Τσε Γκεβάρα, ένα Σύμβολο Πάλης (Μέρος Τρίτο)

Του Τόνυ Σανουά.

Διεθνισμός.

Σε μια γιορτή για τα 24α γενέθλια του στο Περού έκανε την εξής πρόποση: «…η διαίρεση της Αμερικής σε διάφορες φανταστικές εθνότητες είναι τελείως πλασματική. Αποτελούμε μια ενιαία φυλή μιγάδων η οποία παρουσιάζει αξιοσημείωτες εθνογραφικές ομοιότητες από το Μεξικό ως τον Πορθμό του Μαγγελάνου. Γι’ αυτό στην προσπάθεια μου να ελευθερωθώ από το βάρος οποιουδήποτε στενόμυαλου πατριωτισμού πίνω εις υγείαν του Περού και μιας ενωμένης Αμερικής«. Αυτή η δήλωση του έδειχνε καθαρά τις εξελλισόμενες διεθνιστικές του πεποιθήσεις. Βέβαια δεν αποτελούσαν μια ολοκληρωμένη μαρξιστική ανάλυση και ήταν κάπως απλοϊκές στην εκτίμηση της κατάστασης. Η ιδέα της ενοποιημένης Λατ.Αμερικής υπάρχει ακόμα από τον καιρό του Σιμόν Μπολιβάρ (ο οποίος ηγήθηκε ένοπλων εξεγέρσεων κατά της Ισπανίας και βοήθησε να εξασφαλιστεί η ανεξαρτησία σ’ ένα μεγάλο τμήμα της Λατ.Αμερικής) και από τους πολέμους της εθνικής απελευθέρωσης του 19ου αιώνα. Η ενότητα της ηπείρου εξακολουθεί να είναι ένα μεγάλο όραμα για τις λατινοαμερικάνικες μάζες, όμως από τότε έχει δημιουργηθεί και μια εθνική συνείδηση σε κάθε χώρα.

Η επιθυμία ωστόσο, των μαζών να ενοποιήσουν την Λατ.Αμερική δεν είναι εφικτή στα πλαίσια του καπιταλισμού. Η αστική τάξη κάθε λατινοαμερικάνικου έθνους έχει μεν να υπερασπιστεί τα δικά της οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, αλλά την ίδια ώρα, έχει μεγάλα κοινά υλικά και οικονομικά συμφέροντα με τον ιμπεριαλισμό, που είναι αντίθετος με την ενότητα της ηπείρου, ακόμα και σε καπιταλιστικές συνθήκες, γιατί μπορεί να επιβάλλεται ευκολότερα σε ξεχωριστά και πιο αδύναμα απ’ αυτόν κράτη. Έτσι, η εγκαθίδρυση μιας δημοκρατικής ομοσπονδίας στη Λατ.Αμερική με προοπτική την ενοποίηση της ηπείρου, είναι πραγματοποίησιμη μόνο αν ανατραπεί ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός και επικρατήσει ο σοσιαλισμός. Αυτή η ιδέα του διεθνισμού ήταν ένα θέμα στο οποίο ο Τσε επανήλθε πολλές φορές και μάλιστα τα επόμενα χρόνια υπερασπίστηκε με θέρμη και την ιδέα μιας διεθνούς επανάστασης ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό.

Ο Τσε συνέχισε το ταξίδι του στην Κολομβία και την Βενεζουέλα χωρίς τον φίλο και σύντροφο του ταξιδιού του και στη συνέχεια επέστρεψε στην Αργεντινή για να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να δώσει τις τελικές του εξετάσεις στο πανεπιστήμιο. Η επίδραση αυτού του πρώτου ταξιδιού του ήταν φανερή στις «Ταξιδιωτικές του Σημειώσεις» («Notas de Viaje»), που έγραψε μετά βασισμένος στο ημερολόγιο του. Δεν ήταν πια ο ίδιος άνθρωπος που ξεκίνησε από την Αργεντινή. «Ο άνθρωπος που έγραψε αυτές τις σημειώσεις πέθανε όταν πάτησε ξανά στο έδαφος της Αργεντινής, αυτός που τις εκδίδει και τις επεξεργάζεται, «εγώ» δηλαδή, δεν είμαι εγώ, ή τουλάχιστον δεν είναι το ίδιο εγώ που ήταν προηγουμένως. Αυτή μου η περιπλάνηση στην «Αμερική» μας, με άλλαξε περισσότερο από ότι θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ«.

