Δολοφονία Τζων Φ. Κένεντι: Συκοφαντούν την Κούβα και τον Τσε, συσκοτίζουν την αλήθεια

Who killed JFK bannerΣήμερα, 22 Νοέμβρη, συμπληρώνονται 50 χρόνια απ’ τη δολοφονία του 35ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι στο Ντάλας του Τέξας. Πρόκειται για μια απ’ τις πλέον περίεργες περιπτώσεις δολοφονιών που ακόμη και σήμερα προκαλεί ερωτηματικά – Ποιός και γιατί ήθελε τον πρόεδρο νεκρό; Στα 50 χρόνια που μεσολάβησαν απ’ το περιστατικό στο Ντάλας έχουν παρουσιαστεί δεκάδες θεωρίες που επιχείρησαν να δώσουν απαντήσεις. Ως γνωστόν, η σύλληψη του Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ ως υπεύθυνου για τη δολοφονία Κένεντι δεν αρκούσε – μάλλον δε περιέπλεξε το κουβάρι της όλης υπόθεσης. Ο Όσβαλντ δολοφονήθηκε δύο μέρες αργότερα απ’ τον Τζακ Ρούμπι ο οποίος δικαιολόγησε την πράξη του ως εκδίκηση για τη δολοφονία του Κένεντι. Ο Ρούμπι πέθανε το 1967 στη φυλακή, έχοντας καταδικαστεί εις θάνατον.

Η επίσημη εκδοχή για τη δολοφονία του προέδρου Τζ.Κένεντι είναι αυτή της Επιτροπής Γουόρεν που συνέστησε ο διάδοχος του στην προεδρία, Λίντον Τζόνσον. Σύμφωνα με το πόρισμα της Επιτροπής (Σεπτέμβρης 1964) ο Όσβαλντ έδρασε μόνος, όπως και ο Τζακ Ρούμπι, επομένως επρόκειτο για μεμονωμένες πράξεις που δεν αποκρύπτουν βαθύτερα αίτια η δίκτυο συνομωσίας. Αντίθετα με την Επιτροπή Γουόρεν, η Επιτροπή για τη διερεύνηση Πολιτικών Δολοφονιών της Βουλής των Αντιπροσώπων (HSCA) που μελέτησε τις δολοφονίες Κένεντι και Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το γεγονός στο Ντάλας μόνο τυχαίο δεν ήταν και ότι υποκρύπτεται συνωμοσία. Η ταινία “JFK” (1992), σκηνοθεσίας του Όλιβερ Στόουν, η οποία βασίζεται σε γενικές γραμμές στο πόρισμα της HSCA, αφήνει να εννοηθεί ότι ο αντιπρόεδρος Λίντον Τζονσον ενδέχεται να αποτελούσε μέρος μιας ευρύτερης συνωμοσίας για να βγει απ’ τη μέση ο Κένεντι.

Οι θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί – και εναντιώνονται ουσιαστικά στην επίσημη εκδοχή της Επιτροπής Γουόρεν – είναι πολλές. Άλλες κάνουν λόγο για ενεργό ρόλο της CIA και των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, άλλες θέτουν στο στόχαστρο την οικονομική μαφία και το οργανωμένο έγκλημα της εποχής, άλλες ρίχνουν προσωπικά την ευθύνη στον ίδιο τον Λίντον Τζόνσον και άλλες σε μυστικές υπηρεσίες άλλων χωρών.

Στο παρόν άρθρο δεν θα ασχοληθούμε με το σύνολο όλων των θεωριών που έχουν δει το φως της δημοσιότητας για τη δολοφονία Κένεντι – θα ασχοληθούμε μονάχα για την ανυπόστατη κατηγορία που κύκλοι των ΗΠΑ έχουν εξαπολύσει ενάντια στην Κούβα. Πρόκειται για κατηγορία που, όχι μόνο δε βασίζεται σε πραγματικά στοιχεία, αλλά προσπαθεί να συσκοτίσει το ρόλο των ενδοιμπεριαλιστικών-ενδοκαπιταλιστικών διαφορών που επικρατούσαν στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’60, με απώτερο σκοπό να ρίξει το φταίξιμο στην κουβανική κυβέρνηση.

Lyndon Johnson with Richard NixonΕκ των πρώτων που ανακίνησε την ανόητη αυτή σκευωρία ενάντια στην κουβανική κυβέρνηση ήταν – όλως τυχαίως – ο ίδιος ο πρόεδρος Λίντον Τζόνσον. Μιλώντας σε αμερικανούς δημοσιογράφους το 1968 ο Τζόνσον εξέφρασε την άποψη ότι ο Φ.Κάστρο ήθελε να εκδικηθεί τον Κένεντι για τις εκατοντάδες απόπειρες δολοφονίας που η CIA είχε σχεδιάσει ενάντια στον κουβανό επαναστάτη. Μόνο που οι απόπειρες αυτές είχαν ξεκινήσει επί προεδρίας Άιζενχάουερ, δηλαδή απ’ τον αρκετά συντηρητικότερο προκάτοχο του Κένεντι. Ο Τζόνσον ουδέποτε παρουσίασε απτά στοιχεία των κατηγοριών του ενάντια στον Φιντέλ, ενώ το πόρισμα της Επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ (HSCA) αναφέρει ξεκάθαρα: “Η Επιτροπή πιστεύει, βασιζόμενη στα δεδομένα που υπάρχουν διαθέσιμα, πως η κουβανική κυβέρνηση δεν είχε συμμετοχή στη δολοφονία του προέδρου Κένεντι” (http://www.archives.gov/research/jfk/select-committee-report/part-1c.html).

Να δώσουμε όμως το λόγο στον ίδιο το Φιντέλ Κάστρο. Ακολουθούν τα λόγια του Κομαντάντε κατά τη διάρκεια συνέντευξης στις 28 Φεβρουαρίου 1988 στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο NBC (Πηγή: Castro Speech Database, Interview with Maria Shriver, Rep. Date 19880303):

Δημοσιογράφος: Υπάρχουν θεωρίες εδώ και χρόνια που λένε ότι γνωρίζατε για τα σχέδια δολοφονίας (του Κένεντι) στις αρχές του ’60, ότι θεωρήσατε τον πρόεδρο Κένεντι υπεύθυνο και πως εσείς αναμειχθήκατε στη δολοφονία του. Είχατε οποιαδήποτε σχέση με αυτό;

Φιντέλ: Δε μπορώ να απαντήσω τέτοιου είδους ερώτηση διότι αδυνατώ να δεχθώ τέτοια κατηγορία. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι το εξής. Καταρχάς, το να σχεδιάσουμε μια τέτοια πράξη ενάντια στον πρόεδρο των ΗΠΑ ήταν μια ανεύθυνη, παλαβή πράξη. Θεωρώ ότι θα ήταν εξεζητημένο να πιστεύετε πως ένας υπεύθυνος ηγέτης, ένας επαναστάτης που έχει συναίσθηση των ευθυνών του, θα επέλεγε μια τέτοια πράξη τρέλας, διότι για πολιτική τρέλα πρόκειται. Δεν είναι απλά μια ερώτηση με ηθικούς υπαινιγμούς. Είναι μια ερώτηση με σοβαρούς πολιτικούς υπαινιγμούς. Ο ηγέτης μιας μικρής χώρας ο οποίος θα σχεδίαζε τη δολοφονία του προέδρου των ΗΠΑ θα φέρονταν ανεύθυνα. Και δε μπορεί να λεχθεί πως οι ηγέτες της κουβανικής επανάστασης έχουν δράσει έτσι, ανεύθυνα. Είναι σταθεροί, γεναίοι, αποφασισμένοι αλλά ποτέ ανεύθυνοι.

Δεύτερον, την ημέρα που δολοφονήθηκε ο Κένεντι βρισκόμουν σε συνάντηση με απεσταλμένο του ίδιου του Κένεντι. Ήταν ένας γάλλος δημοσιογράφος (Ζαν Ντανιέλ), ο οποίος είχε μιλήσει εκτενώς μαζί του. Αυτό ήταν μήνες μετά την κρίση των πυραύλων. Ο Κένεντι ένιωθε ακόμη την αίσθηση του τεράστιου κινδύνου που είχε αντιμετωπίσει εκείνες τις ημέρες. Ο ίδιος ήθελε να βρίσκεται σε επαφή μαζί μου. Μου είχε αποστείλει μήνυμα με τον εν λόγω δημοσιογράφο. Το ίδιο απόγευμα πήγαμε μαζί (με τον Ζαν Ντανιέλ) στο Βαραδέρο, ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε με την ησυχία μας. Μου εξιστορούσε ότι του είχε πει ο Κένεντι μέχρι που ακούσαμε την είδηση στο ράδιο ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ δολοφονήθηκε.

Συνεχίζει ο Φιντέλ Κάστρο αναφερόμενος στις ανυπόστατες φήμες και θεωρίες που ήθελαν τον Λι Χάρβει Όσβαλντ να είχε έρθει σε… επαφή με την Αβάνα πρωτού δολοφονήσει τον πρόεδρο:

Fidel Castro face pic 2Φιντέλ: Όταν ήρθε στην επιφάνεια το όνομα του Όσβαλντ, κάποιος μετέδωσε ότι ένας άνθρωπος με το ίδιο όνομα είχε επιχειρήσει να επισκεπτεί την Κούβα και πως είχε ζητήσει visa στην πρεσβεία μας στο Μεξικό. Επρόκειτο για διαδικασία ρουτίνας. Ποτέ δεν έμαθα κάτι τέτοιο. Αρνιόμασταν όλες αυτές τις αιτήσεις για visa επειδή είμασταν καχύποπτοι. Ήταν ένας αμερικανός που ζητούσε να έρθει στη χώρα μας. Για ποιό λόγο ερχόταν; […] Προσπάθησαν να μας εμπλέξουν.

Στη βιογραφία του Τσε Γκεβάρα (Che Guevara: A Revolutionary Life) ο αμερικανός δημοσιογράφος Τζον Λι Άντερσον αναφέρει στις σημειώσεις του βιβλίου: “Το Νοέμβρη του 1962, ο Λεόνωφ (σ.σ: Νικολάι Λεόνωφ, σοβιετικός διπλωμάτης, πράκτορας της KGB) ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τον Λι Χάρβει Όσβαλντ ο οποίος είχε βρεθεί στην σοβιετική πρεσβεία του Μεξικό και ζητούσε να μιλήσει με κάποιον αξιωματούχο. Ο Λεόνωφ που πήγε να μιλήσει μαζί του, είδε ότι ο Όσβαλντ ήταν οπλισμένος και έδειχνε ιδιαίτερα ανήσυχος και ζήτησε απ’ το προσωπικό ασφαλείας της πρεσβείας να τον απομακρύνει απ’ την είσοδο της πρεσβείας. Ο Λεόνωφ θυμάται ότι ένιωσε έκπληκτος όταν είδε αργότερα πως ο “ψυχωτικός και επικίνδυνος” αυτός άντρας που είχε έρθει στην πρεσβεία συνελλήφθη στο Ντάλας με την κατηγορία της δολοφονίας του αμερικανού προέδρου. Μιλώντας για τις διάφορες θεωρίες περί της δολοφονίας του Κένεντι ο Λεόνωφ απέρριψε την φήμη ότι ο Όσβαλντ πιθανώς να είχε δράσει κάτω απο οδηγίες της KGB. Είπε ότι, υποθετικά, ακόμη κι’ αν η KGB ήθελε να δολοφονήσει τον Κένεντι δεν θα χρησιμοποιούσε ποτέ κάποιον τόσο ψυχωτικά ασταθή και ανεξέλεγκτο άνθρωπο να κάνει τη δουλειά” (Κεφάλαιο 26, σημειώσεις σελ. 739).

Συνεχίζει, λοιπόν, ο Φιντέλ αναφερόμενος στην θέση της κουβανικής κυβέρνησης αναφορικά με τις πολιτικές δολοφονίες:

Φιντέλ: Πιστεύω πως δε μπορεί να υπάρξει κανένας λογικός, σοβαρός άνθρωπος στις ΗΠΑ που να πιστεύει πως η Κούβα είχε οποιαδήποτε σχέση με το θάνατο του Κένεντι. Ούτε καν ο Μπατίστα. Εμείς είμασταν εχθροί του Μπατίστα. Θα μπορούσαμε να τον είχαμε σκοτώσει. […] Ουδέποτε πιστέψαμε ότι ο θάνατος ενός ανθρώπου θα άλλαζε την κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά, είχαμε το σθένος να επιτεθούμε στο στρατόπεδο Μονκάδα με 160 άντρες, να ξεκινήσουμε έναν πόλεμο. Θα μπορούσαμε να είχαμε στήσει ενέδρα στο Μπατίστα και να το δολοφονήσουμε. Δεν υπάρχει ούτε μια ένδειξη στην όλη ιστορία της Επανάστασης ότι το Κίνημα της 26ης Ιούλη, το οποίο εμείς οργανώσαμε και ηγηθήκαμε, είχε σχεδιάσει να δολοφονήσει το Μπατίστα. Αν και ο ίδιος ο Μπατίστα είχε σκοτώσει χιλιάδες συντρόφων μας. 

Γιατί τα αναφέρει αυτά ο Φιντέλ; Για το λόγο ότι, συν τοις άλλοις, η ίδια η ιδεολογικο-πολιτική κουλτούρα της Επανάστασης ήταν αντίθετη με πολιτικές δολοφονίες προσώπων. Και αυτό διότι στο στόχαστρο των κουβανών επαναστατών ήταν πάντοτε τα καθεστώτα, η άρχουσα τάξη και οι πολιτικές που ασκούνταν υπέρ αυτής και ενάντια στο λαό. Αντίθετα, ήταν η κυβερνήσεις των ΗΠΑ και οι μυστικές υπηρεσίες της υπερδύναμης (CIA, NSA) που – αποδεδειγμένα – οργάνωσαν εκατοντάδες ανεπιτυχείς προσπάθειες δολοφονίας του ίδιου του Φιντέλ. Προσπάθειες που όπως ο ίδιος ο Κάστρο λέει ξεκίνησαν απ’ τους πρώτους κιόλας μήνες της επικράτησης της Επανάστασης, επί προεδρίας Ντ.Άϊζενχάουερ, συνεχίστηκαν επί Κένεντι και αργότερα επί προεδρίας Τζόνσον και Νίξον.

