν. Συνιστά όμως ύπουλο ψεύδος ο ισχυρισμός ότι οι εκτελεσθέντες ήταν, δήθεν, αθώοι. Γι’ αυτό παραπέμπουμε στα λόγια του βιογράφου του Τσε, του αμερικανού Τζον Λι Άντερσον: «Ακόμη να βρω κάποια έγκυρη πηγή που να αποδεικνύει ότι ο Τσε εκτέλεσε κάποιον ‘αθώο’. Αυτά τα άτομα που εκτελέστηκαν απ’ το Γκεβάρα, ή έπειτα από διαταγή του, καταδικάστηκαν γιά τα συνήθη εγκλήματα που επισύρουν τη θανατική ποινή σε περίοδο πολέμου ή μετά από πόλεμο: βασανισμούς, βιασμούς, δολοφονίες η προδοσία». [1] Συγκρατήστε το “σε περίοδο πολέμου” – η απόδοση δικαιοσύνης απέναντι στους εγκληματίες της δικτατορίας Μπατίστα ακολούθησε το θρίαμβο της Επανάστασης ο οποίος ήλθε μέσα από μακρά περίοδο βίαιων πολεμικών επιχειρήσεων.

Σε αυτό να σημειωθεί ότι η πενταετής έρευνα του Άντερσον δεν περιορίστηκε αποκλειστικά στην Κούβα αλλά, επιπλέον, έλαβε πληροφοριες και από την κουβανική κοινότητα του Μαϊάμι, γνωστή για τα αντικομμουνιστικά, αντιγκεβαρικά της αισθήματα. Αυτοί που συνήθως κατηγορούν τον Τσε (και την επαναστατική κυβέρνηση της Κούβας εν γένει) για εκτελέσεις “αθώων” είναι οι ίδιοι που “ένειπταν τας χείρας τους” όταν η πολεμική μηχανή των ΗΠΑ, ή του ΝΑΤΟ, δολοφονούσε μαζικά άμαχο πληθυσμό στο Βιετνάμ, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, την Σερβία, τη Λιβύη και αλλού.

Ας δώσουμε το λόγο στον ίδιο τον Γκεβάρα: «…ήρθε η 1η Γενάρη 1959, και η Επανάσταση – πάλι χωρίς να σκεφτεί τα όσα είχε διαβάσει στα βιβλία αλλά ακούγοντας ότι της χρειαζόταν από τα χείλη του λαού – αποφάσισε πρώτα απ’ όλα να τιμωρήσει τους ενόχους, και το έπραξε. Οι αποικιακές δυνάμεις αμέσως παρουσίασαν την όλη ιστορία στα πρωτοσέλιδα τους σε όλο τον κόσμο ως δολοφονία, και αμέσως προσπάθησαν να κάνουν αυτό που προσπαθούν πάντα να κάνουν οι ιμπεριαλιστές: να ενσπείρουν τη διχόνοια. “Υπάρχουν εδώ κομμουνιστές που σκοτώνουν ανθρώπους” έλεγαν. Με προφάσεις και τετριμμένα επιχειρήματα προσπάθησαν να ενσπείρουν διχόνοια ανάμεσα σε ανθρώπους που είχαν πολεμήσει για τον ίδιο σκοπό». [2]

Η Επανάσταση δεν θα μπορούσε να επιβιώσει χωρίς την επιβολή της λαϊκής Δικαιοσύνης. Οι προδότες, οι δοσίλογοι είχαν σχεδόν πάντα αυτήν την τύχη, από τη γαλλική επανάσταση του 1789 μέχρι την απελευθέρωση της Γαλλίας από τους Ναζί το 1945. Από την άλλη πλευρά, η γενναιοδωρία, παραδείγματος χάρη, των Σαντινίστας στη Νικαράγουα (που έδωσαν αμνηστία σε συνεργάτες της δικτατορίας του Σομόζα) είχε ολέθριες συνέπειες: παλιοί της εθνοφρουράς που αφέθηκαν ελεύθεροι συμμάχησαν με τις, υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ, αντεπαναστατικές δυνάμεις των Κόντρα και στράφηκαν κατά των Σαντινίστας.

Ψέμα 3ο:Ο Τσε Γκεβάρα ήταν ένας ψυχρός και ανελέητος δολοφόνος. Εκπαίδευσε αντάρτες οι οποίοι εκτέλεσαν αμάχους, ενώ δε δίσταζε να εκτελεί άμεσα συντρόφους του οι οποίο επεδείκνυαν λιποταξία”.

