- Ο Ερνέστο Γκεβάρα στην Τσουκικαμάτα, 1952.
Ετικέτα: Αλμπέρτο Γρανάδο
Ένας χρόνος χωρίς τον Αλμπέρτο Γκρανάδο
Ήταν 5 Μαρτίου 2011 όταν ο αδελφικός φίλος του Ερνέστο Γκεβάρα, ο Αλμπέρτο Γκρανάδο έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών. Ο Αλμπέρτο απέκτησε διεθνή φήμη ως ο ευρηματικός και θερμόαιμος συνταξιδιώτης του Τσε στην περίφημη μεγάλη περιπλάνηση που πραγματοποίησαν οι δυο τους σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, στις αρχές της δεκαετίας του 1950.
Ο Γκρανάδο υπήρξε η «ζωντανή μνήμη» της νεότητας του Γκεβάρα – ο μοναδικός που τον γνώρισε αρκετά πριν ο Ερνέστο γίνει Τσε. Μοιράστηκαν μαζί στιγμές χαράς και λύπης, συγκίνησης και γέλιου, εντυπωσιασμού, μικρά ατυχήματα με τη θρυλική μηχανή Ποδερόσα ΙΙ, εμπειρίες που στιγμάτισαν για πάντα τις ζωές τους. Για τον Τσε ο Αλμπέρτο ήταν ο «Μιάλ», γιά τον Αλμπέρτο ο Τσε ήταν ο «Φούσερ». Είχαν τους δικούς τους κώδικες επικοινωνίας, όπως δύο αχώριστοι φίλοι.
Η 26η Ιουλίου 1952 ήταν η τελευταία του ταξιδιού τους στη Λατινική Αμερική. Εκεί έπρεπε να χωρίσουν οι δρόμοι τους. Την επόμενη φορά που θα βρισκόντουσαν ξανά, ο Τσε θα ήταν πλέον κορυφαίο μέλος της Επαναστατικής κυβέρνησης της Κούβας.
«Στις 26 Ιουλίου 1952, πρωί πρωί, ο Ερνέστο Γκεβάρα ετοιμάζεται να φύγει απ’ το αεροδρόμιο Μαϊκετία, με την άτρακτο του αεροπλάνου φίσκα στα άλογα. Οι δυο συνοδοιπόροι συντομεύουν τον αποχαιρετισμό. Ο καθένας τους καταπίνει την συγκίνηση του, μπλοφάρει για να μετριάσει τη συγκίνηση του άλλου.
«Πέρνα τις εξετάσεις σου κι έλα πάλι να με βρείς, θα ξαναπάρουμε τους δρόμους μέχρι το Μεξικό», λέει ο Μιάλ, μ’ έναν κόμπο στο λαιμό.
Ανεβαίνοντας τη σκάλα του αεροπλάνου, ο Φουσέρ αποφεύγει να γυρίσει, για να μη δει ο φίλος του τη θλίψη στο πρόσωπο του».
(Ζ.Κορμιέ, Ίλ.Γκεβάρα, Αλ.Γκρανάδο (1995), Τσε Γκεβάρα, Εκδ. Καστανιώτη.)
Ο Γκρανάδο, όπως και ο Τσε, επέλεξε την Κούβα για να ζήσει και να εργαστεί. Ίδρυσε την Σχολή Ιατρικής του Σαντιάγκο και δίδαξε βιοχημεία στο Πανεπιστήμιο της Αβάνας. Τη δεκαετία του 1980 έλαβε μέρος στην ίδρυση της Κουβανικής Εταιρείας Γενετικής της οποίας διορίστηκε πρόεδρος.
Παρέμεινε, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, σταθερός υποστηρικτής των δίκαιων αιτημάτων της Κούβας και αταλάντευτος οπαδός των ιδεών που κληροδότησε ο Τσε. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 χρόνων, από φυσικά αίτια. Σαραντατέσσερα περίπου χρόνια πριν στη Βολιβία, είχε χάσει τον καλό του φίλο.
Τώρα, μπορούμε να υποθέτουμε ότι Μιάλ και Φούσερ συνεχίζουν το δικό τους, ατέρμονο ταξίδι, με το ίδιο πάθος και την ίδια όρεξη που είχαν στα θρυλικά Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας.
Guevaristas.
