Τσε Γκεβάρα, ένα Σύμβολο Πάλης (Μέρος Δεύτερο)

Του Τόνυ Σονουά.

Τροτσκισμός.

Βέβαια δεν ξέρουμε τι συμπεράσματα έβγαζε ο Τσε από τη μελέτη των έργων του Τρότσκι και δεν πρόλαβε να προβάλει και να υποστηρίξει τέτοιες ιδέες, που φανερά θα έδειχναν ότι υιοθετούσε αυτές τις θέσεις. Παρόλα αυτά συνέχισε να τις μελετά. Λίγο πριν τον θάνατο του το 1967, για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι ο Γάλλος διανοούμενος Ρεζίζ Ντεμπρέ, που ήταν τότε στη Βολιβία και δούλευε με τις αντάρτικες δυνάμεις του Τσε, του έδωσε αρκετά βιβλία του Τρότσκι να διαβάσει. Δυστυχώς, εκείνη την περίοδο, οι ηγέτες του κύριου Τροτσκιστικού ρεύματος που υπήρχε τότε, δεν έκαναν καμιά προσπάθεια να ανοίξουν πολιτικό διάλογο και συζήτηση για τα ζητήματα αυτά, με στόχο να βοηθήσουν τον Τσε να προχωρήσει και να ολοκληρώσει τις ιδέες του για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Αντίθετα, υποστήριξαν και ενθάρρυναν παραπέρα τις απόψεις του για το αντάρτικο και έδωσαν πλήρη και άκριτη υποστήριξη στο καθεστώς του Φιντέλ Κάστρο.

Στις ιδέες αυτές και στη λαθεμένη αυτή στάση αντιτάχθηκαν τότε, παρά τις μικρές τους δυνάμεις, οι αγωνιστές της οργάνωσης του Militant (τώρα Σοσιαλιστικό Κόμμα), που υποστήριζαν τις ιδέες του Τρότσκι και αργότερα δημιούργησαν την Επιτροπή για μια Εργατική Διεθνή (C.W.Ι.). To 1960, την εποχή των θυελλωδών γεγονότων στην Κούβα, τα μέλη της οργάνωσης του Militant υποστήριξαν βέβαια την επανάσταση και την ανατροπή του Μπατίστα, εξήγησαν όμως την ίδια ώρα τον χαρακτήρα του νέου καθεστώτος που δημιουργήθηκε και την ανάγκη να προσανατολιστεί προς την εργατική τάξη για να μπορέσει να εξαπλώσει την επανάσταση σ’ ολόκληρη την Λατ. Αμερική.

Αργότερα, ο Πήτερ Ταφ, σ’ ένα άρθρο του στο τεύχος 390 της βρετανικής εφημερίδας «Militant», εξήγησε τις διεργασίες που αναπτύσσονταν στην Κούβα. «Ο Κάστρο και ο Γκεβάρα στηρίχθηκαν κύρια στους αγρότες και στον αγροτικό πληθυσμό. Η εργατική τάξη μπήκε τελευταία στον αγώνα με την Γενική Απεργία που έγινε στην Αβάνα, όταν οι αντάρτες είχαν πια θριαμβεύσει και ο Μπατίστα το έσκασε για να σώσει τη ζωή του». Εξηγώντας πως αυτή η αγροτική βάση, στην οποία στηρίχθηκε η Κουβανική Επανάσταση, διαμόρφωσε ολόκληρο το χαρακτήρα του κινήματος, ανάλυσε πως ξεδιπλώθηκε η επανάσταση και πως κατάληξε στην κατάργηση του καπιταλισμού και της ατομικής ιδιοκτησίας. Ετσι υποστήριξε ότι «λόγω των δυνάμεων που στήριξαν την επανάσταση – δηλαδή ένας βασικά αγροτικός στρατός», το νέο καθεστώς δεν βασιζόταν στο συνειδητό δημοκρατικό έλεγχο και στη διεύθυνση της οικονομίας από την εργατική τάξη.