Είναι σαφές ότι οι χαρακτηρισμοί “ψυχρός”, “ανελέητος”, “δολοφόνος” κλπ, στοχεύουν αποκλειστικά στη δημιουργία εντυπώσεων. Και προφανώς εκστομίζονται από όσους δεν αντιλαμβάνονται – ή, ακόμη χειρότερα, παριστάνουν πως δεν αντιλαμβάνονται – το πλαίσιο στο οποίο διεξάγεται ένας ανταρτοπόλεμος ενάντια σε ένα τυρρανικό, διεφθαρμένο, φιλοιμπεριαλιστικό καθεστώς. Τόσο ο Γκεβάρα, όσο και οι υπόλοιποι πολεμιστές του αντάρτικου “Κινήματος της 26ης Ιούλη”, είχαν να αντιμετωπίσουν έναν άριστα εκπαιδευμένο στρατό που είχε πολλαπλάσια αριθμητική υπεροχή και σαφώς πιο εξελιγμένο οπλισμό. Ως εκ τούτου, είχαν υποχρέωση να επιδείξουν τη μέγιστη δυνατή πειθαρχία και την απαρέγκλητη προσήλωση τους στους νόμους της επανάστασης. Και πράγματι, σύμφωνα με το Γκεβάρα, μια ένοπλη επανάσταση δεν θα μπορούσε να πετύχει εάν δεν έχει εμποτιστεί με ταξικό μίσος – αυτό που οι αντάρτες, οι εξεγερμένοι, ο ίδιος ο λαός και οι σύμμαχοι του τρέφουν για τον εκμεταλλευτή κεφαλαιοκράτη, τον ιμπεριαλιστή, τον αποικιοκράτη και τους δειλούς αντεπαναστάτες.

Αντίθετα με όσα λένε και γράφουν οι εχθροί του Γκεβάρα, δεν υπάρχει ούτε ένα αξιόπιστα διασταυρωμένο στοιχείο που να αποδεικνύει ότι ο Τσε έδωσε εντολή για εκτέλεση αμάχων. Τουναντίον, με την ιδιότητα του ως γιατρού, ο Γκεβάρα προσέφερε βοήθεια τόσο σε αιχμάλωτους στρατιώτες, όσο και στους ντόπιους χωρικούς στις περιοχές απ’ όπου πέρασε ο αντάρτικος στρατός. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι, κατά τον κουβανικό ανταρτοπόλεμο, η οποιαδήποτε επίθεση (ακόμη και “παρενόχληση”) εναντίον άμαχου πληθυσμού απαγορεύονταν ρητά από τον επαναστατικό νόμο του Κινήματος της 26ης Ιούλη και η τιμωρία για τους παραβάτες ήταν η εσχάτη των ποινών.

Αλλά και στο αντάρτικο της Βολιβίας υπάρχουν σαφή δείγματα της συμπεριφοράς του Τσε απέναντι στους αντιπάλους που πολύ απέχει από τις ψευδολογίες που εξαπολύουν οι συκοφάντες του. Αντιγράφουμε απ’ το ημερολόγιο της Βολιβίας: «Πιάσαμε αιχμαλώτους δυο νέους κατασκόπους, έναν υπολογαχό των καραμπινιέρων κι έναν καραμπινιέρο. Τους διαβάσαμε την μπροσούρα και τους αφήσαμε ελεύθερους…». [3] Σε άλλο σημείο του ίδιου ημερολογίου διαβάζουμε πως ο Γκεβάρα, ευρισκόμενος σε λόγο με θέα το δρόμο παρατηρούσε δύο στρατιώτες σε ένα περαστικό καμιόνι. Ένιωσε οίκτο γι’ αυτούς που κρύωναν, τυλιγμένοι στις κουβέρτες τους. «Δεν βρήκα το θάρρος να τους ρίξω…» γράφει.

Ψέμα 4ο: “Ο Τσε Γκεβάρα επεδείκνυε ρατσιστικό μίσος κατά των ομοφυλόφιλων, πρωταγωνιστώντας στη δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης”.

Ουδεμία ένδειξη υπάρχει ότι οι απόψεις – και κυρίως η δράση – του Τσε είχαν ως βάση ρατσιστικά (εθνοτικά, θρησκευτικά, σεξουαλικά, κλπ.) κριτήρια. Ως γνήσιος μαρξιστής-λενινιστής ο Τσε Γκεβάρα δρούσε με ταξικό κριτήριο. Ως εχθρό του, απέναντι του, είχε αποκλειστικά τον καταπιεστή, τον εκμεταλλευτή, τον ιμπεριαλιστή και τους συνηγόρους αυτών. Όταν αναφερόμαστε σε διακρίσεις κατά των ομοφυλόφιλων στην Κούβα του 1960 πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψη δύο βασικά πράγματα:

Πρώτον, το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο αναφερόμαστε. Πρόκειται για μια περίοδο κατά την οποία οι κοινωνίες της εποχής δεν ήταν ακόμη έτοιμες να δεχθούν διαφοροποίησεις, ή αλλαγές, στα κυρίαρχα κοινωνικά πρότυπα. Να θυμήσουμε ότι τη δεκαετία του ’60 στις “προοδευτικές” Ηνωμένες Πολιτείες γινόντουσαν διακρίσεις κατά των μαύρων οι οποίοι αντιμετωπίζονταν ως πολίτες β’ κατηγορίας. Στις πρώην ευρωπαϊκές αποικιοκρατικές δυνάμεις (Βρετανία, Γαλλία, κλπ.) οι πολίτες προερχόμενοι από αφρικανικές και ασιατικές χώρες αποτελούσαν δουλοπάροικους των εκεί καπιταλιστικών συστημάτων, στην φτηνή εργασία των οποίων βασίστηκε η όποια κερδοφορία των κεφαλαιοκρατικών ελίτ.

