Βολιβία: Το τελευταίο ταξίδι

Του Πάνου Πικραμένου.

Την τελική απόφαση πάντως για την δράση στην Βολιβία την πήρε ο Φιντέλ Κάστρο σε συνεργασία με τον αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών της Κούβας. Ο Τσε, ενοχλημένος από το γεγονός ότι ο Κάστρο δημοσιοποίησε την αποχαιρετιστήρια επιστολή που του είχε εγχειρήσει πριν αναχωρήσει για το Κονγκό, γεγονός που ουσιαστικά απέκλειε την επιστροφή του στην πολιτική ζωή της Κούβας, δεν φαινόταν να έχει διάθεση να επιστρέψει στην Αβάνα. Χρειάστηκε η παρέμβαση ενός στενού φίλου του και υψηλόβαθμου στελέχους της κουβανέζικης κυβέρνησης για να δεχθεί τελικά να πραγματοποιήσει ένα ανεπίσημο ταξίδι. Επέστρεψε στην Κούβα στα μέσα Ιουλίου 1966. Αυτή τη φορά σιωπηλά, χωρίς επίσημες υποδοχές. Αμέσως κατευθύνθηκε σε ένα απομονωμένο αγρόκτημα, όπου ασχολήθηκε με την εκπαίδευση των ανταρτών που θα αναχωρούσαν για τη Βολιβία.

Η επιλογή αυτής της χώρας θα αποδεικνυόταν καταστροφική για τον ίδιο και παραμένει αίνιγμα γιατί δεν είδε εξαρχής ότι οι συνθήκες δεν επέτρεπαν την επιβίωση ενός αντάρτικου κινήματος. Όμως στην Τριηπειρωτική διάσκεψη της Αβάνας, ο Φιντέλ Κάστρο φάνηκε να επανεξετάζει τη στρατηγική της εξάπλωση του αντάρτικου σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, κρατώντας αποστάσεις από τα επίσημα κομουνιστικά κόμματα. Η Βολιβία, ως ηπειρωτική χώρα, ήταν η πιο φτωχή και καθυστερημένη της Λατινικής Αμερικής. Είχε το μεγαλύτερο ποσοστό αναλφάβητων και καθυστερημένων Ινδιάνων από όλες τις άλλες χώρες, ενώ πολιτικά ήταν η πιο ασταθής, αφού μετά το1825, που ανακηρύχτηκε ανεξάρτητη δημοκρατία, πραγματοποιήθηκαν 189 αλλαγές κυβερνήσεων, πολλές με βίαιο τρόπο.

Το 1952 ξέσπασε λαϊκή επανάσταση και το Εθνικό Επαναστατικό Κίνημα κατέλαβε την εξουσία. Όμως οι ελπίδες διαψεύστηκαν, γιατί σύντομα η κυβέρνηση, οργάνωσε μία κτηνώδη μυστική αστυνομία, καταλήστεψε τα δημόσια ταμεία και συμμάχησε με τις ΗΠΑ απ’ όπου προμηθεύτηκε σύγχρονο οπλισμό. Το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν διασπασμένο στην βάση της διαμάχης Κίνας-ΕΣΣΔ. Το Μαοϊκό κομμάτι υποστήριζε ότι πρέπει να γίνει ένοπλη επανάσταση και να στηριχθεί στο αντάρτικο υπαίθρου, ενώ το φιλοσοβιετικό ακολουθώντας την γραμμή της προσέγγισης με την Δύση, ήταν αντίθετο. Η κατάσταση ήταν χειρότερη από πριν, και το 1964 ένα στρατιωτικό πραξικόπημα τερμάτισε την θητεία της κυβέρνησης. Οι αξιωματικοί του στρατού που ανέλαβαν την διακυβέρνηση είχαν όλοι εκπαιδευτεί στις ΗΠΑ και ήταν φιλοαμερικανοί. Τον Οκτώβριο 1966, κοντά στον ποταμό Νακαχουασού της Βολιβίας θα νοικιαστεί ένα απομονωμένο αγρόκτημα για να χρησιμοποιηθεί ως βάση της αντάρτικης ομάδας. Σύμφωνα με τα σχέδια θα λειτουργεί και ως εκπαιδευτικό κέντρο για νεοσύλλεκτους. Το πρόγραμμα προέβλεπε ότι η εκπαίδευση θα άρχιζε στις 15 Νοεμβρίου και θα τελείωνε στις 20 Δεκεμβρίου. Δηλαδή σε 35 ημέρες οι νεοσύλλεκτοι έπρεπε να μεταμορφωθούν σε ικανούς μαχητές!

