«Ριζοσπάστης» 1978: Άρθρο για τα 50 χρόνια απ’ τη γέννηση του Τσε Γκεβάρα

rizospastis 14-6-1978 cheΤα αποσπάσματα του κειμένου που ακολουθεί προέρχονται από άρθρο που δημοσιεύθηκε στον «Ριζοσπάστη” στις 14 Ιούνη 1978, στην επέτειο των 50 χρόνων από τη γέννηση του Τσε. Το ενδιαφέρον άρθρο υπογράφει ο Φώντας Λάδης, δημοσιογράφος, συγγραφέας αλλά και στιχουργός αγαπημένων, πολιτικού χαρακτήρα, τραγουδιών που μελοποίησαν οι Μάνος Λοϊζος (“Πάγωσε η τσιμινιέρα”, “Το δέντρο”), Μίκης Θεοδωράκης, Θάνος Μικρούτσικος (“Ο Φασισμός”, “Χιλή”, “Τσε Γκεβάρα”) και άλλοι συνθέτες.

Τετάρτη 14 Ιούνη 1978. 

Του Φώντα Λάδη.

Σήμερα συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από τη γέννηση του Τσε. Μόνο πενήντα χρόνια! Αν ο “Κομαντάντε” Τσε Γκεβάρα ζούσε, σήμερα θα ήταν στην πιο ώριμη και δημιουργική του ηλικία. Και θα χαιρόταν μαζί μας, βλέποντας το κόκκινο άστρο να μεσουρανεί και τη σκλαβωμένη Αφρική* – στην οποία είχε ταξιδέψει επανειλλημένα – να ξυπνάει οριστικά από το λήθαργο και τις ταπεινώσεις αιώνων.

Όμως η Ιστορία δεν προχωρεί με τα “αν και με τα “θα”. Αυτή θέλει το Γκεβάρα νεκρό, δολοφονημένο από το καθεστώς του Μπαριέντος στη Βολιβία, στις 9 Οκτώβρη 1967, ενώ προσπαθούσε να δημιουργήσει αντάρτικο σ’ ένα στρατηγικό σημείο των Άνδεων (όπως είναι γνωστό η Βολιβία περιτριγυρίζεται από άλλες πέντε χώρες).

Ό,τι κι αν γράφτηκε γύρω από την προσωπικότητα του – και γράφτηκαν πολλά – το αναμφισβήτητο είναι πως ο “Τσε” ήταν ένα αυθεντικό κομμάτι της λατινοαμερικάνικης επανάστασης και πως η ζωή και ο θάνατος του σφραγίστηκαν από τη γεμάτη ανατάσεις, αλλά και δυσκολίες και, προβληματισμούς πορεία της. Αναμφισβήτητο είναι ακόμα πως στη ζωή του ταυτίστηκε ιδιαίτερα με την κουβανέζικη επανάσταση, που τον κάλυψε με τη στοργή και την υπευθυνότητα της, ως το θάνατο του και μετά απ’ αυτόν.

[…] Πρώτος από τα πέντε παιδιά μιας φιλελεύθερης, με αριστερές σχεδόν παραδόσεις μεσοαστικής οικογένειας, ξεχώρισε από μικρός γιά το πάθος του στο διάβασμα, την αγάπη του στον αθλητισμό και την εχθρότητα του στον καθιερωμένο, αστικό τρόπο εκπαίδευσης. Οι συμμαθητές του θυμούνται πως λάτρευε την ποίηση του Νερούντα, πως εκτός από τα Ισπανικά μιλούσε και διάβαζε επίσης στα αγγλικά και στα γαλλικά και πως η αυτομόρφωση του ήταν πολύπλευρη.

[…] Είναι στη Γουατεμάλα, όταν γίνεται ο βομβαρδισμός της χώρας από τους Αμερικανούς, σε αντίποινα για την απαλλοτρίωση των τεράστιων εκτάσεων που εκμεταλλεύονταν η “Γιουνάϊτεντ Φρούϊτ Κόμπανυ” από το ριζοσπαστικό καθεστώς του Τζάκομπο Άρμπενς. Μέσα απ’ αυτή την εμπειρία κι’ απ’ το γεγονός πως δεν υπήρξε οργανωμένη αντίσταση στην επιδρομή, ο 25χρονος γιατρός βγάζει ακόμα ένα δίδαγμα: πως σε καμία χώρα της Αμερικής η αστική τάξη δε μπορεί να ηγηθεί – κι αν ακόμα ήθελε – μιάς λαϊκής νικηφόρας επανάστασης.

[…] Την άνοιξη του 1965 όλοι – και πρώτη απ’ όλους η ΣΙΑ – διαπιστώνουν ότι ο Τσε “χάθηκε” από την Κούβα. Γύρω από την εξαφάνιση του διατυπώνονται κάθε είδους εικασίες. Μόνο στις 3 Οχτώβρη – όταν δηλαδή έχουν εκλείψει οι λόγοι ασφαλείας – ο Κάστρο διαβάζει στην τηλεόραση το γράμμα που του έστειλε φεύγοντας ο Γκεβάρα. […] Ο κόσμος θα ξαναμάθει για τον Τσε, τον Οχτώβρη του 1967 όταν, μετά από σκληρή μάχη, άοπλος και τραυματισμένος, πιάνεται στην περιοχή της Σάντα Κρουζ της Βολιβίας, μεταφέρεται στο χωριό Χιγκέρας, ανακρίνεται, βασανίζεται και τελικά δολοφονείται εν ψυχρώ.

[…] Ο Γκεβάρα πρόλαβε ν’ αφήσει αρκετά κείμενα, μέσ’ απ’ τα οποία μπορεί κανείς ναρθει σ’επαφή μ’έναν πλούσιο προβληματισμό γιά τα βασικά ζητήματα που μπαίνουν στο εθνικοδημοκρατικό στάδιο της επανάστασης και στά πρώτα βήματα της οικόδομησης του σοσιαλισμού, σε μιά χώρα σαν την Κούβα. Εκτός από τις απόψεις του για την ανάγκη μιάς ενιαίας στρατηγικής της επανάστασης στη Λατινική Αμερική και για το ρόλο των αγροτικών μαζών σ’αυτήν, έχουμε και πολλά γραφτά του για τη σημασία του υποκειμενικού και του αντικειμενικού παράγοντα στην επανάσταση, για την αξία των ηθικών κριτηρίων στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας και για άλλα πολλά θέματα που απασχόλησαν έντονα την κουβανέζικη επανάσταση στα πρώτα της χρόνια.

Το κύριο, ωστόσο, δίδαγμα από τα κείμενα του Γκεβάρα είναι ηθικό. Ο “Τσε” πίστευε πως η αλλαγή του ανθρώπου είναι απόλυτα δυνατή μέσα στην επανάσταση. Χωρίς να παραβλέπει την προτεραιότητα των επαναστατικών αλλαγών στην οικονομική βάση της κοινωνίας, θεωρούσε απαραίτητη την ταυτόχρονη αλλαγή και στις συνειδήσεις γι’ αυτό άλλωστε και πίστευε και στην αναγκαιότητα της πρωτοπορίας. “Για να χτίσουμε το σοσιαλισμό – έλεγε – πρέπει ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ να αλλάξουμε τον άνθρωπο και την οικονομική βάση” (Λόγος του στην Ένωση Νέων Κομμουνιστών της Κούβας το 1962). Η θεώρηση αυτή ήταν σε πλήρη αρμονία με την πεμπτουσία της φιλοσοφίας των Ιδρυτών του επιστημονικού σοσιαλισμού, σύμφωνα με τους οποίους “εξίσου πολύ φτιάχνουν οι συνθήκες τους ανθρώπους, όσο και οι άνθρωποι τις συνθήκες” (Μαρξ-Ένγκελς “Γερμανική Ιδεολογία”).

Ο Γκεβάρα πίστεψε απόλυτα, ότι ο άνθρωπος ολοκληρώνεται μόνο μέσα στη συλλογικότητα και την πράξη. Δηλαδή μέσα στη συντροφικότητα, την κοινωνία και την εργασία. Ένα δεύτερο δίδαγμα είναι η προσήλωσή του στον προλεταριακό διεθνισμό. Ιδιαίτερα πρέπει να προσεχθούν οι αναλύσεις του σχετικά με τις προοπτικές της επανάστασης στην Αφρική. Να τι έλεγε σχετικά: “Σοσιαλισμός ή νεοαποικιοκρατία, αυτό είναι το δίλημμα για όλ την Αφρική στη διαμάχη που ξετυλίγεται τώρα στο Κονγκό” (Συνέντευξη στο περιοδικό “Λιμπερασιόν” της Καζαμπλάνκα). Ακόμα: “Η Αφρική αντιπροσωπεύει ένα από τα πιο σπουδαία αν όχι το σπουδαιότερο πεδίο μάχης ενάντια σ’ όλες τις μορφές εκμετάλλευσης που υπάρχουν στον κόσμο, ενάντια στον ιμπεριαλισμό, στην αποικιοκρατία, στη νεοαποικιοκρατία. Υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες επιτυχίας στην Αφρική αλλά υπάρχουν επίσης πολλοί κίνδυνοι. Ανάμεσα σ’αυτούς είναι η δυνατότητα διαίρεσης των αφρικάνικών λαών, που μεγαλώνει συνέχεια (από συνέντευξη του στο περιοδικό “Αφρικανική Επανάσταση”). 

* Την εποχή που γράφτηκε το άρθρο συνεχίζονταν ο εμφύλιος πόλεμος στην Αγκόλα, με την Κούβα να έχει αποστείλει στρατιωτικές ενισχύσεις υπέρ των ανταρτών που μάχονταν ενάντια στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Το τραγούδι «Τσε Γκεβάρα» σε στίχους Φώντα Λάδη και μουσική Θ.Μικρούτσικου:

Ουλίσες Εστράδα: Ο διεθνισμός είναι στη φύση της Κουβανικής Επανάστασης

ulissees estradaΣυζήτηση με τον Ουλίσες Εστράδα, δημοσιογράφο συγγραφέα και σύντροφο στη ζωή και τον αγώνα της αντάρτισσας, που έπεσε μαχόμενη με τον Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία. Συνέντευξη στο Δημήτρη Καραγιάννη του «Ριζοσπάστη».

Η συζήτηση με ένα σύντροφο με τις περγαμηνές του Ουλίσες Εστράδα δεν είναι εύκολη υπόθεση, γιατί αυτό που σε κυριεύει είναι το δέος για έναν έμπειρο επαναστάτη μαχητή. Ωστόσο, ο ίδιος φροντίζει να αποφορτίσει το κλίμα, λέγοντας ότι είναι «ένας απλός επαναστάτης, όπως εκατομμύρια άλλοι στην Κούβα, που υπηρέτησε και υπηρετεί την Επανάσταση του ηρωικού αυτού λαού και τη διεθνιστική της προσφορά σε άλλους αγωνιζόμενους λαούς».

