Δολοφονία Τζων Φ. Κένεντι: Συκοφαντούν την Κούβα και τον Τσε, συσκοτίζουν την αλήθεια

Who killed JFK bannerΣήμερα, 22 Νοέμβρη, συμπληρώνονται 50 χρόνια απ’ τη δολοφονία του 35ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι στο Ντάλας του Τέξας. Πρόκειται για μια απ’ τις πλέον περίεργες περιπτώσεις δολοφονιών που ακόμη και σήμερα προκαλεί ερωτηματικά – Ποιός και γιατί ήθελε τον πρόεδρο νεκρό; Στα 50 χρόνια που μεσολάβησαν απ’ το περιστατικό στο Ντάλας έχουν παρουσιαστεί δεκάδες θεωρίες που επιχείρησαν να δώσουν απαντήσεις. Ως γνωστόν, η σύλληψη του Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ ως υπεύθυνου για τη δολοφονία Κένεντι δεν αρκούσε – μάλλον δε περιέπλεξε το κουβάρι της όλης υπόθεσης. Ο Όσβαλντ δολοφονήθηκε δύο μέρες αργότερα απ’ τον Τζακ Ρούμπι ο οποίος δικαιολόγησε την πράξη του ως εκδίκηση για τη δολοφονία του Κένεντι. Ο Ρούμπι πέθανε το 1967 στη φυλακή, έχοντας καταδικαστεί εις θάνατον.

Η επίσημη εκδοχή για τη δολοφονία του προέδρου Τζ.Κένεντι είναι αυτή της Επιτροπής Γουόρεν που συνέστησε ο διάδοχος του στην προεδρία, Λίντον Τζόνσον. Σύμφωνα με το πόρισμα της Επιτροπής (Σεπτέμβρης 1964) ο Όσβαλντ έδρασε μόνος, όπως και ο Τζακ Ρούμπι, επομένως επρόκειτο για μεμονωμένες πράξεις που δεν αποκρύπτουν βαθύτερα αίτια η δίκτυο συνομωσίας. Αντίθετα με την Επιτροπή Γουόρεν, η Επιτροπή για τη διερεύνηση Πολιτικών Δολοφονιών της Βουλής των Αντιπροσώπων (HSCA) που μελέτησε τις δολοφονίες Κένεντι και Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το γεγονός στο Ντάλας μόνο τυχαίο δεν ήταν και ότι υποκρύπτεται συνωμοσία. Η ταινία “JFK” (1992), σκηνοθεσίας του Όλιβερ Στόουν, η οποία βασίζεται σε γενικές γραμμές στο πόρισμα της HSCA, αφήνει να εννοηθεί ότι ο αντιπρόεδρος Λίντον Τζονσον ενδέχεται να αποτελούσε μέρος μιας ευρύτερης συνωμοσίας για να βγει απ’ τη μέση ο Κένεντι.

Οι θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί – και εναντιώνονται ουσιαστικά στην επίσημη εκδοχή της Επιτροπής Γουόρεν – είναι πολλές. Άλλες κάνουν λόγο για ενεργό ρόλο της CIA και των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, άλλες θέτουν στο στόχαστρο την οικονομική μαφία και το οργανωμένο έγκλημα της εποχής, άλλες ρίχνουν προσωπικά την ευθύνη στον ίδιο τον Λίντον Τζόνσον και άλλες σε μυστικές υπηρεσίες άλλων χωρών.

Στο παρόν άρθρο δεν θα ασχοληθούμε με το σύνολο όλων των θεωριών που έχουν δει το φως της δημοσιότητας για τη δολοφονία Κένεντι – θα ασχοληθούμε μονάχα για την ανυπόστατη κατηγορία που κύκλοι των ΗΠΑ έχουν εξαπολύσει ενάντια στην Κούβα. Πρόκειται για κατηγορία που, όχι μόνο δε βασίζεται σε πραγματικά στοιχεία, αλλά προσπαθεί να συσκοτίσει το ρόλο των ενδοιμπεριαλιστικών-ενδοκαπιταλιστικών διαφορών που επικρατούσαν στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’60, με απώτερο σκοπό να ρίξει το φταίξιμο στην κουβανική κυβέρνηση.

Lyndon Johnson with Richard NixonΕκ των πρώτων που ανακίνησε την ανόητη αυτή σκευωρία ενάντια στην κουβανική κυβέρνηση ήταν – όλως τυχαίως – ο ίδιος ο πρόεδρος Λίντον Τζόνσον. Μιλώντας σε αμερικανούς δημοσιογράφους το 1968 ο Τζόνσον εξέφρασε την άποψη ότι ο Φ.Κάστρο ήθελε να εκδικηθεί τον Κένεντι για τις εκατοντάδες απόπειρες δολοφονίας που η CIA είχε σχεδιάσει ενάντια στον κουβανό επαναστάτη. Μόνο που οι απόπειρες αυτές είχαν ξεκινήσει επί προεδρίας Άιζενχάουερ, δηλαδή απ’ τον αρκετά συντηρητικότερο προκάτοχο του Κένεντι. Ο Τζόνσον ουδέποτε παρουσίασε απτά στοιχεία των κατηγοριών του ενάντια στον Φιντέλ, ενώ το πόρισμα της Επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ (HSCA) αναφέρει ξεκάθαρα: “Η Επιτροπή πιστεύει, βασιζόμενη στα δεδομένα που υπάρχουν διαθέσιμα, πως η κουβανική κυβέρνηση δεν είχε συμμετοχή στη δολοφονία του προέδρου Κένεντι” (http://www.archives.gov/research/jfk/select-committee-report/part-1c.html).

Να δώσουμε όμως το λόγο στον ίδιο το Φιντέλ Κάστρο. Ακολουθούν τα λόγια του Κομαντάντε κατά τη διάρκεια συνέντευξης στις 28 Φεβρουαρίου 1988 στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο NBC (Πηγή: Castro Speech Database, Interview with Maria Shriver, Rep. Date 19880303):

Δημοσιογράφος: Υπάρχουν θεωρίες εδώ και χρόνια που λένε ότι γνωρίζατε για τα σχέδια δολοφονίας (του Κένεντι) στις αρχές του ’60, ότι θεωρήσατε τον πρόεδρο Κένεντι υπεύθυνο και πως εσείς αναμειχθήκατε στη δολοφονία του. Είχατε οποιαδήποτε σχέση με αυτό;