Διαβάστε επίσης: 

Ανιστόρητο ρεσιτάλ συκοφαντίας απ’ τη Voice of Russia.

Voice of Russia article JFK Che 2211Ξεπερνώντας κάθε όριο επιστημονικής φαντασίας αλλά κυρίως ξεδιαντροπιάς, ο ιστότοπος της “Φωνής της Ρωσίας” (Voice of Russia) δημοσίευσε στις 22 Νοέμβρη 2013, βίντεο και άρθρο που φέρει τον τίτλο: “Η δολοφονία Κένεντι: Γιατί ο Τσε σκότωσε τον Τζακ”. Πρόκειται για την πλέον άστοχη και ανόητη θεωρία συνομωσίας που έχει εξυφανθεί γύρω απ’ τη δολοφονία του Κένεντι.

Γράφει στο εισαγωγικό κείμενο η “VoR”: Το βίντεο προσφέρει μια νέα και μοναδική οπτική των συνθηκών του θανάτου του τέως προέδρου. Ίσως οι πυροβολισμοί στο Ντάλας να έβαλαν ένα τέλος στον αμείλικτο κρυφό πόλεμο ανάμεσα σε δύο απ’ τους μεγαλύτερους ήρωες του 20ου αιώνα – τον JFK και του Τσε Γκεβάρα”. Στην συνέχεια βέβαια η Voice of Russia δε δίνει ούτε μισή διασταυρωμένη πληροφορία που να στοιχειοθετεί τον δήθεν “αμείλικτο κρυφό πόλεμο” ανάμεσα στον Κένεντι και στον Τσε. Ακόμη χειρότερα, το πόνημα της “VoR” αφήνει να εννοηθεί ότι υπήρχε…προσωπική κόντρα ανάμεσα σε δύο άντρες που ουδέποτε συναντήθηκαν. Έτσι, η αντι-ιμπεριαλιστική πάλη που αποτέλεσε βασικό χαρακτηριστικό της σκέψης και δράσης του Τσε Γκεβάρα μεταφέρεται με αυθαίρετο τρόπο σε, ούτε λίγο ούτε πολύ, προσωπικού τύπου διαφορές.

Πως επιχειρεί η Voice of Russia να στοιχειοθετήσει την συκοφαντία ενάντια στον Τσε; Κινείται σε δύο άξονες: Πρώτον, αναφέρει το επιχείρημα ότι ο Τσε Γκεβάρα χρειάζονταν την εικόνα μιας Αμερικής που να μοιάζει σαν ιμπεριαλιστικό αρπαχτικό και κανίβαλος” – επομένως για να υπάρξει ένας διεθνοποιημένος αντι-ιμπεριαλιστικός αγώνας («Δύο, τρία, πολλά Βιετνάμ») έπρεπε στο τιμόνι των ΗΠΑ να υπάρχει μια πολεμοχαρής κυβέρνηση. Πρόκειται περί προφανέστατης ανοησίας, μιάς και η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ουδέποτε καθορίστηκε απ’ το πρόσωπο που βρισκόταν στην προεδρία, αλλά από τα ίδια τα οικονομικά συμφέροντα των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων. Ο αμερικανικός Ιμπεριαλισμός υπήρχε και πριν τον Κένεντι, υπήρχε και κατά τη διάρκεια της προεδρίας του και ασφαλώς συνεχίστηκε και μετά. Ο Τζ. Κένεντι ήταν ο πρόεδρος που ξεκίνησε τον πόλεμο στο Βιετνάμ και ήταν ο ίδιος που έθεσε σε λειτουργία τον απάνθρωπο οικονομικό αποκλεισμό της Κούβας που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όταν μάλιστα εκλέχθηκε πανηγυρικά ο JFK το Γενάρη του 1961, σε σχετική του ομιλία ο Τσε ευχήθηκε – μάταια όπως αποδείχθηκε στο σύντομο διάστημα που ακολούθησε – ο νέος πρόεδρος να είναι λιγότερο επιρρεπής στην επιρροή των μονοπωλίων απ’ ότι ο προκάτοχος του.

Ο συντάκτης της Voice of Russia – ταυτιζόμενος πλήρως με την αντικομμουνιστική, αντιγκεβαρική θέση των εξόριστων αμερικανοκουβανών της Φλόριντα – επιχειρεί να εμφανίσει τον Τσε Γκεβάρα ως πολεμοχαρή άντρα που μισούσε θανάσιμα τον αμερικανικό λαό. Δεν υπάρχει ούτε ένας λόγος, ούτε μια λέξη του Τσε ή μαρτυρία τρίτου, σε καμία απ’ τις έγκυρες διαθέσιμες πηγές, που να αποδεικνύει ότι ο Γκεβάρα μισούσε – γενικά και αόριστα – τον αμερικανικό λαό. Πρόκειται για ανιστόρητο επιχείρημα. Μισούσε ασφαλώς τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, την πολιτική υπέρ των μονοπωλίων, την προσπάθεια των ΗΠΑ να εκμεταλλευτούν τους λαούς της λατινικής Αμερικής. Παρ’ όλα αυτά, σε πλήρη αντιδιαστολή με όσα ισχυρίζεται η Voice of Russia, ο ίδιος ο Τσε έτεινε χείρα φιλίας προς τον Κένεντι, ζητώντας να σταματήσει η ιμπεριαλιστική τρομοκρατία ενάντια στην σοσιαλιστική Κούβα.

Richard-Goodwin with JFKΟ Γκεβάρα συνάντησε τον Richard Goodwin (βοηθό και λογογράφο του JFK) το 1961 στην Πούντα ντελ Έστε, στην Ουρουγουάη τον Αύγουστο του 1961, στο περιθώριο της Παναμερικανικής Συνόδου. Δεκαετίες αργότερα, το 2002, ο Goodwin θα διηγηθεί στην εφημερίδα «The Boston Globe» πως ο Τσε του μίλησε για την κουβανική κυβέρνηση και πρότεινε πως οι δύο χώρες θα μπορούσαν να έρθουν σε έναν προσωρινό συμβιβασμό («modus vivendi»). Όταν ο Goodwin μετέφερε την πρόταση του Γκεβάρα στον Κένεντι – μαζί με ένα πακέτο κουβανικά πούρα – ο πρόεδρος απέρριψε κάθε πιθανότητα τέτοιας συμφωνίας. Μάλιστα, όπως αναφέρει ο Goodwin, ο Κένεντι αστειεύτηκε λέγοντας πως θα έπρεπε εκείνος, πριν τον πρόεδρο, να επιχειρήσει να ανάψει ένα πούρο για λόγους ασφαλείας (αναφέρονταν σε παλαιότερη προσπάθεια της CIA να δολοφονήσει τον Κάστρο με… πούρα που ανατινάσονταν). Ήταν λοιπόν η πλευρά των ΗΠΑ που, όντας ταπεινωμένη απ’ την αποτυχημένη επιχείρηση της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων, απέρριψε οποιαδήποτε εξομάλυνση των σχέσεων της με την Αβάνα. 

Link: Το αποχαρακτηρισμένο απόρρητο ενημερωτικό έγγραφο του Goodwin προς τον Κένεντι για την συνάντηση.

Το Δεύτερο επιχείρημα του άρθρου της Voice of Russia είναι τόσο κωμικό που δεν αξίζει οποιουδήποτε σοβαρού σχολιασμού. Ο συντάκτης του κειμένου αναφέρει ότι ο Τσε Γκεβάρα…μισούσε τον Κένεντι εξαιτίας της πολιτικής θέσης του δεύτερου(!) αλλά και της…συζύγου του, Τζάκι (!!!). Αφού αναφέρει ότι το “προσωπικό μίσος” έπαιζε βασικό ρόλο στην πολιτική συμπεριφορά του Τσε – πράγμα εντελώς ανυπόστατο και βλακώδες, μιας και ο Τσε ουδέποτε προέβαλε κανένα “προσωπικό μίσος” αλλά την ανάγκη ΤΑΞΙΚΟΥ μίσους – η “VoR” μας “ενημερώνει” ότι: “ο Κένεντι έγινε πρόεδρος, την στιγμή που ο Γκεβάρα στην πραγματικότητα παρέμεινε ένα τίποτα (!!!). Τελικά, και οι δύο παντρεύτηκαν, αλλά ο Τσε ήθελε την Ζακλίν Κένεντι (!!!). Σύμφωνα με τον Τσε, μισούσε όλους τους αμερικανούς, αλλά η Τζάκυ ήταν η μοναδική εξαίρεση. Είπε πως θα ήθελε να την συναντήσει αλλά ξεκάθαρα όχι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων”. 

Με κόκκινο οι απίστευτες, σκανδαλοθηρικού τύπου, ανοησίες του άρθρου της Voice of Russia.
Με κόκκινο οι απίστευτες, σκανδαλοθηρικού τύπου, ανοησίες του άρθρου της Voice of Russia.

Ασφαλώς κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από πουθενά, από καμία έγκυρη πηγή, εκτός απ’ τη νοσηρή φαντασία του συντάκτη της Voice of Russia. Στις συνειδήσεις της εργατικής τάξης, των σύγχρονων προλετάριων σε όλο τον κόσμο, ακόμη και στις ΗΠΑ, ο Τσε συνεχίζει να αποτελεί κορυφαίο σύμβολο πάλης ενάντια στα καρκινώματα του Καπιταλισμού και του Ιμπεριαλισμού. Αντιθέτως, ο πρόεδρος Κένεντι – παρά τις προσπάθειες πολιτικής αγιοποίησης του μετά θάνατον – θα μείνει στην ιστορία ως ένας άνθρωπος που, όσο βρέθηκε στην εξουσία και ασχέτως των καλών ή κακών του προθέσεων, υπηρέτησε πιστά το ίδιο το σύστημα που τον ανέδειξε, ξεκινώντας επιθετικούς πολέμους ανυπολόγιστου κόστους, όντας γνήσιος πολιτικός εκπρόσωπος των μονοπωλιακών συμφερόντων που όριζαν και ορίζουν τις τύχες των Ηνωμένων Πολιτειών. 

Ερώτημα 1:

Είχαν να κερδίσουν κάτι η κουβανική κυβέρνηση, ο Φιντέλ Κάστρο η ο Τσε Γκεβάρα απ’ τη δολοφονία του Κένεντι;

Απάντηση:

Τίποτε απολύτως. Τουναντίον μάλιστα, η δολοφονία Κένεντι συνέβη ακριβώς σε μια χρονική περίοδο όπου είχε ανοίξει δίαυλος επικοινωνίας Ουάσινγκτον-Αβάνας, έπειτα απ’ την Κρίση των Πυραύλων το 1962. Αυτό επιβεβαιώνει όχι μόνο ο ίδιος ο Κάστρο, αλλά και ο δημοσιογράφος που έπαιζε το ρόλο του αγγελιοφόρου μεταξύ των δύο ηγετών, ο Ζακ Ντανιέλ. Γράφει σχετικά στο βιβλίο του ο Simon Reid-Henry: Την περίοδο εκείνη ο Φιντέλ – όπως και ο Χρουστσώφ – είχε περισσότερα να χάσει παρά να κερδίσει απ’ τη δολοφονία του Κένεντι και σε δημόσια ομιλία του, την επομένη της δολοφονίας, αποστασιοποιήθηκε της όποιας ανάμειξης της Κούβας με το γεγονός στο Ντάλας. Μια συντηρητική, δεξιά συνωμοσία ήταν υπεύθυνη για το φόνο του Κένεντι δήλωσε. “Ποιός ευνοείται απ΄τη δολοφονία… εκτός απ’ τους χειρότερους αντιδραστικούς;”. (Fidel & Che: A revolutionary friendship, σελ. 281). 

Ερώτημα 2:

Ποιόν συνέφερε περισσότερο απ’ όλους το να φύγει απ’ το πολιτικό προσκήνιο των ΗΠΑ ο Τζων Κένεντι; 

Απάντηση:

JFK death, CIA sealΣίγουρα όχι την Κουβανική Επανάσταση. Αυτοί που οφελήθηκαν απ’ τη δολοφονία Κένεντι ήταν 1) όσοι επιθυμούσαν την ισχυροποίηση της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας των ΗΠΑ (συντηρητικοί κύκλοι εντός των ΗΠΑ, πολεμικές βιομηχανίες, μονοπωλιακοί όμιλοι κλπ). 2) Κύκλοι εντός των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών δεδομένης της εκπεφρασμένης πρόθεσης του προέδρου Κένεντι να προβεί σε ξεκαθάρισμα εντός της CIA (ο Κένεντι είχε ζητήσει απ’ τον διοικητή της Υπηρεσίας Άλεν Ντάλες να παραιτηθεί αμέσως μετά το φιάσκο της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων το 1961). 3) Η κοινότητα των αντικομμουνιστών, αντικαστρικών κουβανών που είχαν αυτοεξοριστεί στις ΗΠΑ. Η μαφία των κουβανών εξόριστων είχε συνεργαστεί με την CIA τόσο στην επιχείρηση εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων όσο και στη μετέπειτα «Operation Mongoose», μια προσπάθεια εναέριας τρομοκρατίας της Κούβας με την συμμετοχή της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ. Οι αντικαστρικοί, αντεπαναστάτες κουβανοί στις ΗΠΑ ουδέποτε είδαν με καλό μάτι την προεδρία Κένεντι, ιδιαίτερα έπειτα απ’ την Κρίση των Πυραύλων. Η Επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων που ερεύνησε τη δολοφονία αναφέρει πως την 1η Οκτώβρη 1963, ενάμιση μήνα πριν την επίσκεψη του Κένεντι στο Τέξας, έλαβε χώρα σε προάστιο του Ντάλας συγκέντρωση κουβανών εξόριστων και σκληροπυρηνικών δεξιών, όπου εκφράστηκαν ιδιαίτερα σκληρές απόψεις ενάντια στον Κένεντι και την πολιτική που ακολουθούσε. 4) Όσοι ανέλαβαν στην συνέχεια υψηλές θέσεις στα κυβερνητικά αξιώματα των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του Λίντον Τζόνσον αλλά και του μετέπειτα προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον. Ο πολιτικός αναλυτής Ρότζερ Στόουν έχει αναφέρει πως ο Νίξον του είχε εκμυστηρευθεί πως ο Τζόνσον βρίσκονταν πίσω απ’ τους Όσβαλντ και Ρούμπι.