Αναγκαστικά, δημοσιεύουμε τα πιο βασικά σημεία, από την πλούσια και μακρά συζήτηση που είχαμε την τύχη να έχουμε με τον σύντροφο Ουλίσες.

Ρωτήσαμε αρχικά τον συνομιλητή μας:

— Είχατε την τιμή να γνωρίσετε τον μεγάλο επαναστάτη Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Πώς συνέβη αυτό;

— Δούλεψα μαζί με τον διοικητή Τσε Γκεβάρα στον τομέα της ενίσχυσης των επαναστατικών δυνάμεων στη Λατινική Αμερική. Από τη στιγμή που νίκησε η Επανάσταση στην Κούβα, η πολιτική του διεθνισμού στηρίχτηκε με ξεκάθαρο τρόπο από τον ηγέτη μας Φιντέλ Κάστρο. Ο Τσε είχε ζητήσει από τον Φιντέλ, όταν νικούσε η επανάσταση, αυτός να αποδεσμευόταν για να συνεχίσει την πάλη στη Λατινική Αμερική.

Η δική μου ομάδα εργασίας, το τμήμα ειδικών επιχειρήσεων, είχε ως καθήκον να υλοποιεί τη βοήθεια που έδινε η Κούβα στα επαναστατικά κινήματα. Γνωρίστηκα με τον Τσε σε αυτή τη διαδικασία και αργότερα, εκτελώντας αποστολές στο εξωτερικό με προϊστάμενό μου τον διοικητή Μανουέλ Πινέιρο Λοσάδα, αρχηγό της κουβανικής κατασκοπείας και πρώτο υφυπουργό Εσωτερικών. Μετά την περιοδεία του Τσε στην Αφρική, που τον εντυπωσίασε, για τις άθλιες συνθήκες για τους πολλούς, και με δεδομένο ότι η ηγεσία του επαναστατικού κινήματος του Κονγκό ζητούσε βοήθεια, ο Φιντέλ πρότεινε στον Τσε να μπει επικεφαλής ενός γκρουπ Κουβανών που θα πήγαιναν ως σύμβουλοι στο αντάρτικο του Κονγκό. Του κινήματος που αγωνιζόνταν ενάντια στη δικτατορία του Μοϊσές Τσόμπε που ήταν ένας από τους βασικούς υπεύθυνους της δολοφονίας του Πατρίσιο Λουμούμπα, εθνικού ήρωα του Κονγκό, που δολοφονήθηκε με εντολή της CIA με τη συνεργασία των Βέλγων αποικιοκρατών και ορισμένους Κονγκολέζους. Ο Τσε αμέσως δέχτηκε και έφυγε για το Ζάιρε, (Λεοπολβίλ) όπως ονομαζόταν τότε και σήμερα λέγεται Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο αντάρτικο. Ωστόσο, οι συνθήκες στη χώρα δεν τον άφηναν να είναι εκεί ως δάσκαλος και αποφάσισε να μπει στη μάχη μαζί με τους Κονγκολέζους και να κάνει το μάθημα την ώρα της μάχης. Λίγο διάστημα μετά την αναχώρηση του Τσε για το Κονγκό, εγώ έφυγα από την Κούβα για να μεταφέρω όπλα, εξοπλισμό, φαγητό, φάρμακα σε ορισμένα κινήματα στην Αφρική που είχαν ζητήσει βοήθεια από την Κούβα. Οταν με φώναξαν για να μου αναθέσουν αυτήν την αποστολή εγώ πραγματοποιούσα μια πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά και στην πραγματικότητα δεν ήξερα τίποτε για την Αφρική. Ο διοικητής Πινέιρο με ενημέρωσε ότι ήταν ένα ταξίδι 15 ημερών. Κράτησε 5 μήνες. Οταν τελείωσα την αποστολή μου στην Τανζανία, στη δυτική πλευρά της Αφρικής, πέρασα στο Κονγκό και πήγα στο αντάρτικο, στη δύναμη που ήταν και ο Τσε. Επειτα ο ίδιος με ξαναέστειλε στην Κούβα με ένα μήνυμα ότι έπρεπε να βρεθεί τρόπος για να φύγει από τη χώρα η κουβανική αποστολή. Και έτσι έγινε. Το Δεκέμβρη του 1965 έφυγαν οι Κουβανοί, ο Τσε έμεινε και ο μόνος που το ήξερε ήταν ο πρεσβευτής μας εκεί και ένας Κουβανός που δακτυλογράφησε το βιβλίο που έγραψε ο Τσε για το Κονγκό.

Τον μήνα Γενάρη του 1966 διοργανώθηκε στην Κούβα η Τριηπειρωτική Διάσκεψη και μου έδωσαν την εντολή να μεταβώ στην Τανζανία με έναν σύντροφο καλλιτέχνη, παλιό κομμουνιστή – ήταν καλός στις μεταμφιέσεις – με σκοπό να μεταμφιέσει τον Τσε για να τον βγάλουμε από την Αφρική. Πήγα με τον δόκτορα Γκαρσία Γκουτιέρες που του έκανε τη μεταμφίεση. Αυτό διάρκεσε περίπου 15 μέρες. Γύρισα στην Κούβα με τις φωτογραφίες του Τσε και ο Φιντέλ ενέκρινε τη μεταμφίεση. Επέστρεψα για να πάρω τον Τσε. Ο Τσε δεν ήθελε να γυρίσει στην Κούβα, γιατί ήδη είχε δημοσιευτεί το γράμμα του αποχαιρετισμού του. Είχαμε πολύ καλές συνθήκες στην Τσεχοσλοβακία, όπου οι τσέχικες υπηρεσίες μάς βοηθούσαν, είχαμε σπίτι, είχαμε ελευθερία κινήσεων στο αεροδρόμιο. Μπορώ να πω ότι κινούμασταν καλύτερα από ό,τι στη Μόσχα, όπου υπήρχε πιο πολύ έλεγχος. Φύγαμε, λοιπόν, από την Τανζανία με τελικό προορισμό την Πράγα.

Μπορώ να πω ότι έχω μιλήσει πολύ με αυτόν τον ξεχωριστό άνθρωπο. Κάποια στιγμή ήρθε ένας άλλος σύντροφος να τον συνοδεύσει και εκεί κατάλαβα ότι ο προορισμός του ήταν η Βολιβία. Τότε ζήτησα από τον Πινέιρο να με αφήσει να πάω με την ομάδα του Τσε. Ο ίδιος ο Τσε μού είπε ότι είμαι πιο χρήσιμος να μείνω και να δουλέψω στις υπηρεσίες ασφάλειας. Αργότερα, όταν έμαθα ότι είχε έρθει κρυφά στην Κούβα, του έστειλα ένα μήνυμα που του έλεγα ότι ήθελα να πάω μαζί του στο αντάρτικο. Η απάντησή του ήταν ίδια. Ετσι δεν ακολούθησα σε αυτή τη διεθνιστική αποστολή.

— Πείτε μας για τη γνωριμία σας με την Τάνια.

— Ο Τσε ζήτησε από το Πινέιρο, να προετοιμάσει μια γυναίκα που θα την εγκαθιστούσαμε σε μια λατινοαμερικάνικη χώρα, με μια ψεύτικη ταυτότητα. Ο Τσε είχε γνωρίσει την Ταμάρα, που είναι η Τάνια, στο Βερολίνο το 1959 όταν επισκέφτηκε τη Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία, ως διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας και συμμετείχε σε μια συζήτηση με φοιτητές Κουβανούς και Γερμανούς. Η Τάνια ήταν η μεταφράστρια για τους Γερμανούς. Ηταν διερμηνέας στη Νεολαία, στο υπουργείο Εξωτερικών. Οι γονείς της ήταν κομμουνιστές, άνθρωποι μεγάλης εμπιστοσύνης. Οταν αναπτύχθηκε ο πόλεμος στην Κούβα πέρασε από τη Γερμανία μια αντιπροσωπεία του Σοσιαλιστικού Λαϊκού Κόμματος, που ήταν το πρώην ΚΚ στην Κούβα. Η Τάνια μίλησε με αυτούς, της είπαν για τον αγώνα ενάντια στη δικτατορία του Μπατίστα, κάτι που επηρέασε σημαντικά την Τάνια. Τους είπε ότι ήθελε να έρθει να αγωνιστεί στην Κούβα. Και έτσι άρχισε να προπαγανδίζει την επανάσταση και τον αγώνα του Φιντέλ και του λαού μας και επίσης ενθουσιάστηκε όταν έμαθε ότι ένας από τους ηγέτες ήταν από την Αργεντινή. Και είπε στη μητέρα της, όταν νικήσουμε στην Κούβα, θα πάω με τον Τσε για να πολεμήσουμε στην Αργεντινή. Η ίδια είχε γεννηθεί στην Αργεντινή και ένιωθε πολύ κοντά τη Λατινική Αμερική. Η Αλίσια Αλόνσο, εθνική χορεύτρια της Κούβας, βρέθηκε στο Βερολίνο και η Τάνια της ζήτησε να την καλέσει στην Κούβα. Οπως και έγινε το 1961, λίγο μετά τη νίκη στην Πλάγια Χιρόν. Αμέσως μόλις ήρθε στην Κούβα, άρχισε να δουλεύει στο Ινστιτούτο για τη Φιλία των Λαών, διευκόλυνε τις γερμανικές αντιπροσωπείες, δούλεψε ως μεταφράστρια στο υπουργείο Παιδείας και στο υπουργείο Αμυνας. Και ο Τσε ζήτησε από τον Πινέιρο, να εξετάσει αν αυτή η συντρόφισσα ήταν κατάλληλη για την αποστολή που σχεδίαζε. Στο τμήμα μου αξιολογήσαμε 3 συντρόφισσες και οι 3 Αργεντινές. Την Τάνια, μια συντρόφισσα που σήμερα είναι στη σύνταξη και τη συντρόφισσα Ισαμπέλ Λαργία, που ήταν πολύ κοντά μας, μια επαναστάτρια που δολοφονήθηκε αργότερα από τη στρατιωτική δικτατορία στη χώρα της. Αυτή που συγκέντρωνε τις περισσότερες αρετές ήταν η Τάνια. Ο Τσε είχε μια μεγάλη διαίσθηση όταν την πρότεινε. Γύρω στο Μάρτη του 1964, αν θυμάμαι καλά, μιλήσαμε με την ίδια και ο Πινέιρο της πρότεινε την αποστολή, σημειώνοντας ότι αυτή είχε μεγάλο ρίσκο, μπορούσε να φυλακιστεί, να βασανιστεί, να χάσει τη ζωή της. Δέχτηκε χωρίς πολλά λόγια.

