«Αλλη μια φορά»: Η συνέχεια των περιπετειών του νεαρού Ερνέστο Γκεβάρα (Βιβλιοκριτική)

Ένα καινούριο βιβλίο από τις εκδόσεις Ocean Sur/Ocean Press, για τη σειρά Proyecto Editorial Che Guevara (Εκδοτικό Πρόγραμμα Τσε Γκεβάρα): Ο ισπανικός τίτλος του είναι Otra Vez [Άλλη μια φορά] και ο αγγλικός Latin America Diaries. Πρόκειται ουσιαστικά για τη συνέχεια των πολύ γνωστών «Ημερολογίων μοτοσυκλέτας» [1] και περιγράφει το δεύτερο μεγάλο ταξίδι του νεαρού Ερνέστο Γκεβάρα στη Λατινική Αμερική, πριν γίνει γνωστός ως Τσε.

Το 180 σελίδων βιβλίο περιέχει επιστολές, ποιήματα και ανταποκρίσεις που συνθέτουν μια μαρτυρία για το δεύτερο λατινοαμερικάνικο ταξίδι του Ερνέστο Γκεβάρα μετά την αποφοίτησή του από την ιατρική σχολή. Η νέα αυτή έκδοση των ημερολογίων του Τσε έχει πλήρως αναθεωρηθεί από την χήρα του, Αλέιδα Μαρτς ντε Γκεβάρα, η οποία με επιμέλεια διόρθωσε την αρχική δουλειά της ελέγχοντας τον δυσανάγνωστο γραφικό χαρακτήρα του συζύγου της. Το βιβλίο περιλαμβάνει ακόμα έναν πρόλογο του Αλμπέρτο Γκρανάδο και 32 σελίδες με αδημοσίευτες φωτογραφίες, μεταξύ αυτών και φωτογραφίες του γιού του Τσε, Ερνέστο του νεότερου, καθώς αναζητούσε τα ίχνη του πατέρα του.

Στη συνέχεια έχουμε μεταφράσει μια βιβλιοκριτική του Otra Vez από τον Ροδόλφο Ρομέρο Ρέγιες.

7 Ιουλίου 1953. Ο νεαρός Ερνέστο Γκεβάρα μαζί με το φίλο του Κάρλος «Καλίκα» Φερέρ, αποφασίζουν να επιχειρήσουν ένα νέο ταξίδι.  Για τη «Μεγάλη Αμερική», για την οποία ομολόγησε μετά την πρώτη του ανάλογη εμπειρία: «Με έχει αλλάξει περισσότερο απ’ ότι πίστευα». Αυτή τη φορά τα βήματά του  τον φέρνουν στη Βολιβία, το Περού, το Εκουαδόρ, τον Παναμά, την Κόστα Ρίκα, τη Νικαράγουα, την Ονδούρα, το Ελ Σαλβαδόρ, τη Γουατεμάλα, το Μεξικό, και τελικά στην Κούβα [2].

Ως καλός χρονογράφος της εποχής του και των κατορθωμάτων του, ο Ερνέστο κρατάει ημερολόγιο με χρονολογικές εγγραφές πολύ προσωπικές. Βγάζει φωτογραφίες απ’ όλα όσα ανακαλύπτει σ’ αυτό το δεύτερο ταξίδι. Είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος για να προσεγγίζει τις πραγματικότητες που αντικρίζει, μια συνήθειά του από το πρώτο ταξίδι ήδη. Τα γράμματα που ανταλλάσει με τη μητέρα του Σέλια ντε λα Σέρνα και τη φίλη του Μπέρτα Χίλδα (Τίτα) Ινφάντε, καθώς και άλλα κείμενα που γράφει για να δημοσιευτούν ή απλά για προσωπική του ευχαρίστηση, αποτελούν μαρτυρίες του έντονου περάσματος του από καθεμία από τις χώρες που επισκέφτηκε. Όλη αυτή η συλλογή κειμένων εμφανίζεται στο βιβλίο Otra Vez.

