Το πανεπιστήμιο είναι κληρονομιά του λαού: Ομιλία στο Κεντρικό Πανεπιστήμιο του Λας Βίγιας

che guevara-Universidad Central de las Villas-1959Ομιλία του Τσε στο Κεντρικό Πανεπιστήμιο του Λας Βίγιας στην Σάντα Κλάρα, στις 28 Δεκέμβρη 1959. Στην τελετή που έλαβε χώρα το Πανεπιστήμιο απονεμήθηκε στο Γκεβάρα ο τίτλος του «επίτιμου διδάκτορα» της Παιδαγωγικής Σχολής. 

Αγαπητοί συναγωνιστές, νέοι συνάδελφοι στην πανεπιστημιακή σύγκλητο και παλιοί συνάδελφοι στον αγώνα για την απελευθέρωση της Κούβας,

Θα πρέπει να ξεκινήσω την ομιλία μου λέγοντας ότι μπορώ να αποδεχθώ το πτυχίο που μου απονέμετε σήμερα, ως μια τιμητική διάκριση προς τον λαϊκό μας στρατό. Δεν θα μπορούσα να το αποδεχθώ ως άτομο. Και αυτό, για τον απλό λόγο ότι στη νέα Κούβα οτιδήποτε δεν είναι αυτό που διατείνεται ότι είναι στερείται οποιασδήποτε αξίας. Πως θα μπορούσα εγώ ως άτομο, ο Ερνέστο Γκεβάρα, να δεχθώ το βαθμό του επίτιμου διδάκτορα που μου απονεμήθηκε από την Παιδαγωγική Σχολή, αφού οι μόνες εμπειρίες που έχω ως παιδαγωγός είναι στην παιδαγωγική του αντάρτικου στρατοπέδου, της βρισιάς και της αγριάδας (χειροκροτήματα). Και πιστεύω ότι αυτά σίγουρα δεν θα μπορούσαν να μεταφραστούν σε τήβεννο. Γι’ αυτό συνεχίζω να φοράω τη στολή του Αντάρτικου Στρατού, ακόμα και εδώ που ήρθα για να βρεθώ μπροστά σας, σε αυτή την Πανεπιστημιακή Σύγκλητο, στο όνομα, και εκ μέρους του στρατού μας. Αποδεχόμενος αυτόν τον τίτλο, ο οποίος είναι τιμή για όλους μας, θα ήθελα να παρουσιάσω και το μήνυμα μας, το μήνυμα ενός λαϊκού στρατού, ενός νικηφόρου στρατού.

Κάποτε είχα υποσχεθεί στους φοιτητές αυτού του πανεπιστημίου μια σύντομη ομιλία με την οποία θα παρουσίαζα τις απόψεις μου για τον ρόλο του πανεπιστημίου. Ωστόσο, η δουλειά και μια ατελείωτη σειρά γεγονότων με εμπόδισαν να το κάνω. Σήμερα, όμως, θα μιλήσω, μια που έχω και τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα (χειροκροτήματα).

Τι πρέπει, λοιπόν, να πω για το βασικό καθήκον που πανεπιστημίου, το πρωταρχικό καθήκον που υπερέχει όλων, σε αυτή τη νέα Κούβα; Αυτό που πρέπει να πω είναι ότι το πανεπιστήμιο θα πρέπει να βαφτεί με το χρώμα των μαύρων και με το χρώμα των μιγάδων, όχι μόνο όσον αφορά τους φοιτητές αλλά και όσον αφορά τους καθηγητές. Θα πρέπει να βαφτεί με το χρώμα των εργατών και των αγροτών. Με το χρώμα του λαού, αφού το πανεπιστήμιο είναι κληρονομιά του λαού της Κούβας και κανενός άλλου. Εάν αυτός ο λαός, του οποίου οι αντιπρόσωποι πλέον καταλαμβάνουν όλες τις κυβερνητικές θέσεις, πήρε τα όπλα και έριξε όλους τους φραγμούς που είχε υψώσει η αντίδραση, αυτό δεν έγινε επειδή αυτοί οι φραγμοί ήταν άκαμπτοι. Ούτε οι αντιδραστικές δυνάμεις ήταν τόσο άμυαλες ώστε να μην δείξουν ευλυγισία, προκειμένου να επιβραδύνουν την προέλαση του λαού. Ωστόσο, ο λαός θριάμβευσε. Και είναι λίγο κακομαθημένος από τη νίκη του. Έχει συνείδηση της δύναμης του. Ξέρει ότι κανένας δε μπορεί να τον αναχαιτίσει. Σήμερα, ο λαός στέκεται μπροστά στην πύλη του πανεπιστημίου, και είναι το πανεπιστήμιο αυτό που θα πρέπει να δείξει ευλυγισία. Θα πρέπει να βαφτεί με τα χρώματα των μαύρων, των μιγάδων, των εργατών, των αγροτών, ή αλλιώς θα βρεθεί χωρίς πόρτες. Γιατί τότε ο λαός θα τις σπάσει με ορμή, θα μπει μέσα και θα το βάψει με τα χρώματα που θεωρεί κατάλληλα.