tamara-bunke— Ποια ήταν η αποστολή της;

— Για ένα χρόνο την προετοιμάζαμε επιχειρησιακά και στρατιωτικά, πήρε μαθήματα κατασκοπείας, αντικατασκοπείας, πώς να παραπλανά την αστυνομία, πώς να συγκεντρώνει πληροφορίες. Στο τέλος της εκπαίδευσης την πήγαμε στην επαρχία του Σιενφουέγος, όπου της δώσαμε ένα πλάνο δουλειάς, να κάνει μια συνάντηση με κάποιον άγνωστο, να τοποθετήσει μια βόμβα, βεβαίως της εξηγήσαμε ότι τα εκρηκτικά χρησιμοποιούνται μόνο στη μάχη, ενάντια στον εχθρό και όχι με τρομοκρατικό τρόπο. Εγώ είχα μεταφερθεί στο Σιενφουέγος και είχα μιλήσει πρώτα με τον επικεφαλής των τοπικών αρχών ασφαλείας. Του εξήγησα την αποστολή της και του ζήτησα αξιωματικοί της υπηρεσίας να προσπαθήσουν να την ανακαλύψουν και να τη συλλάβουν. Η Τάνια έκανε τα πάντα στην πόλη και δεν μπόρεσαν να την ανακαλύψουν. Εκανε μια θαυμάσια δουλειά. Στο βιβλίο εμφανίζονται οι μαρτυρίες δύο αξιωματικών που έψαχναν την Τάνια. Ενας από αυτούς γνώριζε ότι η Τάνια δούλευε για την κουβανική κατασκοπεία. Την είχε δει να δίνει σινιάλα σε ένα πάρκο. Και τις ραδιοφωνικές μεταδώσεις, κάτι που ήταν σαφώς δυσκολότερο, που η Ασφάλεια μπορούσε να ανακαλύψει, τις κάναμε στο σπίτι του διοικητή Ασφαλείας, εκεί βάλαμε το ράδιο, ένα μηχανισμό μικρό, της CIA, που είχαμε κατασχέσει, από τους πολλούς που έστελνε στην Κούβα, και όλους τους πιάναμε και τους βάζαμε στην υπηρεσία του επαναστατικού κινήματος. Πολλά επίσης όπλα που κατασχέσαμε τα δώσαμε στο επαναστατικό κίνημα. Η Τάνια πέρασε από όλες τις εξετάσεις με 100%. Επέστρεψε στην Αβάνα και ήταν πια έτοιμη για να φύγει. Καθίσαμε με τον Πινέιρο και τη συζητήσαμε. Είχε μελετήσει διάφορες χώρες, Βολιβία, Αργεντινή, Περού. Και της είπαμε ότι θα συναντηθεί με τον Τσε. Εκείνη πραγματικά απόρησε ότι ο Τσε θα ξέρει τη δουλειά της και ενθουσιάστηκε, λέγοντας ότι εκπληρώνεται ένα όνειρο ζωής της. Συναντήθηκε με τον Τσε που της εξήγησε την αποστολή της, τι ακριβώς θα έπρεπε να κάνει, ότι πρέπει να είναι προετοιμασμένη αν χρειαστεί να ενσωματωθεί με το αντάρτικο.

Ετσι η Τάνια έφυγε για την Πράγα, εγώ είχα ήδη σχέσεις προσωπικές μαζί της. Αυτό ήταν κάτι απαγορευμένο, αλλά ο Πινέιρο το έμαθε και δεν του άρεσε. Και μου είπε ότι δεν πρέπει να το μάθει κανείς άλλος. Ετσι δεν έστειλε και εμένα στην Πράγα αλλά άλλον σύντροφο. Η Τάνια βρέθηκε ένα μήνα στην Πράγα, όπου εκεί έκανε τη λεγόμενη προετοιμασία του «μύθου της». Δηλαδή της προσωπικότητας που πρόκειται να «παίξει». Στην Κούβα είχε στηθεί το σενάριο μιας Ιταλοαργεντινής, αυτή πήγε στην Ιταλία αλλά δε μιλούσε πολύ καλά Ιταλικά, έτσι χτίστηκε άλλος μύθος ως Αργεντινογερμανής. Η ίδια είχε ζήσει στη ΓΛΔ, αλλά για να φαίνεται ότι είναι Δυτικογερμανή, πήγε στη Δ. Γερμανία, στην υποτιθέμενη γενέτειρά της, να κάνει επαφές με τους γείτονες, έκανε μια καταπληκτική δουλειά με πολλές διευθύνσεις Γερμανών. Ετσι πήγε στη Βολιβία και σε διάρκεια 2 χρόνων πραγματοποίησε μια δουλειά που έφτασε να γνωρίσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, είχε σχέσεις με τα πιο υψηλά κλιμάκια της αστικής τάξης. Η ψευδής της «πρόσοψη» ήταν η λαογραφία και το φολκλόρ. Απέκτησε επαφές με το υπουργείο Πολιτισμού, εμφανιζόταν ως μια πλούσια αστή, πράγμα που της άνοιγε όλες τις πόρτες. Οταν έφτασαν οι άνθρωποι του Τσε αυτή βρήκε τα σπίτια, του Τσε του έδωσε χαρτιά επίσημα, για να μετακινείται άνετα μέσα στη χώρα και ήταν χαρτιά της ίδιας της προεδρίας του κράτους, που είχε καταφέρει να αποσπάσει. Εκανε πραγματικά μια θαυμάσια δουλειά.

Η Τάνια έφερε τον Ντεμπρέ, τον Γάλλο δημοσιογράφο για να πάρει συνέντευξη από τον Τσε στο αντάρτικο. Αφησε το τζιπ σε μια αγροτική περιοχή. Αλλά έγινε αντιληπτό από το βολιβιάνικο στρατό βρήκαν κάτι σε αυτό, και υπήρχε ο κίνδυνος να αποκαλυφθεί ο ρόλος της Τάνιας. Ετσι ο Τσε τής πρότεινε να μείνει στο αντάρτικο. Εκείνη έκατσε 15 μέρες με τον Τσε και στη συνέχεια πέρασε στην ομάδα της οπισθοφυλακής. Ομως, σε μια ενέδρα έπεσε νεκρή στη μάχη τον Αύγουστο του 1967, όταν είχε προδοθεί από έναν Βολιβιανό. Αυτή είναι η ιστορία της Τάνιας, που την περιγράφω αναλυτικά στο βιβλίο.

Για να συνεχίσουμε, ποια πιστεύετε ότι είναι η αξία των ιδεών και της δράσης του Τσε σήμερα;

— Πρέπει να πούμε ότι στη χώρα μου οι μικροί πιονιέροι έχουν ως σύνθημα τους: «Να γίνουμε όπως ο Τσε». Ο Τσε είναι στην Κούβα παντού. Είναι μέσα σε όλους τους Κουβανούς. Και αυτό είναι λογικό. Για το ρόλο που έπαιξε στην Κουβανική Επανάσταση. Αλλά το πιο σημαντικό για μένα είναι ότι ο Τσε είναι παντού και εκτός της Κούβας. Δεν υπάρχει μια πολιτική διαμαρτυρία σε όποια γωνιά του κόσμου, για κοινωνική δικαιοσύνη που να μην έχει στα λάβαρά της τη μορφή του Τσε Γκεβάρα. Υπάρχει βέβαια και η προσπάθεια εμπορευματοποίησης του συμβόλου του, αλλά αυτό γίνεται γιατί ο κόσμος το αγοράζει, έχει ενδιαφέρον για τον Τσε. Γιατί τον σκότωσαν έτσι όπως τον σκότωσαν, τραυματισμένο και ανήμπορο; Επειδή πίστευαν ότι θα τέλειωναν με τις ιδέες του. Ομως, δεν το κατάφεραν.

Να βάλουμε μια άλλη διάσταση. Συχνά κατηγορούν την Κούβα ότι ουσιαστικά εξάγει την επανάσταση. Πώς απαντάτε;

— Θα πω κάτι που είναι και απάντηση. Ο Φιντέλ ο ηγέτης της Επανάστασής μας, όταν ήταν νέος πήγε να αγωνιστεί στον Αγιο Δομίνικο ενάντια στη δικτατορία του Τρουχίγιο. Ηταν στο λεγόμενο «Μπογκοτάσο» στην Κολομβία, ως ένοπλος, ως κομμουνιστής. Επομένως, η διεθνιστική σκέψη του Φιντέλ δε δημιουργήθηκε μετά τη νίκη της επανάστασης. Την είχε μέσα του πάντα. Οπως το ίδιο συνέβαινε και με τον Τσε. Πιστεύω ότι ο κύριος λόγος για να ζει ο Τσε ήταν για να είναι διεθνιστής. Να παλεύει και για κάποιον που δεν ξέρει. Για εμάς η αλληλεγγύη είναι μια από τις μεγαλύτερες αρετές του ανθρώπινου είδους. Να είσαι αλληλέγγυος με αυτόν που υποφέρει, με τον αποκλεισμένο, με τον αγρότη που δεν έχει γη, με τον εργάτη που δεν έχει δουλειά, με όλα τα κακά που υποφέρει η ανθρωπότητα σήμερα. Ετσι είμαστε εμείς οι Κουβανοί.

