Του Ερνέστο Γκεβάρα.
Και η αστική τάξη; Αυτό το θέμα θα τεθεί, γιατί σε πολλές χώρες της Αμερικής υπάρχουν αντικειμενικές αντιθέσεις, ανάμεσα στην εθνική αστική τάξη που αγωνίζεται να αναπτυχθεί και του ιμπεριαλισμού που πνίγει τις αγορές κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να χαντακώνει τη βιομηχανία στον άνισο συναγωνισμό.
Παρόλες αυτές τις αντιθέσεις η εθνική αστική τάξη είναι ανίκανη να πάτε μια αγωνιστική θέση κατά του ιμπεριαλισμού. Αυτό αποδεικνύει πως φοβάται περισσότερο τη λαϊκή επανάσταση, πατά τη δεσποτική πίεση των μονοπωλίων που κακοποιούν τον εθνικό χαρακτήρα, προσβάλουν τα πατριωτικά αισθήματα και αποικιοποιούν την οικονομία.
Η υψηλή αστική τάξη (μπουρζουαζία) δεν διστάζει να συμμαχήσει με τον ιμπεριαλισμό και τους λατιφουντίστες για να πολεμήσει το λαό και να εμποδίσει το δρόμο του προς την επανάσταση. Αυτές είναι οι δυσκολίες, που πρέπει να προστεθούν ύστερα από την παγίωση της αναπότρεπτης κουβανέζικης επανάστασης σε όλες εκείνες που θα προκύψουν από αγώνες στη λατινική Αμερική.
Υπάρχουν κι άλλα πιο ειδικά προβλήματα: είναι δυσκολότερο να δημιουργήσεις αντάρτικο σε χώρες με ισχυρή αστική αντίδραση, ελαφρά και μέση βιομηχανία πιο εξελιγμένες κι ας μην υπάρχει στην κυριολεξία η βιομηχανοποίηση. Η ιδεολογική επίδραση των πόλεων αναχαιτίζει την ανταρσία δίνοντας ελπίδες για αγώνα στις ειρηνικά οργανωμένες μάζες. Αυτό δημιουργεί μια κάποια νομιμοποίηση, που στους κόλπους της, για περιόδους λίγο πιο «ομαλές», οι συνθήκες δεν είναι το ίδιο σκληρές για το λαό, όσο σε άλλες περιπτώσεις.
Η ελπίδα ενισχύεται επιπλέον και με μια ποσοτική αύξηση στο κοινοβούλιο των επαναστατικών στοιχείων που θα επέφεραν μια ουσιαστική αλλαγή. Κατά τη γνώμη μας, είναι πολύ απίθανο να πραγματοποιηθεί αυτή η ελπίδα υπό τις παρούσες συνθήκες σε καμιά χώρα της Αμερικής. Παρά το ότι δεν θα ‘πρεπε να αποκλείσουμε μια αλλαγή που θα άρχιζε με την εκλογική διαδικασία, οι συνθήκες που ισχύουν σε όλες τις χώρες κάνουν τη δυνατότητα να φαίνεται πολύ μακρινή.
Οι επαναστάτες δεν μπορούν να προβλέψουν όλες τις ποικιλίες τακτικής που θα παρεμβληθούν κατά τη διάρκεια του αγώνα για την απελευθέρωσή τους. Οι πραγματικές ικανότητες ενός επαναστάτη κρίνονται από την ευχέρειά του να βρει άμεσους επαναστατικούς τρόπους για κάθε αλλαγή κατάστασης. Είναι ασυγχώρητο λάθος να υποτιμήσουμε το τι μπορεί να κερδίσει ένα επαναστατικό πρόγραμμα από μια δεδομένη εκλογική διεργασία. Αλλά θα ‘ταν εξίσου ασυγχώρητο λάθος να μην υπολογίζει κάποιος παρά στις εκλογές και να παραμεληθούν οι άλλες μορφές του αγώνα, ακόμα και του ένοπλου για την κατάκτηση της εξουσίας, του απαραίτητου οργάνου για την εφαρμογή και την ανάπτυξη του επαναστατικού προγράμματος.