Δεύτερον, τις συνθήκες τις οποίες είχε να αντιμετωπίσει η Επανάσταση ώστε να εδραιωθεί. Συνθήκες οι οποίες απαιτούσαν ιδιαίτερη προσοχή, κυρίως δε σε ζητήματα που αφορούσαν τη διαφθορά των επαναστατικών συνειδήσεων την οποία επιδίωκε ο διεθνής ιμπεριαλισμός. Ένα κομμάτι της κοινωνίας που, εκμεταλλευόμενος τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, επιχείρησε να στρέψει κατά της Επανάστασης ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός ήταν οι ομοφυλόφιλοι. Πρόκειται για τον ίδιο ιμπεριαλισμό που, στα προ-επαναστατικά χρόνια, είχε εγκαταστήσει στο νησί μια ολόκληρη βιομηχανία πορνείας προς τέρψην εύπορων αμερικανών. Χιλιάδες κουβανοί και κουβανές, όλων των σεξουαλικών προσανατολισμών, χρησιμοποιήθηκαν ως φτηνό εμπόρευμα από τη δικτατορία του Μπατίστα και τους βορειοαμερικανούς προστάτες της.

Δύο ερευνήτριες, οι Λούρδη Αργκουέλες και Μπ. Ρούμπι-Ριτς [4], που ασχολήθηκαν με το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας στην μετά-1959 περίοδο, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η κατάρρευση της παραοικονομίας (της πορνείας) μετά την εδραίωση της επανάστασης είχε ως αποτέλεσμα την προσπάθεια προσεταιρισμού των ομοφυλόφιλων από αντεπαναστατικές δυνάμεις του υποκόσμου. «Αρκετοί βετεράνοι της κουβανικής μαφίας στρατολογήθηκαν από την CIA μπαίνοντας στις τάξεις των αντεπαναστατών» γράφουν οι Αρκουέλες και Ριτς. Οι αντεπαναστάτες του υποκόσμου (που είχαν χάσει τα κέρδη τους με τον θρίαμβο της επανάστασης) ξεκίνησαν να προσεγγίζουν νεαρούς ομοφυλόφιλους με σκοπό να τους εντάξουν στο αντεπαναστατικό κίνημα που οργανώνονταν από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Ένα παράδειγμα τέτοιας στρατολόγησης είναι η περίπτωση του Ρολάντο Κουμπέλα, ομοφυλόφιλου φοιτητή ο οποίος είχε πολεμήσει στο πλευρό των επαναστατικών δυνάμεων κατά του Μπατίστα αλλά κατέληξε να στρατολογηθεί από την CIA με σκοπό τη δολοφονία του Κάστρο. Έτσι, τα παραθαλάσσια τουριστικά γκέι-μπαρ στην περιοχή Λα Ράμπα είχαν καταλήξει ουσιαστικά μετά το 1959 “γιάφκες” αντεπανάστασης. Ποιά πολιτική όφειλε λοιπόν να ασκήσει η επαναστατική κυβέρνηση προκειμένου να διαφυλάξει τα κεκτημένα της επανάστασης και να προστατεύσει το λαό;

Οι ομοφυλόφιλοι νέοι και νέες που στρατολογήθηκαν από την CIA αποτέλεσαν – και αυτοί όπως πολλοί άλλοι κουβανοί – “πιόνια” της ιμπεριαλιστικής εχθρότητας απέναντι στην Επανάσταση. Ας μην ξεχνάμε ότι υπήρξε ένας πολύ μεγάλος αριθμός ομοφυλόφιλων κουβανών, κυρίως προερχόμενος από την εργατική τάξη και τα χαμηλά λαϊκά στρώμματα, που ουδέποτε εγκατέλειψε την Κούβα – αντιθέτως, οι άνθρωποι αυτοί εργάστηκαν προκειμένου να ενσωματωθούν αρμονικά στην κουβανική κοινωνία προσφέροντας τις υπηρεσίες του στο κοινό καλό της επανάστασης.

Ψέμα 5ο: Ο Τσε ήλπιζε ότι η Κρίση των Πυραύλων στην Κούβα θα οδηγούσε σε πυρηνικό πόλεμο, χωρίς να υπολογίζει το κόστος των χαμένων ανθρώπινων ζωών.