Ποδερόσα (La Poderosa II)
- Η θρυλική «Ποδερόσα ΙΙ» κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στη Νότια Αμερική. Ο Τσε Γκεβάρα είναι στο κέντρο, τρίτος από δεξιά.
Με το όνομα Ποδερόσα ΙΙ («Η Δυνατή») είναι γνωστή η μηχανή μάρκας Νόρτον (Norton 500cc) με την οποία ο Ερνέστο Γκεβάρα και ο Αλμπέρτο Γκρανάδο διέσχισαν τη Νότιο Αμερική κατά το διάσημο ταξίδι τους («Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας») το 1951. Η μηχανή ήταν ιδιοκτησίας του Αλμπέρτο Γκρανάδο, απόφοιτου βιοχημικής. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και έπειτα από αρκετά μικροατυχήματα, λίγο έξω απ’ το Σαντιάγκο της Χιλής, το καλώδιο που συνέδεε το μπροστινό φρένο της Ποδερόσα έσπασε με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μη αναστρέψιμος ζημιά στη μηχανή. Στο Σαντιάγκο ο Γκρανάδο αναγκάστηκε να αφήσει το αγαπημένο του όχημα σε ένα συνεργείο, καθώς οι δύο φίλοι έπρεπε να συνεχίσουν το ταξίδι τους.
Εξήντα χρόνια μετά τη θρυλική διαδρομή των Ημερολογίων Μοτοσυκλέτας, η Ποδερόσα η εξαρτήματα της δεν είναι δυνατό να βρεθούν. Παρ’ όλα αυτά, στο μουσείο του Τσε Γκεβάρα στην Κόρδοβα της Αργεντινής, εκτίθεται μιά ρέπλικα του μοντέλου της διάσημης μηχανής.
Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας 1952 – Ερνέστο Γκεβάρα και Αλμπέρτο Γκρανάδο
Φωτογραφίες από το ταξίδι των νεαρών γιατρών Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα και Αλμπέρτο Γκρανάδο στη Λατινική Αμερική. Έτος: 1952.






Είπαν-έγραψαν για τον Τσε Γκεβάρα
-
Φιντέλ Κάστρο, ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΤΣΕ (1967).
-
Φιντέλ Κάστρο, ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΤΣΕ ΣΤΗΝ ΚΟΥΒΑ (1997).
-
Αχμεντ Μπεν Μπελά, Ο ΤΣΕ ΟΠΩΣ ΤΟΝ ΓΝΩΡΙΣΑ.
-
Βίκτωρ Μοντόγια, ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΤΣΕ: Η ΑΘΑΝΑΤΗ ΕΙΚΟΝΑ.
-
Νικολάι Λεόνωφ, “ΘΥΜΑΜΑΙ ΤΟΝ ΤΣΕ”: ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΠΡΩΗΝ ΠΡΑΚΤΟΡΑ ΤΗΣ KGB.
-
Ντανιέλ Μπενσάϊντ, ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ: Ο ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ.
-
Subcomandante Μάρκος, ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΝΕΣΤΟ ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ.
-
Μίκης Θεοδωράκης, ΟΤΑΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΑ ΤΟΝ ΤΣΕ ΣΤΗΝ ΚΟΥΒΑ.
Παρακάτω περιλαμβάνονται ρήσεις διάφορων, περισσότερο η λιτότερο γνωστών, προσωπικοτήτων για τον Ερνέστο Τσε Γκεβάρα:
-
«Ο Τσε ήταν ο πιό ολοκληρωμένος άνθρωπος της εποχής μας» – JEAN PAUL SARTRE, γάλλος φιλόσοφος.
-
«Με έμαθε να σκέφτομαι. Μου έμαθε το πιό όμορφο πράγμα, που είναι να είσαι Άνθρωπος» – ΟΥΡΜΠΑΝΟ, κουβανός αντάρτης.
-
«Η ζωή του Τσε αποτελεί έμπνευση γιά κάθε άνθρωπο που αγαπά την ελευθερία. Θα τιμούμε πάντα τη μνήμη του» – ΝΕΛΣΟΝ ΜΑΝΤΕΛΑ.
-
«Είχε μάτια που έδειχναν να σε διαπερνούν. Έχω πάρει συνεντεύξεις από όλων των ειδών της διασημότητες, απ’ τον Μπεν Γκουριόν μέχρι το Μπομπ Ντύλαν, αλλά κανείς δε μου έκανε τέτοια εντύπωση όσο ο Τσε» – MARYLIN ZEITLIN, δημοσιογράφος.