Φιντέλ: Δε μπορώ να απαντήσω τέτοιου είδους ερώτηση διότι αδυνατώ να δεχθώ τέτοια κατηγορία. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι το εξής. Καταρχάς, το να σχεδιάσουμε μια τέτοια πράξη ενάντια στον πρόεδρο των ΗΠΑ ήταν μια ανεύθυνη, παλαβή πράξη. Θεωρώ ότι θα ήταν εξεζητημένο να πιστεύετε πως ένας υπεύθυνος ηγέτης, ένας επαναστάτης που έχει συναίσθηση των ευθυνών του, θα επέλεγε μια τέτοια πράξη τρέλας, διότι για πολιτική τρέλα πρόκειται. Δεν είναι απλά μια ερώτηση με ηθικούς υπαινιγμούς. Είναι μια ερώτηση με σοβαρούς πολιτικούς υπαινιγμούς. Ο ηγέτης μιας μικρής χώρας ο οποίος θα σχεδίαζε τη δολοφονία του προέδρου των ΗΠΑ θα φέρονταν ανεύθυνα. Και δε μπορεί να λεχθεί πως οι ηγέτες της κουβανικής επανάστασης έχουν δράσει έτσι, ανεύθυνα. Είναι σταθεροί, γεναίοι, αποφασισμένοι αλλά ποτέ ανεύθυνοι.

Δεύτερον, την ημέρα που δολοφονήθηκε ο Κένεντι βρισκόμουν σε συνάντηση με απεσταλμένο του ίδιου του Κένεντι. Ήταν ένας γάλλος δημοσιογράφος (Ζαν Ντανιέλ), ο οποίος είχε μιλήσει εκτενώς μαζί του. Αυτό ήταν μήνες μετά την κρίση των πυραύλων. Ο Κένεντι ένιωθε ακόμη την αίσθηση του τεράστιου κινδύνου που είχε αντιμετωπίσει εκείνες τις ημέρες. Ο ίδιος ήθελε να βρίσκεται σε επαφή μαζί μου. Μου είχε αποστείλει μήνυμα με τον εν λόγω δημοσιογράφο. Το ίδιο απόγευμα πήγαμε μαζί (με τον Ζαν Ντανιέλ) στο Βαραδέρο, ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε με την ησυχία μας. Μου εξιστορούσε ότι του είχε πει ο Κένεντι μέχρι που ακούσαμε την είδηση στο ράδιο ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ δολοφονήθηκε.

Συνεχίζει ο Φιντέλ Κάστρο αναφερόμενος στις ανυπόστατες φήμες και θεωρίες που ήθελαν τον Λι Χάρβει Όσβαλντ να είχε έρθει σε… επαφή με την Αβάνα πρωτού δολοφονήσει τον πρόεδρο:

Fidel Castro face pic 2Φιντέλ: Όταν ήρθε στην επιφάνεια το όνομα του Όσβαλντ, κάποιος μετέδωσε ότι ένας άνθρωπος με το ίδιο όνομα είχε επιχειρήσει να επισκεπτεί την Κούβα και πως είχε ζητήσει visa στην πρεσβεία μας στο Μεξικό. Επρόκειτο για διαδικασία ρουτίνας. Ποτέ δεν έμαθα κάτι τέτοιο. Αρνιόμασταν όλες αυτές τις αιτήσεις για visa επειδή είμασταν καχύποπτοι. Ήταν ένας αμερικανός που ζητούσε να έρθει στη χώρα μας. Για ποιό λόγο ερχόταν; […] Προσπάθησαν να μας εμπλέξουν.

Στη βιογραφία του Τσε Γκεβάρα (Che Guevara: A Revolutionary Life) ο αμερικανός δημοσιογράφος Τζον Λι Άντερσον αναφέρει στις σημειώσεις του βιβλίου: “Το Νοέμβρη του 1962, ο Λεόνωφ (σ.σ: Νικολάι Λεόνωφ, σοβιετικός διπλωμάτης, πράκτορας της KGB) ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τον Λι Χάρβει Όσβαλντ ο οποίος είχε βρεθεί στην σοβιετική πρεσβεία του Μεξικό και ζητούσε να μιλήσει με κάποιον αξιωματούχο. Ο Λεόνωφ που πήγε να μιλήσει μαζί του, είδε ότι ο Όσβαλντ ήταν οπλισμένος και έδειχνε ιδιαίτερα ανήσυχος και ζήτησε απ’ το προσωπικό ασφαλείας της πρεσβείας να τον απομακρύνει απ’ την είσοδο της πρεσβείας. Ο Λεόνωφ θυμάται ότι ένιωσε έκπληκτος όταν είδε αργότερα πως ο “ψυχωτικός και επικίνδυνος” αυτός άντρας που είχε έρθει στην πρεσβεία συνελλήφθη στο Ντάλας με την κατηγορία της δολοφονίας του αμερικανού προέδρου. Μιλώντας για τις διάφορες θεωρίες περί της δολοφονίας του Κένεντι ο Λεόνωφ απέρριψε την φήμη ότι ο Όσβαλντ πιθανώς να είχε δράσει κάτω απο οδηγίες της KGB. Είπε ότι, υποθετικά, ακόμη κι’ αν η KGB ήθελε να δολοφονήσει τον Κένεντι δεν θα χρησιμοποιούσε ποτέ κάποιον τόσο ψυχωτικά ασταθή και ανεξέλεγκτο άνθρωπο να κάνει τη δουλειά” (Κεφάλαιο 26, σημειώσεις σελ. 739).

Συνεχίζει, λοιπόν, ο Φιντέλ αναφερόμενος στην θέση της κουβανικής κυβέρνησης αναφορικά με τις πολιτικές δολοφονίες:

Φιντέλ: Πιστεύω πως δε μπορεί να υπάρξει κανένας λογικός, σοβαρός άνθρωπος στις ΗΠΑ που να πιστεύει πως η Κούβα είχε οποιαδήποτε σχέση με το θάνατο του Κένεντι. Ούτε καν ο Μπατίστα. Εμείς είμασταν εχθροί του Μπατίστα. Θα μπορούσαμε να τον είχαμε σκοτώσει. […] Ουδέποτε πιστέψαμε ότι ο θάνατος ενός ανθρώπου θα άλλαζε την κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά, είχαμε το σθένος να επιτεθούμε στο στρατόπεδο Μονκάδα με 160 άντρες, να ξεκινήσουμε έναν πόλεμο. Θα μπορούσαμε να είχαμε στήσει ενέδρα στο Μπατίστα και να το δολοφονήσουμε. Δεν υπάρχει ούτε μια ένδειξη στην όλη ιστορία της Επανάστασης ότι το Κίνημα της 26ης Ιούλη, το οποίο εμείς οργανώσαμε και ηγηθήκαμε, είχε σχεδιάσει να δολοφονήσει το Μπατίστα. Αν και ο ίδιος ο Μπατίστα είχε σκοτώσει χιλιάδες συντρόφων μας. 