Αυτό είναι το πρώτο μήνυμα, ένα μήνυμα που ήθελα να μεταφέρω από τις πρώτες κιόλας μέρες της νίκης (χειροκροτήματα) και στα τρία πανεπιστήμια της χώρας, αλλά στάθηκε εφικτό να το κάνω μόνο στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγο. Αν ζητούσατε την συμβουλή μου εκ μέρους του λαού και του Αντάρτικου Στρατού, καθώς και ως καθηγητή πανεπιστημίου, θα έλεγα ότι για να προσεγγίσεις τον λαό θα πρέπει να νιώθεις ότι είσαι κομμάτι του. Θα πρέπει να ξέρεις τι θέλει ο λαός, τι ανάγκες έχει και τι αισθάνεται. Θα πρέπει να κοιτάξεις λίγο μέσα σου – να μελετήσεις τις στατιστικές του πανεπιστημίου, και να ρωτήσεις πόσοι εργάτες, πόσοι αγρότες, πόσοι άνθρωποι που κερδίζουν το ψωμί τους με τον ιδρώτα τους, δουλεύοντας οκτώ ώρες την ημέρα βρίσκονται εδώ σε αυτό το πανεπιστήμιο.

Αφού έχετε θέσει αυτά τα ερωτήματα, θα πρέπει επίσης να αναρωτηθείτε, ανατρέχοντας στην αυτοανάλυση, εάν η κυβέρνηση της Κούβας αντιπροσωπεύει σήμερα τη θέληση του λαού. Αν η απάντηση είναι ναι, αν αυτή η κυβέρνηση πραγματικά αντιπροσωπεύει τη θέληση του λαού (χειροκροτήματα) τότε θα πρέπει κανείς να θέσει τα ακόλουθα ερωτήματα: Που είναι αυτή η κυβέρνηση, η οποία αντιπροσωπεύει τη θέληση του λαού, σε αυτό το πανεπιστήμιο και τι κάνει; Θα βλέπαμε ότι δυστυχώς, η κυβέρνηση που αντιπροσωπεύει ολόκληρο σχεδόν τον κουβανικό λαό δεν έχει καμία φωνή στα κουβανικά πανεπιστήμια, φωνή με την οποία θα μπορούσε να σημάνει τον συναγερμό, να προσφέρει καθοδήγηση, και να εκφράσει, χωρίς μεσολαβητές, τη θέληση, τους πόθους και τα αισθήματα του λαού.