-
«Έχουμε ακόμη να περιμένουμε πολλά χρόνια μέχρι η Ιστορία να δώσει μιά τελεσίδικη κρίση γιά τον Τσε, όταν τα πάθη και των δύο πλευρών θα έχουν περάσει» – UVA DE ARAGON, ακαδημαϊκός.
-
«Ακόμη να βρω κάποια έγκυρη πηγή που να αποδεικνύει ότι ο Τσε εκτέλεσε κάποιον ‘αθώο’. Αυτά τα άτομα που εκτελέστηκαν απ’ το Γκεβάρα, ή έπειτα από διαταγή του, καταδικάστηκαν γιά τα συνήθη εγκλήματα που επισύρουν τη θανατική ποινή σε περίοδο πολέμου ή μετά από πόλεμο: βασανισμούς, βιασμούς, δολοφονίες η προδοσία. Πρέπει να προσθέσω ότι η έρευνα μου διήρκησε πέντε χρόνια και περιελάμβανε αντι-Καστρικούς Κουβανούς ανάμεσα στους κουβανο-αμερικανούς εξόριστους στο Μαϊάμι και αλλού» – JON LEE ANDERSON, βιογράφος του Τσε.
-
«Είναι σα να είναι ζωντανός μαζί μας, σαν φίλος. Είναι ένα είδος Παναγίας γιά εμάς. Λέμε «Τσε βοήθησε μας με τη δουλειά μας» – και όλα πηγαίνουν καλώς» – MANUEL CORTEZ, αγρότης στο χωριό Ιγκέρα της Βολιβίας.
-
«Θα μπορούσα να γράφω χίλια χρόνια και ένα εκατομμύριο σελίδες γιά τον Τσε Γκεβάρα» – ΓΚΑΜΠΡΙΕΛ ΓΚΑΡΣΙΑ ΜΑΡΚΕΣ.
-
«Όταν οι άνθρωποι είναι σε θέση να επηρεάσουν τόσους άλλους με τη ζωή και το παράδειγμα τους, δεν πεθαίνουν» – ΑΛΕΪΔΑ ΓΚΕΒΑΡΑ ΜΑΡΤΣ.
-
«Δεν είναι ένας Θεός που χρειάζεται να τον προσκυνούν η κάτι τέτοιο. Απλά ένας άνθρωπος του οποίου το παράδειγμα μπορούμε να ακολουθούμε, δίνοντας τον καλύτερο μας εαυτό σε ότι κάνουμε» – ΑΛΜΠΕΡΤΟ ΓΚΡΑΝΑΔΟ.
-
«Ο απόστολος της άμεμπτης Επανάστασης» – RICHARD BURNS, βρετανός δημοσιογράφος.
-
«Η ζωή του είναι ένα φωτεινό παράδειγμα γιά τους νέους οι αγώνες των οποίων έχουν ως κινητήριο δύναμη το χτίσιμο ενός νέου κόσμου» – GRAHAM GREENE, βρετανός συγγραφέας.
-
«Η αφοσίωση του στα επαναστατικά του πιστεύω ήταν βαθιά θρησκευτική. Ο Τσε είχε μιά ιεραποστολική πίστη στην έμφυτη καλοσύνη των ανθρώπων, στην ικανότητα των εργατών να αφοσιώνονται σε ιδανικά και να ξεπερνάνε εγωϊσμούς και προκαταλήψεις. Αυτή ήταν η άλλη όψη του νομίσματος στην παθιασμένη του αγανάκτηση ενάντια στην αδικία και εκμετάλλευση των ταπεινών. Είδε τη λύση σε ένα ευγενές είδος μαρξισμού που θα έφερνε ελευθερία και αδελφοσύνη. Τέτοιοι άνδρες γεννιούνται γιά να γίνουν Μάρτυρες»– HERBERT MATTHEWS, αμερικανός δημοσιογράφος.
-
«Γιατί πίστεψαν ότι σκοτώνοντας τον θα πάψει να υπάρχει ως μαχητής…; Σήμερα είναι σε κάθε μέρος, οπουδήποτε υπάρχει ένα δίκαιο αίτημα προς υπεράσπιση» – ΦΙΝΤΕΛ ΚΑΣΤΡΟ, 1997.