Συμπέρασμα: Απ’ όλα τα σενάρια που κυκλοφορούν και αναπαράγονται αναφορικά με τη δολοφονία του προέδρου Τζων Φ. Κένεντι στις 22 Νοέμβρη 1963, το πλέον αδύναμο, προβοκατόρικο και συκοφαντικό, από κάθε άποψη, είναι αυτό που εμπλέκει την κουβανική κυβέρνηση και τον Τσε. Το γεγονός δε ότι, 50 χρόνια μετά, επανέρχεται στο φως της επικαιρότητας από ορισμένους κύκλους είναι ενδεικτικό μιάς προσπάθειας να συκοφαντηθεί η Κούβα και να πληγεί η υστεροφημία του Γκεβάρα ως ιστορικής προσωπικότητας, αλλά και να συγκαλυφθούν οι πραγματικοί υπαίτιοι της δολοφονίας – αυτούς ίσως και να μην τους μάθουμε ποτέ.  

Ελληνικό Αρχείο Τσε Γκεβάρα, 22 Νοέμβρη 2013.

Τσε Γκεβάρα και Φιντέλ Κάστρο: Σύντροφοι και φίλοι στην Επανάσταση, μέχρι το τέλος

Γράφει ο Νίκος Μόττας

Μια απάντηση στα ψέματα και την προπαγάνδα του Ιμπεριαλισμού για την σχέση των δύο μεγάλων επαναστατών.

Ένα από τα μεγαλύτερα ψέματα που έχουν ειπωθεί γύρω απ’ την Κουβανική Επανάσταση σχετίζεται με την σχέση δύο ηγετικών στελεχών της: του Φιντέλ Κάστρο και του Τσε Γκεβάρα. Οι εκδοχές αυτών των ψεμάτων ποικίλουν ανάλογα με την πηγή που τα διαδίδει. Όλες όμως καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «ο Κάστρο πρόδωσε τον Τσε». Η ιστορία αυτών των διαδώσεων δεν είναι καθόλου καινούργια ασφαλώς. Από τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης, πηγές που είχαν ως βάση τους τις ΗΠΑ είχαν ξεκινήσει την παραφιλολογία περί των δήθεν διαταραγμένων σχέσεων του Τσε με τον Κάστρο.

Η απόφαση του Γκεβάρα να πάει στο Κονγκό το 1965, εγκαταλείποντας ουσιαστικά τη θέση του στο υπουργείο βιομηχανίας, δημιούργησε θύελλα ψεύτικων διαδώσεων. Γράφει σχετικά ένας εκ των κύριων βιογράφων του, ο Πάκο Ιγνάσιο Τάϊμπο ΙΙ: «Φήμες σε βραζιλιάνικες εφημερίδες, που δημοσιεύθηκαν […] τοποθετούσαν τον Τσε στα μέσα του ’65 στην Κολομβία, στο Περού, στη Χιλή, στην Αργεντινή, στη Βραζιλία, στην Ουρουγουάη, ακόμα και σε μια ψυχιατρική κλινική της Πόλης του Μεξικου. Έξι ειδήσεις από διαφορετικά περιοδικά, που είχαν ξεφυτρώσει σε διάφορες χώρες κατα τη διάρκεια του 1965, ανακοίνωναν το βίαιο θάνατο του. Η πιο παράξενη είδηση ίσως ήταν αυτή που τον ήθελε νεκρό και θαμμένο στο υπόγειο ενός εργοστασίου στο Λάς Βέγκας, στην παγκόσμια πρωτεύουσα των τυχερών παιχνιδών» (Ερνέστο Γκεβάρα: Γνωστός και ως Τσε, 1995).

Η πλειοψηφία αυτών των διαδόσεων προέρχονταν χωρίς αμφιβολία από τη CIA, η οποία φρόντιζε να σπείρει «ειδήσεις» για δήθεν ρήξη του Τσε με την κουβανική κυβέρνηση. Συνεχίζει ο Τάϊμπο: «Σύμφωνα με μια κουβανέζικη πηγή, οι εκπομπές των ραδιοφωνικών σταθμών που ελέγχονταν από τη CIA διέδιδαν στα προγράμματα τους που απευθύνονταν στην Ασία ότι ο Τσε είχε δολοφονηθεί από τον Φιντέλ λόγω της φιλοκινεζικής του τάσης και στις εκπομπές προς την Ανατολική Ευρώπη λόγω του ότι ήταν φιλοσοβιετικός».

Κατα τη διάρκεια της διαμονής του Τσε στο Κονγκό, οι φήμες για την τύχη του είχαν οργιάσει. Πηγές απ’ το Μαϊάμι διέδιδαν ότι βρίσκεται στη Δομινικανή Δημοκρατία παίρνοντας μέρος σε λαϊκή εξέγερση, άλλες πηγές αντεπαναστατών στις ΗΠΑ ότι είχε σκοτωθεί σε οδομαχίες στον Άγιο Δομίνικο. Εξόριστοι αντίπαλοι του Κάστρο διέδιδαν πως ο Τσε επέβαινε σε υποβρύχιο που είχε καταστραφεί αύτανδρο από ριπή πυροβολικού. Ήταν δε τέτοια η επιθυμία των αμερικανών να διαστρεβλώσουν τα γεγονότα που, όπως γράφει ο Τάιμπο, «η υπηρεσία (CIA) είχε παγιδευτεί στο ψεύδος που προσπαθούσε να διαδώσει, ότι δηλαδή οι διαφωνίες με τον Φιντέλ είχαν προκαλέσει την πτώση του Τσε και, κατά συνέπεια, είχε συλληφθεί ή εκτελεστεί στην Κούβα (όπως λέει ο Μαρτσέτι, ένας από τους λόγιους της Εταιρίας)». Ο υποδιοικητής της Μεραρχίας του Δυτικού Ημισφαιρίου για τις κουβανικές υποθέσεις, Τζον Χαρτ, προσπαθούσε να μαντέψει που βρισκόταν ο Τσε. Σε μια επίσκεψη του στον σταθμό της CIA στο Μοντεβιδέο είχε αναφέρει ότι ίσως να βρισκόταν σε κάποιο νοσοκομείο της Σοβιετικής Ένωσης υποφέροντας από κάποια …διανοητική διαταραχή που του προκλήθηκε από φάρμακο κατά του άσθματος.

Ο Φιντέλ Κάστρο έχει αναφερθεί στις φημολογίες που κυκλοφορούσαν για τη δήθεν ρήξη του με τον Τσε. Γι’ αυτές τις φήμες έχει κατηγορήσει τόσο τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και τους αντεπαναστάτες κουβανούς του Μαϊάμι, όσο και λατινοαμερικάνους τροτσκιστές οι οποίοι ποτέ δεν είδαν με καλό μάτι το δρόμο που είχε χαράξει η Επανάσταση στην Κούβα. Ο ρόλος των τροτσκιστών στη διάδοση ψευδών ειδήσεων περί της τύχης του Τσε το 1965 δεν είναι καθόλου αμελητέος. Στις αρχές του 1966, το πρακτορείο Φρανκ Πρες μετέδωσε την ανεπιβεβαίωτη πληροφορία ότι ο Φιντέλ και ο Τσε είχαν ανταλλάξει πυροβολισμούς κατά τη διάρκεια μιας φιλονικίας και ότι ο Τσε είχε σκοτωθεί. Την ιστορία επιβεβαίωσε και αναδημοσίευσε μια τροτσκιστική εφημερίδα.

Η πραγματικότητα ήταν πολύ διαφορετική. Ο Κάστρο και ο Τσε διατηρούσαν μια σταθερή φιλία βασισμένη στην αλληλοεκτίμηση. Από τα γραπτά που μας έχει αφήσει ο Τσε δεν υπάρχει ούτε δείγμα αρνητικής κριτικής απέναντι στον Φιντέλ – διαφορετικές οπτικές και απόψεις τακτικής φύσης υπήρχαν, ούτε υπόνοια όμως για θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ των δύο αντρών. Η αποχώρηση του Τσε από την Κούβα το 1965 αποτελεί μέχρι και σήμερα το βασικό σημείο που επικεντρώνεται η παραφιλολογία για τη δήθεν διαμάχη τους. Καμία ωστόσο από τις ψευδολογίες δεν τεκμηριώνεται. Γκεβάρα και Κάστρο είχαν συμφωνήσει πως από την στιγμή που θα στερεώνονταν η κουβανική Επανάσταση, ο Τσε θα ήταν ελεύθερος να ριχτεί ξανά στη μάχη, σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου. Αυτός ήταν βασικός όρος που ο ίδιος ο Τσε είχε θέσει στον Φιδέλ από τις πρώτες τους κιόλας συνομιλίες στο Μεξικό, κάτι που ο Κάστρο είχε αποδεχθεί: «Εγώ το μόνο που θέλω είναι, αφού θα θριαμβεύσει η επανάσταση, αν θελήσω να πάω να πολεμήσω στην Αργεντινή, να μη μου στερήσετε αυτή τη δυνατότητα, να μη με εμποδίσουν ως προς αυτό τα ζητήματα του κράτους».

Ο ιδιαίτερος γραμματέας του Τσε στο Ινστιτούτο Αγροτικής Μεταρρύθμισης (INRA), ο Χοσέ Μανουέλ Μανρέσα, θυμάται τα λόγια του Γκεβάρα κατά τη πρώτη μέρα της παρουσίας του στο γραφείο. Τα παραθέτει ο Π.Ι.Τάϊμπο: «Το 1961, όταν φτάσαμε στο γραφείο του Τμήματος Βιομηχανίας, ο Τσε ακούμπησε σε μια αρχειοθήκη και μου είπε: Θα μείνουμε εδώ πέντε χρόνια κι ύστερα θα φύγουμε. Με πέντε χρονάκια παραπάνω, θα μπορούμε ακόμα να στήσουμε ένα αντάρτικο».

Che and Fidel - companeros 24Η περίφημη ομιλία του Τσε στο Αλγέρι το 1965, στο πλαίσιο του Δευτέρου Οικονομικού Σεμιναρίου Αφροασιατικής Αλληλεγγύης, έχει χαρακτηριστεί ως ο λόγος της φημολογούμενης ρήξης του Γκεβάρα με τον Κάστρο. Και αυτό επειδή ο Τσε είχε αναφερθεί με σκληρά λόγια στην τακτική της τότε σοβιετικής ηγεσίας να χρεώνει την υλικοτεχνική βοήθεια που παρείχε σε υπανάπτυκτες χώρες που πάλευαν για αποδέσμευση από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά. Η σκληρή κριτική που είχε ασκήσει τότε ο Γκεβάρα στην ηγεσία Χρουστσώφ ενδέχεται να ενόχλησε σοβιετικούς κύκλους και να προβλημάτισε ακόμη και την ίδια την κουβανική κυβέρνηση. Δεν αποτελεί όμως λόγο για «ρήξη» στις σχέσεις Κάστρο-Γκεβάρα. Μια ματιά στις ομιλίες του Κάστρο κατα τα έτη 1966-67 αποδεικνύει ότι ο ίδιος ο Φιντέλ δεν δίσταζε να εκφωνήσει αρκετά επικριτικούς λόγους απέναντι στην σοβιετική ηγεσία. Η άποψη ότι οι δύο επαναστάτες ήρθαν σε ρήξη λόγω της ομιλίας του Τσε στο Αλγέρι αποτελεί κατα κύριο λόγο κατασκεύασμα της CIA, έκθεση της οποίας το Οκτώβρη του 1965 ανέφερε ότι ο Τσε είχε «εκπέσει» του αξιώματος του στην Κούβα λόγω της αντίθεσης του «απέναντι στις πολιτικό-οικονομικές πρακτικές της ΕΣΣΔ και της διαφωνίας με τους ρώσους οικονομικούς συμβούλους». Άλλωστε, η πρακτική της CIA να «σπέρνει ζιζάνια» στις σχέσεις σοσιαλιστικών εταίρων και συμμάχων δεν ήταν καθόλου άγνωστη. Το παραπάνω επιχείρημα όμως δεν έχει καμία ουσιαστική βάση, μιάς και η οικονομική πολιτική του Τσε (περί εκβιομηχάνισης) ακολουθήθηκε για τα επόμενα τουλάχιστον δύο χρόνια (1966-67). Ο Τάϊμπο παραθέτει τη μαρτυρία στενού συνεργάτη του Γκεβάρα (Φιγκέρας) στο υπουργείο βιομηχανίας: «Έχουν γραφτεί πολλά σχετικά με το γεγονός ότι τάχα εγκαταλείψαμε την ιδέα του Τσε για εκβιομηχάνιση για να ασχοληθούμε με τον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Η προσπάθεια για την εκβιομηχάνιση παρατάθηκε μέχρι το ’66-67».