Το Κεντρικό Πανεπιστήμιο του Λας Βίγιας έκανε πρόσφατα ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση. Στην εκδήλωση που οργάνωσε με θέμα την εκβιομηχάνιση, κάλεσε όχι μόνο τους βιομήχανους της Κούβας αλλά και την κυβέρνηση. Ζητήθηκε η γνώμη μας και η γνώμη όλων των τεχνικών που εργάζονται στις κρατικές και ημι-κρατικές υπηρεσίες. Επειδή σε αυτόν τον πρώτο χρόνο από την απελευθέρωση – και αυτό μπορώ να το πω χωρίς να καυχηθώ – κάνουμε πολύ περισσότερα από όσα έχουν κάνει άλλες κυβερνήσεις, και πολύ περισσότερα από αυτούς που με στόμφο αποκαλούν εαυτούς τους υπερασπιστές της “ελεύθερης πρωτοβουλίας”. Έτσι, έχουμε το δικαίωμα να δηλώσουμε ότι η εκβιομηχάνιση της Κούβας, η οποία είναι άμεσο αποτέλεσμα της αγροτικής μεταρρύθμισης, θα επιτευχθεί από την επαναστατική κυβέρνηση και υπό την καθοδήγηση της (χειροκροτήματα). Η ιδιωτική πρωτοβουλία θα παίξει, φυσικά, έναν σημαντικό ρόλο σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξης της χώρας. Θα είναι, όμως, η κυβέρνηση που θα δίνει τις κατευθύνσεις και θα το κάνει βασιζόμενα στα δικά της επιτεύγματα (χειροκροτήματα). Θα το κάνει γιατί ξεκίνησε την εκστρατεία εκβιομηχάνισης ανταποκρινόμενη σε μία από τις πιο βαθιές, ίσως, προσδοκίες των μαζών, και όχι λόγω κάποιας βίαιης πίεσης από τους βιομήχανους της χώρας. Η εκβιομηχάνιση και η προσπάθεια που αυτή συνεπάγεται, είναι παιδί της επαναστατικής κυβέρνησης. Γι’ αυτό η κυβέρνηση θα την καθοδηγήσει και θα τη σχεδιάσει.

Τα καταστροφικά δάνεια της αποκαλούμενης Τράπεζας Ανάπτυξης έχουν εκλείψει πια. Αυτή η τράπεζα, για παράδειγμα, δάνειζε δεκαέξι εκατομμύρια πέσος σε έναν βιομήχανο, ο οποίος κατέβαλε 400.000 πέσος (αυτά είναι τα πραγματικά ποσά). Αλλά ακόμα και αυτά τα 400.000 πέσος δεν είχαν βγει απ’ την τσέπη του. Βγήκαν από το 10% που πήρε ο βιομήχανος ως δωροδοκία από τον πωλητή, ο οποίος του πούλησε τον μηχανολογικό εξοπλισμό. Παρόλο που η κυβέρνηση είχε καταβάλει δεξαέξι εκατομμύρια πέσος, αυτός ο κύριος που κατέβαλε 400.000 πέσος ήταν ο μοναδικός ιδιοκτήτης της επιχείρησης. Και αφού η κυβέρνηση ήταν ο δανειστής του, μπορούσε να πληρώσει το χρέος του με ευνοϊκούς όρους και όποτε τον βόλευε. Τώρα η κυβέρνηση έχει παρέμβει, αρνούμενη να ανεχτεί αυτή την κατάσταση. Διεκδικεί την ιδιοκτησία οποιασδήποτε επιχείρησης έχει συσταθεί με τα χρήματα του λαού. Εάν “ιδιωτική πρωτοβουλία” σημαίνει ότι λίγα παράσιτα απολαμβάνουν όλα τα χρήματα του κουβανικού έθνους, τότε αυτή η κυβέρνηση δηλώνει ξεκάθαρα ότι αντιτίθεται στην “ιδιωτική πρωτοβουλία”, στον βαθμό που αυτή αντιτίθεται στον κρατικό σχεδιασμό.

ernesto-che-guevara-las-villas-1959Και μιας και τώρα αναφέρθηκα στο ακανθώδες ζήτημα του σχεδιασμού, θα ήθελα να σας πω ότι μόνο η επαναστατική κυβέρνηση, η οποία σχεδιάζει τη βιομηχανική ανάπτυξη σε όλη τη χώρα, έχει το δικαίωμα να καθορίσει το είδος και τον αριθμό του τεχνικού προσωπικού που θα χρειαστεί στο μέλλον για να καλύψει τις ανάγκες αυτής της χώρας. Η επαναστατική κυβέρνηση θα πρέπει τουλάχιστον να ακουστεί όταν λέει ότι χρειάζεται μόνο έναν συγκεκριμένο αριθμό δικηγόρων ή γιατρών, αλλά χρειάζεται 5.000 μηχανικούς και 15.000 τεχνικούς βιομηχανίας όλων των ειδικοτήτων )(χειροκροτήματα) και ότι θα πρέπει να εκπαιδευτούν, θα πρέπει να βρεθούν, γιατί αυτή είναι η εγγύηση για τη μελλοντική μας ανάπτυξη.