Για τους αναγνώστες που γνώρισαν από πρώτο χέρι τις σκέψεις του μέσα από το βιβλίο Notas de viaje [Σημειώσεις Ταξιδιού, πιο γνωστό ως Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας], που βασίζεται στο προσωπικό του ημερολόγιο κατά τη διάρκεια του πρώτου ταξιδιού που έκανε μαζί με τον Αλμπέρτο Γκρανάδο, θα βρουν σ’ αυτόν τον δεύτερο τόμο σκέψεις πιο βαθιές και σχετικές με ενδιαφέροντα πιο συγκεκριμένα μέσα στο έντονο και συγκρουσιακό πολιτικό πλαίσιο που διαγραφόταν τότε στη Λατινική Αμερική.

Στη Βολιβία, μέσα στην περιοχή των ορυχείων, μαθαίνει για τους λαϊκούς αγώνες ένα χρόνο μετά την επικράτηση της Επανάστασης του Απρίλη του 1952, και γράφει: «Αλλά το ορυχείο δεν είχε παλμό. Έλειπε η ώθηση των μπράτσων που κάθε μέρα βγάζουν το φορτίο του ορυκτού στη γη και που τώρα ήταν στη Λα Πας υπερασπιζόμενα την Επανάσταση γιατί είναι 2 Αυγούστου, ημέρα του Ινδιάνου και της Αγροτικής Μεταρρύθμισης».

Ένα εξαιρετικά σημαντικό γεγονός στην πορεία του ήταν η συνάντηση με τις πιο υψηλές εκφράσεις του πολιτισμού της αμερικανικής ηπείρου όταν επισκέπτεται την περιοχή των Άνδεων. Μετά θα έγραφε το «Μάτσου Πίτσου, αίνιγμα από πέτρα στην Αμερική», μια ιστορία που θα δημοσιεύσει στις 2 Δεκεμβρίου 1953. Ωστόσο, το ιστορικό γεγονός με το μεγαλύτερο αντίκτυπο στο νεαρό αργεντινό ήταν το στρατιωτικό πραξικόπημα κατά της λαοφιλούς κυβέρνησης του Χάκομπο Άρμπενς στη Γουατεμάλα.

Σύμφωνα με τη γνώμη του Αλμπέρτο Γκρανάδο, συμμετέχοντας σε αυτά τα γεγονότα ο Τσε «στερεώνει τις πολιτικές του γνώσεις και του μεγαλώνει η ανάγκη να εμβαθύνει στις σπουδές του για να προσδιορίσει με μεγαλύτερη καθαρότητα τα αίτια ενός αγώνα που θα κορυφωθεί με μια πραγματική επανάσταση».

Σε ένα γράμμα που γράφει στη μητέρα του στις 4 Ιουλίου 1954 της περιγράφει την οπτική του πάνω στα γεγονότα που έζησε: «Η ωμή αλήθεια είναι ότι ο Άρμπενς δεν μπορούσε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. […] Δε σκέφτηκε ότι η πόλη ήταν γεμάτη αντιδραστικούς και ότι τα σπίτια που χάθηκαν δικά τους και όχι του λαού, ο οποίος δεν έχει τίποτα και ήταν αυτός που υπερασπίστηκε την κυβέρνηση. Δε σκέφτηκε ότι ένας λαός οπλισμένος είναι μια εξουσία ανίκητη παρά το παράδειγμα της Κορέας και της Ινδοκίνας. Θα μπορούσε να είχε δώσει όπλα στο λαό και δεν ήθελε, και το αποτέλεσμα είναι αυτό».

Σε άλλο κείμενο που γράφηκε προς το τέλος του 1954 με τον τίτλο «Το δίλημμα της Γουατεμάλας», θα εκθέσει τις ιδέες του σχετικά. Το άρθρο περιλαμβάνεται στα παραρτήματα του βιβλίου.