Αυτό μπορεί να εξηγήσει λίγο το τι κάναμε εμείς στην περίοδο της δεκαετίας του ’60. Οταν νίκησε η Κουβανική Επανάσταση με τα όπλα, μια ομάδα ανθρώπων ενάντια σε ένα στρατό που είχε 60.000 στρατιώτες, τα καλύτερα όπλα που είχαν στη διάθεσή τους από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, με Βορειοαμερικανούς συμβούλους στην Κούβα, καταφέραμε να τον διαλύσουμε. Αρχισαν μετά οι επιθετικές ενέργειες ενάντια στην Κούβα. Μέσα στο Γενάρη πιάσαμε έναν εγκληματία που σκόπευε να δολοφονήσει τον Φιντέλ, άρχισαν τα σαμποτάζ, οι δολιοφθορές, αλλά αντέξαμε. Το παράδειγμα της Κούβας σε αυτό τον πόλεμο που ήταν νικηφόρος την έκανε για τους Λατινοαμερικανούς επαναστάτες να τη βλέπουν ως ένα φάρο, τον δρόμο που έπρεπε να ακολουθηθεί. Αρχισαν να φτάνουν στην Κούβα να ζητούν βοήθεια και η Κούβα στάθηκε αλληλέγγυα. Επομένως, η Κούβα δεν εξήγαγε την επανάσταση, μόνο βοήθησε τα κινήματα που ήθελαν να κάνουν την επανάσταση στη χώρα τους. Πράγμα διαφορετικό από την εξαγωγή. Πολλά από αυτά τα κινήματα απαρτίζονταν από νέους κομμουνιστές που πολλές φορές διαφωνώντας με τα κόμματά τους οργάνωσαν νέες οργανώσεις και μέτωπα και εμείς βοηθήσαμε αυτές τις κινήσεις, εξακολουθώντας να έχουμε τις καλύτερες σχέσεις και με τα ΚΚ της Λατινικής Αμερικής. Αυτό δημιούργησε προβλήματα με την τότε Σοβιετική Ενωση, που μας έλεγε ότι αυτή μας η βοήθεια σε αυτά τα κινήματα αδυνάτιζε τη θέση των ΚΚ. Με αυτό εμείς δε συμφωνούσαμε. Τα ΚΚ πάλευαν για να κατακτήσουν καλύτερες θέσεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στα συνδικάτα, στις φοιτητικές οργανώσεις, πάλευαν για καλύτερες θέσεις και όχι για την πολιτική εξουσία. Και εμείς πιστεύαμε ότι οι επαναστάτες έπρεπε να παλεύουν για την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας. Γι’ αυτό τους βοηθάγαμε. Και με τα ΚΚ είχαμε καλές σχέσεις, γιατί είχαμε κοινή ιδεολογική αφετηρία όχι γιατί συμφωνούσαμε απόλυτα μαζί τους.

Να πω και κάτι άλλο: Σήμερα μας κατηγορούν ότι έχουμε μια δικτατορία στην Κούβα. Τους απαντάμε, ναι έχουμε μια «δικτατορία» του λαού. Γιατί στην Κούβα όλοι έχουν στρατιωτική εκπαίδευση και καθένας έχει το όπλο του στη θέση μάχης έτοιμο. Γιατί δεν μπόρεσαν να επιτεθούν ενάντια στην Επανάσταση; Γιατί ο ένοπλος λαός δεν… ξεσηκώνεται; Γιατί στηρίζει την επανάστασή του, γιατί είναι έτοιμος να αναμετρηθεί με τον πιο ισχυρό στρατό του κόσμου αυτό των ΗΠΑ που είναι 90 μίλια από την Κούβα. «Δεν τον φοβόμαστε καθόλου», του το είπαμε και κατάμουτρα πρόσφατα με μεγάλο πλακάτ απέναντι από την πρεσβεία του στην Αβάνα. Ξέρουν ότι δεν τους φοβόμαστε. Ξέρουν ότι αν τολμήσουν να επέμβουν θα τους στοιχίσει περισσότερες ζωές από όσες έχασαν στο Βιετνάμ. Γιατί στην Κούβα θα πολεμήσουν… μέχρι και οι γάτες.

Αναδημοσίευση απ’ το «Ριζοσπάστη», 8 Ιούνη 2008.

Ερνέστο ο φωτογράφος: Ο φακός ως «διαρκές όπλο»

7 Μάη 2006. Του Γρηγόρη Τραγγανίδα.

Ο Τσε Γκεβάρα είχε πολλές ιδιότητες, τις περισσότερες από τις οποίες ουδέποτε «διεκδίκησε». Αλλοι ήταν αυτοί που μίλησαν για τη λογοτεχνική του δεινότητα, τις πολιτικές και στρατιωτικές του ικανότητες, τα πλούσια και δημιουργικά επεξεργασμένα ιδεολογικά του αποθέματα. «Καλλιτέχνη του αντάρτικου αγώνα» τον αποκαλούσε ο Φιντέλ.

Το σίγουρο είναι, πως αυτή η πολυσχιδής προσωπικότητα, ακόμη και μετά από τόσες δεκαετίες από τον τραγικό του θάνατο, εξακολουθεί να μας εκπλήσσει και να μας διδάσκει. Από την περασμένη Τρίτη στο Πολιτιστικό Κέντρο «Ελληνικός Κόσμος» (Πειραιώς 254, κτίριο 1) και για τους επόμενους μήνες, το ελληνικό κοινό έχει τη μοναδική ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά μία από τις χαρακτηριστικότερες, όσο και μέχρι πρότινος άγνωστες στους περισσότερους, πτυχές του Τσε: Την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία. Μέσα από την έκθεση με τίτλο «ΕΡΝΕΣΤΟ ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ: Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ», που διοργανώνει και παρουσιάζει σε όλο τον κόσμο το Κέντρο Μελετών «Τσε Γκεβάρα» που εδρεύει στην Αβάνα (με συνδιοργανωτή για την Ελλάδα την εταιρία «New Star») το αθηναϊκό αρχικά και μετά και το κοινό άλλων μεγάλων ελληνικών πόλεων, θα δει:

  • 238 φωτογραφίες, τραβηγμένες από το 1951 ως το 1963, σε μια σειρά χώρες.

  • 11 φακέλους εργαστηρίων των φωτογραφιών με σημειώσεις του.

  • Φωτοτυπία της ταυτότητας φωτογράφου του Τσε.

  • Τις μηχανές του, μια «Plaubel» του 1960 και μια «Ihagee» του 1934.

Πάθος για την αλήθεια.

Στόχος του Κέντρου Μελετών, σύμφωνα με την επιστημονική του συντονίστρια, Δρ. Μαρία ντελ Κάρμεν Αριέτ, είναι η «ενημέρωση για τη ζωή και το έργο του Τσε, μέσα από τη μελέτη και την παρουσίαση ανέκδοτου υλικού, που αποτελεί έναν πραγματικό θησαυρό πληροφοριών, ιδιαίτερης ιστορικής και καλλιτεχνικής σημασίας». Για τον γιο του Τσε, Καμίλο, το Κέντρο στοχεύει στο «να παρουσιάσει το πλήρες «αποτύπωμα» της ζωής του Τσε, για να αποκαλυφθεί η αλήθεια και να καταδικαστεί το ψέμα, και για να μην αφήσουμε να περιοριστεί στο παρελθόν η ελπιδοφόρα πράξη αυτού του άντρα, αλλά να περάσει στο παρόν και στο μέλλον».

Η Δρ. Αριέτ γράφει, ότι από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής του, «τα «κλικ» της κάμερας του πατέρα του Ντον Ερνέστο (…) πρέπει να αποτέλεσαν ένα καθοριστικό βίωμα. Ηταν αυτός που, κατά πάσα πιθανότητα, του μετέδωσε την ανησυχία και την αγάπη για τη φωτογραφία, μια αγάπη που διατηρήθηκε μέχρι το τέλος της ζωής του Τσε».

Αυτή η ενασχόληση έγινε κάποια στιγμή και επαγγελματική. Πριν την επανάσταση έκανε ένα σύντομο πέρασμα από το φωτορεπορτάζ, καλύπτοντας τους Παναμερικανικούς Αγώνες του 1955 στο Μεξικό, για ένα πρακτορείο Τύπου της Αργεντινής. Επίσης, δούλεψε για πολλούς μήνες ως φωτογράφος στα πάρκα της μεξικανικής πρωτεύουσας, τραβώντας κυρίως Αμερικανούς τουρίστες.

Ομως, για την Δρ. Αριέτ, το «πάθος της μετάδοσης της αλήθειας» είναι αυτό που οδηγεί τον Τσε και στη φωτογραφία. To δυστύχημα είναι ότι δε σώθηκαν όλες οι φωτογραφίες από το αρχείο του. Μόνο να φανταστεί κανείς μπορεί πόσο πλουσιότερο θα ήταν αυτό το υλικό, γνωρίζοντας ότι τραβήχτηκε στο «διαρκές ταξίδι» του Τσε, «με διάφορα μέσα μεταφοράς, είτε μέσα στο εσωτερικό της Αργεντινής, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950, είτε σε ολόκληρη την Αμερική». Αυτά τα ταξίδια, σημειώνει η επιστήμονας, «τον άλλαξαν περισσότερο απ’ ό,τι νόμιζε, όπως επίσης και η απόφασή του να συνδεθεί με την Κουβανική Επαναστατική Πρωτοπορία το 1955, πρώτα στην αντάρτικη πλευρά της και αργότερα υπηρετώντας τη με διάφορα καθήκοντα, ως ένας από τους ηγέτες της θριαμβευτικής επανάστασης (…) Απαραίτητος συνένοχος στην περιπλάνησή του, η φωτογραφική του μηχανή, σαν διαρκές όπλο, να δίνει μορφή, από το χέρι του σκοπευτή, συλλαμβάνοντας εικόνες που αποκαλύπτουν την παγκόσμια αφοσίωση αυτού του βαθύτατου ανθρωπιστή».

Διαρκής αναζήτηση.

Στις φωτογραφίες του αποτυπώνει καθημερινά θέματα, αλλά και εξειδικευμένα, που αποκαλύπτουν και άλλα ενδιαφέροντα του Τσε, όπως την αρχαιολογία και κυρίως την ευρεία γνώση του πάνω στις προκολομβιανές κουλτούρες. Η φωτογραφία θα τον βοηθήσει «να γνωρίσει σε βάθος τον Λατινοαμερικανό, τον Ινδιάνο, τον εργάτη, τον αγρότη, όλους αυτούς που αντιπροσωπεύονται σε διαφορετικές στιγμές της ζωής τους μέσα στις φωτογραφίες του». «Η επαναστατημένη Κούβα, η πραγματικότητα της, η κινητικότητα και οι κυρίαρχες αλλαγές από το 1959, καθρεφτίζονται πιστά στο φωτογραφικό του λόγο, σε διάφορες στιγμές και τοποθεσίες: Η εικόνα ενός παιδιού στο βουνό, η γέννηση ενός νέου ανθρώπινου τύπου, νεαροί στρατιώτες που οικοδομούν ένα σχολείο, σύμβολο των νέων καιρών, όταν, για πρώτη φορά στη δική μας ήπειρο, ένας στρατός κατασκευάζει με τα δικά του χέρια έργα για το λαό, ως υποθήκη για το μέλλον»…

Η έκθεση περιλαμβάνει φωτογραφίες από το δεύτερο ταξίδι του στη Λατινική Αμερική. Ξεκινά από το 1953 και φτάνει στην τελευταία του γνωστή φωτογραφία στην Τανζανία, πριν αναχωρήσει για το Κονγκό. Ανάμεσά τους απαθανατίζει την Κούβα της Επανάστασης, το Κάιρο, τη Δαμασκό, την Ταϊλάνδη, τη Βιρμανία, τις Ινδίες, το Πακιστάν, την Κεϋλάνη, το Χονγκ Κονγκ, την Ιαπωνία, το Μαρόκο, το Τολέδο. Αρχαιολογικοί χώροι, εργοστάσια, πόλεις, πορτρέτα, τίποτα δεν τον αφήνει ασυγκίνητο.