Σήμερα δουλεύουμε ακούραστα για να μεταμορφώσουμε την Κούβα σε μια διαφορετική χώρα. Βέβαια, ο καθηγητής της παιδαγωγικής που βρίσκεται εδώ μπροστά σας σήμερα δεν έχει αυταπάτες. Ξέρει ότι είναι τόσο καθηγητής της παιδαγωγικής όσο είναι και πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας και θα ασκήσει το ένα ή το άλλο καθήκον ανάλογα με τις ανάγκες του λαού. Μαθαίνουμε βήμα βήμα. Γι’ αυτό και τίποτα δε μπορεί να επιτευχθεί χωρίς και ο λαός ο ίδιος να ταλαιπωρηθεί. Μαθαίνουμε πάνω στη δουλειά. Αφού συνεχώς αναλαμβάνουμε κανούριες ευθύνες, και δεν είμαστε αλάθητοι – δεν γεννηθήκαμε ξέροντας τι να κάνουμε – πρέπει να ζητήσουμε από τον λαό να διορθώσει τα λάθη.

Ο καθηγητής που βρίσκεται εδώ μπροστά σας σήμερα ήταν κάποτε γιατρός και, λόγω των περιστάσεων, υποχρεώθηκε να πάρει τα όπλα, και ύστερα από δύο χρόνια αποφοίτησε ως διοικητής ανταρτών. Αργότερα θα πρέπει να αποφοιτήσει ως πρόεδρος τράπεζας ή ως συντονιστής της εκβιομηχάνισης της χώρας, ή ίσως ακόμα και ως καθηγητής παιδαγωγικής (χειροκροτήματα). Αυτός ο ίδιος, ο γιατρός, ο διοικητής, ο πρόεδρος και ο καθηγητής της παιδαγωγικής εύχεται οι εργατικοί και φιλομαθείς νέοι της χώρας να προετοιμαστούν έτσι ώστε ο καθένας τους, στο κοντινό μέλλον, να μπορεί να αναλάβει τη θέση που θα του ανατεθεί, χωρίς δισταγμό, και χωρίς την ανάγκη να μαθαίνει πάνω στη δουλειά. Αλλά ο καθηγητής που είναι μπροστά σας – ένας γιός του λαού, δημιούργημα του λαού – θέλει επίσης αυτός ο λαός να έχει δικαίωμα στη μόρφωση. Τά τείχη του εκπαιδευτικού συστήματος πρέπει να πέσουν. Η εκπαίδευση δεν θα πρέπει να είναι ένα προνόμιο μόνο των παιδιών των ανθρώπων εκείνων που έχουν χρήματα. Η εκπαίδευση θα πρέπει να είναι ο άρτος ο επιούσιος του κουβανικού λαού (χειροκροτήματα).

Φυσικά, δεν έχω την απαίτηση από τους σημερινούς καθηγητές και τους φοιτητές του πανεπιστημίου του Λας Βίγιας να κάνουν το θαύμα της εγγραφής των μαζών των εργατών και αγροτών στο πανεπιστήμιο. Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας. Θα χρειαστεί να περάσουμε μια διαδικασία που την έχετε ζήσει όλοι σας, μια διαδικασία πολλών ετών προπαρασκευαστικής εκπαίδευσης. Αυτό που ελπίζω να καταφέρω, πάντως, βασιζόμενος στη μικρή μου εμπειρία ως επαναστάτης και αντάρτης διοικητής, είναι να γίνει κατανοητό από τους φοιτητές του πανεπιστημίου του Λας Βίγιας ότι η εκπαίδευση δεν είναι πλέον το αποκλειστικό δικαίωμα του καθενός, και ότι αυτές οι πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις όπου σπουδάζετε δεν αποτελούν πια κανενός το φέουδο. Ανήκουν σε όλον το λαό της Κούβας και είτε θα παραχωρηθούν στον λαό ή ο λαός θα τις καταλάβει (χειροκροτήματα).