Το επιχείρημα αυτό αποτελεί σκόπιμη διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων, παίρνοντας αφορμή από μια φράση του Τσε λίγο καιρό μετά το τέλος της Κρίσης των Πυραύλων. Ο Γκεβάρα είχε δηλώσει τότε: «Είναι το εκπληκτικό παράδειγμα ενός λαού έτοιμου να διαλυθεί από ατομική έκρηξη προκειμένου οι στάχτες του να γίνουν τσιμέντο για τις νέες κοινωνίες και, την στιγμή που το κάνει αυτό, μια συμφωνία αποφασίζει την απόσυρση των ατομικών πυραύλων χωρίς να ζητηθεί η γνώμη του, κι ο λαός αυτός δεν αναισαίνει από ανακούφιση» [5]. Η διαστρέβλωση έγκειται στην λανθασμένη ερμηνεία των λεγομένων του Τσε. Ο Γκεβάρα, μέσα από την υπερβολή της παραπάνω φράσης, στρέφονταν ουσιαστικά κατά της τότε σοβιετικής ηγεσίας του Χρουστσώφ η οποία στήριξε τους διπλωματικούς της ακροβατισμούς στις πλάτες της επαναστατικής κουβανικής κυβέρνησης. Ως υπέρμαχος του ότι “κάθε άσκοπη θυσία θα πρέπει να αποφεύγεται”, ο Τσε ήταν μακριά από αυτοκτονικού τύπου αντιλήψεις οι οποίες θα απέβαιναν μοιραίες. Η θυσιαστική του αντίληψη ως αντάρτη πολεμιστή (θυσία σε προσωπικό επίπεδο, σε κάθε τομέα της ζωής, με στόχο την επιβίωση και εν τέλει την πραγμάτωση της επανάστασης) πρέπει να ερμηνεύεται στα δεδομένα ιστορικά και πολιτικά πλαίσια της εποχής αλλά και τις αντικειμενικές συνθήκες υπό τις οποίες θριάμβευσε και εδραιώθηκε η κουβανική Επανάσταση.

Ψέμα 6ο: Ως υπουργός βιομηχανίας ο Τσε απέτυχε παταγωδώς σε όλες τις πρωτοβουλίες που πήρε για την κουβανική οικονομία.

Ο Τσε δεν ήταν οικονομολόγος. Όντας μέλος του “Κινήματος της 26ης Ιούλη” και έχοντας συνεισφέρει τα μέγιστα στον θρίαμβο της Επανάστασης το 1959, ο Γκεβάρα ανέλαβε συγκεκριμένα πολιτικά πόστα έπειτα από πρόταση του Φιντέλ Κάστρο. Το έργο που είχε να επιτελέσει η επαναστατική κυβέρνηση της Κούβας ήταν πρακτικά τιτάνιο, έχοντας “κληρονομήσει” από το δικτάτορα Μπατίστα μια υποανάπτυκτη παραγωγικά χώρα, με κολοσσιαίες κοινωνικές ανισότητες και διαλυμένη οικονομία. Ορισμένα στατιστικά στοιχεία μιλούν απο μόνα τους: 91% των σπιτιών της επαρχίας δεν είχε επαρκή ηλεκτρισμό, 45% του πληθυσμού της επαρχίας δεν είχε μόρφωση (44% εξ’ αυτών δεν είχε πάει ποτέ σχολείο), για 2.000 άτομα αναλογούσε ένας γιατρός, 27% των παιδιών στις πόλεις και 61% στην επαρχία δεν πήγαιναν σχολείο, το 73% της καλλιεργήσιμης γης αποτελούσε ιδιοκτησία μιας χούφτας (9% των γεωκτημόνων) εύπορων αμερικανών επιχειρηματιών. Σε όλα αυτά να προστεθεί ο οικονομικός αποκλεισμός και τα άμεσα μέτρα απομόνωσης του νησιού που έλαβαν οι Ηνωμένες Πολιτείες το 1960, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια εξαγωγών στην επαναστατική κυβέρνηση Κάστρο.

Πέραν των στρατιωτικών και διπλωματικών καθηκόντων του, ο Τσε ανέλαβε αρχικά επικεφαλής του τομέα Βιομηχανίας του Εθνικού Ινστιτούτου Αγροτικής Μεταρρύθμισης (INRA). Στα επόμενα χρόνια που ακολούθησαν στην Κούβα συντελέστηκε μια γενναία αναδιανομή γης (δήμευση των “λατιφουντίων” και πολυεθνικών, εθνικοποίηση αγροτικών και κτηνοτροφικών ράντσων, διανομή περισσότερου από 1 εκατομμύριο εκτάρια γης σε 100.000 αγρότες) στο πλαίσιο της περίφημης αγροτικής μεταρρύθμισης για την οποία ο Γκεβάρα εργάστηκε εντατικά και της οποίας υπήρξε θερμός υποστηρικτής. Αποτέλεσμα της μεταρρύθμισης ήταν η σαφής βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κουβανών της επαρχίας, η ρευματοδότηση των κατοικιών και η δημιουργία υποδομών, σχολείων και κλινικών.