Το 1963 επέστρεψε στη Σιέρα Μαέστρα, «στα παλιά πεδία των μαχών, όπου έπεσαν ηρωικά οι σύντροφοί του κατά την περίοδο του Μπατίστα», και τους τιμά με τις φωτογραφίες του.

«Σε όλα του τα έργα παρατηρείται μια διαρκής αναζήτηση, που φανερώνει τη χωρίς όρια κουλτούρα του, η οποία του γεννά μιαν αναπόφευκτη πνευματική ανάγκη, που όμως δεν ξέχναγε το καθημερινό, την καθημερινή δράση με τους ανθρώπους στους δρόμους, τους ηλικιωμένους, τα παιδιά, τα εργοστάσια, στα οποία, όσο κι αν δεν είναι αναμενόμενο, βρίσκει κανείς επίσης μια αδιαμφισβήτητη ομορφιά».

Ο Τσε είναι πέρα και πάνω απ’ όλα επαναστάτης. Η φωτογραφία είναι και μέσο τεκμηρίωσης για τις θεωρητικές και ιδεολογικές αναζητήσεις του. Οχι για τον εαυτό του. Αλλά για το λαό. «Πολλές από τις φωτογραφίες αυτών των ταξιδιών χρησίμευαν ως οπτικό υλικό σε άρθρα του και χρονογραφήματα σε εφημερίδες, καθώς και στο διαρκή αγώνα του για την εκπαίδευση και την ευημερία του λαού, στα πλαίσια της Κουβανικής Επανάστασης».

Η συλλογή παρέμεινε ανέκδοτη στο Κέντρο Μελετών «Τσε Γκεβάρα» μέχρι και τον Απρίλη του 2001, όταν παρουσιάστηκε στη Βαλένσια (Ισπανία) και τον Ιούλη της ίδιας χρονιάς στην Αβάνα, στο Μόρο Καμπάνια. Το 2002 παρουσιάστηκε στο Μεξικό, μετά στο Μοντεβίδεο και «πέρασε» στην Ευρώπη (Βαλένθια της Ισπανίας, Ρώμη, Δανία, Αυστρία και αλλού). Αξίζει να σημειωθεί πως στην Ελλάδα θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά η πληρέστερη μορφή της έκθεσης.

Για τον Καμίλο Γκεβάρα «αυτές οι οπτικές καταγραφές είναι μαρτυρία μιας εποχής, ενός τρόπου ζωής, κι αποτελούν σημεία αναδρομής – σύντομης βέβαια, αλλά όχι λιγότερο σημαντικής γι’ αυτό – στη ζωή ενός ανθρώπου που μπόρεσε να συνθέσει με τον πιο καίριο τρόπο τις σημαντικότερες αξίες της εποχής μας».

Η φωτογραφική μηχανή ήταν ένα από τα ελάχιστα προσωπικά αντικείμενα που βρέθηκαν στο σάκο του μετά το μαρτυρικό του θάνατο.

Πηγή: «Ριζοσπάστης», 7 Μάη 2006.

Συνέντευξη της Αλέιδα Γκεβάρα στο «Ριζοσπάστη»

Συνέντευξη στο Γιώργο Μουσγά. Μετάφραση από τη Δέσποινα Μάρκου.

«Είμαι γιατρός στο παιδιατρικό νοσοκομείο Ουίλιαμ Σολέρο της Κούβας. Είμαι 40 χρονών και έχω δυο κόρες. Είμαι μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας και υπήρξα διεθνίστρια γιατρός. Δούλεψα δυο χρόνια στη Νικαράγουα και ένα χρόνο στην Αγκόλα». Αυτή είναι η ιστορία της ζωής της όπως λέει η ίδια η Αλέιδα Γκεβάρα – Μαρτς, που βρέθηκε στη χώρα μας με αφορμή το Ευρωπαϊκό Συνέδριο Αλληλεγγύης προς την Κούβα που έγινε στη Θεσσαλονίκη στις 13-14 Οκτώβρη 2001.

Οι διαλέξεις της τράβηξαν το ενδιαφέρον του Τύπου ενώ σε αρκετές περιπτώσεις κλήθηκε να σχολιάσει ή να συγκρίνει τον πατέρα της με τον Μπιν Λάντεν. Χωρίς περιστροφές χαρακτήρισε ανόητες τέτοιες συγκρίσεις και τις θεώρησε προσβολή τόσο για τον ίδιο τον Τσε αλλά και ασέβεια για τους αραβικούς λαούς, που σέβονται τον πατέρα της. Κάθε φορά θύμιζε τη θέση της Κούβας ότι είναι κατά της τρομοκρατίας συμπληρώνοντας: «Εμείς υπήρξαμε θύματα τρομοκρατίας και βιολογικού πολέμου και δε θέλουμε να υποστούν το ίδιο κι άλλοι λαοί». Και τόνιζε: «Λέμε και ΟΧΙ στον πόλεμο γιατί είναι άδικος και βάναυσος και δεν μπορεί να διαλύσει έναν πολιτισμό και ένα λαό».

Η συζήτηση με την Αλ. Γκεβάρα – Μαρτς ξεκίνησε με τα «Ερνεστάκια», μια μπριγάδα παιδιών στην ανατολική Κούβα, που την επισκέπτεται συχνά. Σε αυτή την μπριγάδα μπορούν να πάρουν μέρος οι καλύτεροι μαθητές. Οταν τελειώνουν τα μαθήματά τους πηγαίνουν εθελοντικά και μαζεύουν καφέ. «Μια μέρα ήρθε μια πιτσιρίκα και με ρώτησε: «Θα θυμώσεις αν σου πω ότι ο μπαμπάς σου είναι και δικός μου μπαμπάς;» Της απάντησα λοιπόν: «Ασφαλώς και δε θυμώνω καθόλου γι’ αυτό. Αντίθετα χαίρομαι που τον μοιράζομαι μαζί σου». Και εκείνη μου απάντησε: «Εγώ πάντα λέω ότι είναι και δικός μου πατέρας». Είναι πραγματικά μια πολύ μεγάλη αγάπη που έχουν τα παιδιά στον Τσε».

ΕΡ: Εχει εξατμιστεί το άρωμα της Επανάστασης για τους νέους της Κούβας;

ΑΛΕΙΔΑ: Οχι γιατί ακριβώς γι’ αυτό δουλεύουμε. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε μια διαδικασία για το ανέβασμα του πολιτιστικού επιπέδου του λαού, προσπαθώντας να βρούμε τρόπους επικοινωνίας με τους πιο νέους ανθρώπους. Κάναμε πραγματικά μια πολύ μεγάλη επένδυση και καταφέραμε να κλείσουμε μια συμφωνία με την Κίνα για να αγοράσουμε βίντεο και τηλεοράσεις έτσι ώστε σε όλα ανεξαιρέτως τα σχολεία να υπάρχει μια τηλεόραση για είκοσι ή τριάντα παιδιά. Γύρω στο μεσημέρι η κουβανική τηλεόραση έχει ένα ειδικό πρόγραμμα για τα παιδιά.

Αυτό κάνει και τα μαθήματα πιο ενδιαφέροντα και αρέσει και στο παιδί. Πρόσφατα κάναμε και μια αγορά κομπιούτερ νέας γενιάς έτσι σε όλα τα σχολεία της χώρας να υπάρχουν κομπιούτερς και τα παιδάκια των πέντε χρονών απ’ το νηπιαγωγείο να μπορούν να μάθουν κομπιούτερ. Στα πιο απομακρυσμένα μέρη έχουν δημιουργηθεί κέντρα κομπιούτερ, έτσι ώστε μικρά παιδιά και νεολαίοι να μπορούν να πάνε και να ασχολούνται με τα κομπιούτερ. Απ’ την άλλη μεριά γίνεται μεγάλη κοινωνική δουλιά με τους νέους που έχουν προετοιμαστεί και διαπαιδαγωγηθεί γι’ αυτό, ώστε να εντοπίζουν πού υπάρχουν τα κοινωνικά προβλήματα και να ξέρει το κράτος από πού να ξεκινήσει για την επίλυση αυτών των προβλημάτων. Ετσι ώστε οι νέοι άνθρωποι ή οι έφηβοι να μην έχουν κακή κοινωνική συμπεριφορά.

Είναι μια πραγματικά φιλόδοξη δουλιά που αρχίσαμε να κάνουμε και που δίνει αποτελέσματα. Απ’ τη μια μεριά δίνεις δυνατότητες να αναπτυχθούν τα παιδιά και απ’ την άλλη προσπαθείς να βοηθήσεις τις οικογένειες εκείνες που έχουν ανάγκες, έτσι ώστε στην κοινωνία μας να έχουν όλοι το ίδιο κοινωνικό επίπεδο. Αυτό δεν το έχουμε καταφέρει τελείως αλλά δουλεύουμε προς αυτή την κατεύθυνση.

Το βασικό είναι να δίνουμε κίνητρα στους νέους για να δουλεύουν και να νιώθουν χρήσιμοι, να τους προετοιμάζουμε και να τους διαπαιδαγωγούμε στον πολιτιστικό τομέα ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν οτιδήποτε γίνεται στον κόσμο. Ετσι καταφέρνουμε να συνειδητοποιηθεί ο κόσμος. Είναι βεβαίως μια καθημερινή δουλιά που δεν πρέπει να σταματάει ποτέ. Βελτιώσαμε κάποια πράγματα και την άλλη μέρα ανακαλύπτουμε ότι υπάρχουν και άλλα πράγματα που πρέπει να βελτιώσουμε. Η προσπάθεια είναι συνεχής.

Υπάρχει όμως ένα πολύ σοβαρό ενδιαφέρον απ’ το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κούβας και από την κυβέρνηση της χώρας έτσι ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να χάσουν οι νέοι το ενδιαφέρον τους για την επανάσταση.

ΕΡ: Σε ποια κατάσταση βρίσκεται η Κούβα, καθώς συνεχίζεται ο αποκλεισμός από τις ΗΠΑ;

ΑΛΕΙΔΑ: Αυτή τη στιγμή η Κούβα έχει οικονομικές ελλείψεις. Επίσης ο πόλεμος και όλο αυτό το στρατιωτικό θέμα που έχει ξεκινήσει στο Αφγανιστάν είχε ήδη την επίδρασή του και στην Κούβα.