Εάν ίσχυαν τα ψεύδη των της CIA, τότε λογικά ο Φ.Κάστρο θα εγκατέλειπε το Γκεβάρα κατά τις επόμενες επαναστατικές απόπειρες του αργεντίνου. Αυτό όμως δε συνέβη ούτε κατά το ελάχιστο, ούτε στο Κονγκό, ούτε αργότερα στη Βολιβία. Ο Κάστρο έλαβε προσωπικά μέρος στην προετοιμασία του Τσε και της ομάδας των κουβανών ανταρτών για το ταξίδι στο Κονγκό και όρισε υπεύθυνους για την ασφάλεια του Γκεβάρα τους δύο έμπιστους συνοδούς του Κομαντάντε, τον Ντρέκε και τον Μαρτίνες Ταμάγιο. Κατα τη διάρκεια της παραμονής του Τσε στο Κονγκό, οι δύο άνδρες διατηρούσαν επικοινωνία μέσω αλληλογραφίας η οποία έχει διασωθεί, καθώς ο Γκεβάρα ενημέρωνε αναλυτικά τον κουβανό ηγέτη για τα τεκταινόμενα στην αφρικανική χώρα. Εάν η σχέση τους είχε διαταραχθεί – όπως αναφέρει η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα – τότε γιατί υπήρχε αυτή η προσωπική επικοινωνία και γιατί η κουβανική κυβέρνηση συνέχιζε να ενισχύει το αντάρτικο μέτωπο του Κονγκό με αντάρτες και οπλισμό;

Μια απ’ τις πλέον εμπεριστατωμένες έρευνες αναφορικά με την σχέση των δύο επαναστατών έχει γίνει από τον Simon Reid-Henry στο βιβλίο “Fidel and Che: A revolutonary friendship”. Χρησιμοποιώντας αρχειακό υλικό από Αβάνα και Μόσχα, όπως και αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA, ο Henry έχει προσπαθήσει να δώσει το στίγμα μιας φιλίας που κράτησε μέχρι τέλους. Το βασικό νόημα που περνάει το βιβλίο είναι ότι Φιντέλ και Τσε, δύο διαφορετικές προσωπικότητες, ήταν βαθιά – πιστοί ο ένας στον άλλο – φίλοι και σύντροφοι που, ασχέτως διαφωνιών σε επιμέρους ζητήματα, διατήρησαν την φιλία και αλληλοεκτίμηση τους μέχρι τέλους. Η σχέση του Γκεβάρα με τον Κάστρο συγκρίνεται – με όλες τις διαφοροποιήσεις που εμπεριέχει – με αυτήν του Μάρξ και του Ένγκελς. Ο Simon Reid-Henry απορρίπτει την παραφιλολογία για τη δήθεν ρήξη μεταξύ τους και την φιμολογούμενη «προδοσία» του Κάστρο: «Η φημολογία αυτή μου προσέλκυσε το ενδιαφέρον στο ξεκίνημα της έρευνας αλλά δεν βρήκα κανένα στοιχείο που να την στηρίζει» και συνεχίζει: «φαίνεται ξεκάθαρα ότι, αν και η άμεση πολιτική τους σχέση τελείωσε ουσιαστικά το 1965, οι δεσμοί φιλίας δεν διαλύθηκαν και ο Φιντέλ δεν πρόδωσε τον Τσε στη Βολιβία».

Γιατί ο Τσε δεν επέστρεψε στην Κούβα

Che_Fidel_Ramon_BenitezΤο γεγονός ότι ο Τσε Γκεβάρα δεν εγκαταστάθηκε και πάλι στην Κούβα μετά τον αντάρτικο αγώνα στο Κονγκό, αλλά προτίμησε να οργανώσει ένοπλο αγώνα στη Βολιβία, έχει χρησιμοποιηθεί ως «υπόνοια» για δήθεν διατάραξη των σχέσεων του με την Αβάνα. Όπως δείχνουν όλα τα στοιχεία που έχουν συγκεντρώσει ερευνητές, αλλά και τα ίδια τα γραπτά του Τσε, η απόφαση για την οργάνωση αντάρτικου στη νότια Αμερική είχε ήδη παρθεί από το 1964. Εκείνη τη χρονιά, ο ίδιος ο Γκεβάρα κατέστρωνε σχέδια για δημιουργία εστιών ένοπλου αγώνα στην Αργεντινή και τη Βολιβία – στη βιογραφία του Π.Ι.Τάϊμπο αναφέρεται η συμμετοχή στον σχεδιασμό αυτόν (που δεν είναι ευρύτερα γνωστός) πρωτοκλασσάτων στελεχών της κουβανικής επανάστασης, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Κάστρο. Επομένως, η προσπάθεια για έναρξη αντάρτικου στη νότια Αμερική (που δεν ευοδώθηκε το 1964) είχε προαποφασιστεί πριν ακόμη ο Τσε εγκαταλείψει την Κούβα το 1965 με προορισμό το Κονγκό. Το αποχαιρετιστήριο γράμμα του Τσε Γκεβάρα στον Φιντέλ σήμαινε το τέλος της συμμετοχής του στην κουβανική κυβέρνηση, σε επίσημη πολιτική θέση.

Ο Τσε, πιστός στο διεθνιστικό του καθήκον, θα έδινε τη μάχη στη Βολιβία ούτως ή άλλως.  Επέστρεψε μυστικά στην Κούβα το 1966 προκειμένου να προετοιμαστεί για την αποστολή του αυτή. Από την συνάντηση του με τον Φιντέλ – ο οποίος μάλιστα επιθεώρησε το ψεύτικο διαβατήριο του και με τον οποίο συνομίλησε πρωτού αναχωρήσει – δεν προκύπτει καμία ρήξη, σε προσωπικό τουλάχιστον επίπεδο.  Οι όποιες πολιτικές διαφωνίες – εάν υπήρχαν – δεν έχουν καταγραφεί ώστε να έχουμε σήμερα ενδείξεις. Εάν όντως υπήρχαν, δεν θα είχαν καταγραφεί στο ημερολόγιο του Τσε κατά τους μήνες της παραμονής του στη Βολιβία;

Ποιά είναι η αλήθεια

Ποιοί διαδίδουν τις φήμες για τη δήθεν προδοσία του Φιντέλ απέναντι στον Τσε; Ποιοί στηρίζουν και αναπαράγουν αυτά τα θλιβερά ψεύδη; Οι κοντινοί άνθρωποι του Τσε Γκεβάρα δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης της ειλικρινούς φιλίας που υπήρχε μεταξύ των δύο επαναστατών. Κανένας, ουδέποτε, δεν έχει αφήσει ούτε υπόνοια για την στάση του Φιντέλ. Η σύζυγος του Τσε, η Αλεϊδα Μαρτς, στο βιβλίο της «Αναμνήσεις: η ζωή μου με τον Τσε» (2007) υποστηρίζει ότι ο Φιντέλ στάθηκε στο πλεύρο του Τσε και των διεθνιστικών του καθηκόντων, στηρίζοντας την οικογένεια του δολοφονηθέντος επαναστάτη.

Μέχρι σήμερα, κανένας απ’ τους επιζώντες συντρόφους του Τσε Γκεβάρα στο αντάρτικο δεν έχει κατηγορήσει τον Φιντέλ για προδοσία. Εξαίρεση αποτελούν άνθρωποι οι οποίοι, για ιδιοτελείς λόγους, πέρασαν στο αντεπαναστατικό στρατόπεδο, έφυγαν απ’ την Κούβα και ζουν στο εξωτερικό διαδίδοντας ψεύδη για την επαναστατική κυβέρνηση. Ένα παράδειγμα αποτελεί ο Ντανιέλ Αλαρκόν Ραμίρες (Μπενίνο), πρώην αντάρτης στην Σιέρρα Μαέστρα και αργότερα στη Βολιβία που σήμερα διαμένει στην Ευρώπη, ο οποίος συγκαταλέγεται στους αντικαστρικούς αυτοεξόριστους. Η άποψη του Μπενίνο είναι ότι ο Φιντέλ, σε συνενόηση με την σοβιετική ηγεσία, εγκατάλειψε τον Τσε στη μοίρα του αφήνοντας τον βορά στα νύχια της CIA και του βολιβιανού στρατού. Παρ’ όλα αυτά, ο πρώην αντάρτης δεν έχει δώσει κανένα χειροπιαστό στοιχείο που να αποδεικνύει τα λεγόμενα του, κάνοντας τη μαρτυρία του να μοιάζει αναξιόπιστη. Στο περίφημο ημερολόγιο της Βολιβίας, που ο Τσε έγραφε τους μήνες πριν την σύλληψη και δολοφονία του, δεν περιλαμβάνεται ούτε ψήγμα κατηγορίας ενάντια στην στάση του Κάστρο και της Αβάνας γενικότερα.

Μπενίνο και Φ.Ροντρίγκες.

Πέραν της CIA και του Ραμίρες, το αίωλο επιχείρημα περί της δήθεν προδοσίας του Κάστρο έχουν διαδώσει αξιωματικοί του βολιβιανού στρατού, μέλη δηλαδή του σώματος που εξεδίωξε, συνέλαβε και δολοφόνησε (έπειτα απο άνωθεν εντολή) τον Τσε. Για παράδειγμα, το ψέμα αυτό το έχει υποστηρίξει θερμά ο πράκτορας της CIA Φέλιξ Ροντρίγκες, εκ των πρωτεργατών της σύλληψης του Τσε. Είναι περισσότερο απο προφανές ότι η διάδοση αυτού του ψέματος ευνοεί εκείνη την πλευρά που θα επιθυμούσε να προκαλέσει ρήγματα στις γραμμές του επαναστατικού κινήματος, να θέσει σε αντιπαράθεση συντρόφους και συμμάχους, να διαβάλει το αραγές μέτωπο της κουβανικής επανάστασης.

Η ερώτηση «ποιός πρόδωσε την προσπάθεια του Τσε στη Βολιβία;» θα απαντηθεί από την ίδια την Ιστορία. Ευθύνες μπορούν να αποδωθούν στην πλευρά του τότε Κομμουνιστικού Κόμματος της Βολιβίας και του αρχηγού του Μάριο Μόνχε, ο οποίος την τελευταία στιγμή απέσυρε την αρωγή που είχε υποσχεθεί στους αντάρτες. Όπως ευθύνες μπορούν να αποδωθούν στην, λανθασμένη όπως αποδείχθηκε, εκτίμηση για την στήριξη που οι χωρικοί της βολιβιανής επαρχίας θα έδιναν στον αντάρτικο στρατό. Το αντάρτικο στη Βολιβία δεν έτυχε τέτοιας λαϊκής υποστήριξης – η τρομοκρατία της δικτατορίας είχε πιάσει τόπο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Φιντέλ Κάστρο και η κουβανική κυβέρνηση στάθηκαν στο πλευρό του Τσε, εφοδιάζοντας με έμψυχο υλικό, οπλισμό, πλαστά διαβατήρια και έγγραφα την προσπάθεια εκείνη.

Το τι διαμείφθηκε στις προσωπικές συζητήσεις του Τσε με τον Φιντέλ δεν θα το μάθουμε ποτέ. Το σημαντικό είναι ότι, ακόμη και αν είχαν διαφορετική οπτική σε ορισμένα ζητήματα, είχαν κοινούς στόχους. Απ’ την πρώτη γνωριμία στην Πόλη του Μεξικού μέχρι το τραγικό τέλος στη βολιβιανή ύπαιθρο, οι δύο άνδρες διατήρησαν την άρρηκτη σχέση μεταξύ συντρόφων. Η Ιστορία θα δικαιώσει την αλήθεια αυτή, ενάντια στα ψέματα και τις συκοφαντίες του Ιμπεριαλισμού και των διάφορων «καλοθελητών».

Ν.Μόττας, Ελληνικό Αρχείο Τσε Γκεβάρα, Αύγουστος 2013.

Κινητοποιώντας τις μάζες για την εισβολή

Che 1961Ομιλία του Τσε σε εργάτες ζαχαροκάλαμων στην Σάντα Κλάρα, στις 28 Μάρτη 1961, είκοσι μόλις μέρες πριν την εισβολή του Κόλπου των Χοίρων.

Κάθε στιγμή πρέπει να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας: είμαστε σε πόλεμο, έναν ψυχρό πόλεμο όπως τον αποκαλούνε, έναν πόλεμο όπου δεν υπάρχει πρώτη γραμμή, ούτε συνεχής βομβαρδισμός, αλλά όπου οι δύο πλευρές – ο μικρός πρωταθλητής της Καραϊβικής και η τεράστια ιμπεριαλιστική ύαινα – έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο γνωρίζοντας ότι ένας απ’ τους δύο πρόκειται να καταλήξει νεκρός στη μάχη.

Οι βορειοαμερικανοί γνωρίζουν, το γνωρίζουν πολύ καλά, σύντροφοι, πως η νίκη της Κουβανικής Επανάστασης δεν θα είναι μια απλή ήττα για την αυτοκρατορία, ούτε ένας ακόμη κρίκος στη μακρυά αλυσίδα της ήττας που η πολιτική της ισχύος και της καταπίεσης τους ενάντια στου λαούς επιφέρει τα τελευταία χρόνια. Η νίκη της Κουβανικής Επανάστασης θα αποτελέσει μια χειροπιαστή απόδειξη, μπροστά σε όλη την Αμερική, πως οι λαοί είναι σε θέση να σηκώσουν κεφάλι, ότι μπορούν να σηκωθούν όρθιοι μόνοι τους μέσα στα δόντια του τέρατος. Θα σημάνει την αρχή του τέλους της αποικιοκρατικής ηγεμονίας στην Αμερική, κάτι που σημαίνει, την πραγματική αρχή του τέλους για το βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό.

Αυτός είναι ο λόγος που οι ιμπεριαλιστές δεν παραιτούνται, επειδή αυτός είναι ένας αγώνας μέχρι θανάτου. Αυτός είναι ο λόγος που δε μπορούμε να κάνουμε βήμα πίσω. Διότι την πρώτη στιγμή που θα οπισθοχωρίσουμε ένα βήμα, θα σημάνει την αρχή μιας μακράς αλυσίδας και για μας και θα καταλήξει με τον ίδιο τρόπο που συμβαίνει με τους κάλπικους ηγέτες και όλους τους λαούς που, σε συγκεκριμένη στιγμή της ιστορίας δεν αντιστάθηκαν στη θέληση της αυτοκρατορίας.

Γι’ αυτό πρέπει να πάμε μπροστά, βάλλοντας ακούραστα κατά του Ιμπεριαλισμού. Απ’ όλο τον κόσμο έχουμε να πάρουμε μαθήματα. Η δολοφονία του Λουμούμπα πρέπει να γίνει μάθημα για όλους μας. Η δολοφονία του Πατρίς Λουμούμπα αποτελεί παράδειγμα για το τι είναι ικανή να κάνει η αυτοκρατορία όταν ο αγώνας ενάντια σε αυτήν γίνεται με σταθερό τρόπο. Ο Ιμπεριαλισμός πρέπει να χτυπηθεί στο πρόσωπο και μία και δύο φορές και μετά πάλι, σε μια ατέλειωτη σειρά χτυπημάτων. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για τους λαούς ώστε να αποκτήσουν την πραγματική τους ανεξαρτησία.