Όταν μας μιλούν για την κατάκτηση της εξουσίας με κανονικές εκλογές, η ερώτησή μας είναι πάντα η ίδια: αν ένα λαϊκό κίνημα κατακτήσει την εξουσία με μεγάλη πλειοψηφία και αποφασίσει να αρχίσει τις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές, κατά το πρόγραμμα, δεν θα βρεθεί αμέσως σε σύγκρουση με τις αντιδραστικές τάξεις της χώρας; Ο στρατός δεν υπήρξε πάντα το όργανο αυτών των τάξεων; Και αν συμβεί αυτό, είναι λογικό να υποθέσουμε πως ο στρατός θα σταθεί στο πλευρό της τάξης του και θα αγωνιστεί κατά της κυβέρνησης. Με ένα πραξικόπημα λίγο πολύ αιματηρό η κυβέρνηση μπορεί να ανατραπεί και το παλιό παιχνίδι ξαναρχίζει «δια την αιωνιότητα». Μπορεί να συμβεί πιθανόν να νικηθεί ο στρατός των καταπιεστών, από μια ένοπλη λαϊκή αντίδραση που θα υπερασπιστεί την κυβέρνηση. Πράγμα μάλλον απίθανο, να αποδεχτούν οι ένοπλες δυνάμεις ριζικές κοινωνικές αλλαγές και να παραδεχτούν τη διάλυση της κάστας τους.
Αν παραδεχτούμε όμως πως μπορεί να υπολογίσουμε στη βοήθεια της στρατιωτικής κάστας κατά την διεξαγωγή της μάχης, πρέπει να αναλύσουμε δύο προβλήματα. Κατ’ αρχήν, αν ο στρατός ενωθεί πραγματικά με τις λαϊκές δυνάμεις με την προϋπόθεση πως υπάρχει ένας οργανωμένος πυρήνας με αυτόνομη εξουσία τότε έχουμε ένα «πραξικόπημα» ενός μέρους του στρατού κατά του άλλου, που δεν θίγει ίσως καθόλου τη στρατιωτική κάστα. Η άλλη εκδοχή, κατά την οποία ο στρατός ενώνεται αυθόρμητα με τις λαϊκές δυνάμεις δεν μπορεί να συμβεί, κατά τη γνώμη μας παρά στην περίπτωση που ο στρατός θα έχει άγρια χτυπηθεί και καταστραφεί από έναν ισχυρό και επίμονο εχθρό, οπότε δηλαδή η ισχύουσα εξουσία βρίσκεται εξουδετερωμένη. Όταν ο στρατός βρεθεί κατεστραμμένος και εξουθενωμένος ηθικά, τότε το φαινόμενο μπορεί να δημιουργηθεί. Αλλά είναι πάντοτε αναγκαίος ένας προκαταρκτικός αγώνας και ξαναγυρίζουμε πάντα στην ερώτηση, πώς θα τον επιτύχουμε αυτόν τον αγώνα; Και πάλι φτάνουμε στην απάντηση του αντάρτικου στην ύπαιθρο, σε έδαφος ευνοϊκό, υποστηριζόμενο από έναν αγώνα στις πόλεις. Υπολογίζοντας πάντοτε στην όλο και μεγαλύτερη συμμετοχή των εργατικών μαζών και οδηγούμενοι φυσικά από την ιδεολογία τους.