ΕΡ: Πώς έγινε αυτό;

ΑΛΕΙΔΑ: Μειώθηκε ο τουρισμός, καθώς ο κόσμος φοβάται να ταξιδέψει με αεροπλάνο. Αυτή η εξέλιξη δημιουργεί ελλείψεις στην οικονομία μας. Εχουμε ήδη ελλείψεις στα φάρμακα, στα τρόφιμα και στα ρούχα. Φυσικά αν κανείς συγκρίνει την Κούβα του 1992 με την Κούβα του 2001, η διαφορά είναι σημαντική.

ΕΡ: Γιατί;

ΑΛΕΙΔΑ: Εχουμε βελτιωθεί οικονομικά και κοινωνικά είμαστε ήρεμοι. Ομως αυτό δε σημαίνει ότι είμαστε ευχαριστημένοι. Ο αποκλεισμός εξακολουθεί να λειτουργεί. Είναι μια μορφή τρομοκρατίας ενάντια στον κουβανικό λαό. Είναι πραγματικά μια αδικία που συντελείται σε βάρος αυτού του λαού.

Υπάρχουν και πράγματα που πρέπει να βελτιώσουμε στο εσωτερικό. Πετύχαμε βελτίωση στην εκμετάλλευση του χρόνου εργασίας. Αντιμετωπίσαμε με επιτυχία τα προβλήματα εγκληματικότητας που είχαν εμφανιστεί στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Εχουμε, δηλαδή επιστρέψει στην πιο ομαλή περίοδο για την Κούβα σε αυτόν τον τομέα. Πρέπει να βελτιώσουμε την παραγωγή ζάχαρης. Φέτος η συγκομιδή της ζάχαρης ήταν πιο σταθερή. Ομως τα εργοστάσια ζάχαρης είναι πια παλιά και οδηγούν σε ακριβή παραγωγή. Αυτή τη στιγμή προσπαθούμε να αλλάξουμε την τεχνολογία αυτών των εργοστασίων. Αυτό όμως χρειάζεται χρόνο και χρήμα, αλλά σε αυτή την κατεύθυνση κινούμαστε.

Σε γενικές γραμμές η ζωή στην Κούβα είναι αρκετά σταθερή αλλά φιλοδοξούμε να βελτιώσουμε ακόμα πιο πολύ την οικονομία και νομίζουμε ότι προς αυτή την κατεύθυνση κάνουμε πράγματα που έχουν ενδιαφέρον. Θα μας βοηθήσει πολύ το νικέλιο, και η αναπτυγμένη βιομηχανία στον τομέα της ενέργειας, που δουλεύει με ό,τι έχει σχέση με τη χημεία.

Λόγω του αποκλεισμού, η καθημερινή ζωή είναι πολύ ακριβή.

ΕΡ: Τα νέα οικονομικά μέτρα δεν οδηγούν σε κοινωνικές διαφοροποιήσεις;

ΑΛΕΙΔΑ: Δυστυχώς παρουσιάστηκε αυτή η κοινωνική διαφοροποίηση. Είναι επόμενο ότι δε ζει με τον ίδιο τρόπο αυτός που κερδίζει δολάρια με αυτόν που δεν έχει δολάρια. Αλλά γι’ αυτό είναι πολύ σημαντική η βελτίωση της οικονομίας. Αν η βασική οικονομία της οικογένειας είναι σε ίσο επίπεδο και είναι ικανοποιητική, τότε για μένα είναι αδιάφορο αν εσείς πληρώνεστε σε δολάρια ή όχι. Δεν έχει πια καμιά σημασία. Γι’ αυτό αγωνιζόμαστε να ανεβάσουμε και να αυξήσουμε την οικονομία μας, έτσι ώστε να μην υπάρχει αυτή η σημαντική διαφορά όταν εγώ έχω ξένο συνάλλαγμα και εσείς όχι.

Η πολιτική του κουβανικού κράτους είναι να μειώσει στον ελάχιστο βαθμό τις ατομικές δουλιές. Ο άνθρωπος σκέφτεται όπως ζει. Είναι λοιπόν σημαντικό να μην πηγαίνουν οι Κουβανοί στις ατομικές δουλιές αλλά να νιώθουν κοινωνικά χρήσιμοι. Είναι ένας διαφορετικός τρόπος να βλέπει κανείς τη ζωή. Αν για παράδειγμα εσείς είστε ιδιοκτήτης ενός εστιατορίου είναι φυσικό να ενδιαφέρεστε για το μαγαζί σας και την τσέπη σας. Αν όμως είστε διευθυντής ενός κρατικού εστιατορίου σάς ενδιαφέρει να έχετε την καλύτερη δυνατή υπηρεσία προς το λαό -όχι για το προσωπικό σας κέρδος – αλλά για την κοινωνική ικανοποίηση. Αυτό λοιπόν είναι σημαντικό για τον τρόπο σκέψης.

Το κουβανικό κράτος προσπαθεί απ’ τη μια να ανεβάσει την οικονομία ώστε να «λιμαριστούν» και να αμβλυνθούν αυτές οι κοινωνικές διαφορές που δημιουργήθηκαν στη δεκαετία του 1990.

ΕΡ: Θα αντέξει η Κούβα – ιδιαίτερα μετά τον Φιντέλ Κάστρο;

ΑΛΕΙΔΑ: Ο κουβανικός λαός – όσο μεγάλος, χαρισματικός και ευφυής κι αν είναι ο Φιντέλ Κάστρο – δε θα μπορούσε να αντισταθεί μόνο χάρη σ’ αυτόν. Πρέπει να υπάρχει μια κοινωνική συνείδηση και μια πολιτική διαπαιδαγώγηση.

Εγώ γεννήθηκα μαζί με την Επανάσταση και δεν μπορώ να ζήσω σε άλλο σύστημα. Είμαι ανίκανη να ζήσω σε άλλο σύστημα. Υπάρχουν πάρα πολλοί Κουβανοί σαν και μένα. Ετσι έχω την απόλυτη πεποίθηση ότι θα προχωρούμε μπροστά. Το 1996 οι ΗΠΑ ψήφισαν το νόμο Χελμς – Μπάρτον. Ολος ο κόσμος ξέρει την εξωτερική πλευρά αυτού του νόμου. Ομως αυτός ο νόμος έχει και μια εσωτερική πλευρά που ισχύει μόνο για την Κούβα και που λέει ότι αν αλλάξει το κοινωνικό της σύστημα οι ΗΠΑ έχουν το δικαίωμα να άρουν ή όχι τον αποκλεισμό.

Αν λοιπόν η Κούβα αλλάξει το κοινωνικό της σύστημα, επιτρέπεται στις ΗΠΑ να παραδώσουν στους πρώην ιδιοκτήτες τις παλιές ιδιοκτησίες. Αυτό σημαίνει ότι θα εκχωρηθούν οι σημερινοί παιδικοί σταθμοί, τα νοσοκομεία, τα Κέντρα των ηλικιωμένων, τα σχολεία. Είναι αδύνατον να τα δεχτεί αυτά ο κουβανικός λαός. Αυτό σημαίνει ότι οι ίδιες οι ΗΠΑ με το νόμο τους δε μας επιτρέπουν να αλλάξουμε κοινωνικό σύστημα, γιατί τότε θα χάσουμε όλα όσα έχουμε.

Ο κουβανικός λαός στη μεγάλη του πλειοψηφία δεν είναι κομμουνιστές. Είμαστε μόνο ένα εκατομμύριο κομμουνιστές. Ομως οι υπόλοιποι Κουβανοί είναι πατριώτες και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Μάθαμε να ζούμε με αξιοπρέπεια και σήμερα η Κούβα είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που λέει ΟΧΙ στις ΗΠΑ, κρατάει αυτό το ΟΧΙ και δεν τρέμει μπροστά σε τίποτε. Νομίζεις ότι θα δεχτούμε να το χάσουμε αυτό;

ΕΡ: Εσείς θα απαντήσετε.

ΑΛΕΙΔΑ: Είναι αδύνατο να το δεχτούμε. Αλλά ας πάρουμε και τη συναισθηματική πλευρά. Ο λαός μας είναι ένας ρομαντικός και πολύ τρυφερός λαός. Και από απλό σεβασμό ακόμα στον άνθρωπο εκείνο που έχει κάνει ό,τι ήταν δυνατόν για να κάνει καλύτερη τη ζωή του λαού, δε θα μπορούσαμε ποτέ να τον απογοητεύσουμε. Ετσι λοιπόν, απ’ οποιαδήποτε πλευρά κι αν το πάρεις, είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίσουμε αυτόν το δρόμο που επιλέξαμε. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση για τον κουβανικό λαό.

ΕΡ: Είναι ουτοπία να είσαι σήμερα κομμουνιστής;

ΑΛΕΙΔΑ: Οχι δεν είναι ουτοπία. Είναι αναγκαιότητα, τουλάχιστον για μας.

Αναδημοσίευση από το «Ριζοσπάστη», 21 Οκτωβρίου 2001.

Συνέντευξη του Καμίλο Γκεβάρα στο «Ριζοσπάστη» (2006)

Συνέντευξη στο Δημήτρη Καραγιάννη.

Με την ευκαιρία της επίσκεψής του στην Ελλάδα, πριν μερικές μέρες, είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με τον Καμίλο Γκεβάρα, γιο του Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, του θρυλικού επαναστάτη Τσε. Ο 44χρονος Καμίλο, ταγμένος στην υπόθεση της Κουβανικής Επανάστασης, όπως μας λέει, έχει σπουδάσει Νομική και σήμερα μαζί με τη μητέρα του, Αλέιδα Γκεβάρα Μαρτς, διοικούν το Κέντρο Μελετών «Τσε Γκεβάρα» στην Αβάνα. Πρόκειται για ένα κέντρο που σκοπό του έχει να εκδώσει και να διαδώσει όλο το έργο του Τσε.

Με άμεσο, ζεστό και γεμάτο χιούμορ και ζωντάνια λόγο, όπως και οι περισσότεροι Κουβανοί, απάντησε στις ερωτήσεις μας, σε μια συνέντευξη που δίνει την ευκαιρία στον αναγνώστη, για άλλη μια φορά, να γνωρίσει αυτό τον περήφανο λαό, που εξακολουθεί να δίνει καθημερινά τον αγώνα του για αξιοπρέπεια και ακεραιότητα της πατρίδας του. Και στηρίζει το σοσιαλισμό που μέσα σε μεγάλες δυσκολίες οικοδομεί, ο οποίος έχει δώσει τεράστιες δυνατότητες στα λαϊκά στρώματα.