Ποτέ βήμα πίσω, ποτέ στιγμή αδυναμίας! Και κάθε φορά που οι περιστάσεις ενδέχεται να μας βάλουν στον πειρασμό να σκεφτούμε πως θα ήταν καλύτερα εάν δεν πολεμούσαμε ενάντια στην αυτοκρατορία, ας σκεφτούμε, ο καθένας απο εμάς, τη μακρυά αλυσίδα των βασανισμών και των θανάτων που πέρασε ο κουβανικός λαός προκειμένου να αποκτήσει την ανεξαρτησία του. Ας σκεφτούμε όλοι μας τους διωγμούς των αγροτών, τις δολοφονίες των εργατών, τις απεργίες που διαλύθηκαν από την αστυνομία, όλα αυτά τα είδη της ταξικής καταπίεσης που έχουν τώρα εξαφανιστεί πλήρως από την Κούβα… Και, επιπλέον, ας αντιληφθούμε καλά πως κερδίζεται η νίκη με την προετοιμασία του λαού, με την ενίσχυση της επαναστατικής του συνείδησης στη δημιουργία ενότητας, απαντώντας σε κάθε προσπάθεια εκφοβισμού και επιθετικότητας με τα τουφέκια μας στην πρώτη γραμμή. Έτσι κερδίζεται…

Πρέπει να θυμόμαστε και να επιμένουμε συνέχεια στο εξής: Η νίκη του κουβανικού λαού δε μπορεί ποτέ να έρθει μόνο μέσω της εξωτερικής βοήθειας, παρότι είναι επαρκής και γεναιόδωρη, παρά την σπουδαία και ισχυρή αλληλεγγύη που μπορεί να επιδείξουν (απέναντι μας) οι λαοί του κόσμου. Διότι, ακόμη και με την σπουδαία αλληλεγγύη όλων των λαών προς στον Πατρίς Λουμούμπα και το λαό του Κονγκό, εάν λείπουν οι αναγκαίες συνθήκες στο εσωτερικό της χώρας, όταν οι ηγέτες αποτυγχάνουν να αντιληφθούν πως να αντεπιτεθούν χωρίς οίκτο ενάντια στον Ιμπεριαλισμό, όταν κάνουν πισωγυρίσματα, χάνουν τον αγώνα. Και δεν τον έχασαν μόνο για λίγα χρόνια, αλλά ποιός ξέρει για πόσα χρόνια! Αυτό αποτέλεσε ένα μεγάλο πισωγύρισμα για όλους τους λαούς.

Αυτό είναι που πρέπει να γνωρίζουμε καλά, ότι η νίκη της Κούβας έγκειται, όχι στους σοβιετικούς πυραύλους, ούτε στην αλληλεγγύη του σοσιαλιστικού κόσμου, ούτε στην αλληλεγγύη του κόσμου ολόκληρου. Η νίκη της Κούβας έγκειται στην ενότητα, την εργατικότητα και το πνεύμα αυτοθυσίας του λαού της.

Πηγή: Marxists Internet Archive, 2002.

11 Δεκέμβρη 1964: Ο Τσε Γκεβάρα στα Ηνωμένα Έθνη (Ομιλία & Βίντεο)

Che_Guevara_UN2Ήταν 11 Δεκέμβρη 1964 όταν ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, εκπροσωπώντας την επαναστατική κυβέρνηση της Κούβας, μίλησε στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.

Η ομιλία αυτή του Τσε, μνημείο αντι-ιμπεριαλιστικού λόγου και υπεράσπισης των λαών που μάχονται για την ελευθερία τους, έγινε χωρίς την παρουσία του εκπροσώπου των ΗΠΑ (Αντλάϊ Στίβενσον) στην αίθουσα της Γενικής Συνέλευσης. Άλλωστε είχαν προηγηθεί οι εχθρικές προσπάθειες της Ουάσινγκτον ενάντια στην Κούβα, η κρίση των πυραύλων, η απόβαση του Κόλπου των Χοίρων και η επιβολή του απάνθρωπου οικονομικού αποκλεισμού εκ μέρους της κυβέρνησης Κένεντι.

Ο Τσε, υπουργός βιομηχανίας τότε, ήταν ξεκάθαρος από την αρχή: “Η Κούβα προσέρχεται”, σημείωνε ο Γκεβάρα στην αρχή της ομιλίας του, “για να διευκρινήσει τη θέση της πάνω στα πιο σημαντικά απο τα επίμαχα θέματα (σημεία). Και θα το κάνει με όλη την συναίσθηση της ευθύνης που επιβάλλει η χρησιμοποίηση αυτού του βήματος. Ταυτόχρονα όμως θα ανταποκριθεί στο αναπότρεπτο καθήκον να μιλήσει με διαύγεια και ειλικρίνεια”.

Σε αυτές τις γραμμές αποτυπώνονταν οι πραγματικές προθέσεις της επαναστατικής κυβέρνησης της Κούβας – να καταγγείλει το διεθνή και αμερικανικό ιμπεριαλισμό, να στηρίξει δημόσια τους καταπιεσμένους λαούς και να παρακινήσει τα Ηνωμένα Έθνη να πάρουν θέση, να δράσουν προς όφελος της ειρήνης και της ελευθερίας. Όσο όμως σεβασμό απέδωσε ο Τσε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, άλλο τόσο καυστικός ήταν απέναντι στην γνωστή τακτική του οργανισμού να “νίπτει τας χείρας του” μπροστά στα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα. Σε μια αποστροφή του λόγου του κατήγγειλε την προσπάθεια του ιμπεριαλισμού να “μετατρέψει τη Γενική Συνέλευση σε άσκοπο διαγωνισμό ρητορικής”. Γι’ αυτο ο Γκεβάρα μπήκε στην ουσία της υπόθεσης.

Ντυμένος όχι με το τυπικό κοστούμι της διπλωματίας αλλά με την στρατιωτική του στολή, ο Τσε αναφέρθηκε στις προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους να δυναμιτίσουν τη διεθνή ειρήνη. Έκανε λόγο για την ανάγκη να υπάρξουν ειρηνικές σχέσεις όχι μόνο μεταξύ των ισχυρών κρατών, αλλά κυρίως μεταξύ των ισχυρών και των αδυνάτων, μεταξύ εθνών με διαφορετικό οικονομικο-πολιτικό σύστημα. Όχι όμως και μεταξύ εκμεταλλευτών και θυμάτων. Σε έναν καταιγισμό κατηγοριών κατά της επεμβατικής αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ο Τσε Γκεβάρα χρησιμοποίησε πλήθος απτών παραδειγμάτων που επιβεβαίωναν στο ακέραιο τους ισχυρισμούς του: Από τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στη νοτιοανατολική Ασία (Καμπότζη, Λάος, Βιετνάμ) στην Κύπρο και από το αιματηρό παράδειγμα του Κονγκό στην ταλαιπωρημένη απ’ την επιθετικότητα της Ουάσινγκτον Λατινική Αμερική.

Από το βήμα του ΟΗΕ, ο Γκεβάρα έκανε σαφές το ζήτημα της αλληλεγγύης που πρέπει να διέπει το σοσιαλιστικό στρατόπεδο ενάντια στην απειλή του ιμπεριαλισμού-καπιταλισμού. Μιλώντας μέσα στο πλαίσιο της διπλωματικής ορολογίας αλλά χωρίς να αποκρύβει ούτε χιλιοστό της αλήθειας, ο Τσε παρέθεσε την ωμή παραβίαση της ειρήνης από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Κάτι που οι σοσιαλιστικές χώρες αλλά και όλοι οι λαοί που πολεμούν για την απελευθέρωση, την πολιτική και οικονομική χειραφέτηση τους δεν θα έπρεπε να δεχθούν με κανέναν τρόπο.

che_guevara_united_nationsΘέλουμε να οικοδομήσουμε τον σοσιαλισμό. Έχουμε κυρηχτεί αλληλέγγυοι μ’ εκείνους που αγωνίζονται για την ειρήνη, πήραμε θέση – μολονότι είμαστε μαρξιστές-λενινιστές – στο πλευρό των αδέσμευτων χωρών*, γιατί και οι αδέσμευτοι αγωνίζονται όπως και μεις ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Θέλουμε την ειρήνη. Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια καλύτερη ζωή για το λαό μας. Και γι’ αυτό το λόγο αποφεύγουμε, όσο μπορούμε, να απαντήσουμε στις προκλήσεις που μας κάνουν οι γιάνκηδες”.

Μιλώντας εξ’ ονόματος του λαού και της κυβέρνησης της Κούβας, ο Τσε Γκεβάρα επισήμανε τις προσπάθειες της επαναστατικής κυβέρνησης του νησιού για ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή της Καραϊβικής. Παρέθεσε ένα προς ένα πέντε σημεία που η Αβάνα είχε προτείνει στις ΗΠΑ ως μορατόριουμ για την δημιουργία κλίματος ειρήνης και ασφάλειας. Καμία πρόταση της Κούβας δεν έγινε αποδεχτή από τις ΗΠΑ, οι οποίες όχι μόνο συνέχισαν τις πολεμικές προκλήσεις ενάντια στον κουβανικό λαό αλλά και διατήρησαν (μέχρι και σήμερα) το στρατιωτικό ορμητήριο-φυλακή του Γκουαντάναμο.

Η ομιλία του Γκεβάρα όμως δεν εστιάστηκε μόνο στην ιμπεριαλιστική στρατηγική των ΗΠΑ, την ανάγκη για πυρηνικό αφοπλισμό, ούτε αποκλειστικά στην εκμετάλλευση των λαών της Λατινικής Αμερικής από το ξένο και ντόπιο Κεφάλαιο. Στην καρδιά του καπιταλισμού, στο κέντρο της Νέας Υόρκης, από του βήματος του ΟΗΕ, ο Γκεβάρα έστρεψε τα βέλη του προς το κοινωνικό απαρτχάιντ που επικρατούσε σε πολλές περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών. Ένα ρατσιστικό απαρτχάιντ που κατέτασε τους αφροαμερικανούς ως πολίτες ‘β κατηγορίας, στερούμενων βασικών πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Δήλωσε, ο Τσε, σε μια αποστροφή του λόγου του: “Οι ΗΠΑ επεμβαίνουν στην αμερικάνικη ήπειρο στο όνομα των ελευθέρων θεσμών. Θα ‘ρθει μια μέρα που τούτη η Συνέλευση θα έχει αποκτήσει μεγαλύτερη ωριμότητα και θα απαιτήσει τότε από τη βορειοαμερικάνικη κυβέρνηση εγγυήσεις για τη ζωή για τη ζωή του νέγρικου και του λατινοαμερικάνικου πληθυσμού, που ζει σ’αυτή τη χώρα και που στην πλειονότητα του είναι βορειοαμερικάνικος είτε λόγω καταγωγής είτε γιατί έκανε τις ΗΠΑ θετή πατρίδα του. Πως είναι δυνατό να παραστάνει το φρουρό της ελευθερίας εκείνος που σκοτώνει τα ίδια του τα παιδιά και καθημερινά τα ταπεινώνει για το χρώμα που έχει το δέρμα τους; Πως μπορεί να ποζάρει για φρουρός της ελευθερίας εκείνος που αφήνει ελεύθερους τους δολοφόνους των νέγρων και μάλιστα τους προστατεύει και τιμωρεί το νέγρικο πληθυσμό επειδή απαιτεί να γίνουν σεβαστά τα δικαιώματα του ως ελεύθερων ανθρώπων;”.

Εκεί, στην καρδιά του διεθνούς διπλωματικού συστήματος, ο αργεντίνος επανάστατης μίλησε και εκφράστηκε όχι μόνο εξ’ ονόματος της κουβανικούς κυβέρνησης που τυπικά εκπροσωπούσε. Εξέφρασε κυρίως τους καταφρονεμένους του κόσμου, τους λαούς που καταδυναστεύονταν από τις δυνάμεις του ιμπεριαλισμού και που αλληλοσφαγιάζονταν από εμφύλιες συγκρούσεις τις οποίες το μεγάλο κεφάλαιο είχε προκαλέσει στις χώρες τους. “Η Ιστορία”, είπε ο Γκεβάρα λίγο πριν το κλείσιμο της ομιλίας του, “θα υποχρεωθεί τώρα να πάρει υπ’ όψιν της τους φτωχούς της Αμερικής, τους καταληστεμένους και καταφρονεμένους που αποφάσισαν στο εξής να γράφουν μόνοι τους την ιστορία τους”.

(* Κίνημα των Αδεσμεύτων: Διακρατική οργάνωση χωρών που δεν επιθυμούσαν να τεθούν άμεσα με το μέρος κανενός εκ των δύο κυρίαρχων «στρατοπέδων» του Ψυχρού Πολέμου, δηλαδή ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Ιδρύθηκε το 1961 στο Βελιγράδι).

Δύο απόπειρες δολοφονίας.

Η παρουσία του Κομαντάντε Γκεβάρα στη Νέα Υόρκη είχε προκαλέσει την αντίδραση κουβανικών αντεπαναστατικών δυνάμεων. Δύο τρομοκρατικές ενέργειες, με προφανή σκοπό τη δολοφονία του Τσε, έλαβαν χώρα την 11η Δεκέμβρη 1964 στο Μανχάταν της αμερικανικής μεγαλούπολης. Η πρώτη ήταν η εκτόξευση ρουκέτας από μπαζούκας προς το κτίριο των Ηνωμένων Εθνών την ώρα που ο Γκεβάρα ήταν στο βήμα της Γενικής Συνέλευσης. Σύμφωνα με τις τοπικές αρχές, το βλήμα είχε εκτοξευθεί από την περιοχή Κουϊνς της ανατολικής όχθης και έπεσε στη θάλασσα, 200 περίπου μέτρα πριν τις ακτές του Μανχάταν. Ποτέ δεν διευκρινίστηκε ποιός εκτόξευσε τη ρουκέτα από το μπαζούκας που, σύμφωνα με τις έρευνες της αστυνομίας, ήταν ιδιοκτησίας του στρατού των ΗΠΑ.

Την ίδια ώρα που στην αίθουσα της Γενικής Συνέλευσης ο Τσε Γκεβάρα κατηγορούσε τον αμερικάνικο και διεθνή ιμπεριαλισμό, στην είσοδο του κτιρίου του ΟΗΕ ομάδες αντεπαναστατών, κουβανών και αμερικανών, διαδήλωναν με πλακάτ και σημαίες. Η αστυνομία της Νέας Υόρκης είχε συλλάβει μάλιστα μια ισπανόφωνη γυναίκα, ονόματι Μόλι Γκονζάλες, η οποία κατευθύνονταν προς το κτίριο του ΟΗΕ κρατώντας μαχαίρι. Σκοπός της, όπως η ίδια δήλωσε αργότερα, ήταν να χτυπήσει τον Γκεβάρα όταν αυτός θα έβγαινε απ’ την είσοδο του κτιριακού συγκροτήματος.