Γιατί τα αναφέρει αυτά ο Φιντέλ; Για το λόγο ότι, συν τοις άλλοις, η ίδια η ιδεολογικο-πολιτική κουλτούρα της Επανάστασης ήταν αντίθετη με πολιτικές δολοφονίες προσώπων. Και αυτό διότι στο στόχαστρο των κουβανών επαναστατών ήταν πάντοτε τα καθεστώτα, η άρχουσα τάξη και οι πολιτικές που ασκούνταν υπέρ αυτής και ενάντια στο λαό. Αντίθετα, ήταν η κυβερνήσεις των ΗΠΑ και οι μυστικές υπηρεσίες της υπερδύναμης (CIA, NSA) που – αποδεδειγμένα – οργάνωσαν εκατοντάδες ανεπιτυχείς προσπάθειες δολοφονίας του ίδιου του Φιντέλ. Προσπάθειες που όπως ο ίδιος ο Κάστρο λέει ξεκίνησαν απ’ τους πρώτους κιόλας μήνες της επικράτησης της Επανάστασης, επί προεδρίας Ντ.Άϊζενχάουερ, συνεχίστηκαν επί Κένεντι και αργότερα επί προεδρίας Τζόνσον και Νίξον.

Διαβάστε επίσης: 

Ανιστόρητο ρεσιτάλ συκοφαντίας απ’ τη Voice of Russia.

Voice of Russia article JFK Che 2211Ξεπερνώντας κάθε όριο επιστημονικής φαντασίας αλλά κυρίως ξεδιαντροπιάς, ο ιστότοπος της “Φωνής της Ρωσίας” (Voice of Russia) δημοσίευσε στις 22 Νοέμβρη 2013, βίντεο και άρθρο που φέρει τον τίτλο: “Η δολοφονία Κένεντι: Γιατί ο Τσε σκότωσε τον Τζακ”. Πρόκειται για την πλέον άστοχη και ανόητη θεωρία συνομωσίας που έχει εξυφανθεί γύρω απ’ τη δολοφονία του Κένεντι.

Γράφει στο εισαγωγικό κείμενο η “VoR”: Το βίντεο προσφέρει μια νέα και μοναδική οπτική των συνθηκών του θανάτου του τέως προέδρου. Ίσως οι πυροβολισμοί στο Ντάλας να έβαλαν ένα τέλος στον αμείλικτο κρυφό πόλεμο ανάμεσα σε δύο απ’ τους μεγαλύτερους ήρωες του 20ου αιώνα – τον JFK και του Τσε Γκεβάρα”. Στην συνέχεια βέβαια η Voice of Russia δε δίνει ούτε μισή διασταυρωμένη πληροφορία που να στοιχειοθετεί τον δήθεν “αμείλικτο κρυφό πόλεμο” ανάμεσα στον Κένεντι και στον Τσε. Ακόμη χειρότερα, το πόνημα της “VoR” αφήνει να εννοηθεί ότι υπήρχε…προσωπική κόντρα ανάμεσα σε δύο άντρες που ουδέποτε συναντήθηκαν. Έτσι, η αντι-ιμπεριαλιστική πάλη που αποτέλεσε βασικό χαρακτηριστικό της σκέψης και δράσης του Τσε Γκεβάρα μεταφέρεται με αυθαίρετο τρόπο σε, ούτε λίγο ούτε πολύ, προσωπικού τύπου διαφορές.

Πως επιχειρεί η Voice of Russia να στοιχειοθετήσει την συκοφαντία ενάντια στον Τσε; Κινείται σε δύο άξονες: Πρώτον, αναφέρει το επιχείρημα ότι ο Τσε Γκεβάρα χρειάζονταν την εικόνα μιας Αμερικής που να μοιάζει σαν ιμπεριαλιστικό αρπαχτικό και κανίβαλος” – επομένως για να υπάρξει ένας διεθνοποιημένος αντι-ιμπεριαλιστικός αγώνας («Δύο, τρία, πολλά Βιετνάμ») έπρεπε στο τιμόνι των ΗΠΑ να υπάρχει μια πολεμοχαρής κυβέρνηση. Πρόκειται περί προφανέστατης ανοησίας, μιάς και η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ουδέποτε καθορίστηκε απ’ το πρόσωπο που βρισκόταν στην προεδρία, αλλά από τα ίδια τα οικονομικά συμφέροντα των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων. Ο αμερικανικός Ιμπεριαλισμός υπήρχε και πριν τον Κένεντι, υπήρχε και κατά τη διάρκεια της προεδρίας του και ασφαλώς συνεχίστηκε και μετά. Ο Τζ. Κένεντι ήταν ο πρόεδρος που ξεκίνησε τον πόλεμο στο Βιετνάμ και ήταν ο ίδιος που έθεσε σε λειτουργία τον απάνθρωπο οικονομικό αποκλεισμό της Κούβας που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όταν μάλιστα εκλέχθηκε πανηγυρικά ο JFK το Γενάρη του 1961, σε σχετική του ομιλία ο Τσε ευχήθηκε – μάταια όπως αποδείχθηκε στο σύντομο διάστημα που ακολούθησε – ο νέος πρόεδρος να είναι λιγότερο επιρρεπής στην επιρροή των μονοπωλίων απ’ ότι ο προκάτοχος του.

Ο συντάκτης της Voice of Russia – ταυτιζόμενος πλήρως με την αντικομμουνιστική, αντιγκεβαρική θέση των εξόριστων αμερικανοκουβανών της Φλόριντα – επιχειρεί να εμφανίσει τον Τσε Γκεβάρα ως πολεμοχαρή άντρα που μισούσε θανάσιμα τον αμερικανικό λαό. Δεν υπάρχει ούτε ένας λόγος, ούτε μια λέξη του Τσε ή μαρτυρία τρίτου, σε καμία απ’ τις έγκυρες διαθέσιμες πηγές, που να αποδεικνύει ότι ο Γκεβάρα μισούσε – γενικά και αόριστα – τον αμερικανικό λαό. Πρόκειται για ανιστόρητο επιχείρημα. Μισούσε ασφαλώς τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, την πολιτική υπέρ των μονοπωλίων, την προσπάθεια των ΗΠΑ να εκμεταλλευτούν τους λαούς της λατινικής Αμερικής. Παρ’ όλα αυτά, σε πλήρη αντιδιαστολή με όσα ισχυρίζεται η Voice of Russia, ο ίδιος ο Τσε έτεινε χείρα φιλίας προς τον Κένεντι, ζητώντας να σταματήσει η ιμπεριαλιστική τρομοκρατία ενάντια στην σοσιαλιστική Κούβα.