– Τιμή μας να μιλάμε μαζί σας. Επιτρέψτε μας μια πρώτη ερώτηση κάπως κοινότοπη. Εχετε ένα «βαρύ» όνομα, γεμάτο ιστορία. Τι σημαίνει αυτό για εσάς;

– Θα έλεγα ότι είναι βαρύ με την έννοια της αξίας για πολλούς ανθρώπους. Ας το διευκρινίσουμε όμως. Αυτό που συμβαίνει στην Κούβα, την πατρίδα μου, είναι ότι τους ανθρώπους δεν τους εκτιμάμε με βάση το όνομα. Το σημαντικό για τους Κουβανούς, και μιλάω με βάση την προσωπική μου εμπειρία, είναι να σε γνωρίσουν πρώτα, να σε εκτιμήσουν και να σε δεχτούν για τις αξίες και τα ελαττώματά σου. Και έτσι σου ανοίγεται ένας δρόμος στην κοινωνία που ζεις. Μπορείς ή όχι να βαδίσεις στη ζωή με τα δικά σου βήματα. Και νομίζω αυτό είναι σημαντικό. Βέβαια, μπορεί να συμβεί κάποιες φορές όταν κάνεις κάποιες επισκέψεις σε άλλες χώρες να σε «πλακώνουν» οι φωτογράφοι, όπως τώρα (λέει αστειευόμενος με τον φωτογράφο της εφημερίδας).

Αυτό είναι το κόστος που πρέπει να πληρώσεις για το όνομα. Πάντως, να ξέρετε ότι απέναντί σας έχετε έναν Κουβανό, ο οποίος έχει μιαν αντίληψη που είναι ταγμένη σε μια δίκαιη υπόθεση όπως η δική μας. Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσα να απαντήσω στις ερωτήσεις σας.

Το κράτος εξασφαλίζει δυνατότητες εξέλιξης σε όλους

Μιλήστε μας για τη δική σας εμπειρία. Πώς είναι να μεγαλώνει ένα παιδί στην Κούβα; Πώς διαμορφώνεται ως προσωπικότητα;

Η Κούβα δίνει μεγάλη σημασία στην Παιδεία, σε όλα τα στάδια της εκπαίδευσης. Αυτή είναι, κατ’ αρχάς, η υποχρεωτική βασική εξάχρονη εκπαίδευση (μαζί με δίχρονη προσχολική) σε ένα απολύτως δημόσιο και δωρεάν εκπαιδευτικό σύστημα που εξασφαλίζει τα πάντα στο παιδί.

– Θεωρείτε αυτονόητη τη δωρεάν εκπαίδευση, σε πολλές όμως χώρες, και στη δική μας, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική και όνειρο για τα λαϊκά στρώματα.

– Το γνωρίζω, αλλά (αστειευόμενος) μιλάμε για την Κούβα. Επειτα από τη βασική εκπαίδευση ακολουθεί η δευτεροβάθμια, η προπανεπιστημιακή και η πανεπιστημιακή. Αλλά πρέπει να πούμε ότι υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις από το κράτος ώστε όλοι να φτάσουν μέχρι την ένατη τάξη και είναι μια από τις πολλές μάχες που δίνουμε ως λαός. Σήμερα, πάνω από το 90% των νέων το καταφέρνει. Ετσι, το να μεγαλώνεις σε μια κοινωνία όπου η συντριπτική πλειοψηφία έχει υψηλό μορφωτικό και πολιτιστικό επίπεδο σε βοηθάει να αναπτυχθείς.

Επίσης, υπάρχουν δυνατότητες για σπουδές στην προπανεπιστημιακή εκπαίδευση με βάση τα ενδιαφέροντα του ατόμου και ακολουθούν τα πανεπιστήμια εφόσον ο νέος έχει τα προσόντα. Αυτή την περίοδο γίνεται μεγάλη προσπάθεια να αυξηθούν οι δυνατότητες για όποιον θέλει να σπουδάσει να μπορεί να το κάνει. Επίσης, έχουν δημιουργηθεί συγκεκριμένα προγράμματα στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, όπως το λεγόμενο Πανεπιστήμιο για όλους. Υπάρχουν οι πανεπιστημιακές σχολές, αλλά και τα εργατικά πανεπιστήμια, μια παλιά κατάκτηση της πάλης του λαού μας. Υπάρχουν επίσης τα λεγόμενα Δημοτικά Πανεπιστήμια, που έχουν στόχο να φέρουν πιο κοντά στον πληθυσμό τη δυνατότητα μόρφωσης. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια υπάρχουν στους δήμους πανεπιστήμια για ηλικιωμένους που έχουν πολύ χρόνο και θέλουν να κάνουν ενδιαφέροντα πράγματα.

Το σημαντικότερο επίτευγμα του σοσιαλισμού είναι η ενεργοποίηση των μαζών

– Χωρίς να θέλω να διακόψω τη σκέψη σας, όλα αυτά ακούγονται σε μας, που βιώνουμε τα …δεδομένα του καπιταλισμού, αρκετά πρωτόγνωρα.

– Θα έλεγα ότι είναι πρωτόγνωρα και για άλλες σοσιαλιστικές εμπειρίες που έχουμε από το παρελθόν. Νομίζω όμως ότι αυτό που μπορεί να διαπιστωθεί στην Κούβα είναι ότι ο σοσιαλισμός είναι πολύ νέος, μια νέα υπόθεση που πρέπει να εξελιχθεί. Δεν πρέπει να δημιουργούμε δόγματα, πρέπει να επιδιώκουμε να εκφράζεται ο ίδιος ο λαός, τα ινστιτούτα της χώρας, στην πορεία της οικοδόμησης. Αυτό ανοίγει συνεχώς δρόμους. Νομίζω ότι το μεγαλύτερο ατού που έχει ο σοσιαλισμός είναι ότι έχεις τη δυνατότητα να φτάσεις στο μέγιστο που μπορούν να δώσουν οι μάζες. Και αυτό εξελίσσεται σε μια συνεχή δημιουργία, μέσα από όλες αυτές τις ευκαιρίες, που έχουν όμως το χαρακτήρα της ισότητας για όλους και σου επιτρέπουν να κάνεις όλα αυτά τα πράγματα. Αυτό είναι και το πιο σημαντικό επίτευγμα του σοσιαλισμού. Σε αυτό το πλαίσιο και σε αυτές τις στιγμές η Κούβα κάνει πολλά ενδιαφέροντα πράγματα.

Ξέχασα να πω ότι υπάρχει και ένα πανεπιστήμιο στις φυλακές. Γιατί, δυστυχώς, στην Κούβα υπάρχουν και φυλακές, δεν είμαστε τέλειοι. Δίνεται, λοιπόν, η δυνατότητα σε ανθρώπους που υπέπεσαν σε κάποιο ποινικό αδίκημα να πάρουν κάποια εφόδια που θα μπορούσαν, με τη δική τους θέληση, να τους βοηθήσουν μετέπειτα στη ζωή τους.

Αυτή είναι η κατάσταση στην Κούβα. Δε θέλω να πω ότι όλα είναι τέλεια αλλά γίνονται προσπάθειες. Εδώ βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε την κατάσταση όπου ζει η Κούβα. Μόλις τώρα αρχίζει να ξεπερνάει μια βαθιά κρίση, στην οποία βρέθηκε ως συνέπεια των ανατροπών στις σοσιαλιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, με τις οποίες είχαμε το 80% των εμπορικών συναλλαγών μας. Είναι σαν να έχεις έναν άνθρωπο που σχηματικά ζει με 10 δολάρια και ξαφνικά του παίρνουν τα 8 και πρέπει να ζήσει με τα 2 και να διατηρήσει όλα όσα είχε. Περάσαμε πολύ δύσκολα χρόνια το ’90-’95. Ξεπερνάμε αυτό το σοκ, όχι ότι είμαστε …σε διακοπές αλλά οι πιο δύσκολες εποχές πέρασαν και αρχίζουμε να επανακτούμε δυνάμεις στην οικονομία. Είναι αλήθεια – και χωρίς καμία διάθεση έπαρσης – ότι λίγες χώρες στον κόσμο μπορούν να το καταφέρουν αυτό.

– Αυτό άλλωστε είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του κουβανικού λαού, ότι διατηρεί το σοσιαλισμό.

– Ετσι είναι. Αυτό είναι αποτέλεσμα της πάλης του λαού. Οχι όμως γενικά και αόριστα, αλλά κάτω από τη συγκεκριμένη καθοδήγηση και ηγεσία και τη συγκεκριμένη οργάνωση της κοινωνίας. Δεν μπορώ να πω ότι έχω δει παρόμοια περίπτωση στον κόσμο. Μιλάμε για μια χώρα που δε λάμβανε οικονομική βοήθεια από πουθενά, με ένα εγκληματικό εμπάργκο από την πιο μεγάλη δύναμη του πλανήτη, με την εξάλειψη του σοσιαλιστικού συστήματος και με πολύ χαμηλές διεθνείς τιμές στα προϊόντα της. Επίσης, πρέπει να υπολογίσουμε το κόστος για την εξασφάλιση της άμυνας της χώρας και τη διατήρηση των κοινωνικών κατακτήσεων.

Παρούσα η σκέψη του Τσε

– Εχετε μελετήσει σίγουρα τα έργα του πατέρα σας, τη σκέψη του για την ανάπτυξη της προσωπικότητας. Πιστεύετε ότι οι ιδέες του βρίσκουν εφαρμογή στην Κούβα;

– Νομίζω ότι οι ιδέες του Τσε είναι παρούσες. Ο Τσε δεν είναι βέβαια το άπαν. Ο Τσε πήρε τις αξίες που υπήρχαν μέχρι την εποχή του, τα θετικά του ανθρώπινου πολιτισμού και με τη δημιουργική του εργασία τις εμπλούτισε με έναν τρόπο αυθεντικό. Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα είναι επίκαιρος και έχει σημασία για πολύ κόσμο. Βεβαίως, ο Τσε δεν ήταν μόνος του. Ανήκε σε μια μεγάλη ομάδα επαναστατών, ήταν μέλος ενός κινήματος, αργότερα του Κομμουνιστικού Κόμματος στα πλαίσια της Κουβανικής Επανάστασης και εμπνεόταν από τα ιδανικά μιας μεγάλης ομάδας σε όλο τον κόσμο που ήταν η πρωτοπορία της εποχής της, η οποία βρέθηκε στην εξουσία και έκανε πράξη τις ιδέες της.