Ολόκληρη η ομιλία του Τσε στη Γ.Σ. του ΟΗΕ και η δευτερολογία του-απάντηση στις αιτιάσεις των πρέσβεων λατινοαμερικάνικων χωρών. [PDF]

Φωτογραφικό υλικό από την παρουσία του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

«Μελέτη, Δουλειά και Τουφέκι»: Οι τρείς αρχές της Επανάστασης [Video]

Απόσπασμα ομιλίας του Ερνέστο Γκεβάρα ως υπουργού Βιομηχανίας της Κούβας. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο Τσε αναφέρεται στις τρείς αρχές της Κομμουνιστικής Νεολαίας που θεωρεί απαραίτητες για την εδραίωση και ενδυνάμωση της Επανάστασης: Μελέτη, Δουλειά, Τουφέκι.

Και εξηγεί: «Τη δουλειά γιατί έτσι χτίζεται ο Σοσιαλισμός. Τη μελέτη για να προχωράμε κάθε μέρα πιο μπροστά και το όπλο, βέβαια, για να υπερασπιζόμαστε την ίδια την Επανάσταση».

Κούβα: Μοναδική περίπτωση ή πρωτοπόρος στον αγώνα κατά του Ιμπεριαλισμού; (Μέρος Δεύτερο)

Του Ερνέστο Γκεβάρα.

Και η αστική τάξη; Αυτό το θέμα θα τεθεί, γιατί σε πολλές χώρες της Αμερικής υπάρχουν αντικειμενικές αντιθέσεις, ανάμεσα στην εθνική αστική τάξη που αγωνίζεται να αναπτυχθεί και του ιμπεριαλισμού που πνίγει τις αγορές κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να χαντακώνει τη βιομηχανία στον άνισο συναγωνισμό.

Παρόλες αυτές τις αντιθέσεις η εθνική αστική τάξη είναι ανίκανη να πάτε μια αγωνιστική θέση κατά του ιμπεριαλισμού. Αυτό αποδεικνύει πως φοβάται περισσότερο τη λαϊκή επανάσταση, πατά τη δεσποτική πίεση των μονοπωλίων που κακοποιούν τον εθνικό χαρακτήρα, προσβάλουν τα πατριωτικά αισθήματα και αποικιοποιούν την οικονομία.

Η υψηλή αστική τάξη (μπουρζουαζία) δεν διστάζει να συμμαχήσει με τον ιμπεριαλισμό και τους λατιφουντίστες για να πολεμήσει το λαό και να εμποδίσει το δρόμο του προς την επανάσταση. Αυτές είναι οι δυσκολίες, που πρέπει να προστεθούν ύστερα από την παγίωση της αναπότρεπτης κουβανέζικης επανάστασης σε όλες εκείνες που θα προκύψουν από αγώνες στη λατινική Αμερική.

Υπάρχουν κι άλλα πιο ειδικά προβλήματα: είναι δυσκολότερο να δημιουργήσεις αντάρτικο σε χώρες με ισχυρή αστική αντίδραση, ελαφρά και μέση βιομηχανία πιο εξελιγμένες κι ας μην υπάρχει στην κυριολεξία η βιομηχανοποίηση. Η ιδεολογική επίδραση των πόλεων αναχαιτίζει την ανταρσία δίνοντας ελπίδες για αγώνα στις ειρηνικά οργανωμένες μάζες. Αυτό δημιουργεί μια κάποια νομιμοποίηση, που στους κόλπους της, για περιόδους λίγο πιο «ομαλές», οι συνθήκες δεν είναι το ίδιο σκληρές για το λαό, όσο σε άλλες περιπτώσεις.

Η ελπίδα ενισχύεται επιπλέον και με μια ποσοτική αύξηση στο κοινοβούλιο των επαναστατικών στοιχείων που θα επέφεραν μια ουσιαστική αλλαγή. Κατά τη γνώμη μας, είναι πολύ απίθανο να πραγματοποιηθεί αυτή η ελπίδα υπό τις παρούσες συνθήκες σε καμιά χώρα της Αμερικής. Παρά το ότι δεν θα ‘πρεπε να αποκλείσουμε μια αλλαγή που θα άρχιζε με την εκλογική διαδικασία, οι συνθήκες που ισχύουν σε όλες τις χώρες κάνουν τη δυνατότητα να φαίνεται πολύ μακρινή.

Οι επαναστάτες δεν μπορούν να προβλέψουν όλες τις ποικιλίες τακτικής που θα παρεμβληθούν κατά τη διάρκεια του αγώνα για την απελευθέρωσή τους. Οι πραγματικές ικανότητες ενός επαναστάτη κρίνονται από την ευχέρειά του να βρει άμεσους επαναστατικούς τρόπους για κάθε αλλαγή κατάστασης. Είναι ασυγχώρητο λάθος να υποτιμήσουμε το τι μπορεί να κερδίσει ένα επαναστατικό πρόγραμμα από μια δεδομένη εκλογική διεργασία. Αλλά θα ‘ταν εξίσου ασυγχώρητο λάθος να μην υπολογίζει κάποιος παρά στις εκλογές και να παραμεληθούν οι άλλες μορφές του αγώνα, ακόμα και του ένοπλου για την κατάκτηση της εξουσίας, του απαραίτητου οργάνου για την εφαρμογή και την ανάπτυξη του επαναστατικού προγράμματος.

Όταν μας μιλούν για την κατάκτηση της εξουσίας με κανονικές εκλογές, η ερώτησή μας είναι πάντα η ίδια: αν ένα λαϊκό κίνημα κατακτήσει την εξουσία με μεγάλη πλειοψηφία και αποφασίσει να αρχίσει τις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές, κατά το πρόγραμμα, δεν θα βρεθεί αμέσως σε σύγκρουση με τις αντιδραστικές τάξεις της χώρας; Ο στρατός δεν υπήρξε πάντα το όργανο αυτών των τάξεων; Και αν συμβεί αυτό, είναι λογικό να υποθέσουμε πως ο στρατός θα σταθεί στο πλευρό της τάξης του και θα αγωνιστεί κατά της κυβέρνησης. Με ένα πραξικόπημα λίγο πολύ αιματηρό η κυβέρνηση μπορεί να ανατραπεί και το παλιό παιχνίδι ξαναρχίζει «δια την αιωνιότητα». Μπορεί να συμβεί πιθανόν να νικηθεί ο στρατός των καταπιεστών, από μια ένοπλη λαϊκή αντίδραση που θα υπερασπιστεί την κυβέρνηση. Πράγμα μάλλον απίθανο, να αποδεχτούν οι ένοπλες δυνάμεις ριζικές κοινωνικές αλλαγές και να παραδεχτούν τη διάλυση της κάστας τους.

Αν παραδεχτούμε όμως πως μπορεί να υπολογίσουμε στη βοήθεια της στρατιωτικής κάστας κατά την διεξαγωγή της μάχης, πρέπει να αναλύσουμε δύο προβλήματα. Κατ’ αρχήν, αν ο στρατός ενωθεί πραγματικά με τις λαϊκές δυνάμεις με την προϋπόθεση πως υπάρχει ένας οργανωμένος πυρήνας με αυτόνομη εξουσία τότε έχουμε ένα «πραξικόπημα» ενός μέρους του στρατού κατά του άλλου, που δεν θίγει ίσως καθόλου τη στρατιωτική κάστα. Η άλλη εκδοχή, κατά την οποία ο στρατός ενώνεται αυθόρμητα με τις λαϊκές δυνάμεις δεν μπορεί να συμβεί, κατά τη γνώμη μας παρά στην περίπτωση που ο στρατός θα έχει άγρια χτυπηθεί και καταστραφεί από έναν ισχυρό και επίμονο εχθρό, οπότε δηλαδή η ισχύουσα εξουσία βρίσκεται εξουδετερωμένη. Όταν ο στρατός βρεθεί κατεστραμμένος και εξουθενωμένος ηθικά, τότε το φαινόμενο μπορεί να δημιουργηθεί. Αλλά είναι πάντοτε αναγκαίος ένας προκαταρκτικός αγώνας και ξαναγυρίζουμε πάντα στην ερώτηση, πώς θα τον επιτύχουμε αυτόν τον αγώνα; Και πάλι φτάνουμε στην απάντηση του αντάρτικου στην ύπαιθρο, σε έδαφος ευνοϊκό, υποστηριζόμενο από έναν αγώνα στις πόλεις. Υπολογίζοντας πάντοτε στην όλο και μεγαλύτερη συμμετοχή των εργατικών μαζών και οδηγούμενοι φυσικά από την ιδεολογία τους.

Μιλήσαμε αρκετά για τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν τα επαναστατικά κινήματα στη Λατινική Αμερική. Τώρα μπορούμε να αναρωτηθούμε αν υπάρχουν ή όχι οι ευνοϊκές συνθήκες στο προκαταρκτικό στάδιο, σαν αυτό του Φιντέλ Κάστρο στη Σιέρρα Μαέστρα. Πιστεύουμε πως, και σ’ αυτή την περίπτωση , υπάρχουν γενικές συνθήκες που διευκολύνουν την εκδήλωση των κέντρων ανταρσίας και σε ορισμένες χώρες πάλι ειδικές συνθήκες που είναι ακόμη πιο ευνοϊκές. Θα επιμείνουμε σε δύο υποκειμενικούς συντελεστές που είναι οι σημαντικότεροι της Κουβανικής Επανάστασης: καταρχήν η δυνατότητα μιας επαναστατικής κίνησης που ξεκινά τη δράση της από την ύπαιθρο, παρασύρει τις μάζες των χωρικών, περνώντας από την αδυναμία στη δύναμη, καταστρέφει το στρατό σε μία κατά μέτωπο μάχη, κατακτά τις πόλεις, ενισχύοντας με τον αγώνα της, τις υποκειμενικές αναγκαίες συνθήκες για την κατάκτηση της εξουσίας.

Οι πραγματικά «ιδιάζοντες» είναι αυτά τα παράξενα όντα που βρίσκουν πως η Κουβανική Επανάσταση είναι ένα μοναδικό και αμίμητο γεγονός σ’ όλο τον κόσμο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα. Η δυνατότητα του θριάμβου των λαϊκών μαζών στη Λατινική Αμερική διαγράφεται καθαρά υπό τη μορφή του ανταρτοπόλεμου, διεξαγόμενου από ένοπλους χωρικούς που θα καταστρέψουν τελείως τη δομή του παλιού αποικιακού κόσμου.

Μπορούμε να θεωρήσουμε σαν δεύτερο υποκειμενικό συντελεστή, το γεγονός ότι οι μάζες δεν γνωρίζουν μόνο τη δυνατότητα του θριάμβου, αλλά ότι γνωρίζουν εξ ίσου καλά το πεπρωμένο τους. Γνωρίζουν με μια όλο και αυξανόμενη βεβαιότητα πώς, οποιεσδήποτε κι αν είναι οι μεταπτώσεις της ιστορίας και για σύντομες περίοδες, το μέλλον ανήκει στο λαό, γιατί το μέλλον θα φέρει τη δικαιοσύνη. Αυτή η επίγνωση θα δώσει τον επαναστατικό προσανατολισμό στη Λατινική Αμερική.

Μπορούμε να αναφερθούμε σε συντελεστές, λιγότερο γενικούς, κυμαινόμενους σε ένταση από χώρα σε χώρα. Ένας απ’ αυτούς, πολύ σημαντικός, είναι η εκμετάλλευση των χωρικών που, κατά κάποιο τρόπο, ήταν μικρότερη στην Κούβα παρά όσο σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Εκείνοι που ισχυρίζονται πως βλέπουν στην περίοδο του ένοπλου αγώνα μας, τα αποτελέσματα μιας προλεταριοποίησης της υπαίθρου, θα πρέπει να μην ξεχνούν πως όποια κι αν ήταν η προσφορά αυτής της προλεταριοποίησης στην επιτάχυνση του σχηματισμού των κοοπερατίβων, που ακολούθησε την κατάκτηση της εξουσίας και την αγροτική μεταρρύθμιση, οι χωρικοί που ήταν βασικά το κέντρο, ο νωτιαίος μυελός του αντάρτικου στρατού, είναι οι ίδιοι που επιστρέψανε σήμερα στη Σιέρρα Μαέστρα, περήφανοι ιδιοκτήτες της γης τους και έντονα ατομιστές. Υπάρχουν, φυσικά ιδιομορφίες στην Αμερική. Ένας χωρικός της Αργεντινής δεν μοιάζει μ’ έναν Περουβιανό ή Βολιβιανό χωρικό. Αλλά ο πόθος της γης είναι συνεχώς παρών σε όλους και είναι αυτοί, γενικά, που δίνουν τη μορφή της Αμερικής. Δεδομένου, λοιπόν, πως στις περισσότερες από τις άλλες χώρες τούς εκμεταλλεύονται ακόμη πιο πολύ απ’ όσο συνέβαινε στην Κούβα, υπάρχουμε μεγάλες δυνατότητες του ξεσηκωμού αυτής της τάξης.

Υπάρχει ακόμα ένα άλλο δεδομένο. Ο στρατός του Μπατίστα, παρόλες του τις ατέλειες, ήταν ένας στρατός οργανωμένος κατά τέτοιο τρόπο, ώστε όλοι από τον απλό στρατιώτη ως τον στρατηγό, είχαν ειδικευθεί στην εκμετάλλευση του λαού. Ήταν εξ ολοκλήρου μισθοφόροι, γεγονός που αποτελούσε το συνδετικό κρίκο στον μηχανισμό της καταπίεσης. Οι στρατοί της Αμερικής στο σύνολό τους, αποτελούνται από ένα σώμα επαγγελματιών αξιωματικών και στρατολογημένους, όχι επαγγελματίες, που τους καλούν περιοδικά. Κάθε χρόνο οι στρατολογούμενοι νέοι αφήνουν το σπίτι τους, όπου έχουν ακούσει τους γονιούς τους να μιλούν για τα καθημερινά τους βάσανα, που τα έχουν εξάλλου δει με τα ίδια τους τα μάτια και έχουν γνωρίσει οι ίδιοι τη δυστυχία και την κοινωνική αδικία. Και αν μια μέρα σταλούν για να πολεμήσουν κατά των υπερασπιστών μιας ιδέας που τη νιώθουν δίκαιη μέσα στο ίδιο το πετσί τους, η επιθετική τους ικανότητα θα μειωθεί παράξενα.