Ένας πρώην πράκτορας της CIA, ο Φίλι Αντί, γράφει στο βιβλίο του «Η CIA εναντίον του Τσε» ότι οι Αμερικανοί πίστευαν ότι ο Γκεβάρα μετά την αποτυχημένη εκστρατεία στο Κονγκό, νοσηλευόταν στη Σοβιετική Ένωση, επειδή είχε πάρει ένα χαλασμένο φάρμακο για το άσθμα. Όμως υπήρχε ήδη μία πληροφορία σχετικά με την οργάνωση κάποιου αντάρτικου στη Βολιβία, στην οποία ουδείς έδωσε ιδιαίτερη σημασία. Παραδόξως όμως εκείνες τις ημέρες οι μυστικές υπηρεσίες της Αργεντινής θέτουν υπό επιτήρηση τα σπίτια των συγγενών του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, έχοντας ίσως κάποια πληροφορία ότι αυτός βρισκόταν κάπου κοντά στην Νότια Αμερική. Ακόμη και σήμερα οι πληροφορίες πάνω στο ζήτημα αν η CIA ήταν ενημερωμένη ή όχι, για τα σχέδια του για την Βολιβία, εξακολουθούν να είναι αντιφατικές. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τ. Άντερσον, στην βιογραφία που συνέγραψε για τον Τσε Γκεβάρα, αναφέρει ότι ο πράκτορας που είχε στρατολογήσει την Τάνια στις υπηρεσίες της Ανατολικής Γερμανίας, ένα μήνα πριν αυτή φτάσει στη Βολιβία αυτομόλησε στις ΗΠΑ και ότι η ίδια είχε σαφή προειδοποίηση από τηνΣτάζι να μη φύγει από το νησί της Κούβας, σύσταση στην οποία η ίδια δεν υπάκουσε. Αν αυτά αληθεύουν, ίσως κάποιοι να είχαν πάρει απόφαση να «τελειώνουν» με το «φαινόμενο Τσε Γκεβάρα»…

Το διαβατήριο Ουρουγουάης του μεταμφιεσμένου Τσε.

Στις 3 Νοεμβρίου ο Τσε αποβιβάστηκε στο αεροδρόμιο της Λα Παζ με το όνομα Αδόλφο Μένα Γκονζάλες και το ουρουγουανό διαβατήριο με αριθμό «Νο 130748». Είχε εμφάνιση αστού γραφειοκράτη: φαλάκρα, μαύρα γυαλιά, σκούρο κοστούμι και γραβάτα. Μαζί του έχει μια βεβαίωση του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών ότι συντάσσει έκθεση για τις κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις στη Βολιβία. Έφθασε στο αγρόκτημα που χρησιμεύει ως στρατόπεδο και εγκαταστάθηκε σε μια καλύβα με τσίγκινη σκεπή, που βρισκόταν κάτω από ένα δένδρο. Η ομάδα του θα ονομαζόταν Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός-ELN. Όταν ο Τσε έφτασε στην Βολιβία η στρατιωτική χούντα βρισκόταν ήδη δύο χρόνια στην εξουσία.

Στις 7 Νοεμβρίου 1966, ο Τσε ανοίγει ένα σημειωματάριο που είχε αγοράσει στην Φρανκφούρτη και γράφει: σήμερα αρχίζει μια νέα εποχή. Έτσι αρχίζει να καταγράφει στο ημερολόγιό του την εκστρατεία στην Βολιβία. Το σημειωματάριο έγινε γνωστό ως το «Ημερολόγιο της Βολιβίας». Ο Τσε Γκεβάρα αναχωρεί από την Λα Παζ και μετά από ταξίδι δύο ημερών φτάνει σε μια απομονωμένη περιοχή όπου έχει νοικιαστεί ένα αγρόκτημα που θα χρησιμεύσει ως αρχική βάση για τις εξορμήσεις τους: «Καθώς πλησιάζαμε στο αγρόκτημα σταματήσαμε τα αυτοκίνητα και συνεχίσαμε μόνο με το ένα για να μην μας υποψιαστεί ο γείτονας και αρχίσει να λέει ότι η επιχείρησή μας έχει ως σκοπό την παρασκευή κοκαΐνης (…) περάσαμε την νύχτα σε κάτι θάμνους, εκατό μέτρα μακριά από το σπίτι κοντά στον ξεροπόταμο (…) η περιοχή μοιάζει έρημη. Με αρκετή πειθαρχία μπορεί κάποιος να μείνει καιρό εδώ, χωρίς να γίνει αντιληπτός (…) Ξεκόλλησα από το σώμα μου έξι τσιμπούρια.». Η ομάδα σκάβει σπηλιές σε μια πλαγιά και ένα τούνελ για να αποθηκεύσει τρόφιμα και άλλα εφόδια. Στήνεται και ένα παρατηρητήριο για να εποπτεύουν τη φάρμα. Σε έναν μήνα οι εργασίες αυτές είχαν τελειώσει. Εδώ βρίσκονται έξι άτομα και περιμένουν τους υπόλοιπους. Ο Τσε σχεδιάζει να στρατολογήσει 20 Βολιβια- νούς και να αρχίσει τις εχθροπραξίες. Η επιχείρηση έχει καθυστερήσει. Στις 31 Δεκεμβρίου, με καθυστέρηση σχεδόν δύο μηνών, φτάνει στο αγρόκτημα ο Μάριο Μονχέ, ο γεν. γραμματέας του Κομουνιστικού Κόμματος Βολιβίας.