-
«Αν θέλουμε να πούμε πώς θα θέλαμε να είναι οι επαναστάτες μαχητές μας, τα μέλη μας, οι άνθρωποί μας, πρέπει να πούμε δίχως κανενός είδους δισταγμό: να είναι σαν τον Τσε! Αν θέλουμε να περιγράψουμε πώς θα θέλαμε να είναι οι άνθρωποι των μελλοντικών γενιών, πρέπει να πούμε: να είναι σαν τον Τσε! Αν θέλαμε να πούμε πώς θα επιθυμούσαμε να διαπαιδαγωγηθούν τα παιδιά μας, πρέπει να πούμε δίχως δισταγμό: να διαπαιδαγωγηθούν στο πνεύμα του Τσε! Αν θέλουμε ένα πρότυπο ανθρώπου, ένα πρότυπο ανθρώπου που δεν ανήκει σε αυτούς τους καιρούς, αλλά στο μέλλον, τότε, από τα βάθη της καρδιάς μου λέω ότι αυτό το πρότυπο δίχως κηλίδα στη συμπεριφορά του, στη στάση του, στη δράση του, αυτό το πρότυπο είναι ο Τσε! Αν θέλουμε να πούμε πώς επιθυμούμε να είναι τα παιδιά μας, πρέπει να πούμε με όλη μας την καρδιά σαν φλογεροί επαναστάτες: θέλουμε να είναι σαν τον Τσε!» – ΦΙΝΤΕΛ ΚΑΣΤΡΟ, 1967.
-
«Αυτός ο λαϊκός Άγιος ήταν έτοιμος να πεθάνει διότι δε μπορούσε να ανεχθεί έναν κόσμο όπου οι φτωχοί της Γης, οι εκδιωγμένοι και πρόσφυγες της ιστορίας, θα εξοστρακίζονταν στα τελευταία των περιθωρίων»– ARIEL DORFMAN, καθηγητής Duke University, 1999.
-
«Πολίτης του κόσμου, ο Τσε μας θυμίζει αυτό που γνωρίζαμε από την εποχή του Σπάρτακου, κάτι που ενίοτε ξεχνούσαμε: η ανθρωπότητα βρίσκει στην πάλη κατά των αδικιών μια κίνηση που την εξυψώνει, που την κάνει καλύτερη και πιο ανθρώπινη» – SUBCOMANDANTE MARCOS.
-
«Ήταν ακριβώς σαν Χριστός, με τα μεγάλα μάτια του, τα γένια, τα μακριά μαλλιά του. Είναι πολύ θαυματουργός» – ΣΟΥΖΑΝΑ ΟΣΙΝΑΓΚΑ, νοσοκόμα στο χωριό Λα Ιγκέρα (Βολιβία) που έπλυνε το σώμα του Τσε.
-
«Ανήκει περισσότερο στη ρομαντική παράδοση παρά στην επαναστατική. Γιά να διαπρέψει κάποιος ως ρομαντικό είδωλο πρέπει όχι μόνο να πεθάνει νέος αλλά να πεθάνει χωρίς να έχει καμία ελπίδα. Ο Τσε πληρεί και τα δύο κριτήρια. Όταν κάποιος σκέφτεται τον ηρωϊσμό του Τσε, αυτός είναι περισσότερο με όρους λόρδου Βύρωνα παρά Μαρξ»– CHRISTOPHER HITCHENS, Αμερικανοβρετανός συγγραφέας.
Χιλή 1952: Η ασθματική γερόντισσα της «Τζιοκόντα»
- Ο ΤΣΕ (ΑΡΙΣΤΕΡΑ) ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΜΠΕΡΤΟ ΓΚΡΑΝΑΔΟ ΤΟ 1951.
Κατά τη διάρκεια της πολύμηνης περιπλάνησης τους στη Νότια Αμερική, ο Ερνέστο Γκεβάρα και ο Αλμπέρτο Γκρανάδο βρέθηκαν στο Βαλπαραϊσο (Valparaíso) της Χιλής. Μια γραφική, παραθαλάσσια πόλη, «χτισμένη στην άκρη της παραλίας με θέα σε ένα μεγάλο κόλπο» όπως αναφέρει ο Τσε στα απομνημονεύματα του στα Ημερολόγια Μοτοσικλέτας. Οι δύο νεαροί αργεντίνοι κατέλησαν για να ξεκουραστούν προσωρινά στην «Τζιοκόντα», ενός ρεστοράν που ανήκε σε συμπατριώτη τους.