Στη Γουατεμάλα ακριβώς γνωρίζει τον νεαρό κουβανό επαναστάτη Αντόνιο «Νίκο» Λόπες, ο οποίος είχε ηγηθεί της επίθεσης στο στρατώνα Κάρλος Μανουέλ ντε Σέσπεδες στο Μπαγιάμο στις 26 Ιούλη 1953. Μετά την αντάμωση των δύο νέων στο Μεξικό, μήνες μετά, θα θεμελιώνονταν οι οριστικοί δεσμοί ανάμεσα στον Ερνέστο, που από τότε έγινε Τσε, και τη Γενιά της Εκατονταετίας [3]. Ένα περιστατικό που αναφέρεται συνοπτικά στις σημειώσεις του όταν γράφει: «Ένα πολιτικό γεγονός είναι η γνωριμία με τον Φιντέλ Κάστρο, τον κουβανό επαναστάτη, νέο άνδρα, ευφυή, πολύ σίγουρο για τον εαυτό του και με τεράστια τόλμη∙ νομίζω ότι η συμπάθεια είναι αμοιβαία».

Καθώς ήταν ένας από τους μελλοντικούς συμμετέχοντες στην εκστρατεία του πλοιαρίου Γκράνμα, συλλαμβάνεται από τις μεξικανικές αρχές μαζί με τους υπόλοιπους κουβανούς εξόριστους. «Μέσα σε αυτές τις μέρες της φυλακής και τις προηγούμενες της στρατιωτικής εκπαίδευσης, ταυτίστηκα πλήρως με τους συντρόφους στον κοινό σκοπό, θυμάμαι μια φράση που μια μέρα μου φάνηκε ανόητη ή το λιγότερο παράξενη, σχετικά με τόσο καθολική ταύτιση με όλα τα μέλη του μάχιμου σώματος, που η ιδέα ʺεγώʺ είχε εξαφανιστεί ολοκληρωτικά για να δώσει τη θέση της στην ιδέα ʺεμείςʺ. Ήταν μια κομμουνιστική ηθική και φυσιολογικά μπορεί να φαίνεται μια δογματική υπερβολή, αλλά πραγματικά ήταν (και είναι) όμορφο να μπορείς να νιώσεις αυτή την συγκίνηση του ʺεμείςʺ».

Το Otra Vez είναι ένα βιβλίο λίγων σελίδων αλλά περιέχει πυκνές ιδέες. Το φωτογραφικό υλικό του περιέχει, εκτός από τις φωτογραφίες που αναφέρθηκαν [και τραβήχτηκαν από τον ίδιο το Γκεβάρα] σημειώσεις που δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες La Hora και Diario της Κόστα Ρίκα, οι οποίες έγραφαν για την περιοδεία των δύο αργεντινών νέων στην ήπειρο, κάνοντας αναφορά και για τον Εντουάρντο «Γκουάλο» Γκαρσία. Πρόκειται για αργεντινό φοιτητή που υποχρεώθηκε να φύγει στην εξορία ως αντιπερονιστής και τον οποίο ο Τσε γνώρισε στο Εκουαδόρ, για να γίνει αργότερα ο νέος σύντροφός του στα ταξίδια. Σε μια από τις τελευταίες σελίδες, με ημερομηνία 1955,  αναφέρεται ο Τσε ως φωτορεπόρτερ του αργεντίνικου πρακτορείου Agencia Latina.

Στις τελευταίες γραμμές του ημερολογίου, το οποίο διακόπτεται καθώς πλησιάζει η οριστική του ένταξη στην κουβανική επαναστατική διαδικασία, διηγείται ότι μερικούς μήνες πριν είχε γεννηθεί η πρώτη κόρη του, Ίλδα Μπεατρίς Γκεβάρα. Κλείνοντας την τελευταία σελίδα, καταλήγει ως εξής: «Τα σχέδιά μου για το μέλλον είναι νεφελώδη αλλά ελπίζω να τελειώσω μια δυο ερευνητικές εργασίες. Αυτή η χρονιά μπορεί να είναι σημαντική για το μέλλον μου. Έχω φύγει πια από τα νοσοκομεία. Θα γράψω με περισσότερες λεπτομέρειες».