Ξεκίνησα την καριέρα μου αυτή με τα πολλά σκαμπανεβάσματα ως φοιτητής πανεπιστημίου – ως μέλος της μεσαίας τάξης, ένα γιατρός που μοιραζόταν τους ίδιους ορίζοντες, τις ίδιες νεανικές φιλοδοξίες που έχετε και σεις. Ωστόσο, στην πορεία του αγώνα, άλλαξα και πείστηκα για την επιτακτική αναγκαιότητα της επανάστασης, και για το δίκαιο των αγώνων του λαού. Γι’ αυτό, λοιπόν, ελπίζω ότι εσείς, οι σημερινοί κάτοχοι του πανεπιστημίου, θα το παραχωρήσετε στον λαό. Το ότι αύριο ο λαός θα το πάρει από εσάς, δεν το λέω ως απειλή. Όχι. Απλά λέω ότι εάν οι κάτοχοι του πανεπιστημίου του Λας Βίγιας, οι φοιτητές, το παραχωρούσαν στον λαό, ο οποίος αντιπροσωπεύεται από την επαναστατική κυβέρνηση, αυτό θα ήταν άλλη μία από τις παραδειγματικές πράξεις που βλέπουμε στην Κούβα σήμερα.

Και στους καθηγητές, τους συναδέλφους μου, έχω κάτι παρόμοιο να πω: θα πρέπει να πάρετε το χρώμα των μαύρων, των μιγάδων, των εργατών και αγροτών. Θα πρέπει να πάτε στον λαό. Θα πρέπει να ζείτε και αναπνέετε ως ένα σώμα με τον λαό, δηλαδή θα πρέπει να νιώσετε στο πετσί σας τις ανάγκες ολόκληρης της Κούβας. Όταν θα το καταφέρετε, κανείς δεν θα είναι χαμένος. Όλοι μας θα έχουμε κερδίσει και η Κούβα θα έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει την πορεία της προς το μέλλον με πιο σταθερό βηματισμό.

Και δεν θα υπάρχει ανάγκη να συμπεριλάβετε στις τάξεις των πανεπιστημιακών αυτόν τον γιατρό, τον διοικητή, τον πρόεδρο τράπεζας και τώρα καθηγητή της παιδαγωγικής, που σας αποχαιρετά (χειροκροτήματα).

Discurso al recibir el doctorado honoris causa de la Universidad Central de las Villas

28 de diciembre de 1959.

Queridos compañeros, nuevos colegas del Claustro y viejos colegas de la lucha por la libertad de Cuba: tengo que puntualizar como principio de estas palabras que solamente acepto el título que hoy se me ha conferido, como un homenaje general a nuestro ejército del pueblo. No podría aceptarlo a título individual por la sencilla razón de que todo lo que no tenga un contenido que se adapte solamente a lo que quiere decir, no tiene valor en la Cuba nueva; y cómo podría aceptar yo personalmente, a título de Ernesto Guevara, el grado de Doctor Honoris Causa de la Facultad de Pedagogía, si toda la pedagogía que he ejercido ha sido la pedagogía de los campamentos guerreros, de las malas palabras, del ejemplo feroz, y creo que eso no se puede convertir de ninguna manera en un toga; por eso sigo con mi uniforme del Ejército Rebelde aunque puedo venir a sentarme aquí, a nombre y representación de nuestro ejército, dentro del Claustro de Profesores. Pero al aceptar esta designación, que es un honor para todos nosotros, quería también venir a dar nuestro homenaje, nuestro mensaje de ejército del pueblo y de ejército victorioso.

Una vez a los alumnos de este Centro les prometí una pequeña charla en la que expusiera mis ideas sobre la función de la Universidad; el trabajo, el cúmulo de acontecimientos, nunca me permitió hacerlo, pero hoy voy a hacerlo, amparado ahora, además, en mi condición de Profesor Honoris Causa.