Richard-Goodwin with JFKΟ Γκεβάρα συνάντησε τον Richard Goodwin (βοηθό και λογογράφο του JFK) το 1961 στην Πούντα ντελ Έστε, στην Ουρουγουάη τον Αύγουστο του 1961, στο περιθώριο της Παναμερικανικής Συνόδου. Δεκαετίες αργότερα, το 2002, ο Goodwin θα διηγηθεί στην εφημερίδα «The Boston Globe» πως ο Τσε του μίλησε για την κουβανική κυβέρνηση και πρότεινε πως οι δύο χώρες θα μπορούσαν να έρθουν σε έναν προσωρινό συμβιβασμό («modus vivendi»). Όταν ο Goodwin μετέφερε την πρόταση του Γκεβάρα στον Κένεντι – μαζί με ένα πακέτο κουβανικά πούρα – ο πρόεδρος απέρριψε κάθε πιθανότητα τέτοιας συμφωνίας. Μάλιστα, όπως αναφέρει ο Goodwin, ο Κένεντι αστειεύτηκε λέγοντας πως θα έπρεπε εκείνος, πριν τον πρόεδρο, να επιχειρήσει να ανάψει ένα πούρο για λόγους ασφαλείας (αναφέρονταν σε παλαιότερη προσπάθεια της CIA να δολοφονήσει τον Κάστρο με… πούρα που ανατινάσονταν). Ήταν λοιπόν η πλευρά των ΗΠΑ που, όντας ταπεινωμένη απ’ την αποτυχημένη επιχείρηση της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων, απέρριψε οποιαδήποτε εξομάλυνση των σχέσεων της με την Αβάνα. 

Link: Το αποχαρακτηρισμένο απόρρητο ενημερωτικό έγγραφο του Goodwin προς τον Κένεντι για την συνάντηση.

Το Δεύτερο επιχείρημα του άρθρου της Voice of Russia είναι τόσο κωμικό που δεν αξίζει οποιουδήποτε σοβαρού σχολιασμού. Ο συντάκτης του κειμένου αναφέρει ότι ο Τσε Γκεβάρα…μισούσε τον Κένεντι εξαιτίας της πολιτικής θέσης του δεύτερου(!) αλλά και της…συζύγου του, Τζάκι (!!!). Αφού αναφέρει ότι το “προσωπικό μίσος” έπαιζε βασικό ρόλο στην πολιτική συμπεριφορά του Τσε – πράγμα εντελώς ανυπόστατο και βλακώδες, μιας και ο Τσε ουδέποτε προέβαλε κανένα “προσωπικό μίσος” αλλά την ανάγκη ΤΑΞΙΚΟΥ μίσους – η “VoR” μας “ενημερώνει” ότι: “ο Κένεντι έγινε πρόεδρος, την στιγμή που ο Γκεβάρα στην πραγματικότητα παρέμεινε ένα τίποτα (!!!). Τελικά, και οι δύο παντρεύτηκαν, αλλά ο Τσε ήθελε την Ζακλίν Κένεντι (!!!). Σύμφωνα με τον Τσε, μισούσε όλους τους αμερικανούς, αλλά η Τζάκυ ήταν η μοναδική εξαίρεση. Είπε πως θα ήθελε να την συναντήσει αλλά ξεκάθαρα όχι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων”. 

Με κόκκινο οι απίστευτες, σκανδαλοθηρικού τύπου, ανοησίες του άρθρου της Voice of Russia.
Με κόκκινο οι απίστευτες, σκανδαλοθηρικού τύπου, ανοησίες του άρθρου της Voice of Russia.

Ασφαλώς κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από πουθενά, από καμία έγκυρη πηγή, εκτός απ’ τη νοσηρή φαντασία του συντάκτη της Voice of Russia. Στις συνειδήσεις της εργατικής τάξης, των σύγχρονων προλετάριων σε όλο τον κόσμο, ακόμη και στις ΗΠΑ, ο Τσε συνεχίζει να αποτελεί κορυφαίο σύμβολο πάλης ενάντια στα καρκινώματα του Καπιταλισμού και του Ιμπεριαλισμού. Αντιθέτως, ο πρόεδρος Κένεντι – παρά τις προσπάθειες πολιτικής αγιοποίησης του μετά θάνατον – θα μείνει στην ιστορία ως ένας άνθρωπος που, όσο βρέθηκε στην εξουσία και ασχέτως των καλών ή κακών του προθέσεων, υπηρέτησε πιστά το ίδιο το σύστημα που τον ανέδειξε, ξεκινώντας επιθετικούς πολέμους ανυπολόγιστου κόστους, όντας γνήσιος πολιτικός εκπρόσωπος των μονοπωλιακών συμφερόντων που όριζαν και ορίζουν τις τύχες των Ηνωμένων Πολιτειών. 

Ερώτημα 1:

Είχαν να κερδίσουν κάτι η κουβανική κυβέρνηση, ο Φιντέλ Κάστρο η ο Τσε Γκεβάρα απ’ τη δολοφονία του Κένεντι;

Απάντηση:

Τίποτε απολύτως. Τουναντίον μάλιστα, η δολοφονία Κένεντι συνέβη ακριβώς σε μια χρονική περίοδο όπου είχε ανοίξει δίαυλος επικοινωνίας Ουάσινγκτον-Αβάνας, έπειτα απ’ την Κρίση των Πυραύλων το 1962. Αυτό επιβεβαιώνει όχι μόνο ο ίδιος ο Κάστρο, αλλά και ο δημοσιογράφος που έπαιζε το ρόλο του αγγελιοφόρου μεταξύ των δύο ηγετών, ο Ζακ Ντανιέλ. Γράφει σχετικά στο βιβλίο του ο Simon Reid-Henry: Την περίοδο εκείνη ο Φιντέλ – όπως και ο Χρουστσώφ – είχε περισσότερα να χάσει παρά να κερδίσει απ’ τη δολοφονία του Κένεντι και σε δημόσια ομιλία του, την επομένη της δολοφονίας, αποστασιοποιήθηκε της όποιας ανάμειξης της Κούβας με το γεγονός στο Ντάλας. Μια συντηρητική, δεξιά συνωμοσία ήταν υπεύθυνη για το φόνο του Κένεντι δήλωσε. “Ποιός ευνοείται απ΄τη δολοφονία… εκτός απ’ τους χειρότερους αντιδραστικούς;”. (Fidel & Che: A revolutionary friendship, σελ. 281). 