Κατά τη θητεία του Τσε ως επικεφαλής του τομέα Βιομηχανίας στο INRA και ως προέδρου της Εθνικής Τράπεζας, όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και το 84% της βιομηχανίας της Κούβας κοινωνικοποιήθηκαν – πέρασαν στον έλεγχο του κράτους. Η νέα επαναστατική κυβέρνηση έπρεπε να λύσει με αποτελεσματικό τρόπο τη μετάβαση από την διαλυμένη ιδιωτική οικονομία στην κρατική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και της βιομηχανίας. Κατά την πενταετή ενασχόληση του Γκεβάρα με την προσπάθεια εκβιομηχανοποίησης της χώρας, η κουβανική βιομηχανία άρχισε να μεγαλώνει, να διευρύνεται και να σταθεροποιείται, κυρίως ως αποτέλεσμα της κινητοποίησης του ανθρώπινου παράγοντα (εργατικού δυναμικού) στον οποίο ο Τσε πίστευε ακράδαντα. Ασφαλώς, η οικονομική σκέψη του Τσε Γκεβάρα παραμένει μέχρι και σήμερα αντικείμενο υπό μελέτη, δεδομένων των διαφωνιών που ο ίδιος εξέφρασε γραπτά με την σοβιετική αντίληψη περί πολιτικής οικονομίας που επικρατούσε εκείνα τα χρόνια στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο.

Η βρετανίδα συγγραφέας και ερευνήτρια Έλεν Γιάφε (Helen Yaffe) έχει ασχοληθεί εκτενώς με την οικονομική πολιτική που εφαρμόστηκε στα πρώτα χρόνια της επανάστασης στην Κούβα [6]. Σύμφωνα με την Γιάφε, ως υπουργός βιομηχανίας ο Τσε δημιούργησε εννέα ερευνητικά και αναπτυξιακά κέντρα τα οποία μελετούσαν οτιδήποτε σχετίζονταν με την εκβιομηχάνιση της χώρας: από μηχανισμούς αύξησης της παραγωγής ζάχαρης μέχρι την παραγωγή νικελίου, την ανίχνευση πηγών πετρελαίου, τη χημική βιομηχανία και την έρευνα στις νέες τεχνολογίες (την εποχή εκείνη υπήρχε ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής σε όλο το νησί). Ο Τσε εισήγαγε την ψυχολογική υποστήριξη (για το εργατικό δυναμικό αλλά και τους προϋσταμένους του) ως εργαλείο βελτίωσης της παραγωγικής δυνατότητας, σχεδίασε και οργάνωσε έναν λογικό μηχανισμό κλιμακούμενης μισθοδοσίας, υποστήριξε ένθερμα την αυτοοργάνωση των εργατών στο πλαίσιο της κολεκτιβοποίησης της εργασίας (κυρίως στις αγροτικές περιοχές), εισήγαγε για τις επιχειρήσεις το καινοτόμο “Σύστημα Χρηματοδότησης Προϋπολογισμού” (ένα συγκεντρωτικό όργανο διαχείρησης διαφορετικό από αυτό της τότε ΕΣΣΔ) το οποίο στόχευε στην πρακτική αναθεώρηση της σοβιετικής αντίληψης περί του μαρξιστικού “νόμου της αξίας”. Σύμφωνα με την Δρ. Γιάφε “μέσα σε έξι ταραγμένα χρόνια ο Τσε έκανε μια αλησμόνητη συνεισφορά στην κουβανική οικονομία”.

Πέρα από το καθαρά πρακτικό σκέλος των πολιτικών που εφαρμόστηκαν επί υπουργίας του Γκεβάρα, η οικονομική θεωρία που ανέπτυξε ο Τσε (μέσα και από τη μελέτη της μαρξιστικής-λενινιστικής πολιτικής οικονομίας) έδειξε το δρόμο μιας εναλλακτικής σοσιαλιστικής οικονομίας η οποία δεν “αντιγράφει” τους καπιταλιστικούς νόμους παραγωγής. Η κριτική του Τσε απέναντι στην σοβιετική πολιτική οικονομία (σωστή ή λάθος, η ιστορία θα αποφανθεί) υπήρξε ουσιαστικά προάγγελος της σταδιακής κατάρρευσης των οικονομικών συστημάτων του ανατολικού μπλοκ δύο και πλέον δεκαετίες μετά το θάνατο του. Επομένως, στην αποδεδειγμένα σημαντική συνεισφορά του στην εκβιομηχάνιση της επαναστατικής Κούβας θα πρέπει να προστίθεται και η θεωρητική του συμβολή στην κατεύθυνση ενός οικονομικού συστήματος με πυρήνα τον άνθρωπο, πραγματική ενσάρκωση των ιδεών του Μαρξ και του Ένγκελς.

Ψέμα 7ο: Ο Τσε εγκατέλειψε την Κούβα το 1965, όχι για να ενισχύσει τον αγώνα άλλων λαών για την ελευθερία, αλλά διότι είχε αποτύχει στην προσωπική του ζωή, έχοντας άστατο οικογενειακό βίο, δεκάδες ερωμένες και “νόθα” τέκνα.