Οταν γύρισε στην Αργεντινή, η οικογένεια του έλπιζε ότι οι μέρες της περιπλάνησης του είχαν τελειώσει κι ότι τώρα πια θα αφοσιωνόταν στο επάγγελμα που είχε διαλέξει, την ιατρική. Ο Τσε ολοκλήρωσε τις σπουδές του τον Απρίλη του 1953 και πήρε το πτυχίο του γιατρού τ

ον Ιούνη, λίγες μέρες πριν κλείσει τα 25. Οι ελπίδες όμως των δικών του έσβησαν γρήγορα όταν ο Τσε ξεκίνησε για τη δεύτερη περιοδεία του στην Αμερική. Σ’ αυτό το ταξίδι θα πήγαινε μαζί με τον παιδικό του φίλο Κάρλος (Καλίκα) Φερέρ, που είχε διακόψει τις σπουδές του στην ιατρική.

Σύμφωνα με τον Καλίκα οι δύο φίλοι σχεδίαζαν να περάσουν πάλι από την Βολιβία, γιατί ο Τσε ήθελε να επισκεφθεί ξανά τα ερείπια των Ινκας και του Μάτσου Πίτσου. Για ακόμα αργότερα σχεδίαζαν να επισκεφθούν την Ινδία όπως έλπιζε ο Τσε και το Παρίσι που ήθελε να γνωρίσει ο Καλίκα. Ετσι, στις αρχές του Ιούλη, όταν οι δύο συνταξιδιώτες ξεκίνησαν με το τρένο από το Μπουένος Αϊρες, ο Τσε δεν μπορούσε καν να φανταστεί ότι σύντομα θα αφιέρωνε την ζωή του στον επαναστατικό αγώνα. Επικρατούσε ακόμα στον χαρακτήρα του ο μποέμ. Σχετικά σύντομα όμως αυτό επρόκειτο να αλλάξει.

Οι άνθρωποι συμμετέχουν στο επαναστατικό κίνημα για πολλούς λόγους. Μερικοί έλκονται από τις πολιτικές ιδέες, άλλοι σπρώχνονται από την αγανάκτηση τους για την υπάρχουσα κατάσταση και κάποιοι κερδίζονται στην επανάσταση όταν ζούν μέσα σε μεγάλες κοινωνικές αναταραχές, απλά γιατί δεν μπορούν πια να μείνουν αμέτοχοι στα γεγονότα. Ο λόγος για τον οποίο άλλαξε ριζικά η ζωή του Τσε δεν μπορεί να αποδοθεί σε μια μόνο αιτία. Αναμφίβολα τον ενδιέφερε η πολιτική και πράγματι εξοργιζόταν από τις κοινωνικές συνθήκες που αντίκρυζε. Την ίδια ώρα επηρεάστηκε πολύ από τις ισχυρές κοινωνικές εκρήξεις που γνώρισε στο δεύτερο ταξίδι του στην Λατ.Αμερική και ειδικότερα από τα επαναστατικά κινήματα της Βολιβίας και της Γουατεμάλας. Από κεί και πέρα η ζωή του πήρε μια εντελώς νέα και αναπάντεχη γι’ αυτόν τροπή.

Στην Βολιβία.

Κατά τη διάρκεια της δεύτερης περιοδείας του, ο Τσε έγραψε ένα άλλο ημερολόγιο με τίτλο «Otra Vez» («Πάλι Ξανά»). (* σημείωση στο τέλος του κεφαλαίου) Αναλογιζόμενος πως άρχισε το ταξίδι, έγραφε: «Αυτή τη φορά, το όνομα του κολλητού μου άλλαξε, τώρα ο Αλμπέρτο ονομάζεται Καλί-κα, όμως το ταξίδι παραμένει ίδιο: δύο διαφορετικές επιθυμίες ταξιδεύουν σ’ ολόκληρη την Αμερική χωρίς να γνωρίζουν ακριβώς τι θέλουν ή προς τα που είναι ο βορράς«.