Γι’ αυτό βλέπεις ότι η Κούβα, παρόλο που είναι μια φτωχή χώρα, μπορεί να στέλνει χιλιάδες γιατρούς σε κάθε γωνιά του πλανήτη σε όποιο λαό τους έχει ανάγκη. Αυτό σου δείχνει ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης και δράσης, που εκφράζει ένα βαθύ ανθρωπισμό. Ετσι όπως πρέπει να είναι ο κόσμος. Αν εσύ έχεις πρόβλημα εγώ σου δίνω τη βοήθειά μου.

Οι ρίζες αυτής της σκέψης πηγάζουν απ’ ό,τι πιο θετικό έχει δώσει η ανθρωπότητα. Και πιστεύω ότι για να είναι κάποιος κομμουνιστής πρέπει πρώτα απ’ όλα να είναι βαθιά άνθρωπος. Και σε αυτό ο Τσε ήταν σημείο αναφοράς, ένα παράδειγμα. Ηταν ένας με όλη τη σημασία άνθρωπος. Ταγμένος σε μια υπόθεση που στην ουσία είναι βασική για να διατηρηθεί το είδος μας, γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα εξαφανιστεί.

Το Κέντρο Μελετών «Τσε Γκεβάρα»

– Πείτε μας δυο λόγια για το Κέντρο Μελετών «Τσε Γκεβάρα», όπου βρίσκεστε. Ποιος ο σκοπός και το έργο του;

– Το Κέντρο ιδρύθηκε το 1984, ως προσωπικό αρχείο του Τσε στο σπίτι που έζησε στην Αβάνα, στο Νουέβο Βεδάδο. Ετσι, ξεκίνησε μια, θα έλεγα, ανώνυμη δουλιά, η ταξινόμηση και η συστηματοποίηση από επιστήμονες ώστε κάποια στιγμή να μπορέσουμε να εκθέσουμε αυτό το έργο, έχοντας και τη στήριξη της κουβανικής πολιτείας. Μπορούμε να πούμε ότι το Κέντρο έχει δύο κεντρικές κατευθύνσεις. Μια ακαδημαϊκή, που σημαίνει τη μελέτη των έργων, της σκέψης, της δράσης και της ζωής του Τσε. Να εμβαθύνουμε στη μελέτη και να προχωρήσουμε στην έκδοση των ανέκδοτων έργων του. Θέλουμε να εκδοθεί αυθεντικά ο Τσε με δικά του κείμενα και μετά θα έρθουν οι αναφορές και οι αναλύσεις για το έργο του. Θέλουμε να εκδώσουμε όλο του το έργο. Μέσα σε αυτή τη δουλιά υπάρχει μια σημαντική πλευρά, αυτή της διάδοσης του έργου του. Μελετάς το έργο, εμβαθύνεις σε αυτό, το εκδίδεις, αλλά πρέπει και να το διαδώσεις. Ετσι, κάνουμε ντοκιμαντέρ, ψηφιακά προγράμματα στο Ιντερνετ και άλλες εκδόσεις για πιο νέους ανθρώπους, αδιαμόρφωτους, όπως περιοδικά που μπορούν να προσεγγίσουν πιο κατανοητά τον Τσε.

Δεύτερη κατεύθυνση της δουλιάς μας είναι να γίνει το Κέντρο και κέντρο προβολής πολιτισμού, ώστε να αναδειχτούν οι ανθρώπινες αξίες. Εχουμε φτιάξει κοινότητες επικοινωνίας κυρίως με νέους αλλά και παιδιά. Θέλουμε όχι μόνο να επηρεάζει το Κέντρο αλλά και το κοινό μας με βάση τα ενδιαφέροντά του, ώστε να εμβαθύνουμε στις ανθρώπινες αξίες.

– Υπάρχει ενδιαφέρον από τη νεολαία;

– Υπάρχει σημαντικό ενδιαφέρον. Ηδη έχουμε εκδώσει κάποια έργα και επίσης πραγματοποιούμε εκδηλώσεις και άλλες δραστηριότητες. Πρόσφατα γυρίστηκε η ταινία «Το ημερολόγιο της Μοτοσικλέτας», του Βραζιλιάνου σκηνοθέτη Βάλτερ Σάλας. Επίσης, έχουμε εκδώσει το «Ημερολόγιο του Κονγκό», «Το δεύτερο ταξίδι στη Λατινική Αμερική» και πρόκειται να εκδώσουμε το βιβλίο «Η οικονομική σκέψη του Τσε» και σειρά από ανέκδοτα κείμενα. Μιλάμε επίσης γι’ αυτά που ονομάζουμε τα «Φιλοσοφικά του τετράδια», κείμενα που έγραψε από τα 17 του χρόνια μέχρι τη Βολιβία. Εκεί βλέπουμε και την ωρίμανση, τη διανοητική εξέλιξη της σκέψης του Τσε, που είναι μια καλή απεικόνιση του διανοητικού δρόμου που ακολούθησε. Και βέβαια αυτή την εργασία δεν μπορούμε να την εκδώσουμε ανεπεξέργαστη, γιατί αυτό μπορεί να μπερδέψει τον αναγνώστη για την πορεία εξέλιξης του Τσε. Γι’ αυτό χρειάζεται να κάνουμε μια μελετητική δουλιά με φιλοσόφους, κοινωνιολόγους και άλλους επιστήμονες. Επίσης, πρέπει να γίνει κατανοητή η πολιτιστική εξέλιξή του για να κατανοηθεί η οικονομική του σκέψη. Ο Τσε ήταν ένας άνθρωπος που ενώ εργαζόταν ως υπουργός Βιομηχανίας μελετούσε ακατάπαυστα. Σπούδασε λογιστικά, οικονομικές επιστήμες, μαθηματικά και έφτασε σε πολύ υψηλό επίπεδο. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο Βιομηχανίας. Μελετούσε πάντα, παντού και τα πάντα. Ολα αυτά εξηγούν γιατί η σκέψη του είναι βαθιά. Εφτανε στην ουσία των πραγμάτων.

– Ας πάμε σε κάτι άλλο. Η εικόνα του Τσε έχει αρκετά εμπορευματοποιηθεί. Τη βλέπουμε στις φανέλες, στα μπουκάλια, σε άλλα προϊόντα. Χρησιμοποιείται και σαν άλλοθι για να κρύβεται αυτό που ο Τσε ήταν. Αγιοποιούν τον Τσε για να τον ακυρώσουν; Το σύστημα τον χρησιμοποιεί; Τι λέτε γι’ αυτό;

– Κοιτάξτε, το Κέντρο έχει ως βασική λειτουργία να διαδώσει τη σκέψη του Τσε. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο με μια κίνηση. Χρειάζεται χρόνος και δουλιά για να αλλάξουν τα πράγματα. Το πιο σημαντικό στον Τσε, κατά τη γνώμη μας, είναι η σκέψη του. Γι’ αυτό, πρώτον, πρέπει να εκδώσουμε αυτό το έργο, να βοηθήσουμε τον κόσμο να το καταλάβει. Μετά να συνδυάσουμε την εικόνα του. Δεν μπορούμε να πούμε στον κόσμο να μη βλέπει την εικόνα του. Αυτός εξάλλου είναι ο Τσε, μαζί του είναι και η ιστορία του. Η προσπάθεια να παρουσιαστεί ως «μύθος» και μόνο, είναι για να τον σκοτώσουν για δεύτερη φορά, αυτή τη φορά τελικά. Εμείς έχουμε σχεδιασμένη μια στρατηγική. Το πρώτο είναι η σκέψη του Τσε. Αν κάποιος θέλει να τον έχει στην μπλούζα του ή στο ποτήρι του, στο δίσκο του, ωραία, εμείς θέλουμε να του πούμε τι είναι αυτό που συμβολίζει.

Ενας αγωνιστής λαός με ιστορία

– Μια τελευταία ερώτηση που ενδιαφέρει κάθε άνθρωπο ο οποίος έχει ανησυχίες και βλέπει την τιτάνια προσπάθεια που κάνει ο κουβανικός λαός. Τι είναι αυτό που τον κάνει να στέκεται όρθιος παρά τις τεράστιες δυσκολίες;

– Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει λόγω της ιστορίας που είχε αυτός ο λαός. Πάντα αντιστεκόταν ενάντια σε ισχυρούς εχθρούς. Μια μικρή χώρα που έχει περάσει από μεγάλους αγώνες. Η δική μας ιστορία είναι πολύ νέα. Το έθνος μας είναι πολύ νέο και έχει πολλούς νέους ανθρώπους. Με τη νίκη της επανάστασης ήμασταν 6 εκατομμύρια, σήμερα είμαστε 11 εκατομμύρια. Πάντα ήμασταν αγωνιστικός λαός. Ο πόλεμος της ανεξαρτησίας ενάντια στην Ισπανία διάρκεσε 30 χρόνια, με ελάχιστα τεχνικά μέσα, με τα σπαθιά απέναντι σε κανόνια, και ήταν νικηφόρος για τους Κουβανούς. Μετά ήρθαν οι γιάνκηδες. Αυτό δίνει ένα περίγραμμα για το τι έκανε αυτός ο λαός. Είναι μια μείξη φυλών και πολιτισμών, ένας κόσμος σε ένα νησί. Και στο τέλος τέλος όλα όσα μας έκαναν οι εχθροί, οδήγησαν στο να ωριμάσει ο λαός και να διαμορφωθεί πάνω στις αξίες της αξιοπρέπειας και της ακεραιότητας. Και μπορώ να πω, κάνοντας και λίγο χιούμορ, ευτυχώς ή δυστυχώς, οι ΗΠΑ είναι λίγο έξυπνες όλα αυτά τα χρόνια, και αυτό μας υποχρεώνει να παλεύουμε συνεχώς.

Επίσης, αν δεν είχε ο σοσιαλισμός τη στήριξη του κόσμου και της νεολαίας, που είναι το μισό του πληθυσμού και βέβαια γεννήθηκε μετά την επανάσταση, δε θα μπορούσε να επιβιώσει σε απόσταση 90 μίλια από τις ΗΠΑ. Ο κόσμος κάνει αυτό που αισθάνεται και είναι ψέμα ότι οι μεγάλες διαδηλώσεις που διοργανώνουμε συχνά στο νησί είναι γιατί μας υποχρεώνουν. Φυσικά, τίποτα δεν είναι τέλειο, αλλά αυτή η κινητοποίηση του κόσμου δείχνει πολλά πράγματα. Είμαστε μια χώρα με σημαντικό πολιτισμό, εν πολλοίς ομοιογενή, και έχουμε έναν εχθρό που μας κάνει καθημερινά να συνειδητοποιούμε ότι απειλούμαστε. Ολα αυτά κάνουν τον κόσμο να είναι σε συνεχή επαγρύπνηση.

Αναδημοσίευση από το «Ριζοσπάστη», 12 Φλεβάρη 2006.