Έτσι ο Τσε, παρά το γεγονός ότι στην αναζήτηση του για μια εναλλακτική διέξοδο, διάβασε ορισμένες από τις ιδέες του Τρότσκι, δυστυχώς δεν κατάληξε να υιοθετήσει τη μαρξιστική μέθοδο. Παρ’ όλα αυτά οι επαναστατικές πράξεις του ήταν αρκετές για να προκαλέσουν την αντίδραση του Κρεμλίνου και πολλών άλλων. Για τους ηγετικούς κύκλους της γραφειοκρατίας στη Μόσχα ήταν ένας «τυχοδιώκτης», «φιλοκινέζος» και το χειρότερο απ’ όλα «τροτσκιστής». Από την άλλη, οι άρχουσες τάξεις στις καπιταλιστικές χώρες μισούσαν καθετί που υπεράσπιζε και όλα αυτά για τα οποία αγωνίστηκε. Για τις μάζες όμως στην Κούβα και σ’ ολόκληρη τη Λατ. Αμερική, ο Τσε ήταν ένας ήρωας, του οποίου το επαναστατικό παράδειγμα θα πρεπε να ακολουθήσουν κι άλλοι.

Ο Τσε εκτελέστηκε από τους υπηρέτες αυτών που υπερασπίζουν τους πλούσιους και τους ισχυρούς. Όμως, το παράδειγμα του ζει σαν ένα σύμβολο αγώνα ενάντια στην καταπίεση. Έτσι, όσο πληθαίνουν οι αγώνες ενάντια στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και την καπιταλιστική αγορά σ’ ολόκληρη την Λατ. Αμερική, τόσο πιο πολύ διαδίδεται σήμερα το σύνθημα, που γράφει η νεολαία στους τοίχους «CHE VIVE» («Ο Τσε ζει»). Ο καλύτερος τρόπος λοιπόν για να τιμήσουμε την επέτειο της εκτέλεσης του είναι, όλοι εμείς που συνεχίζουμε τον αγώνα ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση διεθνώς, να βγάλουμε τα απαραίτητα συμπεράσματα από τις εμπειρίες του Τσε, για να μπορέσουμε να πετύχουμε τη νίκη που τόσο πολύ επιθυμούσε και το σοσιαλισμό. Η μπροσούρα αυτή έχει σαν στόχο να συμβάλει και να ενισχύσει αυτόν τον κρίσιμο αγώνα.

Ξεκίνησε σαν μποέμ

Είναι ίσως αναμενόμενο για έναν Αργεντινό να είναι ιδιοκτήτης μιας φυτείας τσαγιού, όπως συνέβαινε με τον Ερνέστο Γκεβάρα Λύντς, που είχε τη δική του στην απομακρυσμένη ζούγκλα της Μιζιόνες, στα σύνορα με την Παραγουάη και την Βραζιλία. Οι Χιλιανοί είναι φανατικοί καταναλωτές τσαγιού και οι Βραζιλιάνοι τρελαίνονται για τον καφέ. Οι Αργεντινοί όμως πίνουν με πολύ ευχαρίστηση το πικρό τσάι «Χέρμπα Μάτε» όλη την ημέρα, είτε είναι στην δουλειά, είτε ξεκουράζονται με φίλους.

Ο Ερνέστο Γκεβάρα Λύντς ήταν δισέγγονος ενός από τους πλουσιότερους άντρες της Ν.Αμερικής και οι πρόγονοι του ανήκαν στην Ισπανική και Ιρλανδέζικη αριστοκρατία. Το μεγαλύτερο μέρος της οικογενειακής περιουσίας είχε σπαταληθεί από τις προηγούμενες γενιές. Ετσι ο Γκεβάρα Λύντς επένδυσε ότι του είχε απομείνει στην φυτεία τσαγιού και μ’ αυτό τον τρόπο έλπιζε να φτιάξει τη δική του περιουσία. Το 1927 γνώρισε και παντρεύτηκε την Σέλια Δε Λα Σέρνα, μια Αργεντινή, επίσης αριστοκρατικής καταγωγής.