Μιλήσαμε αρκετά για τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν τα επαναστατικά κινήματα στη Λατινική Αμερική. Τώρα μπορούμε να αναρωτηθούμε αν υπάρχουν ή όχι οι ευνοϊκές συνθήκες στο προκαταρκτικό στάδιο, σαν αυτό του Φιντέλ Κάστρο στη Σιέρρα Μαέστρα. Πιστεύουμε πως, και σ’ αυτή την περίπτωση , υπάρχουν γενικές συνθήκες που διευκολύνουν την εκδήλωση των κέντρων ανταρσίας και σε ορισμένες χώρες πάλι ειδικές συνθήκες που είναι ακόμη πιο ευνοϊκές. Θα επιμείνουμε σε δύο υποκειμενικούς συντελεστές που είναι οι σημαντικότεροι της Κουβανικής Επανάστασης: καταρχήν η δυνατότητα μιας επαναστατικής κίνησης που ξεκινά τη δράση της από την ύπαιθρο, παρασύρει τις μάζες των χωρικών, περνώντας από την αδυναμία στη δύναμη, καταστρέφει το στρατό σε μία κατά μέτωπο μάχη, κατακτά τις πόλεις, ενισχύοντας με τον αγώνα της, τις υποκειμενικές αναγκαίες συνθήκες για την κατάκτηση της εξουσίας.
Οι πραγματικά «ιδιάζοντες» είναι αυτά τα παράξενα όντα που βρίσκουν πως η Κουβανική Επανάσταση είναι ένα μοναδικό και αμίμητο γεγονός σ’ όλο τον κόσμο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα. Η δυνατότητα του θριάμβου των λαϊκών μαζών στη Λατινική Αμερική διαγράφεται καθαρά υπό τη μορφή του ανταρτοπόλεμου, διεξαγόμενου από ένοπλους χωρικούς που θα καταστρέψουν τελείως τη δομή του παλιού αποικιακού κόσμου.
Μπορούμε να θεωρήσουμε σαν δεύτερο υποκειμενικό συντελεστή, το γεγονός ότι οι μάζες δεν γνωρίζουν μόνο τη δυνατότητα του θριάμβου, αλλά ότι γνωρίζουν εξ ίσου καλά το πεπρωμένο τους. Γνωρίζουν με μια όλο και αυξανόμενη βεβαιότητα πώς, οποιεσδήποτε κι αν είναι οι μεταπτώσεις της ιστορίας και για σύντομες περίοδες, το μέλλον ανήκει στο λαό, γιατί το μέλλον θα φέρει τη δικαιοσύνη. Αυτή η επίγνωση θα δώσει τον επαναστατικό προσανατολισμό στη Λατινική Αμερική.
Μπορούμε να αναφερθούμε σε συντελεστές, λιγότερο γενικούς, κυμαινόμενους σε ένταση από χώρα σε χώρα. Ένας απ’ αυτούς, πολύ σημαντικός, είναι η εκμετάλλευση των χωρικών που, κατά κάποιο τρόπο, ήταν μικρότερη στην Κούβα παρά όσο σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Εκείνοι που ισχυρίζονται πως βλέπουν στην περίοδο του ένοπλου αγώνα μας, τα αποτελέσματα μιας προλεταριοποίησης της υπαίθρου, θα πρέπει να μην ξεχνούν πως όποια κι αν ήταν η προσφορά αυτής της προλεταριοποίησης στην επιτάχυνση του σχηματισμού των κοοπερατίβων, που ακολούθησε την κατάκτηση της εξουσίας και την αγροτική μεταρρύθμιση, οι χωρικοί που ήταν βασικά το κέντρο, ο νωτιαίος μυελός του αντάρτικου στρατού, είναι οι ίδιοι που επιστρέψανε σήμερα στη Σιέρρα Μαέστρα, περήφανοι ιδιοκτήτες της γης τους και έντονα ατομιστές. Υπάρχουν, φυσικά ιδιομορφίες στην Αμερική. Ένας χωρικός της Αργεντινής δεν μοιάζει μ’ έναν Περουβιανό ή Βολιβιανό χωρικό. Αλλά ο πόθος της γης είναι συνεχώς παρών σε όλους και είναι αυτοί, γενικά, που δίνουν τη μορφή της Αμερικής. Δεδομένου, λοιπόν, πως στις περισσότερες από τις άλλες χώρες τούς εκμεταλλεύονται ακόμη πιο πολύ απ’ όσο συνέβαινε στην Κούβα, υπάρχουμε μεγάλες δυνατότητες του ξεσηκωμού αυτής της τάξης.