Το Proyecto Editorial Che Guevara έχει κάνει μέχρι τώρα γύρω στις 30 εξειδικευμένες εκδόσεις σχετικά με τη ζωή και το έργο του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, ταξινομημένες σε διάφορες θεματικές ενότητες: Έργα της νεότητας, ανθολογίες, ιστορική μνήμη, φιλοσοφία και πολιτική, πολιτική οικονομία, κριτική πάνω στη σκέψη και το έργο του Τσε. Το βιβλίο Otra Vez μαζί με το Notas de Viaje εντάσσονται στην ενότητα «Γραπτά της Νεότητας» (Escritos de Juventud), με βασικό θέμα τα δύο μεγάλα ταξίδια του νεαρού Ερνέστο.

Οι εκδόσεις Ocean Sur, με γραφεία στην Κούβα, τη Βενεζουέλα και το Ελ Σαλβαδόρ, ασχολούνται με τη διάδοση της επαναστατικής σκέψης της Λατινικής Αμερικής όλων των εποχών. Εμπνευσμένες από την εθνική, πολιτιστική και φυλετική διαφοροποίηση, τους αγώνες για την εθνική κυριαρχία και το αντιϊμπεριαλιστικό πνεύμα, έχουν αναπτύξει εδώ και 5 χρόνια διάφορα εκδοτικά προγράμματα που προβάλουν τις διεκδικήσεις και τα σχέδια μετασχηματισμού της Λατινικής Αμερικής. Ο κατάλογος εκδόσεων περιλαμβάνει βιβλία πολιτικής θεωρίας και φιλοσοφίας της αριστεράς, της ιστορίας των λαών, τη διαδρομή των κοινωνικών κινημάτων και τη διεθνή πολιτική συγκυρία.

Οι συλλογές περιλαμβάνουν, εκτός από τη σειρά για τον Τσε Γκεβάρα, ανάλογες σειρές για το Φιντέλ Κάστρο, την Κουβανική Επανάσταση, το Λατινοαμερικάνικο Πλαίσιο, τη Μαρξιστική Βιβλιοθήκη, Επαναστατικοί Βίοι, Ιστορίες από τα Κάτω, Ρόκε Ντάλτον [4], Φωνές του Νότου, η Άλλη ιστορία της Λατινικής Αμερικής και η Σοσιαλιστική Σκέψη.

Η Ocean Press είναι ανεξάρτητος εκδοτικός οίκος με έδρα την Αυστραλία και γραφεία επίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κούβα. Δημιουργήθηκε το 1989 και εκδίδει βιβλία στα αγγλικά και τα ισπανικά με κυριότερες αγορές τις ΗΠΑ, τον Καναδά, τη Μ. Βρετανία, την Ιαπωνία, τη Ν. Ζηλανδία, τη Ν. Αφρική, την Ινδία και την Κούβα. Η θεματολογία των εκδόσεων επικεντρώνεται στη διεθνή πολιτική, τις κοινωνικές αλλαγές, την Κούβα και τη Λατινική Αμερική. Έχει προβάλει τη ζωή και το έργο προσωπικοτήτων όπως ο Τσε Γκεβάρα, ο Φιντέλ Κάστρο, ο Νόαμ Τσόμσκι, ο Τζο Σλόβο [5], ο Σαλβαδόρ Αλιέντε, η Νίδια Ντίας [6] και ο Χοσέ Μαρτί. Υπάρχει επίσης ειδική σειρά για την ιστορία και τα πεπραγμένα της CIA κατά των επαναστατικών κινημάτων.

Πηγή / Μετάφραση: Prensa Rebelde.

[1] Το χρονικό του πρώτου και πιο γνωστού από τα μεγάλα  ταξίδια του νεαρού Ερνέστο, με το παρανόμι «Φουσέρ» τότε. Μαζί με το φίλο του Αλμπέρτο Γκρανάδο («Μιάλ») ξεκίνησαν από την Αργεντινή στις 31 Δεκεμβρίου 1951 για να καταλήξουν στη Βενεζουέλα μετά από τεσσερισήμισι μήνες και 14.000 χλμ. Έχει κυκλοφορήσει  από τον ίδιο εκδότη με τον τίτλο Notas de Viaje.