Ερώτημα 2:

Ποιόν συνέφερε περισσότερο απ’ όλους το να φύγει απ’ το πολιτικό προσκήνιο των ΗΠΑ ο Τζων Κένεντι; 

Απάντηση:

JFK death, CIA sealΣίγουρα όχι την Κουβανική Επανάσταση. Αυτοί που οφελήθηκαν απ’ τη δολοφονία Κένεντι ήταν 1) όσοι επιθυμούσαν την ισχυροποίηση της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας των ΗΠΑ (συντηρητικοί κύκλοι εντός των ΗΠΑ, πολεμικές βιομηχανίες, μονοπωλιακοί όμιλοι κλπ). 2) Κύκλοι εντός των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών δεδομένης της εκπεφρασμένης πρόθεσης του προέδρου Κένεντι να προβεί σε ξεκαθάρισμα εντός της CIA (ο Κένεντι είχε ζητήσει απ’ τον διοικητή της Υπηρεσίας Άλεν Ντάλες να παραιτηθεί αμέσως μετά το φιάσκο της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων το 1961). 3) Η κοινότητα των αντικομμουνιστών, αντικαστρικών κουβανών που είχαν αυτοεξοριστεί στις ΗΠΑ. Η μαφία των κουβανών εξόριστων είχε συνεργαστεί με την CIA τόσο στην επιχείρηση εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων όσο και στη μετέπειτα «Operation Mongoose», μια προσπάθεια εναέριας τρομοκρατίας της Κούβας με την συμμετοχή της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ. Οι αντικαστρικοί, αντεπαναστάτες κουβανοί στις ΗΠΑ ουδέποτε είδαν με καλό μάτι την προεδρία Κένεντι, ιδιαίτερα έπειτα απ’ την Κρίση των Πυραύλων. Η Επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων που ερεύνησε τη δολοφονία αναφέρει πως την 1η Οκτώβρη 1963, ενάμιση μήνα πριν την επίσκεψη του Κένεντι στο Τέξας, έλαβε χώρα σε προάστιο του Ντάλας συγκέντρωση κουβανών εξόριστων και σκληροπυρηνικών δεξιών, όπου εκφράστηκαν ιδιαίτερα σκληρές απόψεις ενάντια στον Κένεντι και την πολιτική που ακολουθούσε. 4) Όσοι ανέλαβαν στην συνέχεια υψηλές θέσεις στα κυβερνητικά αξιώματα των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του Λίντον Τζόνσον αλλά και του μετέπειτα προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον. Ο πολιτικός αναλυτής Ρότζερ Στόουν έχει αναφέρει πως ο Νίξον του είχε εκμυστηρευθεί πως ο Τζόνσον βρίσκονταν πίσω απ’ τους Όσβαλντ και Ρούμπι.

Συμπέρασμα: Απ’ όλα τα σενάρια που κυκλοφορούν και αναπαράγονται αναφορικά με τη δολοφονία του προέδρου Τζων Φ. Κένεντι στις 22 Νοέμβρη 1963, το πλέον αδύναμο, προβοκατόρικο και συκοφαντικό, από κάθε άποψη, είναι αυτό που εμπλέκει την κουβανική κυβέρνηση και τον Τσε. Το γεγονός δε ότι, 50 χρόνια μετά, επανέρχεται στο φως της επικαιρότητας από ορισμένους κύκλους είναι ενδεικτικό μιάς προσπάθειας να συκοφαντηθεί η Κούβα και να πληγεί η υστεροφημία του Γκεβάρα ως ιστορικής προσωπικότητας, αλλά και να συγκαλυφθούν οι πραγματικοί υπαίτιοι της δολοφονίας – αυτούς ίσως και να μην τους μάθουμε ποτέ.  

Ελληνικό Αρχείο Τσε Γκεβάρα, 22 Νοέμβρη 2013.

Η «Κρίση των Πυραύλων» στην Κούβα και ο Τσε

che guevara cuban missile crisisΜε αφορμή την επέτειο της Κρίσης των Πυραύλων στην Κούβα (Οκτώβρης 1962), το Ελληνικό Αρχείο Τσε Γκεβάρα παρουσιάζει πτυχές της περιόδου εκείνης, κυρίως μέσα από το πρίσμα της δραστηριότητας και του ρόλου του Τσε, ως ηγετικού μέλους της κουβανικής κυβέρνησης, στην εν λόγω ιστορία. Προς τούτο χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από τα δύο πληρέστερα βιογραφικά πονήματα που έχουν γραφτεί για το Γκεβάρα, αυτά του Jon Lee Anderson και του Πάκο Ιγνάσιο Τάϊμπο. 

Η κρίση των πυραύλων του Οκτώβρη, ανάγκασε τον Τσε να επισπεύσει τα σχέδια του για την αντάρτικη δύναμη της Αργεντινής [1]. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, διοικούσε το δυτικό τμήμα των κουβανικών ενόπλων δυνάμεων με βάση το Πίναρ ντελ Ρίο. Το αρχηγείο του βρίσκονταν σε κάτι ορεινές σπηλιές, σε κοντινή απόσταση από τις εγκαταστάσεις σοβιετικών πυραύλων. (Στο στρατηγείο) πήρε μαζί του και εκπαιδευμένους αργεντίνους αντάρτες τοποθετώντας τους σε μεραρχία υπό την ηγεσία κουβανών αξιωματικών. Εάν ξεσπούσε πόλεμος θα έμπαιναν κι’ αυτοί στη μάχη.

Τις ώρες της κορύφωσης της έντασης – έπειτα από την κατάρριψη ενός κατασκοπευτικού αμερικανικού αεροσκάφους U2 από σοβιετικό αντιαεροπορικό βλήμα – ο Φιντέλ επικοινώνησε με τον Χρουστσώφ, μεταφέροντας του την άποψη ότι οι σοβιετικοί έπρεπε να εξαπολύσουν πρώτοι επίθεση με πυραύλους σε περίπτωση ένοπλης αμερικανικής εισβολής. Ο Κάστρο επιβεβαίωσε στον Χρουστσώφ την ετοιμότητα του ίδιου και του κουβανικού λαού να πολεμήσουν μέχρι θανάτου. […]

Όταν ο Κάστρο ενημερώθηκε πως ο Χρουστσώφ είχε συμφωνήσει με τον Κέννεντι, πίσω απ’ την πλάτη του (για απόσυρση των αμερικανικών πυραύλων απ’ την Τουρκία με αντάλλαγμα την υπόσχεση των ΗΠΑ να μην επιτεθούν στην Κούβα) έγινε έξαλλος και, σύμφωνα με πληροφορίες, έκανε θρύψαλλα έναν καθρέφτη με τη γροθιά του όταν του το ανακοίνωσαν. Από την πλευρά του ο Τσε διέταξε τη διακοπή της επικοινωνιακής γραμμής του στρατηγείου του με την γειτονική σοβιετική βάση και έφυγε για την Αβάνα προκειμένου να συναντήσει τον Φιντέλ.