Μια συστηματική προπαγάνδα που θα άνοιγε τα μάτια αυτών των νέων για τη δικαιοσύνη και τους λόγους που οδηγούν το λαό στον ένοπλο αγώνα, μπορεί να έχει πολύ θετικά αποτελέσματα.

Μετά απ’ αυτή τη σύντομη ανασκόπηση των επαναστατικών γεγονότων μπορούμε να πούμε πως η Κουβανική Επανάσταση περιέχει ιδιάζοντες συντελεστές που της δίνουν την ιδιομορφία της και κοινούς συντελεστές για όλους τους λαούς της Αμερικής, που εξηγούν απόλυτα την εσωτερική ανάγκη μιας τέτοιας Επανάστασης. Διαπιστώνουμε επίσης πως διαμορφώθηκαν νέες συνθήκες που θα κάνουν ευκολότερο το ξεκίνημα ενός επαναστατικού κινήματος: τη συνείδηση που απόκτησαν οι μάζες για το πεπρωμένο τους, τη συνείδηση μιας αναγκαιότητας και της πραγματοποίησης κατά κάποιο τρόπο αυτής της δυνατότητας. Ταυτόχρονα υπάρχουν συνθήκες που θα κάνουν δυσκολότερη, για τις μάζες, την προσέγγιση του σκοπού, την κατάκτηση, δηλαδή της εξουσίας: οι αστοί είναι τόσο στενά δεμένοι με τον ιμπεριαλισμό που θα χτυπήσουν απ’ ευθείας τις λαϊκές μάζες.

Μαύρες μέρες περιμένουν τη Λατινική Αμερική. Πρέπει να χτυπάμε βαθιά και αδιάκοπα όπου τους πονάει. Δεν πρέπει να γλιστρήσουμε προς τα πίσω, αλλά να προχωρούμε θαρραλέα, απαντώντας σε κάθε επίθεση, με μια ακόμη μεγαλύτερη πίεση των λαϊκών μαζών: αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος για τη νίκη.

Κούβα: Μοναδική περίπτωση ή πρωτοπόρος στον αγώνα κατά του Ιμπεριαλισμού; (Μέρος Πρώτο)

Του Ερνέστο Γκεβάρα.

Δεν είχαν ξανασυμβεί στην Αμερική γεγονότα με τόσο ασυνήθιστα χαρακτηριστικά με ρίζες και συνέπειες τόσο βαθιές για το πεπρωμένο των προοδευτικών κινημάτων της ηπείρου, όσο ο επαναστατικός μας πόλεμος. Ορισμένοι μάλιστα τον αποκάλεσαν το υπ’ αριθμόν 1 γεγονός στην ιστορία της Αμερικής και το τοποθετούν δίπλα στην τριλογία που αποτελούν η Ρώσικη Επανάσταση, η κοινωνική διαφοροποίηση που ακολούθησε την ήττα των χιτλερικών στρατευμάτων στην ανατολική Ευρώπη και η Κινέζικη Επανάσταση.

 Και ενώ αυτό το κίνημα παρουσίαζε εξαιρετικές μεταπτώσεις στη μορφή και τις εκδηλώσεις του, ακολούθησε – και δεν θα μπορούσε να συμβεί αλλιώς – τις γενικές γραμμές όλων των μεγάλων ιστορικών γεγονότων που χαρακτηρίζονται από τον αγώνα τους κατά του αποικιοκρατικισμού και την μετάβασή τους προς τον σοσιαλισμό. Ορισμένοι κατά καιρούς, είτε από καλή πίστη, είτε από πολιτικό ενδιαφέρον, προσπάθησαν να δουν μέσα στην Κουβανική Επανάσταση μια σειρά αιτιών και ιδιαζόντων χαρακτηριστικών. Υπερβάλλουν στη σημασία και προχωρούν μάλιστα μέχρι στο να περιορίσουν τους συντελεστές προκειμένου να ερμηνεύσουν αυτά τα βαθιά κοινωνικά και ιστορικά γεγονότα. Μιλούν για την «ιδιάζουσα» μορφή της Κουβανικής Επανάστασης σε σύγκριση με τις γραμμές δράσης των άλλων προοδευτικών κομμάτων της Αμερικής. Βεβαιώνουν μάλιστα ότι η μορφή και οι δρόμου της Κουβανικής Επανάστασης είναι ένα μοναδικό γεγονός και ότι η ιστορική εξέλιξη των λαών στις άλλες χώρες της Αμερικής θα είναι διαφορετική.

 Αναγνωρίζουμε ότι ξεχωριστοί συντελεστές έδωσαν στην Κουβανική Επανάστασης ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Είναι μια δεδομένη αλήθεια ότι κάθε επανάσταση περιέχει αυτό το είδος των ξεχωριστών συντελεστών. Αλλά δεν είναι το λιγότερο δεδομένο το γεγονός πως όλες οι επαναστάσεις υπακούουν εξίσου σε ορισμένους νόμους από τους οποίους οι κοινωνίες δεν μπορούν να ξεφύγουν. Ας αναλύσουμε λοιπόν αυτούς τους δήθεν «ιδιάζοντες» συντελεστές.

 Ο πρώτος, ο πιο καινούργιος και ο σημαντικότερος ίσως είναι αυτή η φυσική δύναμη που ονομάζεται Φιντέλ Κάστρο Ρουζ, που πήρε σ’ ένα χρόνο ιστορικές διαστάσεις. Οι αρετές του τον κατατάσσουν δίπλα στις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες της ιστορίας της Λατινικής Αμερικής. Ποιες είναι οι ιδιάζουσες συνθήκες που περιβάλουν την προσωπικότητα του Φιντέλ Κάστρο; Ποια είναι τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της ζωής και του χαρακτήρα του που τον κάνουν να ακτινοβολεί πάνω στους συντρόφους του και εκείνους που τον ακολουθούν; Ο Φιντέλ έχει μια προσωπικότητα τόσο εξαιρετική, που θα γινόταν αρχηγός οποιουδήποτε κινήματος κι αν μετείχε, αυτό εξ άλλου γινόταν πάντα σ’ όλη του τη σταδιοδρομία, από τότε που ήταν φοιτητής, ως τη στιγμή που έγινε ο αρχηγός της χώρας μας και των καταπιεσμένων λαών της Λατινικής Αμερικής.

 Έχει τις αρετές του μεγάλου οδηγού. Με την ικανότητά του να συνδέει, να ενώνει και να αντιστέκεται στη διαίρεση που αδυνατίζει. Με την επιδεξιότητά του να διευθύνει τη δράση του λαού σαν ανώτατος αρχηγός. Με την εξαιρετική του επιθυμία να ακούει πάντα τη θέληση του λαού, ο Φιντέλ Κάστρο έκανε περισσότερα από οποιονδήποτε στην Κούβα για να οικοδομήσει από το μηδέν αυτό το υπέροχο έργο που λέγεται σήμερα Κουβανέζικη Επανάσταση. Ασφαλώς κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί πως οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες στην Κούβα ήταν τελείως διαφορετικές από εκείνες που χαρακτηρίζουν τις άλλες χώρες της Αμερικής και ότι η Κουβανέζικη Επανάσταση έγινε εξ αιτίας αυτών των διαφορών. Όπως δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί επίσης κανείς πως ο Φιντέλ έκανε την Επανάσταση παρ’ όλες αυτές τις διαφορές. Ο Φιντέλ οδήγησε της Επανάσταση στην Κούβα την ώρα και με τον τρόπο που την πραγματοποίησε συνειδητοποιώντας τις βαθιές πολιτικές αναστατώσεις που προετοίμαζαν το λαό για το μεγάλο άλμα στο δρόμο της Επανάστασης.

Υπήρχαν επίσης ορισμένες συνθήκες που, παρ’ όλο που δεν συμβαίνουν στην Κούβα ιδιαίτερα, θα είναι δύσκολα εκμεταλλεύσιμες από άλλους λαούς. Γιατί ο ιμπεριαλισμός, αντίθετα με άλλα προοδευτικά κόμματα παίρνει μαθήματα από τα λάθη του. Την κατάσταση που θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε σαν ιδιάζουσα, είναι πως ο βορειοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός ήταν απροσανατόλιστος και δεν ήταν σε θέση να αναμετρήσει το πραγματικό βάθος της Κουβανικής Επανάστασης. Έτσι μπορούν να εξηγηθούν πολλές από τις φανερές αντιφάσεις στη βορειοαμερικάνικη πολιτική. Τα μονοπώλια, όπως συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, πίστεψαν καταρχήν πως πρόκειται για έναν διάδοχο του Μπατίστα, ακριβώς γιατί ήξεραν πως ο λαός δυσαρεστημένος, αναζητούσε επίσης κάποιον για μια επαναστατική προοπτική, κι ήταν ασφαλώς πολύ πιο έξυπνο και προνοητικό να αποτραβήξουν τον μικρό δικτάτορα που δεν χρειαζόταν πια, για να βάλουν στη θέση του «νέους» που σε καιρούς χαλεπούς θα ήταν πολύ πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού. Οι ιμπεριαλιστές έπαιξαν για ένα διάστημα αυτό το χαρτί. Και έχασαν θλιβερά. Πριν τη νίκη τούς ανησυχούσαμε, αλλά δεν μας φοβόντουσαν. Ή μάλλον έπαιζαν σε δυο καρέ, χρησιμοποιώντας την εμπειρία τους σ’ αυτό το διπλό παιχνίδι, στο οποίο, κατά παράδοση, δε μπορούσαν να χάσουν. Απεσταλμένοι του κράτους, μεταμφιεσμένοι σε δημοσιογράφους, ήρθαν πολλές φορές να βολιδοσκοπήσουν αυτή την άπρεπη επανάσταση, αλλά δεν κατάφεραν ποτέ να διαγνώσουν το παραμικρό σύμπτωμα του υποβόσκοντος κινδύνου. Όταν ο ιμπεριαλισμός θέλησε να αντιδράσει, όταν κατάλαβε πως η ομάδα των άπειρων νέων που παρήλαυνε θριαμβευτικά στους δρόμους της Αβάνας, είχε μια πολύ ξεκάθαρη γνώση του πολιτικού της καθήκοντος και την σταθερή απόφαση να οργανώσει τη ζωή της, ήταν πια πολύ αργά. Έτσι γεννήθηκε το Γενάρη του 1959 η πρώτη κοινωνική επανάσταση σ’ όλη τη ζώνη της Καραϊβικής και η πιο ουσιαστική από τις αμερικάνικες επαναστάσεις.

 Δεν νομίζουμε πως είναι ιδιαίτερα ξεχωριστό το γεγονός ότι η αστική τάξη ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος της, φάνηκε ευνοϊκή στην επανάσταση κατά της τυραννίας και ότι ταυτόχρονα υποστήριξε και επιδίωξε κινήσεις που αποβλέπανε σε διαπραγματεύσεις που θα επέτρεπαν μια αντικατάσταση του Μπατίστα, από στοιχεία διατεθειμένα να ελέγχουν την Επανάσταση.

Παίρνοντας υπόψη τις συνθήκες που προκάλεσαν τον επαναστατικό πόλεμο και τις συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις που ήταν εναντίον της τυραννίας δεν είναι περίεργο το ότι ορισμένα στοιχεία από τους λατιφουντίστες, υιοθέτησαν μια στάση ουδετερότητας ή τουλάχιστον όχι εχθρική απέναντι στις επαναστατικές δυνάμεις. Όπως είναι ευνόητο ότι η εθνική αστική τάξη τσακισμένη από τον ιμπεριαλισμό και την τυραννία είδε με κάποια συμπάθεια αυτούς τους νεαρούς ορεσίβιους να τιμωρούν το μισθοφόρο στρατό, όργανο στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού. Αυτή η δύναμη, η όχι επαναστατική πάντως, βοήθησε πράγματι την επανάσταση να κερδίσει την εξουσία.

Πηγαίνοντας ακόμα πιο μακριά, μπορούμε να προσθέσουμε ακόμα έναν ιδιάζοντα συντελεστή, που είναι η προλεταριοποίηση του λαού στο μεγαλύτερο τμήμα της κουβανέζικης γης, αποτέλεσμα της δράσης του μεγάλου κεφάλαιου στην Κούβα, της ημιμηχανοποίησης της γεωργίας που απαιτούσε μια οργάνωση και που είχε σα συνέπεια μια μεγαλύτερη ανάπτυξη ταξικής συνείδησης.Αυτό μπορούμε να το παραδεχτούμε. Αλλά πρέπει να δηλώσουμε εν ονόματι της αλήθειας, ότι το πρώτο έδαφος που κατέλαβε η αντάρτικη Στρατιά, που την αποτελούσαν οι επιζήσαντες της αποδεκατισμένης ταξιαρχίας που αποβιβάστηκε στη Γκράνμα, το κατοικούσε μια τάξη χωρικών, διαφορετικών από άποψη κοινωνικών καταβολών και παιδείας, από τους κατοίκους των περιοχών της μεγάλης ή ημιμηχανοποιημένης καλλιέργειας της Κούβας.

Η Σιέρρα Μαέστρα πραγματικά στάθηκε το πρώτο επαναστατικό κέντρο, το καταφύγιο όλων εκείνων των χωρικών που πολεμούσαν καθημερινά εναντίον των λατιφουντιστών. «Κατοικούσαν σε γη που ανήκε στο κράτος ή σε μεγάλους γαιοκτήμονες, ελπίζοντας να κερδίσουν ένα ψίχουλο γης, μια στάλα αγαθά. Έπρεπε να αγωνίζονται συνεχώς κατά των παράνομων φορολογιών ων στρατιωτών, πάντοτε συμμάχων των λατιφουντιστών. Ο ορίζοντάς τους δεν ξεπερνούσε την κατάκτηση ενός τίτλου ιδιοκτησίας. Οι χωρικοί στρατιώτες που πλαισίωναν το πρώτο μας αντάρτικο προήλθαν απ’ αυτή τη μερίδα της κοινωνικής τάξης, που εκδηλώνει σχεδόν επιθετικά την επιθυμία της για κατοχή γης και που εκφράζει με ιδανικό τρόπο το πνεύμα του «μικροαστού». Ο χωρικός πολεμά γιατί θέλει γη, γι’ αυτόν και για τα παιδιά του. Θέλει να την διευθύνει, να την πουλά και να πλουτίσει από τη δουλειά του».