Ο Τσέ και ο σύντροφος του έφτασαν τον Ιούλη του 1953 στην Λα Παζ, την πρωτεύουσα της Βολιβίας. Εκεί εμπλάκηκαν αμέσως στις επαναστατικές αναταραχές που συγκλόνιζαν ένα από τα πιο φτωχά και «ινδιάνικα» έθνη της Αμερικής. Δώδεκα μήνες νωρίτερα είχε ξεσπάσει ένας μαζικός ξεσηκωμός των ιθαγενών αγροτών και των εργατών στα ορυχεία κασσίτερου. Αυτή η μαζική εξέγερση ανέβασε στην εξουσία το «Εθνικό Επαναστατικό Κίνημα» (MNR -Movimiento Nacionalista Revolutionario). Η νέα κυβέρνηση, προσπαθώντας να κρατήσει το μαζικό κίνημα υπό τον έλεγχο της, αναγκάστηκε εξαιτίας των μαζικών ξεσηκωμών να εφαρμόσει ένα ευρύ πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Οι χωρικοί, μετά από μια σειρά καταλήψεις σε μεγάλες εκτάσεις γής, επέβαλαν ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αγροτικής μεταρρύθμισης. Τα ορυχεία κασσίτερου, που εκείνη την εποχή αποτελούσαν την μεγαλύτερη πηγή εισοδήματος της Βολιβίας, εθνικοποιήθηκαν. Οι εργάτες των ορυχείων και οι αγρότες πήραν τα όπλα και τμήματα του στρατού πέρασαν με το μέρος τους. Ιδρύθηκε μια πολιτοφυλακή και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα ο στρατός τυπικά διαλύθηκε. Παρ’ όλα αυτά, η επανάσταση δεν ολοκληρώθηκε με την εγκαθίδρυση ενός νέου καθεστώτος εργατικής δημοκρατίας και το κίνημα τελικά ηττήθηκε.

Κατά τη διάρκεια αυτών των επαναστατικών γεγονότων, οι εργάτες των ορυχείων έπαιξαν ηγετικό ρόλο στην ίδρυση ενός νέου ανεξάρτητου συνδικαλιστικού κέντρου, του COB (Central Obrera Boliviana-Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο Βολιβίας). Επηρεασμένο από το επαναστατικό αυτό κύμα το COB υϊοθέτησε και επίσημα πλέον το «Μεταβατικό Πρόγραμμα», που έγραψε ο Λ.Τρότσκυ το 1938. Στην Λα Παζ, ο Τσε περνούσε το μεγάλο μέρος του χρόνου του σε καφενεία και μπαρ, όπου συναντούσε πολιτικούς πρόσφυγες που είχαν καταφτάσει απ’ ολόκληρη την Αμερική. Καθώς προχωρούσε η επανάσταση, η Βολιβία είχε γίνει πόλος έλξης των ριζοσπαστών και αριστερών επαναστατών.

Ο Τσε έγραφε στο «Otra Vez»: «Η Λα Παζ είναι η Σαγκάη της Αμερικάνικης ηπείρου. Μια μεγάλη ποικιλία ριψοκίνδυνων ανθρώπων απ’ όλες τις εθνικότητες φυτρώνει και ανθίζει στην πολύχρωμη αυτή πόλη των μιγάδων». Εκεί, ο Τσε γνώρισε διάφορους πολιτικούς αγωνιστές, με τους οποίους είχε πολλές συζητήσεις και λογομαχίες. Συναντήθηκε, επίσης και με μερικούς Αργεντινούς που ζούσαν στην Λα Παζ. Ανάμεσα σε αυτούς που γνώρισε ήταν κι ένας εξόριστος Αργεντινός, ο Νόγκες.

Η επιρροή των σημαντικών κοινωνικών γεγονότων που συνέβαιναν στη Βολιβία αντανακλώνται στα σχόλια που έκανε ο Τσε για αυτόν τον ηγέτη της Αργεντίνικης κοινότητας. «Οι πολιτικές του ιδέες είναι εδώ και κάμποσο καιρό ξεπερασμένες, όμως αυτός τις διατηρεί ανεξάρτητα από την προλεταριακή καταιγίδα που έχει ξεσπάσει στο πολεμοχαρές μας ημισφαίριο». Με αυτές τις κοινωνικές επαφές, ο Τσε ζούσε μια διπλή ζωή στη Λα Παζ. Από την μια παρακολουθούσε το επαναστατικό κίνημα και από την άλλη συμμετείχε στη ζωή της υψηλής κοινωνίας της Αργεντίνικης κοινότητας. Κάποια στιγμή ο αδερφός του Νόγκες, που είχε γυρίσει πρόσφατα από την Ευρώπη, έδειξε στον Τσε και τον Καλίκα μια πρόσκληση που είχε λάβει για τον γάμο ενός Ελληνα μεγιστάνα, του Αριστοτέλη Ωνάση.