Υπάρχει ακόμα ένα άλλο δεδομένο. Ο στρατός του Μπατίστα, παρόλες του τις ατέλειες, ήταν ένας στρατός οργανωμένος κατά τέτοιο τρόπο, ώστε όλοι από τον απλό στρατιώτη ως τον στρατηγό, είχαν ειδικευθεί στην εκμετάλλευση του λαού. Ήταν εξ ολοκλήρου μισθοφόροι, γεγονός που αποτελούσε το συνδετικό κρίκο στον μηχανισμό της καταπίεσης. Οι στρατοί της Αμερικής στο σύνολό τους, αποτελούνται από ένα σώμα επαγγελματιών αξιωματικών και στρατολογημένους, όχι επαγγελματίες, που τους καλούν περιοδικά. Κάθε χρόνο οι στρατολογούμενοι νέοι αφήνουν το σπίτι τους, όπου έχουν ακούσει τους γονιούς τους να μιλούν για τα καθημερινά τους βάσανα, που τα έχουν εξάλλου δει με τα ίδια τους τα μάτια και έχουν γνωρίσει οι ίδιοι τη δυστυχία και την κοινωνική αδικία. Και αν μια μέρα σταλούν για να πολεμήσουν κατά των υπερασπιστών μιας ιδέας που τη νιώθουν δίκαιη μέσα στο ίδιο το πετσί τους, η επιθετική τους ικανότητα θα μειωθεί παράξενα.
Μια συστηματική προπαγάνδα που θα άνοιγε τα μάτια αυτών των νέων για τη δικαιοσύνη και τους λόγους που οδηγούν το λαό στον ένοπλο αγώνα, μπορεί να έχει πολύ θετικά αποτελέσματα.
Μετά απ’ αυτή τη σύντομη ανασκόπηση των επαναστατικών γεγονότων μπορούμε να πούμε πως η Κουβανική Επανάσταση περιέχει ιδιάζοντες συντελεστές που της δίνουν την ιδιομορφία της και κοινούς συντελεστές για όλους τους λαούς της Αμερικής, που εξηγούν απόλυτα την εσωτερική ανάγκη μιας τέτοιας Επανάστασης. Διαπιστώνουμε επίσης πως διαμορφώθηκαν νέες συνθήκες που θα κάνουν ευκολότερο το ξεκίνημα ενός επαναστατικού κινήματος: τη συνείδηση που απόκτησαν οι μάζες για το πεπρωμένο τους, τη συνείδηση μιας αναγκαιότητας και της πραγματοποίησης κατά κάποιο τρόπο αυτής της δυνατότητας. Ταυτόχρονα υπάρχουν συνθήκες που θα κάνουν δυσκολότερη, για τις μάζες, την προσέγγιση του σκοπού, την κατάκτηση, δηλαδή της εξουσίας: οι αστοί είναι τόσο στενά δεμένοι με τον ιμπεριαλισμό που θα χτυπήσουν απ’ ευθείας τις λαϊκές μάζες.
Μαύρες μέρες περιμένουν τη Λατινική Αμερική. Πρέπει να χτυπάμε βαθιά και αδιάκοπα όπου τους πονάει. Δεν πρέπει να γλιστρήσουμε προς τα πίσω, αλλά να προχωρούμε θαρραλέα, απαντώντας σε κάθε επίθεση, με μια ακόμη μεγαλύτερη πίεση των λαϊκών μαζών: αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος για τη νίκη.