[2] Στο Μεξικό ο Γκεβάρα θα γνωρίσει κουβανούς εξόριστους με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο και θα ενταχθεί τελικά  στους 82 του Γκράνμα που θα ξεκινήσουν την Κουβανική Επανάσταση, με το προσωνύμιο «Τσε» πλέον.

[3] Generación de Centenario. Οι βετεράνοι της επίθεσης στους στρατώνες Μονκάδα και Κάρλος Μανουέλ ντε Σέσπεδες στις 26/7/1953 υπό την ηγεσία του Φιντέλ Κάστρο. Ονομάστηκαν έτσι επειδή εκείνη τη χρονιά συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη γέννηση του Χοσέ Μαρτί.

[4] Επαναστάτης ποιητής από το Ελ Σαλβαδόρ. Δολοφονήθηκε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες το 1975.

[5] Ηγετικό στέλεχος του ΚΚ Νοτίου Αφρικής και του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου, αν και λευκός.

[6] Ιδρυτικό στέλεχος του Μετώπου Φαραμπούντο Μαρτί για την ανεξαρτησία του Ελ Σαλβαδόρ.

Βιβλιοκριτική: Fidel & Che: A Revolutionary Friendship (Simon Reid-Henry)

Fidel Che Revolutionary Friendship book coverΚριτική του βιβλίου “Fidel & Che: A Revolutionary Friendshipτου Σάιμον Ρέϊντ-Χένρι, Sceptre, 2009. Εμπεριέχει στοιχεία και από το βιβλίο της Helen Yaffe, “Che Guevara: The Economics of Revolution” (Palgrave).

Του Ρίτσαρντ Γκοτ*.

Οι Επαναστάσεις πάντα αναδείκνυαν ενδιαφέροντες ηγέτες. Εντυπωσιακές μορφές προέκυψαν στη Γαλλία στα 1790: Ροβεσπιέρος, Νταντόν, Σεντ Ζυστ, Ναπολέων – ένα καταπληκτικό σύνολο ταλέντου. Στη Ρωσική Επανάσταση κυριάρχησε ένας γαλαξίας πρωτοτυπίας και πρωτοβουλίας: Λένιν, Τρότσκι, Στάλιν, Μπουχάριν. Η Δημοκρατική πολιτική ιστορία, σε οποιαδήποτε δεκαετία, απεναντίας, έχει συγκριτικά να προσφέρει ελάχιστα τέτοια παραδείγματα. Οι αριστεροί ιστορικοί ήταν κάποτε εχθρικοί στην ιδέα ότι το παρελθόν ήταν γεμάτο από “σπουδαίες προσωπικότητες” (που συνήθως είναι άνδρες), αν και πρόσφατα οι ομοϊδεάτες του Ντέιβιντ Στάρκλεϊ έχουν αναβιώσει αυτήν την συντηρητική άποψη με κάποια εμπορική επιτυχία. Παρ’ ότι παραμένει αληθές ότι οι επαναστάσεις είναι γεναιόδωρες στην παραγωγή επαναστατών – όταν κάποιος πεθαίνει υπάρχει πάντα κάποιος να πάρει τη θέση του – πρέπει να έχεις ιδιαίτερη έλλειψη ρομαντισμού ώστε να μην αναγνωρίσεις πως η Ιστορία θα είχε διαφορετική γεύση εάν, ας πούμε, ο Φιντέλ Κάστρο και ο Τσε Γκεβάρα είχαν πεθάνει και οι δύο στα κουβανικά παράλια το Δεκέμβρη του 1956, όταν προσάραξαν με το πλοιάριο Γκράνμα. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως στην πτώση του Μπατίστα συνέβαλλε η κατάρρευση της τιμής της ζάχαρης, αλλά η Κούβα, ως παγκόσμιο φαινόμενο, δεν θα είχε ποτέ την λαμπερή της λάμψη χωρίς τα φωτογενή και χαρισματικά χαρακτηριστικά των πρώτων αρχηγών της Επανάστασης.