Η φωτιά της επανάστασης.

Ομως, ήταν οι επαναστατικές εξελίξεις που έζησε ο Τσε στη Λα Παζ,, που τον επηρέασαν περισσότερο. Τον Ιούλη έγραφε στον πατέρα του λέγοντας ότι ήθελε να μείνει περισσότερο στη Βολιβία διότι «…είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα χώρα και βρίσκεται σε στιγμές μεγάλου αναβρασμού. Στις 2 Αυγούστου θα εφαρμοστεί η αγροτική μεταρρύθμιση και αναμένεται να γίνουν φασαρίες και συγκρούσεις σε ολόκληρη την χώρα. Εχουμε δει απίστευτες διαδηλώσεις, ανθρώπους οπλισμένους με Μάουζερς και «πιριπίπι» (πολυβόλα) να πυροβολούν για πλάκα. Κάθε μέρα ακούγονται πυροβολισμοί και υπάρχουν πολλοί νεκροί και τραυματίες».

Ο Τσε θέλοντας να γνωρίσει τους φημισμένους Βολιβιανούς εργάτες των ορυχείων από πρώτο χέρι, επισκέφτηκε τα ορυχεία της Μπάλσα Νέγκρα, που βρισκόταν έξω από την Λα Παζ. Πριν από την επανάσταση οι φρουροί της εταιρείας πυροβολούσαν εν ψυχρώ τους απεργούς εργάτες. Τώρα όμως τα ορυχεία είχαν εθνικοποιηθεί. Ο Τσε συνάντησε φορτηγά γεμάτα με εργάτες που γύριζαν από την πρωτεύουσα, όπου είχαν πάει για να διαδηλώσουν την υποστήριξη τους στον αγώνα των αγροτών για αγροτική μεταρρύθμιση. «Με σκληρές εκφράσεις στα πρόσωπα τους και με τα κόκκινα πλαστικά κράνη τους φάνταζαν σαν πολεμιστές από άλλους κόσμους».

Παρ’ όλο, όμως που είδε την τρομερή δύναμη των Βολιβιανών εργατών ο Τσε δεν κατάφερε ποτέ να καταλάβει πραγματικά τον αποφασιστικό ρόλο που μπορεί να παίξει η εργατική τάξη στη σοσιαλιστική επανάσταση, ακόμα και σε χώρες όπως η Βολιβία, όπου η εργατική τάξη αποτελούσε την μειοψηφία του πληθυσμού. Αυτή του η αδυναμία, σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες έμελλε να έχει ένα άμεσο αντίκτυπο στις ιδέες που ανάπτυξε αργότερα.

Σ’ αυτό όμως το στάδιο της πολιτικής εξέλιξης του Τσε, πρέπει να σημειώσουμε την μεγάλη επιρροή που άσκησαν τα γεγονότα της Βολιβίας στην αντίληψη του. Για πρώτη φορά στη ζωή του ήρθε σε άμεση επαφή με την φλόγα της επανάστασης. Παρά όμως το σαρωτικό χαρακτήρα αυτών των γεγονότων, ο Τσε παράμεινε ακόμα κύρια παρατηρητής παρά ενεργός συμμέτοχος σ’ αυτά. Αφού παράτειναν τη διαμονή τους στην Λα Παζ για περίπου ένα μήνα, τελικά ο Τσε κι ο Καλίκα, συνέχισαν το ταξίδι τους. Εμειναν λίγο καιρό στο Περού και στη Λίμα, συνάντησαν ξανά τον δόκτωρ Πέσκε και τον Νόγκες. Ο Νόγκες τους κάλεσε μερικές φορές να δειπνήσουν μαζί στο «Κάουντρι Κλάμπ» και στο πιο ακριβό ξενοδοχείο της Λίμας, το «Γκράντ Οτέλ Μπολιβάρ».