Τις επόμενες ημέρες ο Φιντέλ τις πέρασε όντας πικραμένος και εκνευρισμένος με την τακτική του Χρουστσώφ και ο Μικογιάν [2] αναχώρησε για την Αβάνα προκειμένου να συνενοηθεί με τους κουβανούς. Ο Μικογιάν έκανε ότι μπορούσε, αλλά ο Φιντέλ και ο Τσε ήταν πεπεισμένοι πως ο Χρουστσώφ τους είχε “πουλήσει” για την εξυπηρέτηση των δικών του συμφερόντων. Οι συνομιλίες (σ.σ: μεταξύ του Μικογιάν και κουβανών αξιωματούχων) συνεχίστηκαν για αρκετές εβδομάδες και σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν εξαιρετικά έντονες. Μια μέρα, ένα λάθος στη μετάφραση απ’ τον ρώσο διερμηνέα προκάλεσε ισχυρές αντεγκλίσεις. Όταν η παρεξήγηση ξεκαθαρίστηκε, ο Τσε έβγαλε ήρεμα το πιστόλι τύπου μακάροφ απ’ την θήκη του και το έδωσε στον διερμηνέα λέγοντας του: “Εάν ήμουν στη θέση σου, αυτό θα ταν το μόνο που μου έμενε να πράξω…”. Σύμφωνα με τον Αλεξάντρ Αλέξιεφ όλοι γέλασαν, συμπεριλαμβανομένου του Μικογιάν. Το μαύρο χιούμορ του Τσε είχε ελαφρύνει την ατμόσφαιρα.

[…]

Σε μια συνέντευξη με τον Τσε λίγες εβδομάδες μετά την κρίση, ο βρετανός ανταποκριτής της αριστερής εφημερίδας Daily Worker Σαμ Ράσελ τον βρήκε να παραμένει θυμωμένος αναφορικά με την στάση της Μόσχας. Καπνίζοντας το πούρο του και παίρνοντας, εναλλάξ, ανάσες απ’ τον εισπνευστήρα για το άσθμα, δήλωσε στο Ράσελ πως εάν οι πύραυλοι τίθενταν υπό κουβανικό έλεγχο θα εκτοξεύονταν. Ο Ράσελ έφυγε με ανάμεικτα συναισθήματα για τον Τσε, χαρακτηρίζοντας τον ως “ξεκάθαρα έναν άνθρωπο μεγάλης ευφυίας, παρόλο που πίστευα ότι ήταν τρελός κρίνοντας απ’ τον τρόπο που αναφέρθηκε στους πυραύλους”. […]

[1] Ήδη από το 1962 ο Γκεβάρα σχεδίαζε τρόπους δημιουργίας αντάρτικου αγώνα σε χώρες της λατινικής Αμερικής, με επίκεντρο την Αργεντινή. Η Κρίση των Πυραύλων ανάγκασε τον Τσε να αλλάξει τους σχεδιασμούς του, προσαρμόζοντας τους στις πολιτικές και διεθνείς εξελίξεις που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια.

[2] Ανάστας Μικογιάν: Σοβιετικός επαναστάτης, πολιτικός και διπλωμάτης. Διετέλεσε επί πολλά χρόνια Επίτροπος στην ΕΣΣΔ. Διατηρούσε σχέσεις με την κουβανική επαναστατική ηγεσία και αποτελούσε «δίαυλο» επικοινωνίας μεταξύ Μόσχας και Αβάνας. 

Αποσπάσματα απ’ τη βιογραφία του Τσε. Τζον Λι Άντερσον, “Che, A Revolutionary Life”, Grove Press. (Μετάφραση: Guevaristas), σελ. 518-519.

(Πριν ξεσπάσει η κρίση των πυραύλων)

Γράφει ο Πάκο Ιγνάσιο Ταϊμπο ΙΙ: Εκείνες τις μέρες θα δώσει μια διάλεξη στα μέλη της Κεντρικής Ασφάλειας, που αργότερα θα πάρει τη μορφή ενός άρθρου – με τίτλο “Τακτική και Στρατηγική της Κουβανικής Επανάστασης” – που δεν έμελλε να δημοσιευτεί παρά μόνο μετά το θάνατο του. […] “Η Αμερική είναι σήμερα ένα ηφαίστειο, δεν βρίσκεται σε φάση έκρηξης, αλλά είναι ταραγμένο απ’ τους φοβερούς υπόγειους βρυχηθμούς που προαναγγέλουν το ξύπνημα του». Χαρακτηρίζει την Συμμαχία για την Πρόοδο (σ.σ: που είχε εξαγγείλει ο Τζ.Κέννεντι) ως “προσπάθεια του ιμπεριαλισμού να εμποδίσει τη διαμόρφωση επαναστατικών συνθηκών μεταξύ των λαών, μέσω του συστήματος του να μοιράζεται ένα μικρό μέρος των κερδών με τις τάξεις των κρεολών εκμεταλλευτών”. Καταληγει σε δύο συμπεράσματα: “Απαιτείται αντάρτικος αγώνας για την κατανίκηση του συμβατικού στρατού και ο αγώνας αυτός θα έχει παναμερικανικό χαρακτήρα. Θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε αυτή τη νέα εποχή της χειραφέτησης της Αμερικής ως αντιπαράθεση δύο τοπικών δυνάμεων που παλεύουν για την κυριαρχία και μια περιοχή; Προφανώς όχι (…) Οι γιάνκηδες θα επέμβουν γιατί ο αγώνας στην Αμερική είναι καθοριστικής σημασίας». Δύο ιδέες που έχουν να κάνουν με τη μελλοντική του πρακτική.

Η ένταση μεταξύ της κουβανέζικης επανάστασης και των Ηνωμένων Πολιτειών θα οδηγήσει κατά τους επόμενους μήνες στα πρόθυρα μιάς παγκόσμιας πυρηνικής αναμέτρησης. Μια δυο μέρες πριν από τη γέννηση του γιου του (γεννήθηκε 20 Μάη) ο Τσε είχε σχολιάσει σε μια ομιλία του: «Ο Ιμπεριαλισμός ξέρει ή μπορεί και να μην ξέρει τι είναι ικανή να κάνει η Σοβιετική Ένωση προκειμένου να μας προστατέψει (…) Αν κάνουν ένα λάθος, θα καταστρέψουν τον ιμπεριαλισμό ως τις ρίζες του, αλλά κι απο μας δε θα μείνουν και πολλά. Γι’ αυτό κι εμείς πρέπει να αγωνιζόμαστε σταθερά για την ειρήνη».