Το πρώτο από τα 4 παιδιά τους, ο Ερνέστο, θα γινόταν ο παγκοσμίως γνωστός επαναστάτης Τσέ Γκεβάρα. Ως επαναστάτης που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην παρανομία, άξιζε να έχει παραποιημένα και τα πιστοποιητικά της γέννησης και της ταφής του.

Στην πραγματικότητα ο Ερνέστο είχε γεννηθεί ένα μήνα νωρίτερα από τις 14 Ιούνη του 1928, που έγραφε το πιστοποιητικό της γέννησης του. Η πλαστογράφηση ήταν απαραίτητη γιατί η μητέρα του ήταν 3 μηνών έγκυος την μέρα που παντρεύτηκε. Ο Τσέ εκτελέστηκε στις 8 Οκτώβρη 1967 στην Βολιβία από την CIA και τον Βολιβιανό στρατό. Το σώμα του όμως «εξαφανίστηκε» και ο πραγματικός τόπος ταφής του βρέθηκε μόνο πρόσφατα.

30 χρόνια μετά την εκτέλεση του ο Τσε Γκεβάρα εξακολουθεί να ζεί στις μνήμες των λαών της Λ.Αμερικής και ακόμα πιο μακριά. Αφησε πίσω του μια μεγάλη παράδοση ως διεθνιστής και επαναστάτης που θυσίασε τη ζωή του και παραμένει ένα σύμβολο που εμπνέει τους αγωνιστές που παλεύουν ενάντια στην εκμετάλλευση. Με αφορμή την επέτειο της εκτέλεσης του οι επαναστάτες χαιρετίζουν τον Τσε σαν ένα σύμβολο του αγώνα ενάντια στην καταπίεση και αναγνωρίζουν τον ηρωικό ρόλο που έπαιξε στην Κουβανέζικη Επανάσταση του 1959.

Ο ανταρτοπόλεμος, που κατά κύριο λόγο βασίστηκε στους πιο καταπιεσμένους αγρότες της Κούβας, έληξε με την ανατροπή της μισητής δικτατορίας του Μπατίστα. Αυτό έγινε δυνατό εξαιτίας της συγκεκριμένης κατάστασης που επικρατούσε στην Κούβα και σ’ άλλες χώρες της Κεντρικής Αμερικής και της Καραϊβικής. Ο Τσε, όμως δεν μπόρεσε να ανάψει την φωτιά της επανάστασης με την ίδια επιτυχία στις χώρες της Λατ.Αμερικής, όπου υπήρχαν διαφορετικές συνθήκες-εκεί δηλαδή όπου ο αστικός πληθυσμός ήταν πολύ μεγαλύτερος και ο αγροτικός μικρότερος από ότι στην Κεντρική Αμερική.

Ετσι, η προσπάθεια του Τσε να χρησιμοποιήσει εκεί τις ίδιες μεθόδους που εφάρμοσε στην Κούβα, δημιούργησε σοβαρά ερωτηματικά για τις ιδέες και τις μεθόδους του, που πρέπει να εξεταστούν και να απαντηθούν από τους επαναστάτες σοσιαλιστές.

Η ανατροφή του

Ο Τσε δεν μπήκε, από την αρχή πρόθυμα στην πολιτική δράση. Εξαιτίας της μεσοαστικής του ανατροφής και της συμπάθειας του για τους φτωχούς και τους άρρωστους, αρχικά στράφηκε στην ιατρική και πήρε το πτυχίο του γιατρού το 1953 από το πανεπιστήμιο του Μπουένος Αϊρες. Η οικογένεια του μετακόμισε από τη Μιζιόνες στην Κόρντομπα για οικονομικούς λόγους, αλλά και για να βοηθήσει τον Τσε να ξεπεράσει το χρόνιο άσθμα του με την αλλαγή κλίματος. Τελικά, κατάληξαν να γυρίσουν πάλι πίσω στο Μπουένος Αϊρες, το 1947, όπου και οι γονείς του χώρισαν.