Μετά, συνέχισαν για το Εκουαδόρ όπου έκαναν καινούργιες φιλίες. Ο Τσε σκόπευε να συνεχίσει με τον Καλίκα για την Βενεζουέλα. Μετά όμως από μια σειρά περιπέτειες ο Καλίκα και ο Τσε χώρισαν. Ο Καλίκα κατευθύνθηκε προς το Καράκας και ο Τσε μαζί με ένα νέο φίλο, τον Γκάλο, προς την Γουατεμάλα. Βέβαια είχαν μείνει χωρίς λεφτά και έτσι αναγκάστηκαν να δουλέψουν για να πληρώσουν τα εισιτήρια του πλοίου. Πριν φτάσουν στην Γουατεμάλα πέρασαν από την Κόστα Ρίκα, τον Παναμά και τη Νικαράγουα και στο δρόμο ειχαν την ευκαιρία να γνωρίστούν και να συζητήσουν με διάφορα άτομα και παρέες. Ταξιδεύοντας με κατεύθυνση τον βορρά προς την Κεντρική Αμερική, ο Τσε μπήκε για πρώτη φορά σε ένα διαφορετικό κόσμο απ’ αυτόν που υπήρχε στη νότια χερσόνησο της Λατινικής Αμερικής. Ο ιμπεριαλισμός κυριαρχούσε σε αυτές τις χώρες του νότου σε συνεργασία με την ντόπια αδύναμη εθνική αστική τάξη. Υπήρχε ένας σχετικά μεγάλος αστικός πληθυσμός, και η εργατική τάξη στις πόλεις όπως και οι κοινωνίες ήταν πιο αναπτυγμένες. Αυτό συνέβαινε ακόμα και στις φτωχότερες εκείνη την εποχή χώρες, όπως η Βολιβία και το Περού.

Ωστόσο, σε μια σειρά χώρες της Κεντρικής Αμερικής ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ επέβαλλε απ’ ευθείας ντόπιους τυρράνους ως δικτάτορες και την ίδια στιγμή, μισητές εταιρείες όπως η Coca-Cola και η United Fruit Company λεηλατούσαν ξεδιάντροπα τις οικονομίες τους. Οπως σχολίασε κι ο Τσε: «…οι χώρες αυτές δεν ήταν πραγματικά έθνη, αλλά ιδιωτικά φέουδα«. Κι αυτά συνέβαιναν μόλις 50 χρόνια αφότου ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ δημιούργησε το κράτος του Παναμά, που διοικούσε σαν να ήταν χτήμα του, για να έχει τον έλεγχο της διώρυγας που είχε φτιάξει για να εξυπηρετεί τους εμπορικούς και στρατηγικούς του στόχους. Η Νικαράγουα κυβερνιόταν για 30 χρόνια από ένα διεφθαρμένο δικτάτορα, τον Σομόζα. Το Σαλβαδόρ κυβερνήθηκε από μια σειρά δικτατόρων, που σαν κύριο στόχο τους είχαν να υπερασπίσουν τα συμφέροντα των ιδιοκτητών φυτειών καφέ και οι Ονδούρες έπαιζαν ουσιαστικά το ρόλο της ιδιωτικής φυτείας της United Fruit Company.

Η United Fruit Company ήταν το σύμβολο της εκμετάλλευσης της ηπείρου από τον ιμπεριαλισμό. Ο αγαπημένος ποιητής του Τσε, ο Πάμπλο Νερούδα, έγραψε μερικούς ειρωνικούς στίχους με τίτλο «La United Fruit CO», εκφράζοντας έτσι τα αισθήματα των Λατινοαμερικανών για την ιμπεριαλιστική κυριαρχία.

«Οταν ήχησαν οι σάλπιγγες
όλα πάνω στην γή είχαν ετοιμαστεί
κι ο Ιεχωβάς μοίρασε τον κόσμο
στην Coca-Cola Inc, την Anaconda,
την Ford Motors και σ’ άλλες οντότητες
Η United Fruit Company κράτησε γι’ αυτήν το πιο ζουμερό:
το κεντρικό παράλιο της γής μου,
τη γλυκειά μέση της Αμερικής…».
Το ποίημα του Νερούδα συνεχίζει και καταγγέλει την εταιρεία που δημιούργησε τις «δικτατορίες της μύγας», τους δικτάτορες δηλαδή της Κεντρικής Αμερικής:
«μύγα Τρουχίγιο, μύγα Τάτσος,
μύγα Καρρίας, μύγα Μαρτίνεζ,
μύγα Ουβίκο….
μύγες ποτισμένες με αίμα».

(Άρθρο στο Socialistworld.net / Μετάφραση: “Ξεκίνημα”, Σοσιαλιστική Διεθνιστική Οργάνωση).