Πρόκειται ασφαλώς για μη πολιτικό επιχείρημα που στοχεύει στην σπίλωση του Γκεβάρα σε προσωπικό επίπεδο. Η πραγματικότητα είναι ότι ο Τσε, παρ’ ότι αφιερωμένος στους σκοπούς της επαναστατικής του δραστηριότητας, υπήρξε στοργικός σύζυγος και πατέρας. Παντρεύτηκε δύο φορές, την πρώτη την περουβιανή Ίλντα Γκαντέα και τη δεύτερη την κουβανή Αλέιδα Μαρτς. Απέκτησε συνολικά πέντε παιδιά (Ιλντίτα Μπεατρίζ, Αλέιδα, Καμίλο, Σέλια, Ερνέστο). Δεν υπάρχει ουδεμία βάσιμη ένδειξη ότι ο Τσε απέκτησε παιδιά πέραν αυτών με τις δύο συζύγους του. Στο βιβλίο της “Αναπόληση” [7], η Αλέιδα Μαρτς περιγράφει έναν άνδρα που αν και βρίσκονταν στη δίνη της επανάστασης (έχοντας περάσει τρία δύσκολα χρόνια στον ανταρτοπόλεμο και έχοντας αναλάβει διοικητικά πόστα στην επαναστατική κυβέρνηση) διατηρούσε στο ακέραιο το ενδιαφέρον του για την διαπαιδαγώγηση των παιδιών του, τα οποία λόγω υποχρεώσεων δεν έβλεπε όσο συχνά θα ήθελε. Αξίζει να σημειωθεί ότι ούτε η πρώτη σύζυγος του Τσε, η Ίλντα Γκαντέα, ούτε η Μαρτς έχουν αναφέρει το παραμικρό περιστατικό άστατης προσωπικής ζωής του Γκεβάρα.

Ο Τσε Γκεβάρα ήταν υπέρμαχος μιας αυστηρά πειθαρχημένης (στους σκοπούς της επανάστασης) ζωής, την οποία απαιτούσε να έχουν οι σύντροφοι και συναγωνιστές του. Πρώτα απ’ όλα όμως, την εφάρμοζε ο ίδιος στον εαυτό του, δίνοντας το παράδειγμα σε όσους έζησαν δίπλα του. Παρά το γεγονός ότι πτυχές της προσωπικής του ζωής ενδέχεται να μην τις μάθουμε ποτέ, η προσωπικότητα και ο πειθαρχημένος χαρακτήρας του επαναστάτη μαρξιστή Γκεβάρα δεν άφηναν σε καμία περίπτωση πολλά περιθώρια για άστατο βίο και πομπώδεις παρεκτροπές.

Νικόλαος Μόττας.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] The Legacy of Che, PBS NewsHour, 20 Νοεμβρίου 1997.

[2] Ομιλία κατα την έναρξη του Πρώτου Συνεδρίου Λατινοαμερικανικής Νεολαίας, 28 Ιούλη 1960.

[3] El Diario del Che En Bolivia, Αβάνα 1968.

[4] Lourdes Arguelles and B. Ruby Rich (1984), “Homosexuality, Homophobia, and. Revolution: Notes toward an. Understanding of the Cuban. Lesbian and Gay Male. Experience”.

[5] “Tactique et strategie de la revolution latino-americaine”, αναφορά στο άρθρο στο βιβλίο “Ernesto Guevara, connu aussie comme le Che” του Paco Ignacio Taibo II.

[6] Helen Yaffe, “Che Guevara: The Economics of Revolution”, Palgrave-McMillan / Δείτε επίσης “Ερνέστο Τσε Γκεβάρα: Ένας επαναστάτης ενάντια στην Σοβιετική πολιτική οικονομία”.

[7] Αλεϊδα Γκεβάρα-Μαρτς (μτφ. Βασιλική Κνήτου), Αναπόληση: Η ζωή μου με τον Τσε, εκδ. Ψυχογιός, 2007.

Ο Τσε Γκεβάρα δεν ήταν τροτσκιστής

Του Espresso Stalinist.

Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα ήταν ένας αντι-ρεβιζιονιστής μαρξιστής-λενινιστής και δυναμικός υποστηρικτής του Ιωσήφ Στάλιν. Και οι δύο ήταν αντίθετοι στις πρακτικές του Τρότσκι και του Χρουστσώφ. Ο Τσε μισούσε την πολιτική του Χρουστσώφ και ήταν χολωμένος με την υποστήριξη που ο Φιντέλ Κάστρο έδειχνε στον σοβιετικό ρεβιζιονισμό

  • Θεωρούμε τη δράση του τροτσκιστικού κόμματος ως αντεπαναστατική”, Τσε, 1961

Το Νοέμβρη του 1960, κατά την επίσκεψη του στην Σοβιετική Ένωση, επέμενε στην κατάθεση στεφάνου στον τάφο του Στάλιν, παρά τις παραινέσεις του κουβανού πρέσβη στη Μόσχα ώστε να μην το πράξει. Αυτό συνέβη περισσότερα από τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη της περίφημης “αποσταλινοποίησης” της ΕΣΣΔ που ξεκίνησε επί Νικίτα Χρουστσώφ.