Εισερχόμενος σε γνωστά μονοπάτια, ο Σάϊμον Ρέϊντ-Χένρι είχε την φαεινή ιδέα να γράψει μια διπλή βιογραφία των δύο αυτών ανδρών (Φιντέλ και Τσε) κατά τη διάρκεια της δεκαετίας που ήταν μαζί. Είναι μια τόσο έξυπνη και προφανής σκέψη που αποτελεί έκπληξη πως κανένας δεν το είχε επιχειρήσει στο παρελθόν. Το έκανε ο Μπέρτραμ Γούλφ με το βιβλίο “Οι Τρείς που έκαναν την Επανάσταση”, δημοσιευθέν το 1948, ένας καθηλωτικός απολογισμός της Ρωσικής Επανάστασης μέσα από τις δραστηριότητες των Λένιν, Τρότσκι και Στάλιν, αλλά κανένας δεν είχε προηγουμένως χρησιμοποιήσει την ίδια μέθοδο με το παράδειγμα των Κάστρο και Γκεβάρα. Το αποτέλεσμα είναι μια πειστική ρεβιζιονιστική ερμηνεία της Κουβανικής Επανάστασης, που είναι και ακαδημαϊκή και προσιτή (στο πλατύ κοινό). Βασιζόμενος στις γνώσεις του πάνω στην υπάρχουσα βιβλιογραφία, καθως και την κατάθεση επιπλέον υλικού απο διάφορα αρχεία, ο Ρεϊντ-Χένρι εισέρχεται θαραλλέα στο μυαλό των δύο πρωταγωνιστών με υψηλό βαθμό αληθοφάνειας.

Ο Κάστρο παρέμεινε αβέβαιος για το αν πράγματι αντιλήφθηκε, ή ενέκρινε, την οικονομική στρατηγική του Τσε στο υπουργείο βιομηχανίας και η οποία αμφισβητήθηκε αρκετά από άλλα κυβερνητικά ιδρύματα με οικονομικές αρμοδιότητες. Τα ζητήματα που αναδείχθηκαν, γνωστά ορισμένες φορές ως “Η Μεγάλη Συζήτηση”, αφορούσαν αρκετά διαφορετικού είδους θέματα: η σχετική σημασία που δόθηκε στην εκβιομηχάνιση αντί της αγροτικής παραγωγής, το ερώτημα των ηθικών αντί υλικών κινήτρων και η καταλληλότητα του εισαγόμενου σοβιετικού οικονομικού μοντέλου.

Ένας πλήρης απολογισμός αυτής της σημαντικής αλλά δυσνόητης ιδεολογικής διαπάλης περιλαμβάνεται στο βιβλίο της Έλεν Γιάφε, Che Guevara: The Economics of Revolution (Palgrave Macmillan, 2009). Ένα μεχρί σήμερα άγνωστο πεδίο έρευνας, βασιζόμενο σε ευρεία έρευνα στα αρχεία αλλα και συνεντεύξεις με δεκάδες ζώντες συνεργάτες του Γκεβάρα, αποτελεί πραγματικά πρωτογενή συμβολή στη γνώση μας για τις εσωτερικές διαδικασίες της Κουβανικής Επανάστασης. Ο Γκεβάρα αντιλήφθηκε το σοβιετικό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, που αναμφίβολα ήταν χρήσιμο τη δεκαετία του 1920 όταν και πρωτοεφαρμόστηκε, ως ασύμβατο για τη δεκαετία του 1960. Ενδιαφέρονταν περισσότερο για την (λογιστική, οικονομικοτεχνική) οργάνωση των σύγχρονων αμερικανικών καπιταλιστικών συστημάτων, από τα οποία η Κούβα είχε ήδη μια εμπειρία σε αντίθεση με την Σοβιετική Ένωση. Εάν το μέλλον του σοσιαλισμού είναι συνδεδεμένο με τον κρατικό καπιταλισμό, υποστήριζε ο Γκεβάρα, τότε ίσως μπορούμε να μάθουμε περισσότερα από την Αμερική παρά απ’ τη Ρωσία…