Ο Τσε, αν και γνωρίζει την έχθρα που τρέφει εναντίον του η Μόσχα, προσπαθεί ακόμη να συμμαχήσει με το φιλοσοβιετικό κομμάτι των κομουνιστών της Βολιβίας. Αυτοί θα τον προσεγγίσουν σε μια κίνηση τακτικής, όμως τελικά όχι μόνο δεν θα τον υποστηρίξουν αλλά θα τον υπονομεύσουν, αφού σύμφωνα με τη γραμμή της Μόσχας εναντιώνονται στην ιδέα του επαναστατικού αντάρτικου. Ο ίδιος ο Γκεβάρα, στο ημερολόγιό του συνοψίζει τις συζητήσεις.

Ο Μονχέ για να υποστηρίξει το αντάρτικο του Τσε είχε απαιτήσει τα εξής, όπως αναφέρονται στα «Ημερολόγια της Βολιβίας»: «θα παραιτούνταν από την καθοδήγηση του κόμματος, αλλά θα κατάφερνε τουλάχιστον αυτό να μείνει ουδέτερο, και ορισμένα στελέχη του θα έβγαιναν στο βουνό για να πάρουν μέρος στον αγώνα. Η πολιτικο-στρατιωτική καθοδήγηση θα ανατεθεί σε αυτόν, όσο η επανάσταση διεξάγεται σε βολιβιανό έδαφος. Θα αποκαθιστούσε επαφές με άλλα νοτιοαμερικάνικα κόμματα, προκειμένου να τα οδηγήσει στην υποστήριξη των απελευθερωτικών κινημάτων». Ο Τσε διαφωνεί ξεκάθαρα με τη δεύτερη απαίτηση του γεν.γραμματέα: «Δεν μπορούσα σε καμία περίπτωση να δεχθώ. Στρατιωτικός διοικητής θα ήμουν εγώ. Το πρώτο ζήτημα εξαρτιόταν από αυτόν. Όμως, θεωρούσα τη θέση του τρομερά λανθασμένη. Είναι διστακτική, γεμάτη συμβιβασμούς και τείνει να πάρει στην Ιστορία τη θέση αυτών που πρέπει να καταδικαστούν. Ο χρόνος θα με δικαιώσει. Όσο για το δεύτερο σημείο, δεν έβλεπα τίποτε κακό στην προσπάθεια αυτή, αλλά ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία». Μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου έχει φθάσει στο αγρόκτημα σχεδόν όλη η ομάδα του Τσε. Αυτός είναι ευχαριστημένος από την ποιότητα του έμψυχου υλικού που έχει τεθεί υπό τις διαταγές του. Οι περισσότεροι είναι παλιοί σύντροφοι από την εποχή της Σιέρα Μαέστρα. Όλοι μαζί κάνοντας μακρές πορείες ασχολούνται με την εξερεύνηση και την λεπτομερή απομνημόνευση των περιοχών όπου πρόκειται να δράσουν. Ο Τσε είχε μετατρέψει τον καταυλισμό σε ένα καλά οργανωμένο και οχυρωμένο στρατόπεδο. Σκοπεύει να το χρησιμοποιήσει ως κέντρο εκπαίδευσης, κέντρο επικοινωνιών, στάβλο για τα ζώα, αποθήκη εξοπλισμού και σχολή αξιωματικών, όπου διδάσκονται μία σειρά από μαθήματα: από πολιτική οικονομία, έως ιστορία και γαλλικά.

* Ο Πάνος Πικραμένος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το κείμενο περιλαμβάνεται στη μονογραφία «Τσε Γκεβάρα: Ο Τελευταίος Πραγματικός Επαναστάτης», εκδόσεις Αμυντική Γραμμή.