Ο συνταξιδιώτης του Τσε, Αλμπέρτο Γκρανάδο, είχε πεί ότι ο Γκεβάρα είχε ανακαλύψει τον Στάλιν (σ.μ: προφανώς εννοεί την πολιτική που εφήρμοσε ο Στάλιν στα χρόνια της ηγεσίας του) στα μέσα της δεκαετίας του 1950 (Anderson, σ.165-166 & σ.565).

 Το 1955 όντας στο Μεξικό ο Τσε έστειλε γράμμα στην θεία του υπογράφοντας ως “Στάλιν ΙΙ”:

Πιστεύω ότι η βασική ιδεολογία στην οποία ο Τρότσκι βασίστηκε ήταν λανθασμένη, τα κρυφά κίνητρα της δράσης του (ήταν) λανθασμένα και τα τελευταία του χρόνια υπήρξαν σκοτεινά. Οι τροτσκιστές δεν έχουν συνεισφέρει τίποτα απολύτως στο επαναστατικό κίνημα – εκεί που έδρασαν περισσότερο ήταν στο Περού αλλά στο τέλος απέτυχαν επειδή χρησιμοποιούν κακές μεθόδους”. (Παράρτημα, όπως αναφέρεται στο κείμενο “Comments on ‘Critical Notes on Political Economy’ by Che Guevara” από το Revolutionary Democracy Journal).

Παρά το γεγονός ότι ο Γκεβάρα βοήθησε στην ασφαλή απελευθέρωση ορισμένων τροτσκιστών από την φυλακή το 1965 (σ.μ: πιθανόν στην Κούβα, δεν αναφέρεται χώρα), ελευθερώθηκαν υπό τον όρο ότι θα σταματούσαν την πολιτική τους δράση. (Revolutionary History 2000, Τομ.7 Αρ., σ.193-195, σ.249).

Κατά τη διαδρομή μου είχα την ευκαιρία να περάσω απ’ την “επικράτεια” της United Fruit Co., πείθοντας με ακόμη μια φορά πόσο απαίσια είναι αυτά τα καπιταλιστικά χταπόδια. Ορκίστηκα μπροστά σε μια φωτογραφία του παλαιού και θρηνημένου συντρόφου Στάλιν ότι δεν θα ησυχάσω μέχρι να δω τον αφανισμό αυτών των χταποδιών”. (Γράμμα στην θεία του Βεατρίκη, όπου περιγράφει εμπειρίες του απ’ τη διαμονή στην Γουατεμάλα το 1953. Απ’ το βιβλίο Che Guevara: A Revolutionary Life (1997) του Jon Lee Anderson).

Ο Τρότσκι, μαζί με τον Χρουστσώφ, ανήκει στην κατηγορία των μεγάλων ρεβιζιονιστών” – Γράμμα στον Αρμάντο Χαρτ, 4 Δεκέμβρη 1965

Ο Τρότσκι έκανε θεμελιώδη λάθη…Οι τροτσκιστές απέτυχαν παντελώς διότι χρησιμοποίησαν κακές μεθόδους” – Άπαντα Κριτική για την Πολιτική Οικονομία, 1964.

Στα επονομαζόμενα “λάθη του Στάλιν” βρίσκεται η διαφορά μεταξύ μιας επαναστατικής και μιας ρεβιζιονιστικής αντίληψης. Πρέπει να μελετήσεις τον Στάλιν στο ιστορικό πλαίσιο που κινήθηκε, όχι να τον δεις (αποκλειστικά) ως ένα είδος αγριανθρώπου, αλλά στα συγκεκριμένα ιστορικά όρια. Ασπάστικα τον κομμουνισμό εξαιτίας του πατερούλη Στάλιν και κανείς δεν πρέπει να ‘ρθει να μου πει ότι δεν πρέπει να διαβάζω Στάλιν. Τον διάβαζα όταν ήταν κάτι πολύ κακό να διαβάζεις γι’ αυτόν. Αυτό ήταν σε μια άλλη εποχή. Και επειδή δεν είμαι πολύ εφυιής, αλλά και ξεροκέφαλος, συνεχίζω να τον διαβάζω. Ιδιαίτερα σε αυτήν τη νέα περίοδο που είναι ακόμη χειρότερο να διαβάζεις (για τον Στάλιν). Τότε, όπως και τώρα, βρίσκω μια σειρά πραγμάτων που είναι πολύ καλά”. (Γράμμα του Τσε προς τον René Ramos Latour, στις 14 Δεκέμβρη 1957, κορυφαίου μέλους του Κινήματος της 26ης Ιούλη που πέθανε στην μάχη).