«Παρά το «μικροαστικό» του πνεύμα ο χωρικός μαθαίνει πολύ γρήγορα, πως δεν μπορεί να ικανοποιήσει την επιθυμία του να γίνει κάτοχος γης, αν δεν σπάσει το σύστημα της ιδιοκτησίας στα λατιφούντια. Μια ριζική αγροτική μεταρρύθμιση, όμως είναι η μόνη που μπορεί να δώσε γη στους χωρικούς, θίγει άμεσα τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών, των μεγάλων γαιοκτημόνων και τους μεγαλοεπιχειρηματίες της ζάχαρης και της κτηνοτροφίας. Η αστική τάξη τρέμει μη θιγούν τα συμφέροντά της. Το προλεταριάτο δεν έχει παρόμοιους φόβους. Με αυτή την έννοια η γραμμή της Επανάστασης ενώνει τον εργάτη με το χωρικό. Οι εργάτες υποστηρίζουν τον αγώνα κατά των λατιφούντιων. Ο φτωχός χωρικός, αυτός που δέχεται τη γη, υποστηρίζει τίμια την επαναστατική εξουσία και την υπερασπίζεται εναντίον των εχθρών της ιμπεριαλιστών και επαναστατών.

Πιστεύουμε πως άλλου ιδιάζων συντελεστής δεν υπάρχει. Ας εξετάσουμε τώρα τις μόνιμες βάσεις κάθε κοινωνικού φαινομένου στην Αμερική, τις αντιθέσεις που έχουν δημιουργηθεί στους κόλπους των σύγχρονων κοινωνιών και οι οποίες προκαλούν διαφοροποιήσεις που μπορούν να πάρουν τις διαστάσεις μιας Επανάστασης σαν αυτή που έγινε στην Κούβα.

Κατ’ αρχήν, από χρονολογική άποψη, αν όχι κατά σειρά εκτίμησης, σήμερα υπάρχει το σύστημα των λατιφούντιων. Υπήρξε η βάση της οικονομικής εξουσίας της άρχουσας τάξης, όλη την περίοδο που ακολούθησε τις απελευθερωτικές και αντιαποικιακές επαναστάσεις του τελευταίου αιώνα. Αυτή η τάξη των γαιοκτημόνων, που υπάρχει σ’ όλες τις χώρες, είναι γενικά απληροφόρητη για τα κοινωνικά γεγονότα που κατευθύνουν τον κόσμο. Μερικές φορές οι πιο συνετοί και όσοι βλέπουν μακρύτερα από την τάξη των γαιοκτημόνων μυρίζονται τον κίνδυνο κι αρχίζουν να αλλάζουν τρόπο επένδυσης των κεφαλαίων τους, άλλοτε μηχανοποιώντας την αγροτική παραγωγή, μεταφέρουν ένα μέρος του πλούτου τους στη βιομηχανία ή γίνονται οι ίδιοι εμπορικού πράκτορες των μονοπωλίων. Εκείνη η πρώτη απελευθερωτική επανάσταση δεν κατέστρεψε τα λατιφούντια, που παραμείνανε σαν οικονομική βάση, διατηρώντας έτσι ένα αντιδραστικό στοιχείο που έσωζε την αρχή της δουλείας στην εργασία. Είναι ένα φαινόμενο που παρουσιάζεται χωρίς εξαίρεση σε όλες τις χώρες της Αμερικής και χρησιμεύει σαν υπόβαθρο όλων των αδικιών που έγιναν, από την εποχή που οι βασιλιάδες της Ισπανίας παραχωρούσαν αχανείς εκτάσεις στους ευγενέστερους από του κονκισταδόρους τους, αφήνοντας μόνο για τους «ιθαγενείς» μαύρους ή μιγάδες, όπως στην περίπτωση της Κούβας τα ριλέγκος (κρατική γη), το κομμάτι της γης δηλαδή που αφήνεται ανάμεσα σε τρεις μεγάλες κυκλικές εκτάσεις που συνορεύουν μεταξύ τους. Ο γαιοκτήμονας που στις περισσότερες χώρες καταλάβαινε πως δεν μπορούσε να ζήσει μόνος, συμμάχησε γρήγορα με τα μονοπώλια που ήταν βέβαια, οι ισχυρότεροι και σκληρότεροι δυνάστες στους αμερικάνικους λαούς.

Η Αμερική υπήρξε το πεδίο της μάχης για της μεγάλες ιμπεριαλιστικές εταιρείες. Στο τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου – αυτός ο πόλεμος αποφασίστηκε σχεδόν αποκλειστικά προς όφελος των βορειοαμερικάνικων μονοπωλίων- και έπειτα οι ιμπεριαλιστές ανασκουμπώθηκαν για να ενισχύσουν την παράνομη κατοχή τους στις αποικίες τους και να τελειοποιήσουν το σύστημα κατά της λαθραίας εισχώρησης πολιτών και νέων αντιπάλων από άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες. Όλα αυτά δημιούργησαν μια οικονομία τερατωδώς παραμορφωμένη, που οι οικονομολόγοι των καπιταλιστικών καθεστώτων εκφράζουν με μια άκακη λέξη που αποδεικνύει τη βαθιά συμπόνια που έχουν για μας οι «υποανάπτυκτοι». (Αποκαλούν τους δυστυχείς μας ινδιάνους, που εκμεταλλεύτηκαν, καταδίωξαν και καταδίκασαν στην άγνοια: οι «μικροί ινδιάνοι». Όλους τους ανθρώπους της μαύρης ράτσας και τους μιγάδες τους καταδικασμένους στην περιφρόνηση και στις διακρίσεις τους λένε οι «έγχρωμοι» και εφευρίσκουν τρόπους σαν άτομα και σαν σύνολα για να διχάζουν τις εργατικές μάζες στον αγώνα τους για ένα καλύτερο οικονομικό μέλλον).

Τι είναι η υποανάπτυξη;

Ένας νάνος με ένα τεράστιο κεφάλι και ένα γερό στήθος είναι υποανάπτυκτος με την έννοια πως τα αδύνατα πόδια του και τα κοντά χέρια του δεν ανταποκρίνονται στην υπόλοιπη ανατομία του. Είναι το τερατώδες προϊόν μιας ελαττωματικής διάπλασης που παραμόρφωσε την ανάπτυξή του. Είναι αυτό που στην πραγματικότητα είμαστε εμείς τελικά, οι ευγενώς επονομαζόμενοι «υποανάπτυκτοι» των αποικιών ή των εξαρτώμενων χωρών. Οι χώρες μας έχουν οικονομίες παραμορφωμένες από την ιμπεριαλιστική πολιτική που ανάπτυξε ανώμαλα τους βιομηχανικούς και γεωργικούς κλάδους κατά τέτοιο τρόπο ώστε να καταντήσουν συμπληρώματα των πολύπλοκων ιμπεριαλιστικών οικονομιών.

Η «υποανάπτυξη», ή παραμορφωμένη ανάπτυξη προκαλεί στις πρώτες ύλες μια επικίνδυνη ειδίκευση, που διατηρεί όλους τους λαούς κάτω από την απειλή της πείνας. Εμείς οι «υποανάπτυκτοι», είμαστε επίσης χώρες μονοκαλλιέργειας. Ένα μοναδικό προϊόν που η αβέβαιη πώλησή του εξαρτάται από μια μοναδική αγορά, η οποία επιβάλει και καθορίζει τους όρους, ιδού η μεγάλη συνταγή της ιμπεριαλιστικής οικονομικής κυριαρχίας που συναντιέται με το παλιό και αιώνιο ρωμαϊκό ρητό «διαίρει και βασίλευε».

Το σύστημα των λατιφουντίων ως προς τις σχέσεις του με τον ιμπεριαλισμό καθορίζει τέλεια τον ισχυρισμό «υποανάπτυξη» που έχει σαν αποτέλεσμα την ανεργία και τους χαμηλούς μισθούς. Το φαινόμενο των χαμηλών μισθών και της ανεργίας είναι ένας φαύλος κύκλος που δημιουργεί ακόμα χαμηλότερους μισθούς και μια ανεργία ακόμα μεγαλύτερη όσο οι αντιφάσεις του συστήματος οξύνονται. Πάντοτε στο έλεος των οικονομικών διακυμάνσεων δημιουργείται ένας κοινός παρανομαστής για τους λαούς της Αμερικής, από το Ρίο Μπράβο ως το Νότιο Πόλο. Αυτός ο κοινός παρανομαστής, που θα των τυπώσουμε με κεφαλαία, αποτελεί το σημείο εκκίνησης για όλους όσους ασχολούνται με αυτά τα κοινωνικά φαινόμενα και είναι η πείνα των ανθρώπων, η κατάπτωση του ατόμου πάντοτε στη διάθεση της εκμετάλλευσης, καταπιεζόμενου και διωκόμενου, η κούρασή του, του να πουλάει την ικανότητά του για εργασία από μέρα σε μέρα σε χαμηλές τιμές (μπροστά στον κίνδυνο να μεγαλώσει την ουρά των ανέργων) προκειμένου να αντληθεί το μεγαλύτερο δυνατό όφελος από κάθε ανθρώπινο κορμί και να σπαταληθεί στην πολυτέλεια των κεφαλαιοκρατών.

Διαπιστώνουμε λοιπόν, πως υπάρχουν στην Αμερική ουσιαστικοί και αναπόφευκτοι κοινοί παρανομαστές και δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως εξαιρούμαστε από κανέναν από αυτούς τους αλληλέγγυους συντελεστές. Το σύστημα των λατιφούντιων τόσο στη μορφή του της πρωτόγονης εκμετάλλευσης, όσο και στη μονοπωλιακή του γραμμή προσαρμόζεται στις νέες καταστάσεις και ευθυγραμμίζεται με τον ιμπεριαλισμό: αυτή η μορφή εκμετάλλευσης από το ξένο κεφάλαιο δημιουργεί μια οικονομία αποικιοκρατικού τύπου που ονομάστηκε κατ’ ευφημισμό «υποανάπτυξη».

Όλα αυτά υπήρχαν στην Κούβα. Υπήρχε επιπλέον η πείνα, το ποσοστό των ανέργων ήταν το ψηλότερο της λατινικής Αμερικής, ο ιμπεριαλισμός ήταν ακόμα πιο άγριος παρά σ’ οποιαδήποτε άλλη χώρα. Τα λατιφούντια ήταν το ίδιο πανίσχυρα όσο και σ’ οποιαδήποτε από τις άλλες αδελφές δημοκρατίες. Τι κάναμε εμείς για να απελευθερωθούμε από αυτό το παντοδύναμο ιμπεριαλιστικό σύστημα, με την ακολουθία του των κυβερνήσεων μαριονετών σε κάθε χώρα και τους μισθοφόρους στρατούς που αμύνονταν γι’ αυτό το πολύπλοκο σύστημα εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο; Οι αντικειμενικές συνθήκες για τον αγώνα καθορίστηκαν από την πείνα του λαού και σαν αντίδραση εναντίον αυτής της πείνας από τη βία που προκαλούσε τη λαϊκή αντίδραση και από το κύμα του μίσους που η καταπίεση δημιουργούσε μόνη της. Οι υποκειμενικές συνθήκες έλειπαν στην Αμερική και το σημαντικότερο ήταν η συνείδηση μιας πιθανής νίκης κάτω από έναν σκληρό αγώνα εναντίον της ιμπεριαλιστικής δύναμης και των συνεταίρων της του εσωτερικού. Αυτές οι συνθήκες δημιουργήθηκαν από τον ένοπλο αγώνα μας, που βοήθησε να γίνει πιο συγκεκριμένη η ανάγκη μιας αλλαγής και επέτρεψε επίσης την ολοκληρωτική εξολόθρευση του στρατού (απαραίτητος όρος για κάθε πραγματική Επανάσταση) από τις λαϊκές δυνάμεις.

Η ένοπλή μας δύναμη που δημιουργείται κατά τις εκστρατείες κυρίεψε απ’ έξω τις πόλεις, ενώθηκε με την εργατική μάζα και διαμόρφωσε την πολιτική της συνείδηση, από την επαφή της μ’ αυτήν. Είναι αυτό δυνατόν να γίνει σε άλλες χώρες της λατινικής Αμερικής; Θα εξηγήσουμε τις δυσκολίες που, κατά τη γνώμη μας, θα κάμουν πιο επίπονους τους επαναστατικούς αγώνες στην Αμερική. Τονίσαμε ήδη, στην αρχή αυτού του άρθρου, ότι ορισμένοι συντελεστές μπορούν να θεωρηθούν σαν ιδιάζοντες: η συμπεριφορά του ιμπεριαλισμού που αιφνιδιάστηκε προς στιγμή από την Κουβανέζικη Επανάσταση και ως ένα ορισμένο σημείο τη στάση της εθνικής αστικής τάξης, επίσης αιφνιδιασμένης, που έβλεπε την αντάρτικη δράση με κάποια συμπάθεια, γιατί δεν είχε υποστεί λίγες ζημιές κι αυτή από τον ιμπεριαλισμό (αυτή η κατάσταση βαραίνει εξίσου και στις άλλες χώρες). Αλλά ο ιμπεριαλισμός κατάλαβε το μάθημα της Κούβας και δε θα αιφνιδιαστεί πια σε καμιά από τις είκοσι δημοκρατίες της Αμερικής. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί αν ο κουβανέζικος απελευθερωτικός πόλεμος υπήρξε δύσκολος με τις συνεχείς μάχες που έδωσε επί δύο χρόνια, οι καινούριες μάχες που περιμένουν τους λαούς στα άλλα μέρη της λατινικής Αμερικής θα είναι αφάνταστα πιο δύσκολες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες προσφέρουν συμπληρωματικά όπλα στις κυβερνήσεις των μαριονετών που βλέπουν να κινδυνεύουν. Υπογράφουν μαζί τους συμβάσεις υποταγής προκειμένου να διευκολύνουν με νόμιμα μέσα την καταπίεση, την ανάμιξη, ακόμη και την επέμβαση. Χωρίς να λογαριάσουμε ότι δραστηριοποιούν την εκγύμναση στρατού καταπίεσης με την πρόθεση να τον χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά σαν όργανο κατά του λαού.

(Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Verde Olivo το 1961).