Το άσθμα θα κυνηγούσε τον Τσε σε όλη του τη ζωή, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν δίστασε αργότερα να εμπλακεί στον ανταρτοπόλεμο στις ζούγκλες. Οπως κι άλλα τέτοια προβλήματα, το άσθμα φαίνεται ότι επηρέασε σημαντικά την ανάπτυξη του. Συχνά δεν μπορούσε να περπατήσει και παρέμενε καθηλωμένος στο κρεββάτι του. Ετσι, ανάπτυξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το διάβασμα και το σκάκι. Αποφασισμένος να ξεπεράσει την αδυναμία του επέμενε να αθλείται. Παρ’ όλα αυτά όμως εξελίχθηκε σε κάπως μοναχικό άνθρωπο, που περνούσε πολλές ώρες διαβάζοντας και μελετώντας. Σ’ αυτό συντέλεσαν επίσης ο χωρισμός των γονιών του, ο θάνατος της γιαγιάς του και τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε τότε η οικογένεια του.

Στο πανεπιστήμιο ο Τσε ενδιαφέρθηκε αρκετά για τα πολιτικά βιβλία, αν και δεν συμμετείχε ενεργά στην πολιτική ζωή. Αρχισε να εξετάζει τις σοσιαλιστικές ιδέες και αργότερα θυμόταν ότι διάβασε κάποια έργα των Μαρξ, Εγκελς και Λένιν και κάτι του Στάλιν. Μελέτησε ακόμα λογοτέχνες όπως τον Ζολά και τον Τζακ Λόντον, αλλά και Αργεντινούς σοσιαλιστές όπως τον Αλφρέδο Παλάσιος. Ικανοποιούσε την δίψα του για ποίηση διαβάζοντας κυρίως έργα του Χιλιανού συγγραφέα και μέλους του Κ.Κ. Πάμπλο Νερούδα και του ποιητή του Ισπανικού Εμφύλιου, Φ.Γ. Λόρκα.

Πάντως, παρόλο το ενδιαφέρον για τις σοσιαλιστικές ιδέες δεν αναμείχθηκε καθόλου στην πολιτική δράση, πέρα από το συζητά με διάφορα μέλη της Κομμουνιστικής Νεολαίας και άλλες αριστερές ομάδες. Σύμφωνα με κάποια μαρτυρία μπήκε στην Νεολαία του Περόν (ένα λαϊκίστικο και εθνικιστικό κίνημα της Αργεντινής με ηγέτη τον στρατηγό Περόν), μόνο και μόνο για να αποκτήσει πιο εύκολη πρόσβαση στην βιβλιοθήκη του πανεπιστήμιου.

Έτσι, ο Τσε είχε δημιουργήσει στους γύρω του την εικόνα του ριζοσπάστη και του ανθρώπου που λέει ανοικτά την γνώμη του, αλλά δεν είχε ακόμα ξεκαθαρίσει τις ιδέες του και δεν θεωρούσε τον εαυτό του Μαρξιστή. Κύριος στόχος του παράμενε να γίνει γιατρός για να βοηθήσει τους άρρωστους και τους φτωχούς. Ομως μέσα του άρχισε να φουντώνει ένα πάθος για ταξίδια. Αρχικά γύρισε την Αργεντινή και αργότερα έκανε δύο ταξίδια και γνώρισε όλη την Λατ.Αμερική.

(Άρθρο στο Socialistworld.net / Μετάφραση: “Ξεκίνημα”, Σοσιαλιστική Διεθνιστική Οργάνωση).

Οι απόψεις που εκφράζονται στο άρθρο δεν υιοθετούνται απ’ το Ελληνικό Αρχείο Τσε Γκεβάρα.