Στις 30 Μαϊου ο Τσε καλείται από τον Φιντέλ σε μία πολύ κλειστή συνάντηση. Παρίσταται μόνο ο πρόεδρος Ντορτικός, ο Φιντέλ και ο Ραούλ Κάστρο. Ο Φιντέλ τους πληροφορεί ότι την προηγούμενη μέρα είχε συζητήσει με τον Σοβιετικό υποστράτηγο Μπιργιούσοφ, ο οποίος του μετέφερε την πρόταση του Νικίτα Χρουστσώφ να ενισχύσουν την άμυνα της Κούβας εκτός των άλλων και με πυρηνικές κεφαλές. Ο Φιντέλ τους πληροφορεί ότι ανέβαλε την απόφαση του μέχρι να το συζητήσει μαζί τους. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες για το τι υποστήριξαν οι τέσσερις παριστάμενοι στη συζήτηση, ούτε για τις συμφωνίες ή τις διαφωνίες τους. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1992, ο Φιντέλ θα έλεγε: ¨Δε μας άρεσαν οι πύραυλοι, έβλαπταν την εικόνα της επανάστασης στη Λατινική Αμερική. Οι κεφαλές θα μας μετέτρεπαν σε στρατιωτική βάση των Σοβιετικών, αλλά, από την άλλη, σκεφτήκαμε ότι θα ενισχύονταν έτσι το σοσιαλιστικό μπλοκ». Το γεγονός πάντως είναι ότι οι συμμετέχοντες σ’ αυτή τη συνάντηση αποφάσισαν υπέρ της ρωσικής πρότασης.

[…] Στις 13 Αυγούστου ο Σοβιετικός πρέσβης Αλεξέγεφ παραδίδει στον Φιντέλ το κείμενο της διμερούς συμφωνίας για την εγκατάσταση των βάσεων για τους πυραύλους. Ο Φιντέλ, αφού πρώτα το ελέγχει, το παραδίδει με την σειρά του στον Τσε για να το πάει στην ΕΣΣΔ. Η κατάσταση εξελίσσεται ραγδαία. Στις 27 Αυγούστου ο κομαντάντε Γκεβάρα καταφθάνει στη Μόσχα με τον Εμίλιο Αραγονές, υπό το πρόσχημα μιας επίσκεψης για την τακτοποίηση «οικονομικών υποθέσεων». Στις 30 του μήνα θα συναντηθεί με το Νικίτα στη ντάτσα του στην Κριμαία. Παρά το γεγονός ότι ο Τσε επιμένει να δημοσιοποιηθεί η συμφωνία, ο Νικίτα απορρίπτει την πρόταση. Επίσης δεν υπογράφει το κείμενο, κατά πάσα πιθανότητα για να εμποδίσει τη διαρροή της πληροφορίας απ’ τους Κουβανούς.

Σημείωση: Στο διάστημα που ακολουθεί ο Τσε παρακολουθεί τα τεκταινόμενα από την Αβάνα, συνεχίζοντας το πρόγραμμα του που περιλαμβάνει από μεροκάματα εθελοντικής εργασίας σε υφαντουργία μέχρι συνεδριάσεις με συνεργάτες στο υπουργείο Βιομηχανίας. Στις 17 Οκτωβρίου ο Τσε υποδέχθηκε στην Αβάνα τον φίλο του, αλγερινό επαναστάτη Μπεν Μπέλα που ταξίδεψε στην Κούβα για υπογραφή διμερών συμφωνιών.

[…] Στις 7 το απόγευμα της 22ης Οκτωβρίου ο πρόεδρος Κέννεντι απευθύνεται στο έθνος μέσω ενός τηλεοπτικού μηνύματος διάρκειας δεκαεφτά λεπτών γνωστοποιώντας «τις αναμφισβήτητες αποδείξεις για την ύπαρξη βάσεων στην Κούβα» και αναφέρει ότι θα επιβληθεί στους Κουβανούς καραντίνα και αποκλεισμός. Σε άμεση απάντηση, τα σοβιετικά πλοία που βρίσκονταν εν πλω παίρνουν διαταγές να αγνοήσουν τον αποκλεισμό. Την επόμενη μέρα η Κούβα τίθεται σε πολεμικό συναγερμό. Ο Αργεντινός δημοσιογράφος Αδόλφο Γκίλι θα επισημάνει: «Ήταν λες κι έβρισκε διέξοδο μία μακροχρόνια συσσωρευμένη ένταση, λες και όλη η χώρα με ένα στόμα έλεγε: «Επιτέλους». Ο Τσε ορίζεται αρχηγός του Δυτικού Τμήματος Στρατού και κατευθύνεται στο Πιναρ ντελ Ρίο. Σύμφωνα με τον Ταμάγιο, τον υπασπιστή του, ο Τσε πίστευε ότι ο πόλεμος θα ξεσπούσε από στιγμή σε στιγμή και ότι η εισβολή αυτή τη φορά θα γινόταν πράγματι από εκείνη την περιοχή (σ.σ: η πρώτη εισβολή ήταν στον Κόλπο των Χοίρων). Εγκαθιστά το γενικό αρχηγείο του στη σπηλιά του Λος Πορτάλες, στα ριζά των λόφων που κυκλώνουν την κοιλάδα του Σαν Άντρες ντε Καϊγουανάμπο, στις όχθες του ποταμού Σαν Ντιέγο. Μία φυσική σπηλιά που είχε τροποποιηθεί ελάχιστα κατά την προεπαναστατική εποχή από τον τσιφλικά Κορτίνα, ο οποίος είχε φτιάξει μερικά σκαλοπάτια και είχε φαρδύνει την είσοδο. Η σπηλιά ήταν μεγαλειώδης, αλλά στο εσωτερικό της, με αυστηρή τάξη, είχαν στηθεί τμήματα, ασύρματοι, μερικά κρεβάτια εκστρατείας, δύο εστίες μαγειρέματος κι ένα τραπέζι φτιαγμένο από μια πέτρινη πλάκα βαλμένη πάνω σε δυο στύλους από πέτρες. Σταλακτίτες, χελιδόνια τη μέρα και νυχτερίδες τη νύχτα.