Μάρτιος 1952. Ο Τσε διηγείται στο ημερολόγιο του τις προσπάθειες να βρουν εργασία στο τοπικό νοσοκομείο (σ.σ: ο Τσε ήταν ακόμη φοιτητής Ιατρικής) και αναφέρει, με λόγια που σαν πρόκες καρφώνονται στη μνήμη, ίσως μια από τις συγκλονιστικότερες στιγμές του μεγάλου ταξιδιού του:
«Προσπαθούσαμε να έρθουμε σε απευθείας επαφή με τους γιατρούς του Πετροουέ, αλλά αυτοί μόλις γύριζαν από τις δραστηριότητες τους και, μην έχοντας καιρό για χάσιμο, δε μας παραχωρούσαν ούτε μία τυπική συνάντηση-ωστόσο τους είχαμε εντοπίσει και εκείνο το απόγευμα χωριστήκαμε: ο Αλμπέρτο τους ακολούθησε και εγώ πήγα να δω μια ασθματική γερόντισσα, πελάτισσα της «Τζοκόντα». Τη λυπόσουν την καψερή, το δωμάτιο της βρομούσε ιδρωτίλα, ποδαρίλα και σκόνη από δυο τρεις πολυθρόνες, τα μοναδικά είδη πολυτελείας στο σπίτι της. Εκτός από το άσθμα, υπέφερε και από καρδιακή ανεπάρκεια. Ήταν μία από τις περιπτώσεις που ένας γιατρός, συνειδητοποιώντας ότι είναι ανίσχυρος μπροστά στην κατάσταση, νιώθει την επιθυμία μιας ριζικής αλλαγής, που να εξαλείψει την αδικία η οποία ανάγκασε τη γριά γυναίκα να δουλεύει σαν υπηρέτρια μέχρι τον προηγούμενο μήνα για να βγάλει το ψωμί της, ασθμαίνοντας, υποφέροντας, μα κρατώντας ψηλά το κεφάλι στη ζωή. Το ζήτημα είναι πως στις φτωχές οικογένειες το μέλος που αδυνατεί να κερδίσει τα προς το ζην περιβάλλεται από μια ατμόσφαιρα δυσαρέσκειας, που κρύβεται με το ζόρι. Από εκείνη τη στιγμή παύει να είναι πατέρας, μητέρα, αδερφός· γίνεται ένας αρνητικός παράγοντας στον αγώνα για επιβίωση και, ως τέτοιος, στόχος μνησικακίας της υγιούς κοινότητας, που θεωρεί την αναπηρία του σαν προσωπική προσβολή γι’ αυτούς που πρέπει να τον συντηρήσουν. Εκεί, στις τελευταίες ώρες για τους ανθρώπους των οποίων ο ορίζοντας δεν εκτείνεται πέρα από το αύριο, εκεί επικεντρώνεται η τραγωδία της ζωής του προλεταριάτου όλου του κόσμου. Στα μάτια των ετοιμοθάνατων βλέπεις μια καρτερική έκκληση συγνώμης και, συχνά, μια απελπισμένη έκκληση παρηγοριάς που χάνεται στο κενό, όπως θα χαθεί γρήγορα και το σώμα μέσα στην απεραντοσύνη του μυστηρίου που μας περιβάλλει. Ως πότε θα συνεχιστεί αυτή η τάξη πραγμάτων που βασίζεται σε μια παράλογη διαίρεση, στις κοινωνικές τάξεις; Είναι κάτι στο οποίο δεν μπορώ να απαντήσω εγώ, αλλά είναι καιρός οι κυβερνώντες να αφιερώσουν λιγότερο χρόνο στην προπαγάνδα της ποιότητας των καθεστώτων τους και περισσότερα χρήματα, πολύ περισσότερα, για έργα κοινωνικής ωφέλειας. Δεν μπορώ να κάνω πολλά για την άρρωστη· της γράφω απλώς μια κατάλληλη δίαιτα, ένα διουρητικό και αντιασθματικά διαλύματα. Μου έχουν μείνει μερικές δραμαμίνες και της τις χαρίζω. Όταν βγαίνω, με ακολουθούν τα στοργικά λόγια της γερόντισσας και οι αδιάφορες ματιές των συγγενών».
[Το χαμόγελο της «Τζοκόντα», Ημερολόγια Μοτοσικλέτας].