Y, ¿qué tengo que decirle a la Universidad como artículo primero, como función esencial de su vida en esta Cuba nueva? Le tengo que decir que se pinte de negro, que se pinte de mulato, no sólo entre los alumnos, sino también entre los profesores; que se pinte de obrero y de campesino, que se pinte de pueblo, porque la Universidad no es el patrimonio de nadie y pertenece al pueblo de Cuba, y si este pueblo que hoy está aquí y cuyos representantes están en todos los puestos del Gobierno, se alzó en armas y rompió el dique de la reacción, no fue porque esos diques no fueron elásticos, no tuvieron la inteligencia primordial de ser elásticos para poder frenar con esta elasticidad el impulso del pueblo, y el pueblo que ha triunfado, que está hasta malcriado en el triunfo, que conoce su fuerza y se sabe arrollador, está hoy a las puertas de la Universidad, y la Universidad debe ser flexible, pintarse de negro, de mulato, de obrero, de campesino, o quedarse sin puertas, y el pueblo la romperá y él pintará la Universidad con los colores que le parezca.

Ese es el mensaje primero, es el mensaje que hubiera querido decir los primeros días después de la victoria en las tres Universidades del país, pero que solamente pude hacer en la Universidad de Santiago, y si me pidieran un consejo a fuer de pueblo, de Ejército Rebelde y de profesor de Pedagogía, diría yo que para llegar al pueblo hay que sentirse pueblo, hay que saber qué es lo que quiere, qué es lo que necesita y qué es lo que siente el pueblo. Hay que hacer un poquito de análisis interior y de estadística universitaria y preguntar cuántos obreros, cuántos campesinos, cuántos hombres que tienen que sudar ocho horas diarias la camisa están aquí en esta Universidad, y después de preguntarse eso hay que preguntarse también, recurriendo al autoanálisis, si este Gobierno que hoy tiene Cuba representa o no representa la voluntad del pueblo. Y si esa respuesta fuera afirmativa, si realmente este Gobierno representa la voluntad del pueblo, habría que preguntarse también: este Gobierno que representa la voluntad del pueblo en esta Universidad, ¿dónde está y qué hace? Y entonces veríamos que desgraciadamente el Gobierno que hoy representa la mayoría casi total del pueblo de Cuba no tiene voz en las universidades cubanas para dar su grito de alerta, para dar su palabra orientadora, y para expresarlo sin intermedios, la voluntad, los deseos y la sensibilidad del pueblo.

La Universidad Central de Las Villas dio un paso al frente para mejorar estas condiciones y cuando fue a realizar su forum sobre la Industrialización, recurrió, sí, a los industriales cubanos, pero recurrió al Gobierno también, nos preguntó nuestra opinión y la opinión de todos los técnicos de los organismos estatales y paraestatales, porque nosotros estamos haciendo -lo podemos decir sin jactancia- en este primer año de la Liberación, mucho más de lo que hicieron los otros gobiernos, pero además, mucho más de lo que hizo eso que pomposamente se llama la «libre empresa», y por eso como Gobierno tenemos derecho a decir que la industrialización de Cuba, que es consecuencia directa de la Reforma Agraria, se hará por y bajo la orientación del Gobierno Revolucionario, que la empresa privada tendrá, naturalmente, una parte considerable en esta etapa de crecimiento del país, pero quien sentará las pautas será el Gobierno, y lo será por méritos propios, lo será porque levantó esa bandera respondiendo quizás al impulso más íntimo de las masas, pero no respondiendo a la presión violenta de los sectores industriales del país. La industrialización y el esfuerzo que conlleva es hijo directo del Gobierno Revolucionario, por eso lo orientará y lo planificará. De aquí han desaparecido para siempre los préstamos ruinosos del llamado Banco de Desarrollo, por ejemplo, que prestaba 16 millones a un industrial y este ponía 400 mil pesos, y estos son datos exactos, y esos 400 mil pesos no salían tampoco de su bolsillo, salían del 10 por ciento de la comisión que le daban los vendedores por la compra de las maquinarias, y ese señor que ponía 400 mil pesos cuando el Gobierno había puesto 16 millones, era el dueño absoluto de esa empresa y como deudor del Gobierno, pagaba plazos cómodos y cuando le conviniera. El Gobierno salió a la palestra y se niega a reconocer ese estado de cosas, reclama para sí esa empresa que se ha formado con el dinero del pueblo y dice bien claro que si la «libre empresa» consiste en que algunos aprovechados gocen del dinero completo de la nación cubana, este Gobierno está contra la «libre empresa», siempre que esté supeditada a una planificación estatal, y como hemos entrado ya en este escabroso terreno de la planificación, nadie más que el Gobierno Revolucionario que planifica el desarrollo industrial del país de una punta a la otra, tiene derecho a fijar las características y la cantidad de los técnicos que necesitará en un futuro para llenar las necesidades de esta nación, y por lo menos debe oírse al Gobierno Revolucionario cuando dice que necesita nada más que determinado número de abogados o de médicos, pero que necesita cinco mil ingenieros y 15 mil técnicos industriales de todo tipo, y hay que formarlos, hay que salir a buscarlos, porque es la garantía de nuestro desarrollo futuro.