Ο Τσε κινήθηκε ολοταχώς και, πιστεύοντας ότι ο πόλεμος τον περίμενε στη γωνία, άρχισε να οργανώνει αποθήκες πυρομαχικών σε σπηλιές και οροσειρές και πέρασε από χαρακώματα και καταλύματα μιλώντας με τους άντρες και τονώνοντας το ηθικό τους. Το σχέδιο ήταν η οργανώσουν μια πρώτη γραμμή άμυνας ακολουθώντας τα διδάγματα της εμπειρίας τους στον Κόλπο των Χοίρων, κι έπειτα, σε περίπτωση που οι εισβολείς κατάφερναν να σχηματίσουν ένα μέτωπο στην παραλία, να αναδιπλωθούν σε έναν ανταρτοπόλεμο στη Σιέρα ντε λος Όργκανος. Κατά τη διάρκεια εκείνων των ημερών της επιφυλακής ο Τσε επιθεωρούσε την περιοχή που βρισκόταν υπ’ ευθύνη του και τις νύχτες διάβαζε και έπαιζε σκάκι. […]

Όταν ο κίνδυνος ενός πυρηνικού πολέμου έχει τελειώσει και έχει οριστικοποιηθεί η συμφωνία Κέννεντι-Χρουστσώφ, η ένταση σταδιακά μειώνεται. Ο Τσε επιστρέφει στην Αβάνα.

Η Ίλδα Γκαδέα (σ.σ: η πρώτη σύζυγος του Τσε με την όποια είχε πάρει διαζύγιο), που επιστρέφει από τη δουλειά της, θα ανακαλύψει έκπληκτη ότι ο Τσε βρίσκεται στο σπίτι της: «Βρήκα τον Ερνέστο πενταβρώμικο, με τις αρβύλες του καταλασπωμένες, να παίζει στο διαμέρισμα με τη μικρή (…) να παίζει και με το σκυλί». Μετά την εγγύτητα του θανάτου, η επιστροφή στη ζωή. Σε ένα άρθρο γραμμένο εκείνες τις μέρες – και που δεν έμελλε να δημοσιευτεί παρά μόνο μετά το θάνατο του – με τίτλο «Τακτική και στρατηγική της λατινοαμερικάνικης επανάστασης», έκανε έναν σκληρό απολογισμό της κρίσης: «Είναι το ανατριχιαστικό παράδειγμα ενός λαού που είναι διατεθειμένος να αιματοκυλιστεί σε μια πυρηνική επίθεση προκειμένου οι στάχτες του να γίνουν το τσιμέντο για νέες κοινωνίες και, όταν γίνεται χωρίς κανείς να ζητήσει τη γνώμη του μια συμφωνία βάσει της οποίας αποσύρονται οι ατομικοί πύραυλοι, δεν αναστενάζει ανακουφισμένος, δε νιώθει ευγνωμοσύνη για την ανακωχή – ρίχνεται στην παλαίστρα για να δώσει τη δική του, μοναδική φωνή, διατρανώνοντας τη μαχόμενη θέση του, δική του και μοναδική, και, πιο πέρα ακόμα, την απόφαση του να παλέψει ακόμα κι’ αν είναι μόνος».  

Είναι φανερό ότι ο Γκεβάρα αισθάνεται οργή για την συμφωνία απόσυρσης των πυραύλων, πίσω απ’ την πλάτη της κουβανικής κυβέρνησης. 

Όπως κάθε φορά που αισθάνεται οργή, ο Τσε θα βυθιστεί σε μία εύγλωττη επίμονη σιωπή [..] και θα αφιοσιωθεί πλήρως στα καθήκοντα του στον τομέα της βιομηχανίας, κρυμμένος απ’ τον κόσμο. Ο Σαβέριο Τουτίνο, ανταποκριτής τότε της ιταλικής κομμουνιστικής εφημερίδας L’ Unita, προσπαθεί να του πάρει συνέντευξη και βρίσκεται αντιμέτωπος με την άρνηση του Τσε. [..] Ο Τουτίνο θα κατέθετε αργότερα: «Είχε μια μυστηριώδη αύρα που απέρρεε από την σιωπή και τις αριστερές του θέσεις, την άρνηση των προνομίων, τη νυχτερινή δουλειά… Κυκλοφορούσε η φήμη ότι ο Τσε είχε θελήσει να ρίξει στα αμερικανικά αεροπλάνα στη διάρκεια της κρίσης»

Αποσπάσματα απ’ τη βιογραφία του Τσε γραμμένη απ’ τον Πάκο Ιγνάσιο Τάϊμπο ΙΙ με τίτλο «Ερνέστο Γκεβάρα, γνωστός και ως Τσε», Εκδόσεις Κέδρος, 2005, σελ. 572-582.

Η Κρίση των Πυραύλων, η διπλωματία Χρουστσώφ και η συμφωνία που έβαλε τέλος στον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου συνεχίζει να αποτελεί ζήτημα προς μελέτη. Μια δεκαετία περίπου αργότερα, ο Φιντέλ αναγνώρισε ότι η επιλογή των σοβιετικών ήταν συνετή, ασχέτως του αν έγινε χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον ίδιο και την κουβανική ηγεσία. Γράφει ο Τέρενς Κάννον στο βιβλίο του «Η Επαναστατική Κούβα» (Εκδ. Χοσέ Μαρτί): 

Καθώς περνούσαν τα χρόνια και οι Ενωμένες Πολιτείες δεν εισέβαλαν στο νησί, οι ηγέτες της Κούβας κατάλαβαν ότι είχαν υποτιμήσει τη σύνεση της σοβιετικής απόφασης να απομακρύνουν τους πυραύλους. Το 1974 ο Φιντέλ ρωτήθηκε τι νόμιζε για τον τρόπο που επιλύθηκε η κρίση: 

«Λοιπόν, δεν ήμασταν εντελώς ευχαριστημένοι με τα αποτελέσματα της Κρίσης των Πυραύλων. Αλλά αν είμαστε ρεαλιστές, και πάμε πίσω στην ιστορία, καταλαβαίνουμε ότι η δική μας στάση δεν ήταν σωστή. Οι Ρώσοι πίστευαν ότι από εκείνες τις διαπραγματεύσεις (σ.σ: Χρουστσώφ-Κέννεντι) δύο αντικειμενικοί σκοπό θα πετυχαίνονταν: η υπόσχεση να μη γίνει εισβολή στην Κούβα από τη μια μεριά και από την άλλη, η εξάλειψη του κινδύνου ενός πυρηνικού πολέμου. Δεν έγινε πόλεμος και υπήρξε μια περίοδος χαλάρωσης των διεθνών εντάσεων, αποδείκνύοντας έτσι ότι η σοβιετική θέση ήταν η σωστή»