“Θυμάμαι τον Τσε”: Οι αναμνήσεις ενός πρώην αξιωματούχου της KGB

nikolai_leonov1Σαρανταπέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του Τσε Γκεβάρα, ένας πρώην υψηλόβαθμος ρώσος πράκτορας των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών (KGB) μιλάει για τη γνωριμία του με τον θρυλικό επαναστάτη. Οι δηλώσεις του υπολοχαγού Νικολάι Λεόνωφ έγιναν στο ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων RIA Novosti τον περασμένο Οκτώβρη.

Ο Ν.Λεόνωφ, συνταξιούχος αξιωματικός σήμερα των Μυστικών Υπηρεσιών της Ρωσικής Ομοσπονδίας – απογόνου της τέως KGB (Komitet Gosudarstvennoy Bezopasnosti) – συνάντησε για πρώτη φορά τον Τσε πολύ πριν το θρίαμβο της Κουβανικής Επανάστασης. Τον χαρακτηρίζει ως “ακαταμάχητη προσωπικότητα” με διαχρονική αξία για όλες τις γενιές. «Ήταν η προσωποποίηση των μυθικών και λόγιων μορφών που έκανε εντύπωση στους ανθρώπους. Σε περιπτώσεις σαν αυτόν τον άνθρωπο αναλογίζομαι μορφές όπως ο Χριστός και ο Δον Κιχώτης» λέει ο Λεόνωφ, ο οποίος συνταξιοδοτήθηκε τον Αύγουστο του 1991 ως επικεφαλής του Τμήματος Ανάλυσης της KGB.

Ο Νικολάι Λεόνωφ πρωτοσυνάντησε τον Τσε το 1956 στο Μεξικό, την περίοδο που ο Γκεβάρα είχε έρθε σε επαφή με κουβανούς εξόριστους που προετοίμαζαν τη δημιουργία αντάρτικου αγώνα στο νησί. «Τότε ήταν άλλος ένας νέος άνθρωπος, σαν εμένα», λέει ο Λεόνωφ προσθέτοντας πως «ο Τσε ήταν ένας απόλυτα ανεξάρτητος, πνευματικά ολοκληρωμένος άνθρωπος που πάντοτε δρούσε για το εθνικό συμφέρον της Κούβας αλλά και των λατινοαμερικάνικων εθνών».

Ο Γκεβάρα ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιασμένος από την σοβιετική αντίδραση στο θρίαμβο της Κουβανικής Επανάστασης και ιδιαίτερα με την ετοιμότητα που είχαν δείξει τότε οι σοβιετικοί ηγέτες Νικίτα Χρουστσώφ και Αλεξέι Κοσίγκιν στην παροχή κάθε δυνατής βοήθειας και υποστήριξης. Ως μέλος της επαναστατικής κουβανικής κυβέρνησης ο Τσε ταξίδεψε πρώτη φορά στη Μόσχα, όχι ως τυπικός διπλωμάτης αλλά με την αποστολή να πουλήσει στην ΕΣΣΔ 2 εκατομμύρια τόνους ζάχαρης που δε μπορούσαν, πλέον, να διατεθούν στις ΗΠΑ.

Σύμφωνα με το Λεόνωφ, ο Τσε έτρεφε συναισθηματική αγάπη για την Σοβιετική Ένωση και τα επιτεύγματα των σοβιετικών. Κατά την πρώτη του επίσκεψη στην ΕΣΣΔ (1960) ο Γκεβάρα είχε μείνει έκπληκτος από το πως 260 εκατομμύρια σοβιετικοί πολίτες ζούσαν με ότι αναγκαίο χρειαζόντουσαν, χωρίς να έχουν την αγωνία του να πλουτίσουν εις βάρος των υπολοίπων.

«Ο Τσε ονειρεύτηκε τον άνθρωπο ελεύθερο από τα δεσμά του χρήματος» σημειώνει ο Λεόνωφ προσθέτοντας ότι ο ίδιος ο αργεντίνος του είχε πει κάποτε οτι «το χρήμα είναι ένα απαίσιο πράγμα που κολλάει επάνω σου σαν τοξική ουσία».

Ο Ν.Λεόνωφ, δίπλα στον Τσε, κατά την συνάντηση του δεύτερου με τον Νικίτα Χρουστσώφ.
Ο Ν.Λεόνωφ, δίπλα στον Τσε, κατά την συνάντηση του δεύτερου με τον Νικίτα Χρουστσώφ.

Σχολιάζοντας την επαναστατική δραστηριότητα του Τσε Γκεβάρα στο Κονγκό, τη Βολιβία και άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, ο τέως αξιωματούχος της KGB είπε πως θα ήταν λάθος να την συγκρίνουμε με την αντίστοιχη “εξαγωγή πολύχρωμων επαναστάσεων” [*] ανα τον κόσμο στην οποία έχουν επιδοθεί επί δεκαετίες οι ΗΠΑ.

«Ο Τσε είχε ξεκάθαρους κοινωνικούς στόχους – να κάνει τη ζωή καλύτερη για τους λαούς, για την πλειοψηφία. Κανένας από αυτούς που τώρα οργανώνουν “πολύχρωμες επαναστάσεις” δεν συγκινούνται στην εικόνα των εξαθλιωμένων ανθρώπων, σε αντίθεση με τον Τσε που δάκρυζε» εξομολογείται ο Λεόνωφ. «Αυτός ήταν ο λόγος που πήγε στο Κονγκό, τη Βολιβία, την Κούβα».

Σύμφωνα με το Νικολάι Λεόνωφ ο Τσε δολοφονήθηκε έπειτα απο διαταγή της CIA. Παρ’ όλο που η διατάγη βγήκε – επισήμως – από τον τότε βολιβιανό πρόεδρο Ρενέ Μπαριέντος, ο ίδιος έδρασε κατ’ εντολήν του σταθμάρχη της CIA στη Λα Παζ που ήταν επικεφαλής της όλης επιχείρησης. «Οι ΗΠΑ», ξεκαθαρίζει ο Λεόνωφ, «έδρασαν με βιασύνη ώστε να απαλλαγούν από τον Τσε, βλέποντας τον ως μεγάλο κίνδυνο – μεγαλύτερο απ’ όσο μια ατομική βόμβα που θα έπεφτε στο έδαφος τους».

«Η εικόνα του, τους στοιχειώνει ακόμη και σήμερα».

[*]: Με τον όρο «πολύχρωμες επαναστάσεις» ο Ν.Λεόνωφ αναφέρεται πιθανότατα σε προαποφασισμένες μαζικές κινητοποιήσεις τύπου «πορτοκαλί επανάσταση» στην Ουκρανία, ή ακόμη και σε «επαναστάσεις» στη Μέση Ανατολή για την ανατροπή κυβερνήσεων, όπως π.χ. στη Λιβύη του Καντάφι και Συρία του Άσαντ.