Hoy estamos trabajando con todo el esfuerzo por hacer de Cuba una Cuba distinta, pero este profesor de Pedagogía que está aquí no se engaña y sabe que de profesor de Pedagogía tiene tanto como de Presidente del Banco Central, y que si tiene que realizar una u otra tarea es porque las necesidades del pueblo se lo demandan, y eso no se hace sin sufrimiento mismo para el pueblo, porque hay que aprender en cada caso, hay que trabajar aprendiendo, hay que hacer borrar al pueblo el error, porque uno está en un puesto nuevo, y no es infalible, y no nació sabiendo, y como este Profesor que está aquí fue un día médico y por imperio de las circunstancias tuvo que tomar el fusil, y se graduó después de dos años como comandante guerrillero, y se tendrá luego que graduar de Presidente de Banco o Director de Industrialización del país, o aún quizás de profesor de Pedagogía, quiere este médico, comandante, presidente y profesor de Pedagogía, que se prepare la juventud estudiosa del país, para que cada uno en el futuro inmediato, tome el puesto que le sea asignado, y lo tome sin vacilaciones y sin necesidad de aprender por el camino, pero también quiere este profesor que está aquí, hijo del pueblo, creado por el pueblo, que sea este mismo pueblo el que tenga derecho también a los beneficios de la enseñanza, que se rompan los muros de la enseñanza, que no sea la enseñanza simplemente el privilegio de los que tienen algún dinero, para poder hacer que sus hijos estudien, que la enseñanza sea el pan de todos los días del pueblo de Cuba.

Y es lógico; no se me ocurriría a mí exigir que los señores profesores o los señores alumnos actuales de la Universidad de Las Villas realizaran el milagro de hacer que las masas obreras y campesinas ingresaran en la Universidad. Se necesita un largo camino, un proceso que todos ustedes han vivido, de largos años de estudios preparatorios. Lo que sí pretendo, amparado en esta pequeña historia de revolucionario y de comandante rebelde, es que comprendan los estudiantes de hoy de la Universidad de Las Villas que el estudio no es patrimonio de nadie, y que la Casa de Estudios donde ustedes realizan sus tareas no es patrimonio de nadie, pertenece al pueblo entero de Cuba, y al pueblo se la darán o el pueblo la tomará, y quisiera, porque inicié todo este ciclo en vaivenes de mi carrera como universitario, como miembro de la clase media, como médico que tenía los mismos horizontes, las mismas aspiraciones de la juventud que tendrán ustedes, y porque he cambiado en el curso de la lucha, y porque me he convencido de la necesidad imperiosa de la Revolución y de la justicia inmensa de la causa del pueblo, por eso quisiera que ustedes, hoy dueños de la Universidad, se la dieran al pueblo. No lo digo como amenaza para que mañana no se la tomen, no; lo digo simplemente porque sería un ejemplo más de los tantos bellos ejemplos que se están dando en Cuba, que los dueños de la Universidad Central de Las Villas, los estudiantes, la dieran al pueblo a través de su Gobierno Revolucionario. Y a los señores profesores, mis colegas, tengo que decirles algo parecido: hay que pintarse de negro, de mulato, de obrero y de campesino; hay que bajar al pueblo, hay que vibrar con el pueblo, es decir, las necesidades todas de Cuba entera. Cuando esto se logre nadie habrá perdido, todos habremos ganado y Cuba podrá seguir su marcha hacia el futuro con un paso más vigoroso y no tendrá necesidad de incluir en su Claustro a este médico, comandante, presidente de Banco y hoy profesor de pedagogía que se despide de todos.

Source: El Marxists Internet Archive.