Στην Κούβα δεν υπάρχει τίποτα δημοσιευμένο, εάν εξαιρέσουμε τα σοβιετικά τούβλα, τα οποία φέρουν τη δυσκολία ότι δεν σ’αφήνουν να σκεφτείς – το κόμμα σκέφτεται για σένα και συ πρέπει να το αφομοιώσεις. Θα ήταν αναγκαίο να δημοσιευθούν η πλήρης εργογραφία των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Στάλιν (υπογραμμισμένο από τον Τσε στο αυθεντικό έγγραφο της επιστολής) και άλλων σπουδαίων μαρξιστών. Εδώ θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τους μεγάλους ρεβιζιονιστές (εάν θέλεις μπορείς να προσθέσεις τον Χρουστσώφ) και επίσης τον φίλο σου τον Τρότσκι ο οποίος υπήρξε και προφανώς έγραψε κάτι”. (Γράμμα στον Αρμάντο Χαρτ Ντάβαλος, πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημ. Contracorriente, Αβάνα, Σεπτέμβρης 1997).

Η πρωτότυπη ανάρτηση στα αγγλικά:

Che Guevara was NOT a Trotskyist

«I have yet to find a single credible source pointing to a case where Che executed ‘an innocent’. Those persons executed by Guevara or on his orders were condemned for the usual crimes punishable by death at times of war or in its aftermath: desertion, treason or crimes such as rape, torture or murder. I should add that my research spanned five years, and included anti-Castro Cubans among the Cuban-American exile community in Miami and elsewhere.”

— Jon Lee Anderson, author of Che Guevara: A Revolutionary Life, PBS forum.

Che Guevara was an anti-revisionist Marxist-Leninist and a strong supporter of Joseph Stalin. He was both opposed to Trotsky and Khrushchev. He hated Khrushchev and was very upset that Fidel Castro supported Soviet revisionism.

“We consider the Trotskyist party to be acting against the revolution.”

— (Che Guevara, 1961).

In November 1960, Che Guevara insisted on depositing a floral tribute at Stalin’s tomb even against the advice of the Cuban Ambassador to the USSR. This was more than four years after Khrushchev’s process of “De-Stalinisation” started.

Guevara’s fellow motorcyclist Alberto Ganado said that it was Stalin that Guevara “discovered” in the mid-fifties (Anderson pp.165-166, p.565).

In 1955 while in Mexico he sent a letter to his aunt signed with the words “Stalin II.”

“I think that the fundamental stuff that Trotsky was based upon was erroneous and that his ulterior behaviour was wrong and his last years were even dark. The Trotskyites have not contributed anything whatsoever to the revolutionary movement; where they did most was in Peru, but they finally failed there because their methods are bad.”(‘Annexes’, p. 402)

— quoted in “Comments on ‘Critical Notes on Political Economy’ by Che Guevara,” from Revolutionary Democracy Journal

Although Guevara helped secure the release of some Trotskyists from prison in 1965, they were freed only on the condition that they cease their political activity (Revolutionary History 2000, Vol.7 No.3) pp.193-195, p.249).

“Along the way, I had the opportunity to pass through the dominions of the United Fruit, convincing me once again of just how terrible these capitalist octopuses are. I have sworn before a picture of the old and mourned comrade Stalin that I won’t rest until I see these capitalist octopuses annihilated.”

 – Letter to his aunt Beatriz describing what he had seen while traveling through Guatemala (1953); as quoted in Che Guevara: A Revolutionary Life (1997) by Jon Lee Anderson

“Trotsky, along with Khrushchev, belongs to the category of the great revisionists.”

– – (December 4, 1965: Letter to Armando Ηart)

“Trotsky was fundamentally wrong… Trotskyites ultimately failed because their methods are bad.”

 – (Apuntes criticos a la Economia Politica, 1964)

“In the so called mistakes of Stalin lies the difference between a revolutionary attitude and a revisionist attitude. You have to look at Stalin in the historical context in which he moves, you don’t have to look at him as some kind of brute, but in that particular historical context. I have come to communism because of daddy Stalin and nobody must come and tell me that I mustn’t read Stalin. I read him when it was very bad to read him. That was another time. And because I’m not very bright, and a hard-headed person, I keep on reading him. Especially in this new period, now that it is worse to read him. Then, as well as now, I still find a Seri of things that are very good.”

Che wrote on December 14 of 1957 a letter to René Ramos Latour (“Daniel”), National Coordinator of the Movimiento 26 de Julio who died in combat, the following:

“Because of my ideological background, I belong to those who believe that the solution of the world’s problems lies behind the so-called iron curtain and I see this Movement as one of the many inspired by the bourgeoisie’s desire to free themselves from the economic chains of imperialism.”

“In Cuba there is nothing published, if one excludes the Soviet bricks, which bring the inconvenience that they do not let you think; the party did it for you and you should digest it. It would be necessary to publish the complete works of Marx, Engels, Lenin, Stalin [underlined by Che in the original] and other great Marxists. Here would come to the great revisionists (if you want you can add here Khrushchev), well analyzed, more profoundly than any others and also your friend Trotsky, who existed and apparently wrote something.”

— (Che Guevara, Letter to Armando Hart Dávalos published in Contracorriente, Havana, September 1997, No. 9).

ΠΗΓΗ: «The Espresso Stalinist», 6 Αυγούστου 2011. Mετάφραση/Επιμέλεια: Guevaristas.