Ο Φιντέλ και ο Τσε τα πήγαιναν καλά μαζί, είχαν την ίδια αντίληψη σε πολλά σημαντικά ζητήματα, τα διαφορετικά ταλέντα τους συμπλήρωναν το ένα τ’ άλλο. Ήταν πολλοί διαφορετικοί. Στο βιβλίο της Γιάφε παρουσιάζεται μια ανέκδοτη μέχρι πρότινος πτυχή της σχέσης τους. Τον Οκτώβρη 1961, ο Τσε σημείωσε την “καταπληκτική ικανότητα” του Φιντέλ να πλησιάζει τον κόσμο και να δημιουργεί απευθείας επαφή με τις μάζες. Σε αντίθεση με αυτό, είπε ο Τσε σε μια συνάντηση στο υπουργείο βιομηχανίας, “δε γνωρίζω ούτε ένα καμπαρέ, σινεμά η παραλία… πρακτικά δεν έχω βρεθεί σε οικογενειακό σπίτι στην Αβάνα, δεν γνωρίζω πως ζούν οι κουβανοί, γνωρίζω μόνο στατιστική, αριθμούς ή προϋπολογισμούς…”. Η αυστηρή λιτότητα της επαναστατικής εμφάνισης και καθημερινής πρακτικής του Τσε τον τοποθετεί κοντύτερα στο Ροβεσπιέρο παρά στο Νταντόν.

Το βιβλίο του Ρεϊντ-Χένρι περιγράφει την ιστορία περισσότερο συνοπτικά από τα περισσότερα γιγαντιαία βιβλία-βιογραφίες που έχουν δημοσιευθεί για τον Φιντέλ και τον Τσε. Έχει όμως τις αδυναμίες του. Ακολουθεί προηγηθείσες ιστορίες δίνοντας βάση στην πρώϊμη περίοδο του ανταρτοπολέμου (παίρνει 200 σελίδες, το μισό βιβλίο, για να φτάσει στο 1959) και έπειτα είναι υποχρεωμένος να περάσει τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης, που είναι ενδιαφέροντα και ταραχώδη, με σχετική βιασύνη. Γράφει με την ψυχολογική ματιά ενός μυθιστοριογράφου, αν και κάποιος θα μπορούσε να δυσανασχετήσει με τα μωβ κείμενα όπου αφήνει την φαντασία του να τρέψει πέρα απ’ τα υπάρχοντα στοιχεία. Είναι συχνά απρόσεκτος με τις ημερομηνίες και υπεροπτικός όταν συστήνει, ή σε άλλες περιπτώσεις αγνοεί επιδεικτικά, κάποιους εξέχουσας σημασίας ιστορικούς χαρακτήρες.

Με την σημερινή οπτική και προοπτική, ο συγγραφέας λίγο έως πολύ υποβιβάζει το ρόλο του αδελφού του Φιντέλ, του τωρινού προέδρου της Κούβας. Ο Ραούλ Κάστρο, χωρίς τα χαρίσματα του αδελφού του, ήταν πάντοτε ηγετικό στέλεχος, κυρίως δε με την στενή στρατιωτική συνεργασία που ανέπτυξε με την Σοβιετική Ένωση επί τριάντα χρόνια. Παρ’ όλα αυτά ποτέ δεν συγκέντρωσε τα φώτα επάνω του και παραμένει “σκιώδης” σε αυτό το βιβλίο, όπως και σε προηγηθήσες βιογραφίες του αδελφού του και του Γκεβάρα. Για ένα βιβλίο σχετικό με την Κούβα ο τίτλος “Οι Τρείς που έκαναν την Επανάσταση” θα ήταν επίσης ένας καλός τίτλος.

 * Το κείμενο του Ρ.Γκοτ γράφτηκε για το London Review of Books αλλά δεν δημοσιεύθηκε ποτέ. O Γκοτ (γεν.1938) είναι βρετανός δημοσιογράφος και ιστορικός. Μετάφραση – Επιμέλεια: Ν.Μόττας / Guevaristas.